ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Δεκέμβρη 2002
Σελ. /32
ΥΓΕΙΑ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΓΙΑΤΡΩΝ
Αξιοπρέπεια για το γιατρό και δωρεάν υγεία στο λαό

Συγκροτήθηκε ψηφοδέλτιο, στο οποίο συμμετέχουν η Πανεπιστημονική Κίνηση Γιατρών, γιατροί από το ΔΗΚΚΙ και άλλοι αγωνιστές, για τις μεθαυριανές εκλογές της ΕΙΝΑΠ

Για να ξαναζωντανέψει το κίνημα των νοσοκομειακών γιατρών, πρέπει να γίνει σημαντική αλλαγή συσχετισμού των δυνάμεων στην ΕΙΝΑΠ και την ΟΕΝΓΕ, τονίζει η ΔΗΠΑΚ
Για να ξαναζωντανέψει το κίνημα των νοσοκομειακών γιατρών, πρέπει να γίνει σημαντική αλλαγή συσχετισμού των δυνάμεων στην ΕΙΝΑΠ και την ΟΕΝΓΕ, τονίζει η ΔΗΠΑΚ
«Αγωνιζόμαστε για την ενίσχυση της αγωνιστικής συσπείρωσης των Γιατρών στο πλάι του λαϊκού κινήματος και την υπεράσπιση των κατακτήσεων των νοσοκομειακών γιατρών και τη διεύρυνσή τους με κριτήριο τις σύγχρονες ανάγκες» τονίζει η Δημοκρατική Πανεπιστημονική Κίνηση Γιατρών (ΔΗΠΑΚ-Γ) στη Διακήρυξή της για τις εκλογές, απ' τις οποίες θα αναδειχτούν το νέο Διοικητικό Συμβούλιο της Ενωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Αθήνας - Πειραιά (ΕΙΝΑΠ) και αντιπρόσωποι της Ενωσης στην Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ). Οι εκλογές θα γίνουν μεθαύριο, 10 Δεκέμβρη 2002.

«Διεκδικούμε Δημόσιο, ενιαίο, καθολικό και δωρεάν σύστημα Υγείας, με πλήρη δικαιώματα που να εξασφαλίζουν την αξιοπρέπειά μας και αντιστεκόμαστε στην εμπορευματοποίηση και στην επιχειρηματική δράση στην Υγεία» τονίζεται στη Διακήρυξη. Σ' αυτό το πλαίσιο συγκροτήθηκε ψηφοδέλτιο, στο οποίο συμμετέχουν, η Πανεπιστημονική Κίνηση Γιατρών, γιατροί από το ΔΗΚΚΙ και άλλοι αγωνιστές, ανταποκρινόμενοι στις ανάγκες που απαιτούν οι σημερινές συνθήκες.

«Στην Υγεία οι αναδιαρθρώσεις έχουν στόχο τη σταδιακή συρρίκνωση κάθε δομής και υπηρεσίας που έχει σχέση με το δημόσιο, αναφέρεται στη Διακήρυξη. Τα δημόσια νοσοκομεία μετατρέπονται σε μια μεγάλη επιχείρηση που "πουλά" υπηρεσίες στους ασθενείς, οι οποίοι, επίσημα πλέον, χαρακτηρίζονται "πελάτες". Ολα αυτά οδηγούν στην πλήρη μετατροπή της υγείας σε εμπόρευμα και την ανάπτυξη της πιο χυδαίας επιχειρηματικής δράσης στο χώρο. Ακόμα και οι αλλαγές στις ταμπέλες των νοσοκομείων ως τμήματα των ΠεΣΥ σηματοδοτούν και στην πράξη την ανισότητα στις παρεχόμενες υγειονομικές υπηρεσίες και από νοσοκομείο σε νοσοκομείο και από ΠεΣΥ σε ΠεΣΥ, αφού σε μεγάλο βαθμό οι υπηρεσίες έχουν ξεκινήσει να ιδιωτικοποιούνται και να υπάρχει έντονη ανταποδοτικότητα. Θα υπάρχουν φτωχά ή πλούσια νοσοκομεία με αντίστοιχες υγειονομικές παροχές, ανάλογα με τα έσοδα που θα έχουν από τους ασθενείς. Το αυταρχικό μοντέλο που εφαρμόζεται σταδιακά, παρά τις όποιες αλλαγές προσώπων, είναι ό,τι χειρότερο έχει να επιδείξει η δημόσια διοίκηση εδώ και χρόνια. Οι μάνατζερ υπηρετούν μια πολιτική που καταργεί δημοκρατικές κατακτήσεις, αυθαιρετούν και έχοντας συμμάχους το πανεπιστημιακό κατεστημένο, τμήμα των διευθυντών του ΕΣΥ, αυτούς που παραοικονομούν, αλλά και τη βοήθεια πολλών κυβερνητικών σε θέσεις - κλειδιά στο νοσοκομείο, τρομοκρατούν το σώμα των νοσοκομειακών γιατρών και προωθούν κάθε μορφή ιδιωτικοποίησης στις υπηρεσίες, στα έργα, στις προμήθειες. Ολα αυτά στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, που στην πράξη σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι θα πληρώνουν περισσότερα για υποβαθμισμένες υπηρεσίες και θα υπάρχει φτηνό επιστημονικό δυναμικό που θα υπηρετεί σε νοσοκομεία Ανώνυμες Εταιρίες».


Στα πλαίσια αυτά εντάσσεται και η λειτουργία των απογευματινών ιδιωτικών ιατρείων, επισημαίνει η ΔΗΠΑΚ και σημειώνει πως οι δημόσιες δαπάνες μειώθηκαν, ενώ οι ιδιωτικές προσεγγίζουν το 50% των συνολικών δαπανών. «Παρά τις αντίξοες συνθήκες, τονίζει η ΔΠΚ, τα νοσοκομεία εξακολουθούν να παράγουν τεράστιο επιστημονικό και κοινωνικό έργο. Αυτό οφείλεται στο ότι κάτω από την πίεση του λαϊκού κινήματος απέκτησαν σημαντική δομή και στο ότι πολύ μεγάλη μερίδα των υγειονομικών πιστεύει στην ανάγκη ενός Δημόσιου Συστήματος Υγείας. Σε καμία, βέβαια, περίπτωση η σημερινή κατάσταση δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες. Διότι ένα πραγματικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα δεν μπορεί να υπάρχει σε συνθήκες εμπορευματοποίησης της υγείας, ούτε σε συνθήκες συνύπαρξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα».

Η μεγάλη πλειοψηφία των νοσοκομειακών γιατρών συνθλίβεται κάτω από την πολυπλοκότητα των εργασιακών σχέσεων, των χαμηλών αμοιβών, της ανασφάλειας και των αναξιοπρεπών κρίσεων, σημειώνει χαρακτηριστικά η ΔΗΠΑΚ.

Ειδικά οι ειδικευόμενοι βιώνουν ένα Γολγοθά σε μια ιδιαίτερα παραγωγική ηλικία για την επιστήμη τους και την ίδια τους τη ζωή. Παράγουν το μεγαλύτερο όγκο της δουλιάς, διαβάζουν ασταμάτητα, δεν εκπροσωπούνται πουθενά μέσα στο νοσοκομείο, απαγορεύεται γι' αυτούς να έχουν ελεύθερες ώρες, υφίστανται τον ταπεινωτικό τρόπο των εξετάσεων ειδικότητας χωρίς να έχουν εκπαιδευτεί σωστά και, στο τέλος, τους έρχεται το χαστούκι της ανεργίας. Ετσι, στην ηλικία των 35 ετών, ενώ έχουν όλα τα προσόντα μετά από κοπιαστικές προσπάθειες, η Πολιτεία κυριολεκτικά τους φτύνει.

Οι νέοι επιμελητές Β΄ ζουν κάτω από το άγχος των επαναληπτικών κρίσεων, που κυρίως αποσκοπούν στον εναρμονισμό τους με τη σημερινή κατάσταση. Αυτό δίνει τη δυνατότητα στους διευθυντές να τους πιέζουν προς αυτή την κατεύθυνση.

Οι επιμελητές Α΄ φέρνουν μεγάλο βάρος της νοσηλείας και της εκπαίδευσης χωρίς να αναγνωρίζεται το έργο τους, ενώ οι αναπληρωτές διευθυντές «ξεγελιούνται» με έναν τίτλο χωρίς αντίκρισμα. Οσοι από τους διευθυντές δεν πειθαρχούν στους μάνατζερ, τίθενται υπό τη δαμόκλειο σπάθη των «Εθνικών Κριτών».

«Η εκπαίδευση συνολικά είναι στα χέρια των φαρμακευτικών εταιριών, ενώ το σύστημα των κρίσεων εξακολουθεί να έχει έντονο το χαρακτήρα της κομματικής ταμπέλας» υπογραμμίζει και καταλήγει: «Οικοδομούμε τις θέσεις μας πάνω στην αρχή ότι η υγεία είναι κοινωνικό αγαθό, δικαίωμα του κάθε ανθρώπου αυτής της χώρας και ότι το κράτος έχει υποχρέωση να την εξασφαλίσει ισότιμα, δωρεάν, έγκαιρα και αποτελεσματικά σε όλους. Ο κεντρικός σχεδιασμός στον οποίο πιστεύουμε, με βάση τις σύγχρονες ανάγκες, είναι αντίθετος στο νόμο της αγοράς που επικρατεί και στον ανταγωνισμό που είναι ολέθριος στο χώρο της υγείας. Η πάλη μας αναδεικνύει ταυτόχρονα και την ανάγκη να χτυπήσουμε και τις γενεσιουργούς αιτίες αυτής της κατάστασης. Πρέπει να συγκρουστούμε με όσους στηρίζουν το απαράδεκτο σήμερα και το εξαθλιωμένο αύριο».


Μισθολόγιο που θα ικανοποιεί τις ανάγκες

Βαριές και οι ευθύνες της σημερινής ηγεσίας της ΟΕΝΓΕ για την κατάσταση

«Η συνολική απαξίωση των νοσοκομειακών γιατρών συμπληρώνεται μ' ένα απαράδεκτο μισθολόγιο, που σε κανένα επίπεδο δεν ικανοποιεί τις ανάγκες και την αξιοπρέπειά μας, και ένα ασφαλιστικό σύστημα, που, επειδή το θέλει η Ευρωπαϊκή Ενωση και οι υποστηρικτές της, θα μας βάλει να δουλεύουμε εντατικά μέχρι τα γεράματά μας αν μπορούμε... αλλιώς το σύστημα θα μας πετάξει», επισημαίνει η «Δημοκρατική Πανεπιστημονική Κίνηση Γιατρών» (ΔΗΠΑΚ).

«Βαριές ευθύνες, υπογραμμίζει η ΔΗΠΑΚ, για τη σημερινή κατάσταση έχει η ηγεσία της Ομοσπονδίας (ΟΕΝΓΕ), η οποία αποδέχτηκε τους αντιλαϊκούς νόμους της κυβέρνησης για την Υγεία, ενώ στήριξε έντεχνα την κυβερνητική πολιτική. Γι' αυτό ενταφίασε το μισθολόγιο των γιατρών, δε διεκδίκησε θέσεις εργασίας, δε νοιάστηκε για το Ασφαλιστικό, αποδέχτηκε στην πράξη το νόμο για τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις στην Υγεία και δεν πάλεψε για τη δημοκρατία μέσα στα νοσοκομεία. Τώρα έχει το θράσος να μιλάει για αγώνες. Ακόμα κι αν υλοποιηθούν τα αιτήματα που βάζει δε θα μας βγάλουν από το τέλμα, γιατί είναι ενταγμένα και υλοποιούν στην πράξη τη σημερινή πολιτική. Η δυσαρέσκεια και η αναξιοπιστία των νοσοκομειακών γιατρών απέναντι σ' αυτήν την ηγεσία της Ομοσπονδίας και στις δυνάμεις οι οποίες τη στήριξαν είναι μοναδική στα χρονικά του νοσοκομειακού κινήματος, που πρέπει να μετατραπούν σε καταδίκη αυτών των δυνάμεων και με την ευκαιρία των εκλογών».

Η ΔΗΠΑΚ πιστεύει ότι για να ξαναζωντανέψει το κίνημα των νοσοκομειακών γιατρών και να παλέψει αποτελεσματικά για όλα τα δίκαια αιτήματα, θα πρέπει να γίνει σημαντική. «Ετσι μπορεί να αντιμετωπιστεί και ο κυβερνητικός συνδικαλισμός της ΠΑΣΚ, η νεοσυντηρητική πολιτική της ΔΗΚΝΙ και των "Νέων Γιατρών", η στάση της ΑΕΓ που έδρασε ως θλιβερό άλλοθι των αντιδραστικών ανατροπών και οι ακροβατισμοί της ΑΡΣΙ», τονίζει η ΔΗΠΑΚ.

Σχετικά με το μισθολόγιο και τις εργασιακές σχέσεις η ΔΗΠΑΚ ζητά πλήρη και αποκλειστική απασχόληση για όλους τους νοσοκομειακούς, πανεπιστημιακούς και στρατιωτικούς γιατρούς.

Επίσης, ζητά μονιμότητα γι' αυτούς που σήμερα υπηρετούν με θητεία και τη διατήρηση της εργασιακής σχέσης των ειδικευομένων (η κυβέρνηση θέλει να τους χαρακτηρίζει απλά εκπαιδευόμενους και να δίνει ένα απλό επίδομα).

Η ΔΗΠΑΚ απορρίπτει τη σύνδεση μισθού- παραγωγικότητας και τις ελαστικές εργασιακές σχέσεις που προωθούνται από την κυβέρνηση με τη συνδρομή της ΑΔΕΔΥ και της ΟΕΝΓΕ και διεκδικεί τον παρακάτω βασικό μισθό: Για ειδικευόμενο 2.500 ευρώ. Για επιμελητές Β΄ 3.000 ευρώ. Για επιμελητές Α΄ 3.500 ευρώ. Για αναπληρωτή διευθυντή 4.000 ευρώ. Για διευθυντή 4.500 ευρώ.

Επίσης, διεκδικεί προσλήψεις γιατρών και προσωπικού, ενσωμάτωση όλων των επιδομάτων στο βασικό μισθό, οι εφημερίες να πληρώνονται ως υπερωριακή απασχόληση.

Εκλογικά κέντρα τα νοσοκομεία

Φέτος για πρώτη φορά θα γίνουν εκλογές σε όλα τα νοσοκομεία. Δηλαδή, κάθε νοσοκομείο θα είναι ένα εκλογικό κέντρο και θα ψηφίζουν σ' αυτό οι γιατροί του νοσοκομείου αυτού (ειδικευμένοι και ειδικευόμενοι γιατροί του ΕΣΥ, αλλοδαποί υπότροφοι) και των Κέντρων Υγείας, που τυχόν ανήκουν σε αυτό.

Εκτός απ' τη «Δημοκρατική Πανεπιστημονική Κίνηση Γιατρών» (ΔΠΚ-Γ), που στις προηγούμενες πήρε 2 έδρες, την ψήφο των γιατρών διεκδικούν έξι ακόμα παρατάξεις: ΔΗΚΝΙ (στις προηγούμενες εκλογές πήρε 3 έδρες), ΠΑΣΚ (3 έδρες στις προηγούμενες εκλογές), ΑΡΣΙ (3 έδρες στις προηγούμενες εκλογές), ΑΕΓ (2 έδρες στις προηγούμενες εκλογές), Ανεξάρτητη Ενωτική Κίνηση Ειδικευομένων Γιατρών (στις προηγούμενες εκλογές συμμετείχε ως «Νέοι Γιατροί» και πήραν μια έδρα) και «Νυστέρι» - Νοσοκομειακοί γιατροί της «Πρωτοβουλίας Γένοβα 2001» (Στις προηγούμενες εκλογές μια έδρα είχε πάρει η παράταξη «Προοπτική» που τώρα δε συμμετέχει).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ