ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 15 Δεκέμβρη 2002
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Οταν το ΠΑΣΟΚ «αγκαλιάζει» τον Γλίξμπουργκ...

«

Η αγκαλιά της Προεδρευόμενης Δημοκρατίας, είναι ανοιχτή, είναι θερμή, είναι φιλόξενη για όλους τους Ελληνες, και για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες. Το λέω αυτό γιατί δε συμφωνώ και με κάποιους απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς που του προσδίδουν διάφοροι (σ.σ. του τέως βασιλιά)...». Αν πιστέψατε ότι η παραπάνω θερμή δήλωση εναγκαλισμού και υπεράσπισης του Γλίξμπουργκ ανήκει σε κάποιον δεδηλωμένο υποστηρικτή του (π.χ. Μητσοτάκης) ή νοσταλγό της μοναρχίας, δυστυχώς χάσατε. Η δήλωση ανήκει σε έναν, υποτίθεται, ορκισμένο εχθρό του, τον Κ. Λαλιώτη και έγινε σε πρόσφατη συνέντευξη του Γραμματέα του ΠΑΣΟΚ στο «Σκάι». Το σοβαρότερο, όμως, είναι ότι πρόκειται για ειλικρινή δήλωση, η οποία απηχεί τις μύχιες επιθυμίες και τον πολιτικό σχεδιασμό της ηγεσίας του κυβερνώντος κόμματος, να εκμεταλλευτεί τον έκπτωτο μονάρχη, για να εξυπηρετήσει συγκεκριμένες επιδιώξεις.

Οι επιδιώξεις αυτές φάνηκαν ολοκάθαρα το διάστημα από την έκδοση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την αποζημίωση της λεγόμενης βασιλικής περιουσίας. Η κυβερνητική προπαγάνδα, με την αμέριστη υποστήριξη των καναλιών, στη φύση των οποίων είναι η κατασκευή (ιδεολογικών) παραμυθιών και εικονικής πραγματικότητας προς όφελος των γενικότερων συμφερόντων του συστήματος, χρησιμοποίησε μέχρι αηδίας τον Γλίξμπουργκ, προκειμένου να περάσει σε «δεύτερο πλάνο» η διχοτομική λύση που υποστηρίζει στο Κυπριακό, καθώς και η συμφωνία και αποδοχή της αντιλαϊκής προοπτικής, που χαράζει στα άλλα κρίσιμα θέματα η Σύνοδος της Κοπεγχάγης. Φυσικά, η επιχείρηση αποπροσανατολισμού δε θα σταματά εδώ. Θα τραβήξει σε μάκρος, τουλάχιστον μέχρι τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, ανάλογα και με τις προπαγανδιστικές ανάγκες της κυβέρνησης όλο αυτό το διάστημα.

Αυτές οι ανάγκες εξυπηρετούνται περίφημα όταν για παράδειγμα, μπροστά στον ελληνικό λαό μπαίνουν ψεύτικα, αλλά διχαστικά διλήμματα, του τύπου «να γυρίσει ή όχι ο τέως», «είναι σωστό να αποκτήσει επίθετο και ταυτότητα», και άλλα τέτοια που θα προκύψουν στην πορεία μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες... Δεν είναι, βέβαια, διόλου τυχαίο ότι ο υπουργός Πολιτισμού, Ευ. Βενιζέλος, σε προκαθορισμένο ρόλο σκληρού διώκτη του «αναιδούς άνακτα», έσπευσε ήδη να δημιουργήσει θέμα «διαρκείας» αφήνοντας σκόπιμα να αιωρείται το ερώτημα αν θα επιτραπεί η είσοδος του τέως, επικαλούμενος λόγους δημόσιας τάξης.

Φροντίζει, δηλαδή, η κυβέρνηση να συντηρεί με κάθε τρόπο το «γαλαζοαίματο» σίριαλ, το οποίο θα φουσκώνει και θα ξεφουσκώνει ανάλογα με το τι βολεύει κάθε φορά.

Ταυτόχρονα, είναι εξαιρετικά βολική για τη μακροημέρευση της κυβέρνησης και της πολιτικής της, η αναβίωση φαντασμάτων του παρελθόντος (Γλίξμπουργκ, φιλοχουντικοί) ή η στήριξη και υπερδιόγκωση ακροδεξιών κομμάτων (ΛΑΟΣ), ακόμα και η τεχνητή σύγκρουση με την Εκκλησία για το θέμα των ταυτοτήτων. Μέσα από ένα ψεύτικο και ρητορικό «μέτωπο», που ανοίγει απέναντι σε τέτοια περιθωριακά φαινόμενα, η κυβέρνηση επιχειρεί να ετεροπροσδιοριστεί ως δημοκρατική ή προοδευτική και άρα να παραπλανήσει ότι τέτοια είναι και η πολιτική που εφαρμόζει. Με άλλα λόγια, χρησιμοποιεί αυτές τις «σικέ» συγκρούσεις ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ, για να καθαρίζεται στα μάτια των ψηφοφόρων της από τα βαριά εγκλήματα σε βάρος του λαού.

Τα «μέτωπα», λοιπόν, ενάντια στον Γλίξμπουργκ ή τον Καρατζαφέρη, εξυπηρετούν πολλαπλώς την κυβέρνηση. Επιπλέον και γιατί στριμώχνει τη ΝΔ, η οποία επειδή θεωρεί τους φιλομοναρχικούς ή ακροδεξιούς οργανικά και αναπόσπαστα τμήματα της παράταξης, όχι μόνο δεν τους αποκηρύσσει αλλά τους υπερασπίζεται απέναντι στις επιθέσεις της κυβέρνησης.

Το γεγονός ότι «νομιμοποιείται» με αυτό τον τρόπο η θριαμβευτική επιστροφή των πιο αντιδραστικών και συντηρητικών αντιλήψεων στην πολιτική σκηνή, τις οποίες ο ελληνικός λαός με σκληρούς αγώνες είχε βάλει στο περιθώριο και στο «χρονοντούλαπο» της ιστορίας, ελάχιστα ενδιαφέρει τις ηγεσίες του δικομματισμού, κυρίως την κυβέρνηση Σημίτη. Ισα ίσα που επιδιώκουν τη δημιουργία ενός ακροδεξιού κόμματος, αφενός για να διοχετεύσουν όσο μπορούν προς τα δεξιά τη λαϊκή δυσαρέσκεια, και από την άλλη να δημιουργήσουν μια «απειλή» στα «δεξιά» του συστήματος, την οποία θα επικαλούνται για να «στρίβουν» σε πιο νεοσυντηρητική κατεύθυνση.

Δεν πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ή ψευδαίσθηση πως όσο δε συναντάνε την οργανωμένη και αποφασιστική αντίσταση του λαϊκού κινήματος, τόσο περισσότερο θα αποθρασύνονται και θα «απελευθερώνουν» τις πλέον σκοτεινές και αντιδραστικές δυνάμεις. Η «επιστροφή» του Γλίξμπουργκ ή το φούσκωμα του Καρατζαφέρη είναι «έργα» και χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εποχής του «εκσυγχρονισμού», φανερώνοντας ταυτόχρονα την αντιδραστική αναδίπλωση που σηματοδοτεί.


Π.Κ.

«ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ»
Στη γραμμή της ωραιοποίησης και της διαχείρισης

Τη συμφωνία τους με τις διακηρύξεις της ΕΕ, εκφράζουν ουσιαστικά με το κείμενό τους οι 251 οικονομολόγοι της «Πρωτοβουλίας», ενώ οι επιφυλάξεις, που διατυπώνουν για μια σειρά ζητήματα, μόνο ως άλλοθι για την απολογητική τους στάση μπορεί να εκληφθεί

Παπαγεωργίου Βασίλης

Μόνο ως ακραίο απολογητικό και ταυτόχρονα αποπροσανατολιστικό, μπορεί να χαρακτηριστεί το νέο κείμενο της«Πρωτοβουλίας Ευρωπαίων Οικονομολόγων για την εναλλακτική οικονομική πολιτική στην Ευρώπη», που δημοσιοποιήθηκε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο. Οι 251 οικονομολόγοι, μαζί και 21 Ελληνες, που το υπογράφουν, αυτή τη φορά δεν κάνουν την παραμικρή πλέον προσπάθεια να αποστασιοποιηθούν από τις κεντρικές κατευθύνσεις των στρατηγικών της ΕΕ, αλλά, με γενικές και αφηρημένες διατυπώσεις, επιχειρούν να φέρουν τα επιτελεία της Κοινότητας στο ...σωστό δρόμο.

Το θέμα του φετινού κειμένου της «Πρωτοβουλίας», όπως παρουσιάστηκε από τον «Οικονομικό Ταχυδρόμο», είναι «Νέοι θεσμοί και κανόνες για την πλήρη απασχόληση και την κοινωνική ευημερία». Εκείνο, που με την πρώτη ματιά γίνεται ολοφάνερο είναι, περισσότερο από άλλες χρονιές, δεν υπάρχει ίχνος αντιπαράθεσης με τις κεντρικές στρατηγικές της ΕΕ. Το αντίθετο μάλιστα! Ο απολογητισμός τους είναι τέτοιος, που φτάνουν στο σημείο να κάνουν λόγο για διακηρυγμένο από την ΕΕ «κοινωνικό κράτος», το οποίο «δεν έχει γίνει πραγματικότητα», λόγω του «συνεχιζόμενου δογματισμού του υψηλά αμειβόμενου επιστημονικού προσωπικού» της ΕΕ, λόγω των «λαθών που διέπραξαν οι ιδιωτικές επιχειρήσεις» και εξαιτίας του γεγονότος ότι «οι πολιτικές αποφάσεις ενδεχόμενα να διαστρεβλώνονται»!!! Αν, πάντως, επιχειρήσει κανείς να διατρέξει το κείμενο της «Πρωτοβουλίας», εύκολα διαπιστώνει ότι οι συντάκτες του, απολογούμενοι και αποδεχόμενοι το σύνολο των κεντρικών στοχεύσεων της ΕΕ, επιδιώκουν να αναπαράγουν τις όποιες ψευδαισθήσεις ότι οι εργαζόμενοι είναι δυνατόν να περιμένουν...«κάτι, κάπως καλύτερο, κάποια στιγμή». Μια ψευδαίσθηση που οι ίδιοι προσπάθησαν να καλλιεργήσουν, όταν πριν μια πενταετία συγκροτήθηκαν σε «σώμα», αποβλέποντας στον ευνουχισμό και τη χειραγώγηση των κινημάτων αντίστασης των εργαζομένων και η οποία στηρίζεται στην πλήρη αποσιώπηση όχι μόνο της στρατηγικής της ΕΕ και των ταξικά αντιτιθέμενων συμφερόντων, αλλά και της πραγματικότητας ότι από τις υλοποιούμενες επιλογές, κάποιοι κερδίζουν ακόμα περισσότερο και κάποιοι εξακολουθούν να υφίστανται όλες τις συνέπειες. Από αυτή την άποψη η διατύπωση ευχών και οι συνεχείς αναφορές στα της «διαφάνειας», του «δημόσιου διαλόγου», των «δημοκρατικών διαδικασιών», και των «μηχανισμών δημοκρατικού ελέγχου», μόνο ως συστηματική προσπάθεια αποπροσανατολισμού των εργαζομένων μπορεί να χαρακτηριστεί, παρά ως πλάνη που εξακολουθούν να έχουν οι υπογράφοντες το κείμενο της «Πρωτοβουλίας».

Ζήτημα ...πολιτικής σταθερότητας

Στο κείμενο υπάρχει εκτενής αναφορά στις εργασιακές σχέσεις. Αν και φραστικά αναγνωρίζεται η ανάγκη της πλήρους απασχόλησης, υιοθετείται με ιδιαίτερα προκλητικό τρόπο η πλέον αντιδραστική ιδεολογία των τελευταίων χρόνων για την κατάργηση του σταθερού ημερήσιου εργάσιμου χρόνου. Η μαύρη προπαγάνδα, για να δικαιολογήσει την ολική απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων και το μοίρασμα των ίδιων θέσεων εργασίας σε περισσότερους εργαζόμενους, υποστηρίζει την άποψη ότι οι εργαζόμενοι από μόνοι τους προβάλλουν «την επιθυμία για μεγαλύτερη ευελιξία στις συνθήκες εργασίας». Μπορεί, βεβαίως, για ορισμένες, νέες κύρια, ομάδες εργαζομένων που είτε δραστηριοποιούνται σε τεχνολογικά ανεπτυγμένους τομείς, είτε για να τα βγάλουν πέρα απασχολούνται σε περισσότερους από έναν εργοδότη, να τους πείθουν ότι τους ταιριάζει, είναι προς το συμφέρον τους, μια παρόμοια «ευελιξία». Ωστόσο, αυτή η υπόθεση δεν είναι τίποτα άλλο από τον πολιορκητικό κριό που χρησιμοποιούν οι κυβερνώντες, για να κάνουν πράξη και να νομιμοποιήσουν εργασιακές σχέσεις, σύμφωνα με τις απαιτήσεις των μεγαλοεπιχειρηματιών. Για να γίνει καλύτερα αντιληπτός ο «από τα μέσα» χαρακτήρας των προτάσεων της «Πρωτοβουλίας», είναι ενδεικτικό πως η απασχόληση εξετάζεται από τη σκοπιά της μεγαλύτερης φορολογικής επιβάρυνσης των εργατικών εισοδημάτων. «Μπορεί -αναφέρεται χαρακτηριστικά- να συνεισφέρει στη διαμόρφωση υγιούς δημόσιου προϋπολογισμού, καθώς δημιουργεί φορολογικά έσοδα και μειώνει τις δημόσιες δαπάνες»...Εκεί, όμως, που οι Ευρωπαίοι οικονομολόγοι -μαζί και οι 21 ντόπιοι συνάδελφοί τους- κάνουν επίδειξη... προσκοπισμού στα χαρακώματα της ΕΕ, είναι η αναφορά τους ότι «η πλήρης απασχόληση είναι σημαντική για την πολιτική σταθερότητα και την αντιμετώπιση κάθε είδους πολιτικού εξτρεμισμού και φονταμενταλισμού»!!!

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες είναι και οι αναφορές που γίνονται στο κεφάλαιο «κοινωνική ευημερία». Αφού με κάθε μεγαλοπρέπεια επισημαίνεται ότι «η κοινωνική συνοχή και η εξάλειψη της φτώχειας αποτελούν διακηρυγμένους στόχους της ΕΕ», γκρινιάζουν ότι «οι στόχοι του κοινωνικού μοντέλου υλοποιούνται ανεπαρκώς» και ζητείται η εξασφάλιση...αξιοπρεπούς διαβίωσης. Τι καταλαβαίνει ο καθένας πίσω από αυτόν τον γενικό -και ταυτόχρονα κενό περιεχομένου- όρο, μόνο να το μαντέψει μπορεί κανείς. Το κύριο, πάντως, είναι ότι οι συντάκτες του κειμένου, αξιολογώντας ως «ανεπαρκή» την υλοποίηση του «κοινωνικού μοντέλου», αποδέχονται και τον προσανατολισμό των επιλογών και τις επιμέρους πολιτικές, για τις οποίες μάλλον θα ήθελαν διαφορετικούς ρυθμούς. Αν τώρα «κοινωνική ευημερία» είναι η αυξανόμενη ανεργία, οι πολιτικές λιτότητας, η όλο και μεγαλύτερη ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, η συνεχής μείωση των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, οι ιδιωτικοποιήσεις και οι απολύσεις ή ο αποκλεισμός των εργαζομένων από τον πολιτισμό και τον αθλητισμό, αυτό μένει να το απαντήσουν οι υπογράφοντες το κείμενο.

Βάση οι «τρεις πυλώνες»

Ομως, εκεί που δε χρειάζονται μαντικές ικανότητες, για να αποκωδικοποιηθούν οι απόψεις της «Πρωτοβουλίας», είναι στα θέματα που αφορούν στα συστήματα συνταξιοδότησης των εργαζομένων. Βέβαια, την, εκ της ΕΕ, εκπορευόμενη, πλήρη ανατροπή του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος τη χαρακτηρίζουν ευγενικά...«μετατόπιση από το δημόσιο σύστημα συντάξεων». Στο γενικό μέρος διατυπώνεται η άποψη ότι «ο πραγματικός λόγος για τη μετατόπιση από δημόσια σε ιδιωτικά συστήματα ασφάλισης δεν είναι μια αντικειμενική ανάγκη, αλλά τα συμφέροντα και η επιρροή που ασκούν οι μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές», όμως απουσιάζει κάθε διάθεση καταγγελίας και ουσιαστικής αποκάλυψης των επιπτώσεων που έχουν αυτές οι αλλαγές για τους εργαζόμενους. Το μόνο που ψελλίζουν είναι η ανώδυνη εκτίμηση ότι υπάρχει «έκθεση του επιπέδου διαβίωσης των μελλοντικών συνταξιούχων», από τις χρηματοοικονομικές εξελίξεις. Οταν το ζήτημα, πάντως, φτάνει στο διά ταύτα, η «Πρωτοβουλία» υιοθετεί την πλέον ακραία για τους εργαζόμενους άποψη, σερβίροντάς τη βέβαια, με το γενικόλογο περιτύλιγμα της καθιέρωσης σύνταξης για όλους. Πρόκειται για τα γνωστά, από διάφορα πονήματα και μελέτες, γενικές συντάξεις πείνας, κάτι που δεν ξεφεύγει από τους προσανατολισμούς των κυβερνώντων και στηρίζεται στους περιβόητους «τρεις πυλώνες». Λένε χαρακτηριστικά: «Στο βαθμό που ο χαρακτήρας της αγοράς εργασίας και της κοινωνίας έχει μεταβληθεί σημαντικά, ενδέχεται να είναι προς το συμφέρον του πληθυσμού η μετατόπιση του δημόσιου συστήματος από την αγορά εργασίας στην ιδιότητα του πολίτη. Ενας τρόπος θα ήταν να ισχύσουν συντάξεις για όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από τη συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας. Ενας λιγότερο ριζοσπαστικός τρόπος θα ήταν το υφιστάμενο σύστημα, που βασίζεται στην εργασία, να συμπληρωθεί από ένα σύστημα που ισχύει για όλους τους πολίτες». Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, λέγεται ότι «ακόμα ισχυρότερη και περισσότερο συζητήσιμη θα ήταν η πρόταση για την εφαρμογή βασικού εισοδήματος για όλους τους πολίτες». Ετσι απλά. Αντί για ανατροπή της δεδομένης τάξης πραγμάτων και επιβολής μιας πολιτικής που θα εξασφαλίζει πραγματικά πλήρη εργασία που θα πληρώνεται, με τρόπο ώστε οι εργαζόμενοι να μπορούν να ικανοποιούν τις ανάγκες τους και αντί για δημόσιο σύστημα συνταξιοδότησης με συντάξεις σε αναλογία με τους μισθούς, οι... εναλλακτικοί οικονομολόγοι προάγουν και διαφημίζουν παραλλαγές της πιο ακραίας και αντιδραστικής πολιτικής. Για όσους δε θυμούνται, σημειώνουμε ότι περίπου αυτοί είναι οι κεντρικοί, στρατηγικοί σχεδιασμοί της ΕΕ συνολικά. Στη Ελλάδα έχουν προβληθεί από τον ίδιο τον Κ. Σημίτη. Μόνο, που τον περασμένο Μάη, όταν η κυβέρνησή του επιχείρησε να ενεργοποιήσει μια τέτοια προοπτική, ήρθε αντιμέτωπη με το κίνημα εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων που ξεχύθηκαν στους δρόμους. Τι λέει αυτή η πρόταση: Καθιέρωση σύνταξης για όλους τους πολίτες, μόλις συμπληρώσουν κάποιο έτος ηλικίας. Επειδή, όμως, αυτό δε θα είναι σύνταξη, αλλά ούτε καν ψίχουλα (πέρσι στο παράδειγμα της Ελλάδας είχε υπολογιστεί λιγότερο από 70.000 δραχμές το μήνα), το εισόδημα του συνταξιούχου θα συμπληρωνόταν από την ανταποδοτική σύνταξη με βάση τα ένσημα του χρόνου εργασίας, (και εδώ απαιτούν να μπουν οι ασφαλιστικές εταιρίες), και επιπλέον θα μπορούσε να πάρει και ένα ποσό από ιδιωτική ασφάλιση. Κι έρχονται τώρα οι κύριοι της «Πρωτοβουλίας» και αυτό που δεν μπόρεσαν να κάνουν πράξη οι κυβερνώντες, επιχειρούν να το περάσουν ως ...εναλλακτική πρόταση για την οικονομική πολιτική.

Σε ό,τι δε αφορά την περιβόητη πρόταση για καθιέρωση ελάχιστου εισοδήματος, οι εργαζόμενοι στη χώρα μας έχουν σχετική εμπειρία. Την απέκτησαν πριν δυο χρόνια όταν βουλευτές του ΠΑΣΟΚ έκαναν σχετική πρόταση στη Βουλή. Για λόγους δημιουργίας εντυπώσεων -και σίγουρα όχι μόνο- οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος είχαν το θράσος να προτείνουν, ως απόδειξη του φιλολαϊκού χαρακτήρα της κυβέρνησης, την καθιέρωση ελάχιστου εισοδήματος, μέχρι ο ενδιαφερόμενος να συμπληρώσει μηνιαίο εισόδημα 20.000, αν επρόκειτο για άγαμο και μέχρι 40.000 για τετραμελείς οικογένειες...

Και νέοι φόροι

Κατά τ' άλλα οι της «Πρωτοβουλίας» προχωρούν σε πλήρη αναγνώριση του «Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» υιοθετώντας τη -γνωστή πια και επιβαλλόμενη από τις συνέπειες της ύφεσης- θέση για αλλαγή των κριτηρίων και για ευελιξία, ανάλογα με τη φάση του οικονομικού κύκλου. Παράλληλα, απαιτούν τη θέσπιση υπερεθνικής νομισματικής αρχής επί των κρατών- μελών, στα πρότυπα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, αναγορεύοντας ουσιαστικά το πλέον αντιδραστικό και αρπαχτικό κομμάτι της οικονομικής ολιγαρχίας, τους τραπεζίτες, μέσω της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας, σε κέντρο λήψης υποχρεωτικών για τα κράτη - μέλη αποφάσεων και ταυτόχρονα όργανο ελέγχου. Στη λογική της παραπέρα ενσωμάτωσης - ενοποίησης κινείται και η πρότασή τους για την καθιέρωση Ομοσπονδιακού Προϋπολογισμού, κατά το μοντέλο των ΗΠΑ, ώστε πέρα από τις γενικές κατευθύνσεις τα όργανα της ΕΕ να έχουν τη δυνατότητα να ελέγχουν και επιμέρους τομείς που αφορούν την εφαρμογή της οικονομικής πολιτικής. Για το λόγο μάλιστα αυτό, προτείνουν την αύξηση των κρατικών εισφορών από το 1% στο 5% του ΑΕΠ και την εισαγωγή επιπρόσθετων φόρων, που και πάλι θα κληθούν να πληρώσουν οι εργαζόμενοι φορολογούμενοι.

Το κείμενο της «Πρωτοβουλίας», είναι, τελικά, ένα πρώτης τάξεως ντοκουμέντο που αποβλέπει στην παραπέρα ενίσχυση της ΕΕ και της διαδικασίας ενσωμάτωσης των κρατών - μελών σε αυτή. Επιπροσθέτως, διευκολύνει τα όργανα και τις κυβερνήσεις να προωθήσουν με πιο αποφασιστικό τρόπο τις αναδιαρθρώσεις και να κλιμακώσουν την επίθεσή τους ενάντια στους εργαζόμενους, μια και οι όποιες αιτιάσεις της «Πρωτοβουλίας», για τον τρόπο υλοποίησης των διακηρύξεων της Ενωσης, κάθε άλλο παρά αμφισβητούν τις διακηρύξεις αυτές. Πολύ περισσότερο, που παρόμοιες πρωτοβουλίες υποβοηθούν στον κατευνασμό και τον έλεγχο της λαϊκής αντίστασης, μέσα από σχήματα, που όχι μόνο είναι ανώδυνα, αλλά τελικά και καθοδηγούμενα από ...συνοδοιπόρους.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ

Η «Πρωτοβουλία»

Η «Πρωτοβουλία» των οικονομολόγων πρωτοεμφανίστηκε την εποχή των συζητήσεων για την αναθεώρηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Σε αντίθεση με τις δυνάμεις οι οποίες με συνέπεια αποκάλυπταν το ρόλο της Συνθήκης εκείνης και αντιστέκονταν στη Συνθήκη του Αμστερνταμ που ήταν στα σκαριά, είχαν υποστηρίξει την άποψη ότι με την «εκ νέου ανακάλυψη του Κέινς» που «αποτελούσε πρόοδο», διαμορφώθηκε μια «αντιπαράθεση με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική», αλλά «η απλή επιστροφή σε κεϊνσιανές πολιτικές δε συνιστά επαρκή απάντηση στο συνεκτικό σχέδιο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και στα ισχυρά συμφέροντα που το στηρίζουν». Εκτοτε, λοιπόν, με «θεωρητικές επεξεργασίες και παρέμβαση σε μια σειρά πεδία», η «Πρωτοβουλία» εμφανίζεται, με κείμενά της άπαξ του έτους, το φθινόπωρο, προκειμένου να ασκήσει, όπως λένε, κριτική στους Γενικούς Προσανατολισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που συντάσσονται και δημοσιεύονται την ίδια εποχή. Γενικό τους χαρακτηριστικό είναι η προσπάθεια εμπλοκής τους σε καθαρά διαχειριστικά ζητήματα και στόχους οικονομικής αποτελεσματικότητας.

Ανάμεσα στους οικονομολόγους που υπογράφουν το φετινό κείμενο, σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα, είναι και οι: Γ. Αργείτης, Κ. Βεργόπουλος, Χ. Γολέμης, Γ. Δραγασάκης, Α. Ελεφάντης, Η. Ιωακείμογλου, Α. Καρασσαβόγλου, Β. Καρδάσης, Λ. Κατσέλη, Π. Κλαυδιανός, Ι. Κουζής, Α. Κουτσούρης, Ν. Λέανδρος, Κ. Μελάς, Ι. Μηλιός, Γ. Μιχαηλίδης, Α. Μωυσίδης, Ε. Νικολαΐδης, Θ. Παρασκευόπουλος, Θ. Πελαγίδης, Ν. Πετραλιάς, Γ. Σταθάκης, Γ. Τόλιος, Χ. Τριανταφύλλου, Ε. Τσακαλώτος, Μ. Φραγκάκη, Γ. Ψυχάρης.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ