ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Δεκέμβρη 2002
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΟΛΛΑΝΔΙΑ
Ο νέος κόσμος ο εφικτός...

Στιγμιότυπο από πρόσφατες εκλογές

Associated Press

Στιγμιότυπο από πρόσφατες εκλογές
Οσο η λέξη δημοκρατία ξεγυμνώνεται από περιεχόμενο, τόσο αυξάνεται η συζήτηση γύρω απ' αυτή. Οσο το κυρίαρχο σύστημα αφαιρεί δημοκρατικά δικαιώματα από τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού, τόσο αυξάνεται η φυσική τάση της τελευταίας για αναζήτηση περισσότερης δημοκρατίας. Οσο το κοινωνικοοικονομικό σύστημα γεννάει τις αντιθέσεις, στις οποίες στηρίζει την ύπαρξή της, τόσο παλεύει να τις μετριάσει για να αποφύγει την ανατροπή που θα εγκαθίδρυε την αληθινή δημοκρατία. Το παραπάνω γίνεται σ' όλες τις καπιταλιστικές χώρες με τρόπο διαφορετικό, αλλά με ουσία ίδια.

Ενδιαφέρον έχει, γι' αυτό το λόγο, να στραφούμε στην πιο παλαιά, αλλά όχι πιο γνωστή αστική δημοκρατία της Ευρώπης, αυτή που μέχρι πρόσφατα δεν ακουγόταν σχεδόν καθόλου λόγω της εκτεταμένης εσωτερικής ησυχίας της. Χώρα κατ' εξοχήν αστική, όπου η κυρίαρχη τάξη κατείχε καλά την τέχνη του μετριάσματος των κοινωνικών αντιθέσεων. Οπου κατ' εξοχήν γίνονταν και γίνονται τα πάντα για τη συγκάλυψη των ταξικών αντιθέσεων και όπου κύριος γνώμονας ήταν η συμφιλίωση των αντίθετων συμφερόντων για να μπορεί να ασκείται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο η (αστική) πολιτική. Γι' αυτούς τους λόγους η Ολλανδία είχε αποκτήσει ευρύτερα (στον καπιταλιστικό κόσμο) τη φήμη της χώρας της ανοχής, της ανεκτικότητας και της ανεξιγνωμίας. Και από ρατσισμό; Ούτε σύγκριση με τις γύρω χώρες (Γερμανία, Βέλγιο ή Αγγλία απέναντι). Για πολλούς αντιπροσώπους του ρεφορμισμού/αναθεωρητισμού, του «εφικτού» στο εργατικό/λαϊκό κίνημα η χώρα αυτή αποτελούσε παράδειγμα για το ότι «ο καπιταλισμός μπορεί».

Το ράγισμα μιας εικόνας

Εδώ και μερικά χρόνια η εικόνα αυτή άρχισε να παρουσιάζει ραγίσματα, που αρχικά δεν έβγαιναν ακόμα στην επιφάνεια, αλλά - ως γνωστόν - οι ποσοτικές συσσωρεύσεις στην αρχή δεν είναι ορατές. Γίνονται ορατές, συνήθως, όταν η συσσώρευση φτάσει σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, δημιουργώντας την εντύπωση του ξαφνικού. Χαρακτηριστικά τα λόγια ενός σχολιαστή στην πιο διαδεδομένη κεντροαριστερή εφημερίδα της χώρας, τη «Βόλκσκραντ» («Εφημερίδα του Λαού», 30-11-2002): «Μέχρι μόλις πριν ένα χρόνο η Ολλανδία λεγόταν "ολοκληρωμένη". Και τώρα δίνει την εικόνα μπανανοδημοκρατίας, ναρκοκράτους και άλλων παρεμφερών φαινομένων, που κλείνουν την πόρτα του πολιτισμένου κόσμου.

Η πολιτική κατάσταση των τελευταίων μηνών πράγματι δε μοιάζει με ολλανδική. Ενας πολιτικός φόνος (σ.σ. ο τελευταίος είχε γίνει το 1672), η ταραχώδης άνοδος και κάθοδος ενός λαϊκίστικου κινήματος, μια κυβέρνηση με μεσογειακής εμφάνισης διάρκεια ζωής 87 ημερών, βουλευτές που παλεύουν στους διαδρόμους, υπουργοί που εκθέτουν δημοσίως τη μεταξύ τους γκρίνια, απότομες διακυμάνσεις στις διαθέσεις του εκλογικού σώματος και μια ξαφνικά αναδυόμενη αποστροφή από το κράτος».

Υπενθυμίζουμε ότι το Μάη πραγματοποιήθηκαν βουλευτικές εκλογές στη χώρα, με κύρια χαρακτηριστικά τη σοβαρή ήττα του κυβερνώντος συνασπισμού (σοσιαλδημοκρατικής έμπνευσης κυρίως, αλλά στην παρέα ήταν και το φιλελεύθερο κόμμα), με «πέταγμα» στα ύψη μιας νέας δεξιάς λαϊκίστικης λίστας, ο ηγέτης της οποίας δολοφονήθηκε λίγες μέρες πριν από τις εκλογές, αλλά και με σοβαρή άνοδο του Σοσιαλιστικού Κόμματος και κράτημα των Πρασίνων. Η δεξιά κυβέρνηση, που σχηματίστηκε σαν αποτέλεσμα αυτών των εκλογών (Χριστιανοδημοκράτες, Φιλελεύθεροι και η λαϊκίστικη ακροδεξιά λίστα του δολοφονηθέντος), «έπεσε» τον περασμένο Οκτώβρη και στις 22 Γενάρη του 2003 θα ξαναγίνουν εκλογές.

Οι προηγούμενες εκλογές με τη δεξιά στροφή (από πολλούς χαρακτηρίστηκαν ως «πολιτικός σεισμός», καμία σχέση όμως, διότι μ' όλη τη μετατόπιση στον πολιτικό χάρτη, το σύστημα μένει αλώβητο) λειτούργησαν ωστόσο σαν καταλύτης στην ολλανδική κοινωνία, αποδείχνοντας ότι το κουκούλωμα των κοινωνικών αντιθέσεων σ' αυτό το παράδειγμα «κοινωνικού» καπιταλιστικού κράτους δε σημαίνει και κατάργηση αυτών των κοινωνικών αντιθέσεων, όπως πολύς λαός πίστευε. Αφού για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα «εξαφανίζει» σε μεγάλο βαθμό τις ταξικές διαφορές, ενώ στην πραγματικότητα μεγαλώνουν (σύμφωνα με επίσημα στοιχεία η Ολλανδία από τις καπιταλιστικές χώρες έχει τις μικρότερες ταξικές διαφορές), επόμενο είναι κάποια στιγμή να δείξει η πραγματικότητα το πρόσωπό της και να πέσει η όμορφη και ψεύτικη μάσκα.

Αυτό εννοούν πολλοί ξένοι και ντόπιοι σχολιαστές, όταν καταγράφουν την εντύπωσή τους ότι η ολλανδική κοινωνία έχει χάσει τα νερά της. Το «περίεργο» επεισόδιο της «απότομης» ανόδου του (ακρο)δεξιού λαϊκισμού εστιάστηκε και στην Ολλανδία γύρω από την «πολυπολιτισμική» κοινωνία, διάβασε μεταναστευτικό πρόβλημα, παρόλο που τα κοινωνικά προβλήματα είναι πολύ ευρύτερα με αποκαλύψεις σκανδάλων, τα οποία δεν αφορούν μεμονωμένα λαδώματα υψηλά στεκούμενων προσώπων, αλλά συγκεκριμένες πολιτικές της χώρας (π.χ. η σφαγή 7.000 Μουσουλμάνων στη Σρεμπρένιτσα πριν από μερικά χρόνια. Μια έκθεση του Ινστιτούτου για την Πολεμική Τεκμηρίωση απέδειξε την ανοχή, αν όχι συμμετοχή του εκεί ολλανδικού τάγματος, αλλά υπάρχουν και εσωτερικά προβλήματα που κλονίζουν). Η Ολλανδία, ο πρώην αποικιοκράτης της μεγαλύτερης ισλαμικής χώρας του κόσμου (Ινδονησία), δεν κουμαντάρει ούτε αυτή το λεγόμενο «πολυπολιτισμικό δράμα», που συμβάλλει έντονα στο αίσθημα της κρίσης, βιωμένο από μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, απλούστατα γιατί τέτοια «δράματα» είναι απόρροια της ίδιας της πολιτικής του καπιταλιστικού συστήματος, που στρώνει το έδαφος των ίδιων των δραμάτων της και μετά δεν μπορεί πια να ελέγξει το τέρας που γεννάει. Ο πληθυσμός αυτός, μετά από τα εκλογικά αποτελέσματα του Μάη 2002, δεν μπορεί πια να εκφράζεται αλαζονικά για τα ακροδεξιά εκλογικά ολισθήματα και τις σχετικές συμπεριφορές σε άλλες χώρες (Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία) και να στείλει, π.χ., εκατοντάδες χιλιάδες κάρτες διαμαρτυρίας στον Καγκελάριο της Ομοσπονδιακής Γερμανίας για τις πυρπολήσεις κέντρων μεταναστών στη γειτονική αυτή χώρα. Αφού αποδείχτηκε ότι δεν μπορεί να μονοπωλήσει τον αντιρατσισμό.

Τα όρια μιας «δημοκρατίας»

Μια έκφραση των δημοκρατικών αντιλήψεων ολλανδικού τύπου περνάει απαρατήρητη, διότι απλά δε δίδεται δημοσιότητα σ' αυτή. Μ' όλη τη μικρότητα των διαστάσεών της, είναι όμως η πλέον ενδεικτική για τα όρια της αστικής δημοκρατίας. Στο κομμουνιστικό κίνημα και της Ολλανδίας εμφανίστηκαν με διάφορους τρόπους εκφυλιστικά φαινόμενα (βλ. ΚΟΜΕΠ 2/2000, Το ολλανδικό μοντέλο).

Το 1992 ιδρύθηκε το Νέο Κομμουνιστικό Κόμμα Ολλανδίας. Για να συμμετάσχει στις εκλογές πρέπει να μαζέψει υπογραφές σε κάθε εκλογική περιφέρεια. Οχι όμως έτσι, πηγαίνοντας από πόρτα σε πόρτα ή στους δρόμους. Μέσα στο παγκόσμιο κλίμα τρομοκράτησης των λαών, μέσα στη γενικότερη αντιδραστικοποίηση της πολιτικής ζωής στην Ευρώπη, φυσικό είναι να μην αφεθεί ένα κομμουνιστικό κόμμα, όσο μικρό κι αν είναι, να συμμετέχει σε εκλογές! Οι Ολλανδοί πολίτες, που βρίσκουν ότι το ΚΚ της χώρας τους έχει δικαίωμα να συμμετάσχει στις εκλογές, θα πρέπει να πάνε στο δημαρχείο της πόλης τους. Εκεί πρέπει να παρουσιάσουν μια ταυτοπροσωπία που δεν έχει λήξει. Συνήθως διαβατήριο, γιατί ταυτότητες δεν υπάρχουν στην Ολλανδία, αλλά πολύς κόσμος δεν έχει πια διαβατήριο, που είναι πανάκριβο, αποκτιέται μετά από μακρόχρονη διαδικασία σαν μέτρο ασφάλειας μετά από τις 11 Σεπτεμβρίου 2001 και δε χρειάζεται για τις γύρω χώρες. Παρουσία ενός υπαλλήλου θα υπογράψουν οι ενδιαφερόμενοι ένα τυποποιημένο έγγραφο, με το οποίο δηλώνουν τη θέλησή τους να συμμετάσχει το κομμουνιστικό κόμμα στις ερχόμενες εκλογές. Κι αυτό μάλιστα σε λίγες μέρες. Επειτα πρέπει να πάνε το σφραγισμένο έγγραφο εγκαίρως στο κομμουνιστικό κόμμα. Σ' ορισμένες μεγάλες πόλεις φυλάγεται, μάλιστα, το έγγραφο στο εκλογικό τμήμα. Οπως βλέπετε: ο φάκελος ετοιμάζεται! Και αυτοί που φακελώνουν έχουν εκσυγχρονιστεί. Αντί να φακελώνουν οι ίδιοι, ζητούν το αυτοφακέλωμα.

Το μέτρο αυτό παίρνεται σε μια χώρα που θεωρούνταν παράδειγμα αστικής δημοκρατίας. Σε μια χώρα που πάγια τακτική της ήταν πάντα να απεμπολεί τα ακραία φαινόμενα και να καλλιεργεί το «εφικτό.» Δηλαδή, να πάει κόντρα - και εδώ είναι η μεγάλη αντίφαση του κεφαλαιοκρατικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος - σ' αυτό που συνεχώς γεννάει: την πάλη των αντίθετων συμφερόντων, επειδή γεννάει τα ίδια τα αντίθετα συμφέροντα. Ενα πανό στη Φλωρεντία, το Νοέμβρη, έγραφε «δεν είναι ο καπιταλισμός, είναι ο νέος κόσμος ο εφικτός», παραπέμποντας σε μια λύση συμφιλίωσης των βασικών αντίθετων συμφερόντων στον καπιταλιστικά παγκοσμιοποιημένο κόσμο, εκτός βέβαια αν εννοούσε το νέο κόσμο το σοσιαλιστικό και δεν τολμούσε να το πει ανοιχτά.

Το παραπάνω μέτρο για τη συμμετοχή στις εκλογές στην Ολλανδία, πάντως, παίρνεται, τώρα, στο φόντο ενός όλο και πιο αντιδραστικού κλίματος στον κόσμο, με αντιτρομοκρατικά μέτρα και την τοποθέτηση λαϊκών απελευθερωτικών κινημάτων και εργατικών/κομμουνιστικών κομμάτων στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων, γιατί αποτελούν κίνδυνο για τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της δυτικής «δημοκρατίας» γενικότερα. Τι φοβάται το κατεστημένο των καπιταλιστικών χωρών; Οχι, βέβαια, ένα οποιοδήποτε συγκεκριμένο, μικρό και αδύναμο κομμουνιστικό κόμμα. Φοβάται το φάντασμα της διαλεκτικής της ιστορίας, που εξακολουθεί να πλανιέται πάνω από τον κόσμο.


Της
Αννεκε ΙΩΑΝΝΑΤΟΥ


ΚΑΝΑΔΑΣ
Καταπίεση των δημοκρατικών δικαιωμάτων

Από πρόσφατη αντιπολεμική συγκέντρωση

Associated Press

Από πρόσφατη αντιπολεμική συγκέντρωση
Σήμερα, τα δημοκρατικά δικαιώματα των λαών δέχονται επίθεση από πολλά μέτωπα. Το δικαίωμα των εργατών να οργανώνονται και να απεργούν όλο και περιορίζεται. Οι πολιτικές ελευθερίες, ιδιαίτερα το δικαίωμα της πολιτικής διαφωνίας, περιορίζονται κάτω από την ψεύτικη δικαιολογία της «καταπολέμησης της τρομοκρατίας». Τα δικαιώματα των προσφύγων και των μεταναστών, των ιθαγενών και άλλων «μειονοτήτων» μειώνονται. Τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα των γυναικών, των ηλικιωμένων και άλλων με χαμηλούς μισθούς, σταδιακά, περιορίζονται όλο και πιο πολύ.

Μέσα σ' αυτό το κλίμα, στον Καναδά σημειώνεται και μια επίθεση στα εκλογικά δικαιώματα του λαού. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Καναδά βρίσκεται στα δικαστήρια εδώ και 9 χρόνια και ίσως περάσει και ένας χρόνος μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο του Καναδά ανακοινώσει την τελική απόφασή του σε ό,τι αφορά στις αντιδημοκρατικές και αντισυνταγματικές παραγράφους του Νόμου για τις Εκλογές. Στην ουσία, ο Νόμος αυτός στοχεύει να θέσει νομικά και οικονομικά εμπόδια στη συμμετοχή στις εκλογές δημοκρατικών και αντιπολιτευόμενων δυνάμεων, έτσι ώστε να εμποδιστεί η ανάπτυξή τους. Και, δεύτερον, να δημιουργηθεί κλίμα απόγνωσης και απελπισίας μεταξύ των εργαζομένων, που καθημερινά αισθάνονται να χειροτερεύει η ζωή τους από την εφαρμοζόμενη πολιτική της κυβέρνησης.

Οι λεπτομέρειες της νομικής αυτής «Οδύσσειας»

Το 1991, η κυβέρνηση του Καναδά προχώρησε σε τροποποιήσεις του Νόμου για τις Εκλογές, αφαιρώντας το δικαίωμα των μικρότερων πολιτικών κομμάτων να οργανώνονται, να συμμετέχουν στις εκλογές και, στην ουσία, να υπάρχουν. Ο αντισυνταγματικός Νόμος για τις Εκλογές προέβλεπε πως ένα πολιτικό κόμμα, για να έχει το δικαίωμα να συμμετάσχει στις εκλογές, θα πρέπει να έχει τουλάχιστον 50 υποψηφίους και θα πρέπει να μπορεί να διαθέτει μια «μη αποδοτέα» κατάθεση 5.000 δολαρίων για τον κάθε υποψήφιο. Αν ο υποψήφιος δε λάβει τουλάχιστον το 10% των ψήφων στην περιφέρειά του, τα χρήματα αυτά κατάσχονται από την κυβέρνηση.

Η μη - ικανοποίηση «οποιασδήποτε» απ' αυτές τις προϋποθέσεις, αυτόματα, θα σήμαινε και τη μη αναγνώριση (αφαίρεση άδειας) του κόμματος αυτού. Κάτι, που, στην ουσία, σήμαινε, όχι μόνον πως χάνει τη φορολογική του κατάσταση - μόνον τα νομικά αναγνωρισμένα κόμματα μπορούν να λαμβάνουν αποδείξεις της Εφορίας για πολιτικές (οικονομικές) εισφορές και δικαιούνται δωρεάν και πληρωμένο χρόνο παρουσίασής τους στην τηλεόραση κατά τη διάρκεια προεκλογικής εκστρατείας - αλλά, στην ουσία, σήμαινε και το κλείσιμό του από την κυβέρνηση. Το κλείσιμο δηλαδή των γραφείων, την κατάσχεση των κεφαλαίων και των τραπεζικών του καταθέσεων. Ουσιαστικά, θα απαγορευόταν η πολιτική του υπόσταση!

Το ΚΚ Καναδά, ουσιαστικά, έχασε τη νομική του καταχώριση με αυτό το Νόμο και κατασχέθηκαν όλα του τα κεφάλαια. Το ΚΚΚ, που σταθερά έχει αγωνιστεί για τα δημοκρατικά δικαιώματα και τα δικαιώματα της εργατικής τάξης, από την ίδρυσή του, το 1921, αντιστάθηκε και αντεπιτέθηκε με τις περιορισμένες πηγές που κατάφεραν να συγκεντρώσουν τα μέλη και οι φίλοι του. Βρέθηκε στα Ανώτερα Δικαστήρια, τόσο του Οντάριο, όσο και του Καναδά, αμφισβητώντας το συγκεκριμένο Νόμο και κατάφερε να κριθούν αρκετά άρθρα του παράνομα και αντισυνταγματικά.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι το ΚΚΚ ανέκτησε την κατάσταση καταχώρισης του κόμματος στις ομοσπονδιακές εκλογές στις 27 Νοέμβρη 2000, όπου κατέβηκε με 52 υποψηφίους.

Προσπάθεια διατήρησης των 50 υποψηφίων από την κυβέρνηση...

Σήμερα, η κυβέρνηση, όπως και τα άλλα μεγάλα κόμματα, που συμμετέχουν στο Κοινοβούλιο, προσπαθούν να διατηρήσουν τη διάταξη που αναγκάζει τα κόμματα να έχουν τουλάχιστον 50 υποψηφίους στις ομοσπονδιακές εκλογές, ώστε να κατοχυρωθούν πλήρως στην ισχύουσα κατάσταση και στα οφέλη που προκύπτουν απ' αυτήν. Η τελική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου μπορεί να βγει ακόμα και σε ένα χρόνο μετά την ακροαματική διαδικασία, που διεξήχθη στις 5 Νοέμβρη και αφορούσε στη δικαστική μάχη του Κομμουνιστικού Κόμματος ενάντια στις αντιδημοκρατικές και αντισυνταγματικές παραγράφους του Νόμου για τις Εκλογές στο Δικαστήριο της Οτάβα. Ωστόσο, απ' ό,τι επισήμαναν παρατηρητές, η όλη διαδικασία πήγε καλά.

Εκ μέρους του γραφείου του γενικού εισαγγελέα, τη θέση της κυβέρνησης παρουσίασε ο Μ. Λεβίν. Ο Μ. Λεβίν υποστήριξε ότι ο απαραίτητος αριθμός των 50 υποψηφίων θα πρέπει να παραμείνει, επειδή είναι σύμφωνο με την «παράδοση» της κοινοβουλευτικής πρακτικής του Καναδά. Πρόσθεσε, δε, πως είναι μια αρχή, ώστε κάποιο πολιτικό κόμμα να δείξει ότι είναι «σοβαρό» σε ό,τι αφορά στο σχηματισμό της κυβέρνησης.

Σύμφωνα με παρατηρητές, οι δικαστές δε φάνηκαν να πείθονται από τα επιχειρήματα του γραφείου του γενικού εισαγγελέα.

Από την πλευρά του, ο ηγέτης του ΚΚ Καναδά, Μιγκέλ Φιγκουέροα, σχολιάζοντας το πιθανό αποτέλεσμα, δήλωσε: «Μια ευνοϊκή δικαστική απόφαση για μας από το Ανώτατο Δικαστήριο θα σηματοδοτήσει μια σημαντική πολιτική νίκη για το κόμμα μας, προσθέτοντας ακόμα μια επιτυχία σε μια σειρά άλλες που έχουμε κατακτήσει σ' αυτήν την 9χρονη δικαστική μάχη. Η απόρριψη του αριθμού των 50 υποψηφίων θα έχει άμεσες επιπτώσεις για τις προσεχείς εκλογές, το σχηματισμό της δικής μας εκλογικής τακτικής, και του ανοίγματος των πιθανών συνασπισμών που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν με άλλες αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις».

«Συμμετέχουμε σ' αυτήν την ιδιαίτερη μάχη με την ελπίδα πως το Δικαστήριο θα επιβάλει μια δίκαιη απόφαση», πρόσθεσε. «Ομως, δεν έχουμε αυταπάτες. Η συγκεκριμένη απόφαση προκαλεί ένα από τα βασικά "δικαιώματα" του καπιταλιστικού κράτους για έλεγχο της πολιτικής διαδικασίας και τα συμφέροντά του - δηλαδή τον έλεγχό του στο ίδιο το εκλογικό σύστημα. Αντιλαμβανόμαστε πως πρόκειται για μια προσχεδιασμένη μάχη, που θα πρέπει να δοθεί, ώστε να εξασφαλιστούν τα γνήσια δημοκρατικά δικαιώματα του λαού του Καναδά...».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ