Η Ελληνική Προεδρία εξακολουθεί να πελαγοδρομεί, αναζητώντας ισορροπίες ανάμεσα σε αντικρουόμενα συμφέροντα
Η Ελληνική Προεδρία πελαγοδρομεί, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε Αμερικανούς, ανυπόμονους για επίθεση κατά του Ιράκ, και Γαλλογερμανούς, ειρηνιστές εκ σκοπιμότητας. Παρά τις συνεχείς και μακράς διάρκειας συσκέψεις του πρωθυπουργού με τον υπουργό Εξωτερικών, η κυβέρνηση αδυνατεί να εμφανίσει μια σαφή εκτίμηση για το πού οδηγούνται τα πράγματα.
Χτες ο πρωθυπουργός εμφανίστηκε απαισιόδοξος για τις επερχόμενες εξελίξεις, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών επανέλαβε τις «ακατανόητες» προς το παρόν εκτιμήσεις, σύμφωνα με τις οποίες ο πόλεμος δεν είναι αναπόφευκτος.
Οι επόμενες μέρες, δήλωσε ο Γ. Παπανδρέου μετά τη χτεσινή του συνάντηση με τον πρωθυπουργό, είναι μέρες πρωτοβουλιών και θα είναι κρίσιμες και για την Ευρώπη. Μιλώντας σε ραδιοφωνικό σταθμό, ο Γ. Παπανδρέου, αναφερόμενος στην εικόνα που σχημάτισε από τις επαφές του, τόσο με τις αραβικές χώρες, όσο και με τον Αμερικανό ομόλογό του Κ. Πάουελ, με τον οποίο συνομίλησε τηλεφωνικά, εμφανίστηκε βέβαιος ότι ο πόλεμος δεν είναι αναπόφευκτος.
Από τις συζητήσεις που είχε ο υπουργός Εξωτερικών, όπως υποστήριξε ο ίδιος, αναδύεται ως σημαντική ιδέα, που θα μπορούσε να περιέχεται σε ένα ενδεχόμενο νέο ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η συγκρότηση ενός περισσότερο συγκεκριμένου καταλόγου αιτημάτων προς το Ιράκ, όπου θα δοκιμαστεί και η αξιοπιστία και η διάθεση του Σαντάμ Χουσεΐν να συνεργαστεί. Σε άλλη περίπτωση, επισημαίνει ο υπουργός Εξωτερικών, αν δηλαδή πρόκειται για ένα ψήφισμα - τελεσίγραφο, τότε πολλές χώρες θα έλεγαν ότι είναι νωρίς για κάτι τέτοιο.
Ενταση στο θέμα του Ιράκ προβλέπει ο πρωθυπουργός, εκτίμηση που μετέφερε και στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κατά τη συνάντηση που είχαν για την ενημέρωση του τελευταίου επί των εξελίξεων. Στο διάστημα μέχρι την απομάκρυνση των δημοσιογράφων από το γραφείο του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπου έγινε η συνάντηση, ο Κ. Στεφανόπουλος είπε προς τον Κ. Σημίτη ότι πρέπει να αισθάνεται ικανοποιημένος από το θετικό αποτέλεσμα της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία απέδειξε, όπως είπε, και την ορθότητα της απόφασης του πρωθυπουργού να τη συγκαλέσει. Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι υπήρχε θέληση για κοινή αντιμετώπιση του προβλήματος και μακάρι, ανέφερε, να συνεχίσουμε έτσι και στο μέλλον. Παράλληλα, ο Κ. Σημίτης εκτίμησε ότι θα υπάρξει ένταση, γιατί το θέμα του Ιράκ δεν έληξε και θα εξακολουθήσει, όπως είπε, να είναι Λυδία Λίθος. Πρόσθεσε, όμως, ότι κανείς δεν μπορεί να προχωρήσει μόνος του χωρίς τη συνεργασία των άλλων.
Μετά τη συνάντηση, που διήρκεσε περίπου μιάμιση ώρα, ο Κ. Σημίτης δήλωσε ότι συζήτησε με τον Πρόεδρο τη διεθνή επικαιρότητα, τις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς και τα αποτελέσματα από τη συνάντηση των αρχηγών στις Βρυξέλλες. Το Συμβούλιο, είπε ο Κ. Σημίτης, ήταν μια επιτυχία, γιατί φάνηκε η κοινή διάθεση η Ευρώπη να παίξει ρόλο. Ο πόλεμος δεν είναι αναπόφευκτος, το Ιράκ πρέπει να συμμορφωθεί στις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης, κατέληξε ο πρωθυπουργός, συνεχίζεται για την ειρηνική επίλυση, γιατί πρέπει όλοι να καταλάβουν τι δυστυχία μπορεί να φέρει ο πόλεμος.
Νωρίτερα χτες ο πρωθυπουργός είχε συνεργασία με τον υπουργό Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου, κατά την οποία συζητήθηκαν τα αποτελέσματα του Συμβουλίου Κορυφής. Ο Γ. Παπανδρέου, σε δηλώσεις, ανακοίνωσε ότι είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αμερικανό ομόλογό του Κόλιν Πάουελ την Τρίτη, από τις Βρυξέλλες, στη διάρκεια της οποίας ο Κ. Πάουελ «αξιολόγησε το αποτέλεσμα του Συμβουλίου ως επιτυχία της ΕΕ και έδειξε να κατανοεί ότι ζητούμε την ειρηνική και διπλωματική αντιμετώπιση της κρίσης στο πλαίσιο του ψηφίσματος 1441 και την παροχή του απαραίτητου χρόνου στους επιθεωρητές, αλλά ταυτόχρονα θέτουμε και τον Σαντάμ Χουσεΐν προ των ευθυνών του».
Το μέλλον της Ευρώπης δεν μπορεί παρά να είναι άρρηκτα συνυφασμένο με το μέλλον των ΗΠΑ. Η ΕΕ δεν μπορεί να υπάρχει παρά σαν «ισότιμος» δορυφόρος της Ουάσιγκτον. Αυτή ήταν η άποψη που κυριάρχησε στη χτεσινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της ΝΔ με θέμα το «Μέλλον της Ευρώπης».
Οι ομιλητές (Κ. Καραμανλής, Κ. Μητσοτάκης, Γ. Ράλλης, Ζακ Σαντέρ κ.ά.) πλειοδότησαν υπέρ του «ευρωπαϊκού προσανατολισμού», αλλά απέφυγαν να τοποθετηθούν στα στρατηγικά διλήμματα που μπαίνουν σε ό,τι αφορά το «ατλαντικό ρήγμα», κρυπτόμενοι πίσω από το εφεύρημα περί «ισότιμων εταίρων».
Περνώντας από τη θεωρία στην πράξη, ο Κ. Καραμανλής στην ομιλία του ξεκαθάρισε ότι θεωρεί περίπου αδιανόητη οποιαδήποτε «αυτονόμηση» της ΕΕ από τις ΗΠΑ, επιδοκιμάζοντας τον τελευταίο φιλοπόλεμο και φιλοαμερικανικό συμβιβασμό των ηγετών της ΕΕ. «Θεωρούμε, είπε, ότι η τελευταία Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ αποτέλεσε ένα θετικό βήμα, που πρέπει να έχει συνέχεια. Γιατί, χωρίς συνέχεια, μπορεί να αποδειχθεί βήμα μετέωρο». Απέφυγε όμως να διευκρινίσει ποιο θεωρεί «επόμενο βήμα»... Περιορίστηκε να επισημάνει ότι «ενώ περιορίζεται σ' έναν ελάχιστο κοινό παρονομαστή, πάντως, εξέπεμψε μια κοινή ευρωπαϊκή φωνή». Η κρίση στο Ιράκ, τόνισε σε άλλο σημείο, αναδεικνύει πιο έντονα από ποτέ την ανάγκη για μια Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας και Αμυνας. Το έλλειμμα αυτό, πρόσθεσε, αποτελεί σοβαρότατο κενό, που μπορεί να επιφυλάσσει κινδύνους κλυδωνισμού για ολόκληρο το Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα. Αναφερόμενος στις σχέσεις ΕΕ - ΗΠΑ, σημείωσε ότι «σε απλά ελληνικά θα έλεγα ότι η Ευρώπη και η Αμερική πρέπει να είναι ισότιμοι εταίροι. Αυτό πρέπει να το αποδεχτεί η Αμερική και να το χωνέψει, να το καταλάβει και η ίδια η Ευρώπη».
Περισσότερο επικριτικός απέναντι στην ΕΕ εμφανίστηκε ο Κ. Μητσοτάκης, ο οποίος διαπίστωσε ότι «η Ευρώπη περνάει δύσκολες ώρες», ενώ την ίδια στιγμή «ο ευρωσκεπτικισμός και η δυσαρέσκεια μάλλον φουντώνουν αντί να ελαττώνονται». Ταυτόχρονα έκανε λόγο για κρίση στις σχέσεις Ευρώπης - Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία προσέλαβε μεγαλύτερες διαστάσεις εξαιτίας της διαίρεσης που υπάρχει στο εσωτερικό της ΕΕ, αναφερόμενος στην «κίνηση των 8». Επέκρινε τη στάση της ΕΕ, η οποία «ουσιαστικά προώθησε τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας», ενώ αποδοκίμασε και τους ΝΑΤΟικούς βομβαρδισμούς χωρίς μάλιστα έγκριση των Ηνωμένων Εθνών. Διαφώνησε με τη γαλλογερμανική πρόταση για δύο πόλους εξουσίας, γιατί κινδυνεύει να οδηγήσει σε τριβές, ενώ εστίασε στην ανάγκη να γίνει πιο ανταγωνιστική η οικονομία της ΕΕ σε σχέση με ΗΠΑ και Ιαπωνία.
Το δίλημμα της Ελλάδας, κατά τον Γ. Ράλλη, είναι «είτε να συνταχθεί η χώρα με όσο φωνή διαθέτει στη δημιουργία μιας πιο συνεκτικής Ευρώπης, ακόμη και αν μέσα σε αυτή ο ρόλος μας θα είναι περιορισμένος, είτε να ρίξει το βάρος της προς μια χαλάρωση των ευρωπαϊκών θεσμών, αποφεύγοντας έτσι ενδεχόμενες τριβές της ΕΕ με τις Ηνωμένες Πολιτείες». Ο ίδιος υπέδειξε ότι η ΝΔ πρέπει να ταχθεί με την πρώτη επιλογή, την οποία όπως είπε «δείχνει να συμμερίζεται» και η κυβέρνηση.
Αλλωστε, η ηγεσία του ΣΥΝ και στο πρώτο σχόλιό της για την απόφαση της ΕΕ έριχνε νερό στο μύλο της επιχειρηματολογίας υπέρ του πολέμου, αποδεχόμενη την ύπαρξη κρίσης που πρέπει να λυθεί με πολιτικά και διπλωματικά μέσα, κάνοντας λόγο για υποχρεωτικό σεβασμό στις αποφάσεις του ΟΗΕ στις οποίες αύριο μπορεί να προστεθεί μία που θα δίνει «πράσινο φως» στον πόλεμο, αλλά και αναμασώντας τα περί της ανάγκης καθολικού ελέγχου των μέσων μαζικής καταστροφής, ιδιαίτερα στην ευαίσθητη περιοχή της Μ. Ανατολής.
Τέλος, ο Ν. Κωνσταντόπουλος αναφέρθηκε και στη νέα παγκόσμια δύναμη που αναδείχτηκε στις πρόσφατες κινητοποιήσεις κατά του πολέμου. Αυτή η δύναμη δεν είναι βεβαίως η αντιιμπεριαλιστική, αντιπολεμική πάλη, αλλά η... οικουμενική συνείδηση! Είναι η «κοινή γνώμη» κι όχι η μετουσίωσή της σε υλική δύναμη, σε ανυποχώρητο αγώνα κατά των φορέων του πολέμου, αλλά αυτή καθεαυτή η «κοινή γνώμη», που βέβαια στο βαθμό που παραμένει απλά τέτοια, κάποιοι ξέρουν καλά πώς να τη γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους.