ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Ιούνη 2003
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Οξυνση των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων

Από απεργία των δημοσίων υπαλλήλων

Eurokinissi

Από απεργία των δημοσίων υπαλλήλων
Γύρω στους 90.000 Γερμανούς συνδικαλιστές διαδήλωσαν στις 24/25 Μάη την έντονη αντίθεσή τους στην «Ατζέντα 2010» - το κυβερνητικό πρόγραμμα μείωσης και εξαφάνισης κατακτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων και ανέργων στους τομείς της κοινωνικής πρόνοιας, Υγείας και Παιδείας.

Τις ίδιες ώρες οι μεταλλεργάτες της Ανατολικής Γερμανίας - της πρώην ΓΛΔ - έριχναν την ψήφο τους υπέρ της κήρυξης απεργίας από τις αρχές Ιούνη, με στόχο τη μείωση των εβδομαδιαίων ωρών εργασίας από 38 σε 35 - όπως ισχύουν για τους Δυτικογερμανούς συναδέλφους τους - χωρίς να υποστούν μείωση των ημερομισθίων τους, που είναι κατώτεροι των Δυτικών. Προσήλθαν στις κάλπες, παρά την εκφοβιστική προπαγάνδα ότι μπροστά στη στρατιά των ανέργων καλύτερα τρεις ώρες περισσότερη δουλιά, παρά ταμείο ανεργίας. 'Η ακόμα καλύτερα, παραμονή της επιχείρησης στη Γερμανία παρά μεταφορά σε ξένη χώρα, όπου τα ημερομίσθια είναι ακόμη κατώτερα.

Μία στις τρεις
επιχειρήσεις σκέφτεται
να μετακομίσει

Πραγματικά, ταυτόχρονα με τις προαναφερόμενες ειδήσεις, το Γερμανικό Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο ανακοίνωνε ότι σύμφωνα με δημοσκόπηση που διεξήγαγε σε 10.000 περίπου επιχειρήσεις, μία στις τέσσερις απ' αυτές σκέφτεται στα τρία προσεχή χρόνια να μεταφέρει την παραγωγή της στο εξωτερικό (πριν 3 χρόνια ήταν μία στις πέντε).

Τεράστιοι οι φάκελοι με τους καταλόγους ανέργων σε κάποιο από τα γραφεία ευρέσεως εργασίας

Associated Press

Τεράστιοι οι φάκελοι με τους καταλόγους ανέργων σε κάποιο από τα γραφεία ευρέσεως εργασίας
Ο κεντρικός διευθυντής του Επιμελητηρίου, Μάρτιν Βανσλέμπεν, παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα αυτά στον Τύπο, βρήκε την ευκαιρία να επικρίνει την απεργία των μεταλλεργατών, είπε ότι δεν πρέπει να είναι ταμπού οι περισσότερες ώρες εργασίας, ότι με τη μεταφορά της παραγωγής στο εξωτερικό, στην οποία καταφεύγουν μία στις έξι μεσαίες και μικρές επιχειρήσεις, ως το 2005 θα χάνονται κάθε χρόνο στη Γερμανία 50.000 θέσεις εργασίας και χαρακτήρισε την κυβερνητική ατζέντα «σημαντική» και ότι αποτελεί «την αρχή και τίποτα περισσότερο». Γύρω από την «ατζέντα 2010», το κυβερνητικό, κοινωνικό, οικονομικό και εργασιακό πρόγραμμα διεξάγεται τον τελευταίο καιρό σφοδρή προπαγανδιστική εκστρατεία. Επειδή μέσα στο ίδιο το κυβερνητικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα υπήρχαν (υπάρχουν ακόμη) αρκετά «αριστερά» στελέχη (και κυρίως στη βάση) που ήταν εναντίον του εξόφθαλμα αντεργατικού χαρακτήρα, αναγκάστηκε ο καγκελάριος Σρέντερ να παρουσιαστεί σε αρκετές περιφερειακές συγκεντρώσεις και να εκφωνήσει λόγους υπέρ της ατζέντας του. Στις τελευταίες απ' αυτές έκανε ορισμένες παραχωρήσεις σε όχι ουσιαστικά ζητήματα και όπως αναφέρεται στο φιλικό του Τύπο είναι αισιόδοξος ότι στο έκτακτο σοσιαλδημοκρατικό συνέδριο (την 1 Ιούνη) θα κερδίσει τους συνέδρους υπέρ του προγράμματός του.

Στην εκστρατεία δεν έμειναν αμέτοχοι και οι ειδικοί στα οικονομικά. Σχεδόν ταυτόχρονα δημοσιεύτηκαν τις τελευταίες μέρες δύο χωριστές «εκκλήσεις» - η μία υπέρ της ατζέντας με 100 υπογραφές γνωστών οικονομολόγων, η άλλη με υπογραφές 400, επίσης γνωστών οικονομολόγων, κατά της ατζέντα. Οι υπέρμαχοι τονίζουν ότι η δραματικά μεγάλη ανεργία και η δημοσιονομική κρίση των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης απαιτούν «ένα θεμελιακό αναπροσανατολισμό της οικονομικής, εργασιακής και κοινωνικής πολιτικής». Γι' αυτό και απαιτούν την εφαρμογή των κυβερνητικών μέτρων που τα θεωρούν σωστά, με την «αναγκαία αποφασιστικότητα».

Από πρόσφατη απεργία στα ναυπηγεία

Associated Press

Από πρόσφατη απεργία στα ναυπηγεία
Οι 400 θεωρούν τη μεταρρύθμιση αναγκαία, υπογραμμίζουν όμως ότι τα προτεινόμενα κυβερνητικά μέτρα είναι τελείως ακατάλληλα. Με τις περικοπές στα κοινωνικά συστήματα, τονίζουν, διεξάγεται μια άμιλλα για την εξαφάνιση των κύριων στοιχείων του λεγόμενου κοινωνικού κράτους. Δηλώνουν ότι είναι πεισμένοι για την ακαταλληλότητα των μέτρων να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα στον εργασιακό τομέα. «Μια πολιτική που από τη μια εφαρμόζει εσφαλμένες συνταγές, ενώ από την άλλη υποχωρεί στην πίεση των συντηρητικών ομάδων του λόμπι, δεν είναι ούτε θαρραλέα, ούτε προσανατολισμένη σε μεταρρυθμίσεις».

Οι 400 τονίζουν επίσης ότι είναι τελείως αστήρικτος ο κυβερνητικός ισχυρισμός ότι το «κοινωνικό κράτος» είναι αδύνατο πια να χρηματοδοτηθεί και ότι αυτό είναι η αιτία για την αδυναμία της οικονομικής ανόδου και της ανεργίας. Μια τέτοια διάγνωση της κρίσης, που ξεκινάει από την έλλειψη προθυμίας για εργασία των ανέργων και όχι από τη μαζική έλλειψη θέσεων εργασίας, είναι εσφαλμένη και οξύνει το χωρίς άλλο υψηλό ρίσκο φτώχειας, τονίζουν αυτοί οι οικονομολόγοι, που υποστηρίζουν επίσης ότι με την εντεινόμενη πίεση στους ανέργους να αναλάβουν εργασία με οποιοδήποτε ημερομίσθιο, διευρύνεται η οικονομία του χαμηλού ημερομισθίου.

Τα υψηλά ελλείμματα, τονίζουν, είναι μεταξύ άλλων συνέπεια της χρόνιας κρίσης, της εργασιακής αγοράς και της επιταχυνόμενης φορολογικής απαλλαγής των μεγάλων επιχειρήσεων και ιδιοκτησιών.

Προβλέψεις για
«θερμό» φθινόπωρο...

Για τη βελτίωση της κατάστασης οι 400 προτείνουν τη διεύρυνση των δημόσιων επενδύσεων για τον εκσυγχρονισμό της υποδομής και του περιβάλλοντος και τη βελτίωση του μορφωτικού συστήματος. Παρόμοιες προτάσεις έχει κοινοποιήσει και η Ενωση των γερμανικών συνδικάτων (DGB), και ο Μίχαελ Ζόμερ είπε ότι - μετά τις πρόσφατες κινητοποιήσεις - θα ακολουθήσει μια «θερινή διακοπή» και το φθινόπωρο θα αποφασιστεί σχετικά για νέες κινητοποιήσεις. Τη «θερινή διακοπή» ο Ζόμερ τη δικαιολόγησε με ορισμένες τροποποιήσεις που αναμένει να εξαγγελθούν στο συνέδριο του SPD την 1 Ιούνη. Πρόσθεσε ότι είχε στο μεταξύ εμπιστευτικές συνομιλίες με τον καγκελάριο.

Αντίθετα, ο Μίχαελ Σλεχτ, διευθυντής του τμήματος οικονομικής πολιτικής του αριθμητικά ισχυρού συνδικάτου προσφοράς υπηρεσιών Ver.di, δήλωσε σε συνέντευξή του στη «Νόιες Ντόιτσλαντ» (24/25 Μάη) ότι το πρόγραμμα Σρέντερ θα εξαφανίσει θέσεις εργασίας και ότι η κριτική των συνδικάτων στην κυβερνητική πολιτική δε θα είναι μελλοντικά ηπιότερη, γιατί οι βελτιώσεις στο πρόγραμμα που έγιναν γνωστές δε θα εμποδίσουν να καταστραφούν θέσεις εργασίας και να χειροτερεύσουν την κοινωνική κατάσταση των εργαζομένων και ανέργων.

Στις πρόσφατες γιορτές για τα 140 χρόνια ύπαρξης του Σοδιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας, ο καγκελάριος και πρόεδρος του κόμματος αυτού Γκέρχαρντ Σρέντερ, είπε στους Γερμανούς και ξένους προσκαλεσμένους στο Βερολίνο ότι «οι σοσιαλδημοκράτες έκαναν ως επί το πλείστον λάθη στην ιστορία τους όταν υπήρξαν πολύ δισταχτικοί ή όταν μας έλειψε το θάρρος να εφαρμόσουμε στην πράξη αυτό που αναγνωρίσαμε ότι είναι ορθό».

Ετσι, ο καγκελάριος, σύμφωνα μ' αυτό το πιστεύω του, είναι τώρα θαρραλέος γιατί, όπως νομίζει, δεν κάνει λάθη στην πολιτική του. Τότε πώς να εξηγηθούν όλες οι κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες εναντίον αυτής της πολιτικής; 'Η πώς να εξηγηθούν οι δηλώσεις συμφωνίας του Μίχαελ Ρογκόβσκι, προέδρου του Συνδέσμου Γερμανικής Βιομηχανίας και του Ντίτερ Χουντ, προέδρου του Συνδέσμου Εργοδοτών, με την «Ατζέντα 2010» και την προτροπή τους να εφαρμοστεί αυτή γρήγορα και να υποστηριχτεί και από τα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης, γιατί δε διαφέρει ουσιαστικά από τις απόψεις αυτών των τελευταίων;

Μετά απ' αυτή την προτροπή η χριστιανοδημοκρατική κυβέρνηση της Βάδης - Βιτεμβέργης δήλωσε («Μερλίνερ Τσάιτουνγ» 24/25 Μάη): «Η κυβερνώμενη από τη CDU Βάδη - Βιτεμβέργη θέλει να υποστηρίξει στο Μπούντεσρατ (Ανω Βουλή) την Ατζέντα 2010. Ο υπουργός Οικονομικών της Βάδης - Βιτεμβέργης είπε στην εφημερίδα μας ότι ο Σρέντερ με τις ρεφόρμες του έχει βασικά σωστές θέσεις. Θα τον υποστηρίξουμε».

Το γεγονός ότι δεν υπάρχει και μεγάλη διαφορά πολιτικής μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης φάνηκε κατά ένα τρόπο και στην πρόσφατη εκλογή της Βρέμης, όπου ο νικητής σοσιαλδημοκράτης τοπικός πολιτικός δήλωσε ότι θα συγκυβερνήσει την πόλη - όπως μέχρι τώρα - με τους χριστιανοδημοκράτες, πολιτικούς. Δε θα συνέβαινε βέβαια και μεγάλη ζημιά αν έσπαγε αυτή η αγαστή συνεργασία των γενικά «εχθρευόμενων» κομμάτων, γιατί πρόκειται για μικρή εκλογική περιφέρεια. Το αντίθετο συμβαίνει με τις διαφωνίες που προκύψανε στους κόλπους της κυβέρνησης Σοσιαλδημοκρατών - Πρασίνων του Κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας - Βεστφαλίας. Απειλείται «κυβερνητική κρίση», γράφει ο γερμανικός Τύπος, επειδή διαφωνούν στην κατασκευή ή μη κατασκευή ορισμένων έργων αξίας δισεκατομμυρίων. Αλλά οι νηφάλιοι παρατηρητές έχουν τη γνώμη ότι το «κέντρο» (οι ηγεσίες των δύο συγκεβερνώντων κομμάτων στο Βερολίνο) θα «τραβήξουν τα αυτιά των επαρχιωτών» και θα αποσοβηθεί η κρίση. Ετσι δε θα καρποφορήσει η πίεση ορισμένων χριστιανοδημοκρατικών στελεχών να εκμεταλλευτούν την κατάσταση προς όφελός τους και να προετοιμάσουν το κλίμα για ανατροπή του Σρέντερ και προκήρυξη στους προσεχείς μήνες νέων εκλογών.

Αλλά αν τα πράγματα εξελιχθούν προς αυτή την κατεύθυνση, αυτό δε σημαίνει καθόλου ότι θα παύσει να υποβόσκει η κρίση. Είναι σχετικά διδακτικό το πρόσφατο τριμηνιαίο τεύχος του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικής Ερευνας (DIW) που προσπαθεί να δώσει τη συνταγή του για την αντιμετώπιση της ανεργίας. Γράφει ανάμεσα σε άλλα: «Ο αριθμός των ανέργων κινείται προς το όριο των πέντε εκατομμυρίων και για μια διαρθρωτική ανάπαυλα στο 2003 υπάρχει λίγη προοπτική...». Οι συγγραφείς του τεύχους έχουν πάντα σαν αφετηρία ότι δύο εκατομμύρια άνθρωποι θα μπορούσαν να ξανατραβηχτούν σε απασχόληση με διάφορα μέτρα. Αλλά πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτό; Στον τομέα των χαμηλών ημερομισθίων, και αν ναι, με ποια μέσα; Σ' αυτό δε συμφωνούν οι αρθρογράφοι. Ο Κλάους Φ. Τσίμερμαν (της διοίκησης του DIW) είναι υπέρ της επέκτασης του τομέα των χαμηλών ημερομισθίων. Εχει κατά νου υπηρεσίες στα νοικοκυριά. Καθάρισμα σπιτιών, περιποίηση παιδιών και άλλων οικείων, ψώνια για το νοικοκυριό - κοινωνικά ωφέλιμες δουλιές... Οι αποδέκτες κοινωνικής βοήθειας να υποχρεωθούν στο καθάρισμα, στο γυάλισμα, στην τακτοποίηση των σπιτιών... Και στην Ανατολική Γερμανία; Εδώ δεν μπορεί παρά να εφαρμοστεί το μοντέλο χωρίς άλλο. Εδώ δεν υπάρχουν «τζομπ», δεν υπάρχει μεσιτεία, δεν υπάρχει κίνητρο... Στο ανατολικό τμήμα η προθυμία για δουλιά είναι υψηλότερη η ζήτηση εργασίας ισχυρότερη. Εδώ εργάζονται χωρίς άλλο περισσότερο από ό,τι στα δυτικά ομοσπονδιακά κρατίδια. Ομως, απλούστατα λείπει η εργασία. Και λύση δεν είναι ορατή».

Αυτή η δυσοίωνη εικόνα μπορεί να συμπληρωθεί με την ειδησεογραφία των εφημερίδων του Βερολίνου (17/18 Μάη). Ανακοινώνουν τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της γερμανικής πρωτεύουσας της προηγούμενης μέρας. Σύμφωνα μ' αυτά «το κοινωνικό χάσμα τα περασμένα χρόνια μεγάλωσε. Το ποσοστό της φτώχειας στην πόλη αυξήθηκε από 14,1% το 1996 σε 15,6% στα τέλη του 2002». Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ θεωρείται φτωχός όποιος έχει μηνιαίο εισόδημα 606 ευρώ, δηλαδή το μισό ενός μέσου όρου «πλουσίου» με μηνιαίο εισόδημα 1213 ευρώ. Στο Βερολίνο υπάρχουν 533.000 φτωχοί και ακόμη πιο φτωχοί είναι όσοι έχουν δύο και τρία παιδιά.

Γι' αυτό ας μη πανηγυρίζει ο καγκελάριος, αν την 1 Ιούνη ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη των συνέδρων του κόμματός του. Τα άλυτα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα θα συνεχίσουν να υπάρχουν και να διογκώνονται και δε θα σταματήσουν να χτυπάνε ενοχλητικά την πόρτα της Καγκελαρίας.


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ