ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 1 Φλεβάρη 2004
Σελ. /32
35ΩΡΟ - 7ΩΡΟ - 5ΗΜΕΡΟ
Ρεαλιστικός και επίκαιρος στόχος πάλης

H συζήτηση για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου, που η εργατική τάξη πρέπει να διεκδικεί ως ένα μέσο για τη μείωση του βαθμού της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, όπως και το δικαίωμα στην πλήρη και σταθερή εργασία, δεν άνοιξε σήμερα. Σ' αυτή τη μάχη το ΚΚΕ, το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα έχουν πρωτοστατήσει με τους αγώνες τους. Και σήμερα συνεχίζουν να δίνουν με την ίδια ένταση τη μάχη για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου, για την καθιέρωση γνήσιου 35ωρου, με σταθερό χρόνο 7 ώρες δουλιά τη μέρα, 5 μέρες τη βδομάδα, αύξηση των αποδοχών, πλήρη ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα, που θα ισχύει καθολικά για όλους τους εργαζόμενους και όλες τις επιχειρήσεις.

Μέχρι σήμερα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αλλά και η ΝΔ στην πράξη αρνούνται πεισματικά ακόμα και να συζητήσουν τη μείωση του εργάσιμου χρόνου. Πολύ περισσότερο την καθιέρωση του γνήσιου, καθαρού 35ωρου που προτείνει το ΚΚΕ και διεκδικούν οι εργαζόμενοι. Παρά τα προεκλογικά πυροτεχνήματα, όπως αυτό του Γ. Παπανδρέου, οι θέσεις των εταίρων του δικομματισμού είναι καθαρή: Κανένα μέτρο που θα αμφισβητεί τα κέρδη των επιχειρήσεων, καμιά σκέψη που εξυπηρετεί τη μείωση της εκμετάλλευσης.

Δε χωράει στην ανταγωνιστικότητα

Τα επιχειρήματά τους για να δικαιολογήσουν αυτήν την άρνηση στηρίζονται στη βασική τους αρχή, που δεν είναι άλλη από την υπεράσπιση και την ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» της οικονομίας. Αυτό στην πραγματικότητα σημαίνει άσκηση πολιτικής που οδηγεί στη διατήρηση και αύξηση των κερδών του κεφαλαίου που δεν μπορεί να εξασφαλιστεί διαφορετικά παρά με την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Με βάση αυτή την αρχή, δηλαδή την υπεράσπιση των συμφερόντων του κεφαλαίου, έχουν καταργηθεί σήμερα βασικά δικαιώματα των εργαζομένων, όπως π.χ. ο σταθερός ημερήσιος εργάσιμος χρόνος και στον αντίποδά του, προωθείται η παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων.

Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν για την «αδυναμία» να εφαρμοστεί το 35ωρο ή 30ωρο για τα βαρέα και ανθυγιεινά, ότι δήθεν θα θιχτούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι διάτρητα. Επιχειρούν να κρύψουν την ουσία της πολιτικής που υπηρετούν και υλοποιούν, η οποία οδηγεί στην υποταγή και καταστροφή δεκάδων χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τις μεγάλες πολυεθνικές, τους ισχυρούς ομίλους και το τραπεζικό κεφάλαιο.

Οι μικρομεσαίοι κινδυνεύουν από τη φορομπηχτική πολιτική, τα προνόμια που δίνονται στο μεγάλο κεφάλαιο, τα τοκογλυφικά επιτόκια, τη χαμηλή αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και όχι από τη μείωση του χρόνου εργασίας.

Ακόμα όμως και αυτοί που, κατά καιρούς, προβάλλουν ως αίτημα την εφαρμογή του 35ωρου «χωρίς μείωση των αποδοχών» (ΣΥΝ), στο πλαίσιο του σημερινού αντεργατικού καθεστώτος, παραπλανούν τους εργαζόμενους. Καταρχήν, το αίτημα για την εφαρμογή του 35ωρου «χωρίς μείωση των αποδοχών», αυτόματα βάζει φρένο στον εργάτη στον αγώνα που πρέπει να αναπτύξει για καλύτερη ζωή στις σημερινές συνθήκες, για κάλυψη όλων των σύγχρονων αναγκών του που σημαίνει αύξηση του μισθού του και ικανοποίηση όλων εκείνων των αιτημάτων που καλύπτουν αυτές τις ανάγκες του.

Ενα τέτοιο αίτημα γίνεται ακόμα πιο εκίνδυνο για την εργατική τάξη, καθώς η εφαρμογή του μέσα στο σημερινό αντεργατικό καθεστώς της ευελιξίας, αντικειμενικά οδηγεί σε αύξηση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Αν αυτό το αίτημα δε συνοδευτεί με το αίτημα για την κατάργηση όλων εκείνων των διατάξεων που επιβάλλουν την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων με την εφαρμογή της μερικής απασχόλησης, τη «διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, που υπονομεύουν το δικαίωμα στη σταθερή και μόνιμη δουλιά, που υπονομεύουν τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας κλπ., τότε αυτό θα αποτελέσει ακόμα ένα πισωγύρισμα για την εργατική τάξη. Θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο την «ευελιξία». Τρανταχτό είναι το παράδειγμα της εφαρμογής του «35ωρου» στη Γαλλία που στην πράξη, αντί να οδηγήσει σε μείωση του πραγματικού εργάσιμου χρόνου, οδήγησε στην αύξηση του ημερήσιου χρόνου μέχρι και σε δεκάωρα, με παράλληλη μείωση της αμοιβής για τις υπερωρίες.

Δεν είναι τυχαίο, ότι ο ΣΕΒ, στις σχετικές διαπραγματεύσεις που έγιναν το 2002 με τη ΓΣΕΕ, επιδίωκε να μειώσει το κόστος των υπερωριών έναντι της «μείωσης» του χρόνου εργασίας κατά μία ώρα.

Αντίθετα, η πρόταση του ΚΚΕ οδηγεί στην πραγματική μείωση του χρόνου εργασίας, άρα και στη μείωση της εκμετάλλευσής του και στην αύξηση του ελεύθερου χρόνου του. Είναι πρόταση που εξοπλίζει την εργατική τάξη, στους ταξικούς της αγώνες, ενάντια στο καθεστώς της μισθωτής σκλαβιάς.


Η πρόταση νόμου του ΚΚΕ

Η μείωση του εργάσιμου χρόνου και η καθιέρωση του 35ωρου-7ωρου-5ήμερου με αύξηση των μισθών και πλήρη καθολική δημόσια κοινωνική ασφάλιση, αποτελεί ένα πάγιο δίκαιο και ρεαλιστικό αίτημα των εργαζομένων. Σ' αυτήν την κατεύθυνση το ΚΚΕ κατέθεσε πριν λίγες μέρες στη Βουλή Πρόταση Νόμου, την οποία υπογράφει όλη η Κοινοβουλευτική του Ομάδα, και με την οποία προτείνει την καθιέρωση του γνήσιου 35ωρου για όλους τους εργαζόμενους και σε όλες τις επιχειρήσεις με πλήρη μισθολογικά, εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα που θα ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες τους.

Το ΚΚΕ θεωρεί ότι το αίτημα αυτό «ανταποκρίνεται στην αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και την ανάπτυξη της τεχνολογίας και γίνεται αναγκαίο για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και την ικανοποίηση των διευρυμένων στις σημερινές συνθήκες αναγκών των εργατικών οικογενειών».

Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται και στην Εισηγητική Εκθεση, «οι εργαζόμενοι είναι αυτοί που παράγουν τον πλούτο και έχουν δικαίωμα στην πλήρη σταθερή εργασία, με μειωμένο εργάσιμο χρόνο και ουσιαστικά εργασιακά, μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα που θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες».

Ωστόσο, για να έχει θετικά αποτελέσματα η μείωση του εργάσιμου χρόνου και να λειτουργήσει προς όφελος του λαού, πρέπει να συνοδεύεται από ορισμένες βασικές προϋποθέσεις.

Αυτές, όπως ορίζονται στην πρόταση νόμου του ΚΚΕ, αφορούν την κατάργηση των αντεργατικών μέτρων που προώθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ για τη διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου. Την κατάργηση των αντεργατικών μέτρων που προώθησαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που αφορούν τις ελαστικές μορφές απασχόλησης, τις εργολαβίες, την ενοικίαση εργαζομένων, τα μεσιτικά - δουλεμπορικά γραφεία, τα δελτία παροχής υπηρεσιών, τα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, τη μερική απασχόληση ή παρόμοιες μορφές εκμετάλλευσης, που συντελούν σήμερα στη μετατροπή των εργασιακών χώρων σε εργασιακά κάτεργα. Αυστηρή και απαρέγκλιτη εφαρμογή των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας που υπονομεύονται καθημερινά και υποκαθίστανται από ατομικές συμβάσεις με βάρβαρους όρους αμοιβής και εργασίας.

Σε κάθε περίπτωση η εφαρμογή του γνήσιου 35ωρου προϋποθέτει την κατάργηση όλων εκείνων των μέτρων και νομοθετημάτων που οδηγούν στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας. Δηλαδή, στη δυνατότητα της εργοδοσίας να αυξάνει τον ημερήσιο χρόνο εργασίας, να παραβιάζει το πενθήμερο και να αυξάνει έτσι την απλήρωτη εργασία. Γιατί ακόμα και μια «μείωση» του χρόνου εργασίας με ελαστικές μορφές και διευθέτηση του ημερήσιου, εβδομαδιαίου, ακόμα και μηνιαίου χρόνου, αναπόφευκτα οδηγεί όχι στη βελτίωση, αλλά στη χειροτέρευση της θέσης των εργαζομένων.

Τα βασικά άρθρα της πρότασης

Ειδικότερα η πρόταση του ΚΚΕ προβλέπει:

Με το άρθρο 1 της πρότασης του ΚΚΕ καθιερώνονται οι 35 ώρες εργασία την εβδομάδα με πενθήμερο και 7ωρο ημερησίως. Για τους εργαζόμενους στα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα το 30ωρο με πενθήμερο και 6ωρο ημερησίως. Ορίζεται επίσης ότι με συλλογικές συμβάσεις είναι δυνατή η ακόμα μεγαλύτερη μείωση του εργάσιμου χρόνου, με ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς και τα ημερομίσθια των εργαζομένων.

Στο άρθρο 2 ορίζεται ότι η μείωση του εργάσιμου χρόνου αφορά όλους ανεξαίρετα τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό, δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα χωρίς εξαιρέσεις.

Στο άρθρο 3 ορίζονται οι καταργούμενες αντεργατικές διατάξεις και πιο συγκεκριμένα οι διατάξεις που αναφέρονται: στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας και την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, στα Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, στις ειδικές μορφές απασχόλησης (φασόν κλπ.), στην προσωρινή απασχόληση (δανεισμός των εργαζομένων), στα Ιδιωτικά Γραφεία Συμβούλων Εργασίας τα γνωστά ως δουλεμπορικά γραφεία, στη μερική απασχόληση. Καθώς επίσης και κάθε άλλη διάταξη ουσιαστικού ή τυπικού νόμου που έρχεται σε αντίθεση με την παρούσα πρόταση νόμου.

Τέλος, στο άρθρο 4 ορίζεται η άμεση έναρξη ισχύος του παρόντος από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Κείμενα
Γιώτα ΔΙΑΜΑΝΤΑΚΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ