Η τότε κυβέρνηση του Κ. Σημίτη και η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ (Γ. Παπανδρέου) ήθελαν να έχουν γίνει οι βουλευτικές εκλογές, πριν γίνουν ολοφάνερα τα αδιέξοδα του «σχεδίου Ανάν» και, βέβαια, πριν αναδειχτούν από τα γεγονότα οι τεράστιες ευθύνες τους. Ηθελαν, επίσης - και γι' αυτό ζητούσαν την ψήφο του ελληνικού λαού - να χειριστούν ανάλογα την τελική και κρίσιμη φάση των εξελίξεων, σχετικά με το διαβόητο σχέδιο. Με άλλα λόγια, τις τελικές διαπραγματεύσεις και, κυρίως, την πορεία για τα ταυτόχρονα δημοψηφίσματα.
Ο καθένας, επομένως, ας κάνει τις εκτιμήσεις τους κι ας βγάλει τα συμπεράσματά του...
Πολύ δύσκολη φαίνεται πως είναι τελικά η «ενότητα της αριστεράς», ιδιαίτερα όταν αυτή επιχειρείται με στρατηγικής σημασίας ζητήματα να μένουν έξω από το τραπέζι του διαλόγου.
Ετσι μετά την κατ' αρχήν απόφαση της ΚΕΔΑ να μη συμμετέχει στις ευρωεκλογές μαζί με το ΣΥΝ και το «ενωτικό ψηφοδέλτιό» του, προχτές, με αφορμή τη θέση του ΣΥΝ για το Κυπριακό, προκλήθηκαν και άλλες φουρτούνες. Ο ψυχίατρος Κλεάνθης Γρίβας που μετείχε ως υποψήφιος στο ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ στην Α' Θεσσαλονίκης και αναδείχτηκε σε πρώτον επιλαχόντα (δεύτερος σε ψήφους) βουλευτή, εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στην ηγεσία του ΣΥΝ. Καταγγέλλει «την ηγετική ομάδα του ΣΥΝ γιατί με το εθνικά, πολιτικά και ηθικά μειοδοτικό "ΝΑΙ" που υιοθέτησε, λειτούργησε ως κατώτερο υπαλληλικό προσωπικό του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών και όχι ως ηγεσία ενός αριστερού πολιτικού οργανισμού».
Και όπως αναφέρει, αισθάνεται την υποχρέωση να ζητήσει συγγνώμη από τους πολίτες που τον ψήφισαν, «για τον τρόπο που χρησιμοποιήθηκε η ψήφος τους από την εν λόγω πλειοψηφία της ηγετικής ομάδας του ΣΥΝ».
Να περιμένουμε και συνέχεια;
Μια και ορισμένοι προβάλλουν πολύμορφα και έντονα, έως και με τάσεις υπερβολής, τα υπαρκτά αδιέξοδα, τα οποία έφερε μπροστά στον κυπριακό λαό το «σχέδιο Ανάν», θεωρούμε σκόπιμο να υπενθυμίσουμε, ότι το αποτέλεσμα αυτό δεν έγινε από μόνο του.
Το διαβόητο σχέδιο ήρθε μετά τις αποφάσεις της «ομάδας των 8» (Κολωνία, 1999) και της αμέσως μετέπειτα Συνόδου Κορυφής της ΕΕ στο Ελσίνκι. Κυοφορήθηκε από τους ειδικούς απεσταλμένους των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας για το Κυπριακό, Τ. Γουέστον και Ντ. Χάνεϊ αντίστοιχα, μέσα από αλλεπάλληλες επαφές και διαβουλεύσεις με Αγκυρα, Αθήνα και Λευκωσία. Μετά, ο ΓΓ του ΟΗΕ και ο ειδικός απεσταλμένος του (ντε Σότο) ανέλαβαν την παρουσίαση και προώθησή του. Ετσι, πριν ενάμισι περίπου χρόνο (Νοέμβρης 2002), γεννήθηκε η πρωτοβουλία του Κ. Ανάν και το ομώνυμο σχέδιο. Η τότε εκτίμηση του Εθνικού Συμβουλίου της Κύπρου ήταν αρνητική για το σχέδιο Ανάν, ως ενδεχόμενη λύση, αλλά το δέχτηκε ως βάση διαπραγμάτευσης. Η κυβέρνηση Σημίτη αντίθετα, μιλούσε για «ιστορική ευκαιρία» και φανέρωνε πολύμορφα τη συμφωνία της με το σχέδιο, συνεπικουρούμενη από τη ΝΔ και τον ΣΥΝ. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες διαπραγματεύσεις, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, αφού η τουρκοκυπριακή ηγεσία και η Αγκυρα αρνούνταν την οποιαδήποτε ουσιαστική βελτίωση του σχεδίου. Κι ενώ είχαν γίνει ολοφάνερα τα αδιέξοδα, η κυπριακή κυβέρνηση και το Εθνικό Συμβούλιο - κάτω από την έντονη πίεση της κυβέρνησης Σημίτη - προχωρούν στην υπογραφή της συμφωνίας της Νέας Υόρκης, τον περασμένο Φλεβάρη.
Η τελευταία αυτή συμφωνία προέβλεπε νέο γύρο διαπραγματεύσεων, δικαίωμα επιδιαιτησίας στον Κ. Ανάν σε περίπτωση μη συμφωνίας των δύο πλευρών και τα ταυτόχρονα δημοψηφίσματα. Κι όλ' αυτά, μέσα σε ασφυκτικά χρονικά πλαίσια, αφού έπρεπε να έχουν τελειώσει όλα, πριν την 1η Μάη, μέρα τυπικής ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ.
Οπως θα μπορούσε να προβλέψει ακόμη και ο πλέον αδαής, οι νέοι γύροι των διαπραγματεύσεων, μαζί και η Λουκέρνη, απέβησαν εξίσου άκαρποι. Κι έτσι, ο Κ. Ανάν, κάνοντας χρήση του δικαιώματος επιδιαιτησίας, παρουσίασε το πέμπτο κατά σειρά σχέδιό του, επουσιωδώς διαφορετικό (σε άλλα σημεία λιγότερο και σε άλλα περισσότερο κακό) από τα προηγούμενα. Στο σχέδιο αυτό καλούνται σήμερα να τοποθετηθούν οι Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι με τα δημοψηφίσματα της 24ης Απρίλη.
Χρειάζεται, άραγε, μετά την επιγραμματική αυτή αναφορά των γεγονότων, να σημειώσουμε, ότι έχουν τεράστιες ευθύνες όσοι «έβαλαν πλάτες» στην κυοφορία του «σχεδίου Ανάν», «βοηθώντας» με τον έναν ή άλλο τρόπο τους Γουέστον και Χάνεϊ; Κι ακόμη περισσότερο, όσοι συνέβαλαν στη δρομολόγηση των κατοπινών εξελίξεων;
Η γλώσσα του Τ. Αυγερινού είναι πλούσια, γάργαρη, μεστή, κυριολεκτική, ανεπιτήδευτη. Η πλοκή πυκνή, ακριβής, ρεαλιστικά παραστατική, χωρίς μελοδραματισμό και εντυπωσιοθηρία, με το δραματικό της μέτρο, με έγνοια κι αγάπη για τους βασανισμένους Μικρασιάτες, με κοινωνική «ματιά» και οργή για τα αίτια των βασάνων τους, μέσα από τις οδύνες του ξεριζωμού και τον τιτάνιο αγώνα για επιβίωση των Μικρασιατών στο Βόλο, κατορθώνει να αναπαραστήσει όλη τη μικρασιατική φτωχολογιά. Οποιος αναγνώστης έχει ζήσει σε κάποια προσφυγογειτονιά της Αθήνας, διαβάζοντας τα διηγήματα βλέπει «ζωγραφιστά» μπρος στα μάτια τη ζωή και τα μύρια δράματα της προσφυγιάς στα παραγκόσπιτα, τον πόνο για τον ξεριζωμό της, την εξαπάτηση και εγκατάλειψή της από τη «μητροπολιτική πατρίδα», τη ρατσιστική εχθρότητα μικρόνοων ντόπιων, την άγρια εκμετάλλευσή της και τη σκληρή βιοπάλη της, τις παραδόσεις και αξίες της. Θαρρεί να «ζωντανεύουν» νέοι, γέροντες, ορφανεμένα παιδιά. Πλάσματα, που φαντάζονταν την Ελλάδα «μάνα γλυκιά», όταν έρχονταν «τρομαγμένοι και ρακένδυτοι με τα καΐκια, και μητριά κακιά αποδείχτηκε», όπως λέει η χαρακτηριστική, υπέροχη, ακάματη, μικρασιάτισσα μάνα, η κυρα-Αννα στο τελευταίο διήγημα. Γι' αυτό και οι συμπαραστάτες τους, όπως ο γιατρός και ο δάσκαλος δύο διηγημάτων μαρτύρησαν κι εκείνοι.
Φυσικά ο διαπλεκόμενος μεγιστάνας έσπευσε να κάνει σαφές ότι ούτε αυτό το πλήγμα θα έχει ως αποτέλεσμα την απόσυρση των Ιταλών στρατιωτών. «Μπορεί να αφαίρεσαν μια νέα ζωή, αλλά δεν έπληξαν τις αξίες μας ούτε την αφοσίωσή μας στην ειρήνη» είπε ο Μπερλουσκόνι, προφανώς με μπόλικη δόση μαύρης ειρωνείας αφού κανείς δεν καταλαβαίνει πού ακριβώς βλέπει την ειρήνη.
Ωστόσο, είναι προφανές ότι ο πρωθυπουργός και οι σύμμαχοί του ανησυχούν και μάλιστα πολύ. Το πολιτικό κόστος από τις απώλειες σε μια χώρα που η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού ήταν αντίθετη στα πολεμοχαρά σχέδια της κυβέρνησης θα είναι πολύ μεγάλο.
Χαρακτηριστικά σύμφωνα με δημοσκόπηση που δημοσιεύτηκε την Παρασκευή στην εφημερίδα «Κοριέρε ντε λα Σέρα», μόλις το 25% τάσσεται υπέρ της παραμονής των στρατιωτών. Το υπόλοιπο 75% επιθυμεί είτε την άμεση αποχώρηση των στρατιωτών είτε την αποχώρησή τους στις 30 Ιούνη. Η δημοσκόπηση έδειξε πτώση της υποστήριξης της συμμετοχής των Ιταλών στην κατοχή ακόμα και μεταξύ των ψηφοφόρων της κυβέρνησης. Χαρακτηριστικά το 43% των ψηφοφόρων της «κεντρο-δεξιάς» υποστηρίζει την αποχώρηση στις 30 Ιούνη. Το ποσοστό αυτό σύμφωνα με την έρευνα μία μόλις ημέρα πριν την εκτέλεση του ομήρου ήταν 28%!
Ο Μπερλουσκόνι βέβαια δε θα κάνει πίσω (την κατάσταση αυτή άλλωστε βοηθά και η στάση της αντιπολίτευσης) αλλά το φάσμα της λαϊκής τιμωρίας είναι πάντα ορατό.
Κράτος σκέτο ρεζιλίκι,
ξένων κτήμα και τσιφλίκι,
κάτι όμοιο με χάνι,
χύμα όλα και χαρμάνι.
***
Κράτος ξέφραγο αμπέλι,
που ο καθείς
κάνει ό,τι θέλει,
χωρισμένο σε δυο μέρη,
στους αισχρούς
έτσι συμφέρει.
***
Κράτος σκέτη Μπανανία,
ξένοι αφέντες στα ηνία,
ψάρι μέσα στην απόχη,
μόνη απάντηση το «όχι»!