Επομένως και η πολιτική δράση του Κόμματος πρέπει να τον φέρνει στο προσκήνιο, να κάνει τον αγώνα για το σοσιαλισμό υπόθεση της εργατικής τάξης. Καθοριστικός εδώ είναι ο ρόλος του ΚΚΕ και, επομένως, η πολιτική του δράση πρέπει να κατευθύνεται ολοκληρωμένα σ' αυτόν το σκοπό. Για να αλλάζουν οι συνειδήσεις των εργατών, των απλών ανθρώπων του μόχθου. Σ' αυτό το καθήκον, έχει να αντιμετωπίσει, ανάμεσα στ' άλλα, και διάφορες αστικές και οπορτουνιστικές θεωρίες, που συνοδεύουν τη στρατηγική του ιμπεριαλισμού.
«Η στρατηγική του ιμπεριαλισμού αποβλέπει, από τη μια μεριά να αντιμετωπίσει τη δυσκολία που έχει σήμερα το καπιταλιστικό σύστημα να αναπαράγει το κοινωνικό κεφάλαιο με τον ίδιο τρόπο, με την ίδια σχετική ευκολία που είχε πριν, και, από την άλλη, να παρεμποδίσει έγκαιρα κάθε αμφισβήτηση του συστήματος σε μια χώρα, σε έναν κύκλο χωρών. Να παρεμποδίσει την πορεία χειραφέτησης των λαών, προς όφελος του σοσιαλισμού.
Γύρω από αυτήν την αντίθεση αναπτύσσεται και σήμερα η ιδεολογική πάλη» (Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 17ο Συνέδριο).
Επίσης, η τάση του ποσοστού κέρδους να πέφτει δημιουργεί δυσκολίες στην αναπαραγωγή του κεφαλαίου.
Ο καπιταλισμός, μπροστά σ' αυτές τις δυσκολίες, επιβάλλει τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις (ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων), προκειμένου να διευκολύνει τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και την αύξηση των διαστάσεών του, σε συνδυασμό μ' αυτές που κάνουν φτηνή την εργατική δύναμη, (ελαστικός εργάσιμος χρόνος, ανατροπή των συστημάτων Κοινωνικής Ασφάλισης, ιδιωτικοποιήσεις τομέων «κοινωνικών υπηρεσιών»), προκειμένου να αυξάνεται η κερδοφορία του κεφαλαίου. Οι αναδιαρθρώσεις επιβάλλονται και ως εμπόδιο στην τάση του ποσοστού κέρδους να πέφτει, αφού οι ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων σημαίνουν φτηνό σταθερό κεφάλαιο, ενώ το φτήνεμα της εργατικής δύναμης, η αύξηση, δηλαδή, του βαθμού εκμετάλλευσης, αυξάνει τη μάζα των κερδών.
Ολα τα παραπάνω δείχνουν και τα όρια του καπιταλισμού, αλλά και τα όρια της αστικής πολιτικής στη λύση λαϊκών προβλημάτων.
Τα ιδεολογήματα της «παγκοσμιοποίησης», της «μετακαπιταλιστικής κοινωνίας» (μεταβιομηχανική κοινωνία, κοινωνία της πληροφορίας κλπ.), τα περί ρύθμισης της αγοράς, που παραπέμπουν όχι σε ταξική πάλη και ανατροπή του καπιταλισμού, αλλά σε έναν καπιταλισμό «πιο ηθικό και ανθρώπινο», στον οποίο μπορούν, τάχα, να επωφελούνται, ταυτόχρονα, και οι δυνάμεις του κεφαλαίου και οι δυνάμεις της εργασίας, οι θεωρίες περί «του τέλους της εργασίας και της εργατικής τάξης», «κατάργησης της ατομικής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας λόγω των νέων τεχνολογιών», της «σύγκρουσης των πολιτισμών», της «σύγκρουσης θρησκειών», αποσκοπούν στην παρεμπόδιση της ωρίμανσης της πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης και του αγώνα για την εξουσία. Στην ίδια κατεύθυνση, βρίσκονται και οι θεωρίες περί «τέλους του έθνους κράτους», αλλά και τέλους της πάλης σε εθνικό επίπεδο για την ανατροπή του καπιταλισμού, προβάλλοντας τον αγώνα των διαφόρων φόρουμ, των λεγόμενων νέων κινημάτων, σε αντιπαράθεση με το εργατικό κίνημα, και, μάλιστα, την ανάπτυξή τους μόνο σε διεθνικό επίπεδο ενάντια στους διεθνείς καπιταλιστικούς οργανισμούς και όχι ενάντια στην εξουσία σε κάθε κράτος. Υπονομεύοντας έτσι τον αγώνα για το σοσιαλισμό.