ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 18 Μάρτη 2005
Σελ. /40
Ποτέ πια φασισμός, ποτέ πια πόλεμος!

Φρεσκάρετε λίγο τις γνώσεις σας, για την άνοδο και την πτώση του ναζισμού. Διαβάστε λίγο, για το B` Παγκόσμιο Πόλεμο, τις αιτίες και τους λόγους, που τον προκάλεσαν. Κρατήστε σημειώσεις, για τις μεθόδους, και τα μέσα, που χρησιμοποίησε η χιτλερική Γερμανία, στην προσπάθειά της να κυριεύσει τον κόσμο. Διαβάστε, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, για τις εκτελέσεις, για τις πολιτικές επιστρατεύσεις. Για το ρόλο των Δυτικών συμμάχων και τον τιτάνιο αντιφασιστικό αγώνα της Σοβιετικής Ενωσης. Και τότε, μόνον τότε, πηγαίνετε να δείτε την «Πτώση». Από τις υπόλοιπες ταινίες, μόνον «Το Ωραίο Φύλλο» αξίζει την ανοχή σας.

ΟΛΙΒΕΡ ΧΙΡΣΜΠΙΓΚΕΛ
Η πτώση

Α, όταν έχτιζαν τα τείχη, πώς να μην προσέξω...

Αλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον

Κ. Καβάφης «Τείχη»

Αν η ανθρωπότητα είχε ακούσει τους «κρότους», όταν ο ναζισμός έχτιζε το σφαγείο του, θα είχανε γλιτώσει πάνω από 50.000.000 άνθρωποι! Τόσους κόστισε ο φασισμός. Θα πρέπει, επίσης, να προσθέσουμε τις απίθανες υλικές ζημιές. Ολόκληρες πόλεις και περιοχές, σε ολόκληρη την Ευρώπη, ισοπεδώθηκαν. Αλλά, η έμπειρη πια ανθρωπότητα, ακούει, ίσως, σήμερα, τους νέους φασιστικούς κρότους; 'Η ύστερα από κάποια χρόνια, όταν η Αφρική, η Ασία, γιατί όχι και η ίδια η Ευρώπη, θα μαζεύουν ξανά τα συντρίμμια τους, θα καμωνόμαστε, πάλι, τους απληροφόρητους! Δεν ακούσαμε. Δεν είδαμε. Οπως η έκανε Τράουλντ Γιούνγκε, η γραμματέας του Χίτλερ, η οποία είδε και άκουσε τα πάντα, αλλά ισχυρίστηκε μέχρι το θάνατό της (2003), πως δεν είχε καταλάβει! Τουλάχιστον την έκταση των εγκλημάτων! (Η ταινία στηρίζεται και σε δικές της μαρτυρίες).

«Η Πτώση» ασχολείται με τις τελευταίες ημέρες του εθνικοσοσιαλισμού (ολοκληρωτικό πολιτικό κίνημα της άκρας Δεξιάς, που εμφανίστηκε στη Γερμανία στα μέσα της δεκαετίας του '20, άκμασε κατά τη δεκαετία του '30 και διήρκεσε ως το τέλος του β' παγκόσμιου πολέμου). Η μηχανή τού Ολιβερ Χιρσμπίγκελ, αποστασιοποιημένη, όσο αυτό είναι δυνατόν (ο σκηνοθέτης είναι ο ίδιος Γερμανός), τριγυρίζει στα υπόγεια του Βερολίνου. Εκεί που γράφτηκε ο επίλογος. Εκεί που οι «πούροι» ναζί, εκτός από ελάχιστους «πονηρεμένους», που την κοπάνησαν προς όλες τις κατευθύνσεις, αυτοκτονούσαν ο ένας μετά τον άλλον. Αλλά, ούτε μια σταγόνα, μετάνοιας δε βγήκε από τα χείλη τους. Αντίθετα, πίστευαν, μέχρι το τέλος, στο «έργο» τους. Και αυτή η πίστη τούς όπλιζε το χέρι να αυτοπυροβοληθούν. Τους οδηγούσε να καταπιούν εν ψυχρώ την αμπούλα με το δηλητήριο!

Τι τραγωδία, πραγματικά! Μέσα και έξω. Πάνω στη γη η Γερμανία να αποδεκατίζεται και να ισοπεδώνεται. Η νίκη των συμμάχων πρέπει να είναι ολοκληρωτική. Το θηρίο, για να μην ξανασηκώσει κεφάλι, θα πρέπει να παραδοθεί χωρίς όρους. Αντρες, γυναίκες, παιδιά, στρατιώτες και κτίρια να γίνονται μια μάζα. Και κάτω στα υπόγεια της Καγκελαρίας ο φανατισμός να ξεπερνάει την τρέλα! Οπως κάνει ο πνιγόμενος, έτσι και ετούτοι, έπιανε ο ένας τον άλλον και τραβούσαν όλοι μαζί για το βυθό. Παίρνοντας μαζί τους την ίδια τη Γερμανία και το λαό της, αυτή τη φορά!

«Αν ο πόλεμος χαθεί, δε με αφορά αν χαθούν μαζί του και ανθρώπινες ζωές. Δε θα έχυνα στάλα δάκρυ γι' αυτούς (για τους Γερμανούς!), γιατί θα πάθουν ό,τι τους αξίζει»(!) δηλώνει λίγο πριν αυτοκτονήσει ο Χίτλερ, λυσσασμένος από την αδυναμία των Γερμανών να νικήσουν (οι σύμμαχοι τούς έχουν ζώσει απ' όλες τις μεριές). Πρόκειται για παράφρονα; Πόσο βολικό θα ήταν αυτό! Πρόκειται για φασίστα! Για ιδεολογία, που πιστεύει, στον «κοινωνικό δαρβινισμό», σύμφωνα με τον οποίον έπρεπε να μεταφερθεί στον τομέα της κοινωνίας και της πολιτικής η «Θεωρία της επιβίωσης του ισχυροτέρου». Και οι Γερμανοί, δυστυχώς, (τού) απέδειξαν πως δεν έχουν αυτό το προσόν! Θάνατος, λοιπόν, και σε αυτούς!

«Η Πτώση» είναι μια «παράξενη» ταινία. Βλέπεις την ιστορία, την πραγματική ιστορία, και δεν πιστεύεις πως είναι αλήθεια αυτά που βλέπεις! Δεν τη χωράει ο νους σου, τόση παράνοια. Μόνο αν μπεις στη λογική τού φασισμού, θα μπορέσεις να παρακολουθήσεις και, ίσως, να εξηγήσεις, τα γεγονότα. Κανένας ανθρώπινος νους, με τα γνωστά ανθρώπινα μέτρα, δε θα μπορέσει να εξηγήσει τα ναζιστικά εγκλήματα. Αλλά ούτε την απάνθρωπη «προσωπική» πράξη του Γκέμπελς και της γυναίκας του, για παράδειγμα, να δηλητηριάσουν με τα ίδια τους τα χέρια τα 6 παιδιά τους και μετά να αυτοκτονήσουν και οι ίδιοι! Τέτοιες πράξεις, μόνον στις τραγωδίες μπορεί να γίνουν αποδεκτές.

Η ταινία δεν προσπαθεί (δεν μπορεί, δε θέλει;) να δώσει πολιτικές εξηγήσεις. Περιορίζεται, μάλλον, στην εξωτερική παράθεση των γεγονότων. Ετσι ο θεατής βλέπει μόνο την «όψη» των πραγμάτων. Τα πρόσωπα και τις (φανερές) πράξεις τους, όχι το βάθος των πράξεων. Ο φασισμός, σύμφωνα με την ταινία, είναι μια ιδεολογία. Χωρίς ουρές και διασυνδέσεις. Μια παράλογη ιδεολογία, ναι. Ομως, ιδεολογία! Πουθενά δε βλέπεις, και δεν ακούς, ποια κοινωνική τάξη εξυπηρετεί αυτή η ιδεολογία. Τίνος κοινωνικού συστήματος αποτέλεσμα είναι. Για ποιους πολέμαγε ο Χίτλερ; Ποιοι βρίσκονταν πίσω από τη ναζιστική Γερμανία; Γιατί έγινε, τελικά, αυτός ο πόλεμος; Ο ιστορικά απληροφόρητος θεατής δε θα πάρει απάντηση, δε θα μάθει από την «Πτώση». Δε θα πληροφορηθεί, για το πολιτικό παρασκήνιο, ανάμεσα στους Δυτικούς συμμάχους και το γερμανικό καθεστώς, στις τελευταίες μέρες του ναζισμού, για παράδειγμα. Εκεί, δηλαδή, που βρίσκεται το ζουμί. Εκεί (από εκεί) που προέκυψε η μεταπολεμική Δυτική Γερμανία και όχι μόνον...

Επίσης, «Η Πτώση», δε μας «ενημερώνει» (όχι αθώα, κατά τη γνώμη μου), για τα θύματα. Δεν περιγράφει τι έκαναν οι Γερμανοί. Παραβιάσεις διεθνών κανόνων, στρατόπεδα συγκέντρωσης, εισβολές σε ξένα εδάφη. Κουβέντα για τα 20.000.000 των Σοβιετικών, που έπεσαν στα μέτωπα, ας πούμε. Αντίθετα, υπάρχει αρκετή «φλυαρία» (διαλόγων και εικόνας), για τον «ανελέητο» βομβαρδισμό του Βερολίνου, από τους Σοβιετικούς. Αυτή η άνιση, και επιλεκτική «κατανομή» της πληροφορίας, λειτουργεί συναισθηματικά σε βάρος των «εισβολέων». Των «εισβολέων», που οι Γερμανοί, γέροι, γυναίκες, παιδιά, μάχονται ηρωικά, με ελάχιστα ή και καθόλου μέσα, για να τους αποκρούσουν, σύμφωνα με την ταινία. Εδώ γίνεται μια πονηρή προσπάθεια διαχωρισμού του πατριωτικού καθήκοντος (υπεράσπιση της πατρίδος) και του «είδους» της πατρίδας, που υπερασπίζονται. Αν δε δοθούν περισσότερες «εξηγήσεις» για την περίπτωση, είναι εύκολο για κάποιον να γείρει (συναισθηματικά) προς τη μεριά των δεκατετράχρονων παιδιών, που τα βάζουν με τα σοβιετικά τανκς! Αυτή η «πλευρά» της ταινίας θέλει ιδιαίτερη προσοχή. Εμείς θα θυμίσουμε πως ο όρος γενοκτονία «μπήκε» στην ιστορία στη δίκη της Νυρεμβέργης (1946), και προσδιόρισε την πολιτική αφανισμού που ακολούθησαν οι ναζιστές εναντίον των Εβραίων, των Πολωνών και των λαών της Σοβιετικής Ενωσης.

Το «δράμα», θα πει ο «ευκολόπιστος», περιορίζεται στις τελευταίες μέρες του τέρατος, δεν ασχολείται με την πολιτική ανάλυση! Το βάρος εστιάζεται στα κύρια πρόσωπα της τραγωδίας και στις συμπεριφορές τους, λίγο πριν κλείσει η αυλαία. Τα υπόλοιπα θεωρούνται (από την ταινία, και από τους θεατές) δεδομένα! Η έλλειψη, όμως, αυτών των στοιχείων, και με την πάροδο του χρόνου, έχουν περάσει 60 χρόνια, μην ξεχνάμε, «μικραίνει» το ναζιστικό έγκλημα. Αποπροσανατολίζει τη σκέψη. Και αυτό μπορεί να λειτουργήσει αρνητικά σε πολιτικά ανώριμα ή απληροφόρητα μυαλά.

Προσοχή, λοιπόν. «Η Πτώση» πρέπει να ιδωθεί από τον καθένα. Γιατί είναι μια ταινία, που αποκαλύπτει, έστω και με ελλείψεις, ένα μεγάλο μέρος της παράνοιας της φασιστικής ιδεολογίας. Αλλά είναι και μια ταινία, που σας βοηθάει, να κάνετε και σημερινούς συνειρμούς (άποψη των Αμερικανών για τον κόσμο). Ομως, παρακαλώ, μην πάτε αδιάβαστοι. Γιατί η ταινία δεν είναι όμοια με άλλες αντιναζιστικές, ας το πούμε έτσι, ταινίες. Εδώ, μάλλον, πρόκειται για μια γερμανική προσπάθεια, να μιλήσουν οι ίδιοι οι Γερμανοί, για την ιστορία τους. Μια προσπάθεια, που κρύβει ενοχές, πόνο, ντροπή, φόβο. Ενδεχομένως και άλλες δυσδιάκριτες, ακόμα, επιθυμίες. Μια προσπάθεια, που μόνον τα δυο τελευταία χρόνια εκφράστηκε με περισσότερες από τέσσερις (σχετικές) ταινίες: «Δυο - τρία πράγματα που ξέρω γι' αυτόν», «Σόφι Σολ», «Το πείραμα του Γκέμπελς», «Πτώση» κ.ά.

Το καλλιτεχνικό μέρος της ταινίας, υπάρχει φυσικά και τέτοιο, είναι πάνω από ικανοποιητικό! Η ταινία είναι «σφιχτοδεμένη». Εχει πολύ καλές ερμηνείες, με πρώτη αυτή του Μπρούνο Γκανζ (Χίτλερ). Καλή φωτογραφία και εξαιρετικά εφέ (βομβαρδισμοί, ανατινάξεις κλπ). Είναι μια μεγάλη (και οικονομικά) παραγωγή.

Παίζουν: Μπρούνο Γκανζ, Αλεξάντρα Μαρία Λάρα, Τόμας Κρέτσμαν, Τζούλιαν Κέλερ.

ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΕΪΡ
Το ωραίο φύλο

Τι κρίμα! Τι κρίμα! Ο Ρίτσαρντ Εϊρ είχε στα χέρια του την ίδια την ιστορία και αντί να ακουμπήσει επάνω στα πραγματικά γεγονότα (που παρουσιάζουν τρομερό ενδιαφέρον) προτίμησε να μας διηγηθεί μια χαριτωμένη φανταστική ιστοριούλα. Μια φανταστική ιστοριούλα που στηρίχτηκε σε αληθινά περιστατικά. Μια ιστοριούλα, που για εμπορικούς, και όχι μόνο λόγους, τη διάνθισε και με λίγο ομοφυλοφιλία!

Η πραγματική ιστορία λέει πως ο βασιλιάς Κάρολος Β΄ της Αγγλίας, που επέστρεψε από την εξορία (Γαλλία) στην εξουσία, το 1660, ήρε την απαγόρευση, που είχαν επιβάλει η εκκλησία και οι πουριτανοί Κρόμγουελ, πατέρας και γιος, για δεκαετίες, και επιτρέπει, επιτέλους, τις θεατρικές παραστάσεις στη χώρα. Η πράξη του αυτή, βέβαια, είναι αποτέλεσμα κοινωνικών ανακατατάξεων και όχι καλών καλλιτεχνικών διαθέσεων του βασιλιά, πράγμα, φυσικά, που δεν απασχολεί την ταινία! Η οποία ταινία γέρνει προς την κωμωδία! Προς το ελαφρό, δηλαδή...

Τα χρόνια του πουριτανισμού, όπου η εκκλησία είχε το πάνω χέρι, οι ηθοποιοί ζούσαν παράνομα! Μερικοί από αυτούς, οι πιο ατρόμητοι, εξασκούσαν κρυφά, σε καταγώγια και ταβέρνες, το επάγγελμα. Σε ένα τέτοιο κρυφό καταγώγιο ένα όμορφο και ταλαντούχο παιδί, ο Εντουαρντ Κίναστον, έμαθε, από έναν παλιό ηθοποιό, την τέχνη της υποκριτικής. Μόλις, λοιπόν, ελευθερώθηκε το θέατρο, ο Κίναστον, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, έγινε πρώτο όνομα. Ηταν ο καλύτερος άντρας ηθοποιός για γυναικείους ρόλους!

Δίπλα στον Κίναστον, που λατρεύεται από τους θεατές, ζει και αναπνέει η Μαρία. Η Μαρία είναι αμπιγιέζ του φημισμένου ηθοποιού. Και ερωτευμένη κρυφά μαζί του. Ερωτευμένη, όμως, και με το θέατρο. Οσο καιρό είναι μαζί του ξεσηκώνει κάθε του κίνηση. Και τα βράδια, κρυφά (απαγορεύεται στις γυναίκες να εμφανιστούνε στο θέατρο), παίζει, σε καταγώγια και ταβέρνες, τους ρόλους που έπαιζε στο θέατρο ο Κίναστον. Εκεί η Μαρία δημιουργεί ένα όνομα. Το Λονδίνο πηγαίνει «κρυφά» να τη δει.

Ο Κάρολος ο Β΄ αναγκάζεται από τα πράγματα να προβεί και σε δεύτερη καινοτομία. Καθοριστική αυτή τη φορά και για το ίδιο το αγγλικό θέατρο. Με διάταγμά του απαγορεύει στο εξής στους άντρες να παίζουν γυναικείους ρόλους. Με το ίδιο διάταγμα επιτρέπεται στις γυναίκες να ασκήσουν το επάγγελμα του ηθοποιού. Ολα αυτά δοσμένα ανάλαφρα, σαν θεατρικό παιχνίδι. Με αποτέλεσμα να μην κάνεις σοβαρότερες σκέψεις. Να μην εμβαθύνεις στο χώρο και στο χρόνο. Ας είναι!

Τα πράγματα, μετά το νέο διάταγμα, αναποδογυρίζουν. Ο Κίναστον ξαναπερνάει στην παρανομία! Μόνον σε καταγώγια μπορεί να ασκήσει, πια, το επάγγελμά του. Εκείνο που έμαθε καλά να κάνει, είναι να παίζει γυναικείους ρόλους. Χωρίς αυτούς δεν υπάρχει. Η Μαρία, που στο μεταξύ μεσουρανεί, εξακολουθεί πάντα να είναι ερωτευμένη μαζί του. Πάντα ερωτευμένη μαζί του και με το ταλέντο του. Από αγάπη και εκτίμηση τον τραβάει από τα καταγώγια και τον παίρνει μαζί της. Τον πείθει να δοκιμάσει τον Οθέλο αντί την Δεισδαιμόνα! Εκείνος, μην αντέχοντας τις ταπεινώσεις των καταγωγίων, αλλά και αντιλαμβανόμενος, για το πού τραβάει η ιστορία, δέχεται...

Ο Εντουαρντ Κίναστον πέρασε στην ιστορία του αγγλικού θεάτρου σαν ο τελευταίος άντρας ηθοποιός που έπαιξε γυναικείους ρόλους και η Μάργκαρετ Χιουζ (η Μαρία της ταινίας) σαν η πρώτη γυναίκα ηθοποιός στο αγγλικό θέατρο. Αυτή την πραγματικά συγκινητική ιστορία, ο γνωστός, περισσότερο για τις θεατρικές του δουλιές, Αγγλος σκηνοθέτης Ρίτσαρντ Εϊρ προτίμησε να την περάσει ανάλαφρα και χαριτωμένα. Οι συνέπειες αυτής της προτίμησης λειτούργησαν αρνητικά για την ιστορική αξία της υπόθεσης. Κανένας δεν παίρνει «σοβαρά» την ταινία. Την παρακολουθεί σαν «εφεύρημα» και όχι σαν αλήθεια. Και αυτό στερεί τον θεατή από την πραγματική γνώση. Καθώς δεν ξέρει τι από αυτά που βλέπει είναι αλήθεια και τι ψέμα.

Παίζουν: Μπίλι Κρούνταπ, Κλερ Ντέινς, Ρούπερτ Εβερετ, Τομ Ουίλκισον, Μπεν Τσάπλιν κ.ά.

ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΝΤΟΥ ΤΣΑΟΥ
Στράιπς, ο πρωταθλητής

Ακούστε, κύριοι, ονόματα, Ντάστιν Χόφμαν, Γούπι Γκόλντμπεργκ, Πάτρικ Στιούαρτ, Τζο Παντολιάνο, Ντέιβεντ Σπέιντ, και άλλοι, δανείζουν τις φωνές τους σε ένα αχαρακτήριστο εργάκι. Μια ζέβρα, η οποία παριστάνει το άλογο. Και μάλιστα παριστάνει άλογο καθαρόαιμο. Του ιπποδρόμου. Στην ελληνική βερσιόν ακούγονται ο Σάκης Μπουλάς, ο Μέμος Μπεγνής, ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος...

Ο «καμβάς», δε, του έργου ούτε για υπανάπτυκτους! Μια νεαρή ανέραστη κοπέλα θέλει να τρέξει με τη ζέβρα στον ιππόδρομο και μάλιστα να κερδίσει. Ο πατέρας της δεν την αφήνει, αφού η γυναίκα του, και μάνα της, σκοτώθηκε πέφτοντας από άλογο! Τελικά, με τη βοήθεια του «θεού», αυτό το λέω εγώ, εκείνοι κρατάνε τα προσχήματα, η ζέβρα θα τρέξει και θα κερδίσει τα άλογα! Οι φοβίες του πατέρα θα περάσουν και το κορίτσι θα παραμείνει πάλι ανέραστο (δεν υπάρχει έρωτας στην ταινία).

Ερωτας μπορεί να μην υπάρχει. Ιππόδρομος, όμως, υπάρχει. Και στοιχήματα. Και όλο το παρασκήνιο του ιπποδρόμου. Ντόπινγκ, λαδιές με τα άλογα, εκβιασμοί κλπ. Ο,τι χρειάζονται τα παιδιά, για να μορφωθούν. Η ταινία είναι για παιδιά... Οχι για όλα τα παιδιά. Για χαζά παιδιά.

Παίζουν: Μπρους Γκίνγουντ, Χάιντεν Πανετιέρ, Μ. Εμετ Γουόλς.

ΧΙΝΤΕΟ ΝΑΚΑΤΑ
Σήμα κινδύνου «2»

Δε θέλω καμία αντίρρηση! Η ταινία είναι, πράγματι, πρωτότυπη. Ποτέ από καταβολής κινηματογράφου μέχρι σήμερα δεν έχουμε δει ελάφια να επιτίθενται σε ανθρώπους. Να πέφτουν με τα κέρατά τους πάνω στα παράθυρα και το παρμπρίζ του αυτοκινήτου και να το κάνουν ίσωμα. Να είναι δε, επαγγελματίες δολοφόνοι. Ψυχρά και ασυγκίνητα! Και να ενεργούν χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Χωρίς να έχουν προκληθεί.

Τα άλλα που δείχνει η ταινία τα έχουμε ξαναδεί. Δεκάδες φορές, εκατοντάδες, χιλιάδες φορές, έχουμε δει παιδάκια γεμάτα δαιμόνια να αγωνίζονται, με τη συμπαράσταση των γονέων τους, να απαλλαγούν απ' αυτά. Αλλα τα καταφέρνουν και άλλα όχι. Πάντως, προσπαθούν.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση το θέμα μένει ανοιχτό (οι παραγωγοί σκέφτονται τη συνέχεια). Μια βιντεοκασέτα, μόλις μπει στο βίντεο, ενεργοποιεί τη σατανική Σαμάρα, ένα μικρό δαιμονισμένο κορίτσι, που έχει πεθάνει και θέλει να ξανάρθει στη ζωή, που πετάγεται μέσα από την τηλεόραση και όποιον πάρει ο χάρος. Δυστυχώς, το σατανικό αυτό κοριτσάκι, αντί να δαγκώσει τον Ιάπωνα σκηνοθέτη, που κάλεσαν στο Χόλιγουντ να γυρίσει την ταινία, δαγκώνει ένα αθώο αγοράκι. Αυτό που χτύπησαν τα ελάφια. Μύλος! Για σοβαρευτείτε!

Παίζουν: Ναόμι Γουότς, Σίσι Σπέισεκ, Ντέιβιντ Ντόρφμαν, Ελίζαμπεθ Πέρκινς.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ