ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 23 Μάρτη 2005
Σελ. /40
Περί «βασικού μετόχου»

Γρηγοριάδης Κώστας

Το άρθρο 14 του Συντάγματος, το οποίο ψήφισαν και το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, στην πριν από λίγα χρόνια πραγματοποιηθείσα αναθεώρηση του τελευταίου, ζητά σαφώς να μη μετέχουν των δημοσίων προμηθειών και έργων όσοι επιχειρηματίες κατέχουν Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Σε εφαρμογή του άρθρου αυτού, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ θεσμοθέτησαν ένα νόμο περί «βασικού μετόχου», ο οποίος ουσιαστικά καταστρατηγούσε τη συνταγματική επιταγή, αφού άφηνε σωρό «παραθύρων» για την παράκαμψή της. Ακόμη και τότε, όμως, η Κομισιόν είχε αντιδράσει και είχε ζητήσει εξηγήσεις από τον τότε αρμόδιο υπουργό. Οι εξηγήσεις δε δόθηκαν και στο μεταξύ έγιναν βουλευτικές εκλογές και η ΝΔ, αναλαμβάνοντας την κυβερνητική εξουσία, θεσμοθετεί νέο νόμο, περί «βασικού μετόχου», ο οποίος αυστηροποιεί τις διατάξεις του προηγούμενου νόμου, επιχειρώντας να υλοποιήσει τη συνταγματική επιταγή. Τούτο, όμως, γεννά ακόμη εντονότερες αντιδράσεις από τις Βρυξέλλες κι έτσι φτάσαμε στη χτεσινή αποστολή κατεπείγουσας προειδοποιητικής επιστολής από την Κομισιόν προς την ελληνική κυβέρνηση και στην άμεσα ορατή απειλή της παραπομπής της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Ετσι έχει με δυο λόγια η ιστορία του «βασικού μετόχου». Κι όπως καταλαβαίνετε, η ουσία βρίσκεται στα παρακάτω δυο ζητήματα: Πρώτον, η καθ' όλα απαράδεκτη παρέμβαση της Κομισιόν, η οποία αμφισβητεί ακόμη και το ελληνικό Σύνταγμα. Και, δεύτερον, το αποκαλυπτικό γεγονός πως το λεγόμενο ευρωενωσιακό Δίκαιο και οι καρεκλοκένταυροι εκφραστές του, στις Βρυξέλλες, δε δέχονται την παραμικρή -έστω και ανούσια-αμφισβήτηση της ασύδοτης δράσης του κεφαλαίου.

Για να δούμε...

«...Αλίμονο αν φτάσουμε στο σημείο να μας λένε οι ξένοι πώς θα είναι το Σύνταγμά μας. Τότε κι εγώ, ο οποίος είμαι φανατικός οπαδός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, θα έλεγα έξω από την Ευρωπαϊκή Ενωση...». Αυτά δήλωσε, χτες, ο Μ. Εβερτ, σχετικά με τις τελευταίες εξελίξεις και το νόμο περί «βασικού μετόχου» και μας βάζει στον πειρασμό, να σημειώσουμε τα παρακάτω: Πρώτον -όπως παραδέχεται και η κυβέρνηση- η χτεσινή προειδοποιητική επιστολή της Κομισιόν και το ορατό ενδεχόμενο της παραπομπής της χώρας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δε στρέφονται εναντίον μόνον του νόμου περί «βασικού μετόχου», αλλά και του σχετικού άρθρου του Συντάγματος. Να υποθέσουμε, επομένως, ότι αν και όταν η υπόθεση τελεσιδικήσει κατά του νόμου, ο κ. Εβερτ θα ενταχθεί στο κίνημα απεγκλωβισμού της χώρας μας από το «λάκκο των λεόντων»; Για να δούμε...

Και, δεύτερον, η παραπάνω δήλωση του κ. Εβερτ διαψεύδει -εμμέσως πλην σαφώς- τις κινδυνολογίες περί χάους, με τις οποίες η παράταξή του αντιμετώπιζε το ΚΚΕ, όταν το τελευταίο τασσόταν ενάντια στην ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ. Σε διαφορετική περίπτωση και εάν ίσχυε το διαβόητο «ΕΟΚ ή χάος», που τότε έλεγαν και ουσιαστικά λένε ακόμη και σήμερα, τότε δε θα είχε την παραμικρή αξία η απειλή του κ. Εβερτ...

Ο έλεγχος...

Ο κ. Εβερτ, όμως, είπε ακόμη και το εξής: «Πίσω απ' αυτές τις αρνήσεις της ΕΕ κρύβονται διατεταγμένα συμφέροντα εργολάβων και προμηθευτών του Δημοσίου. Τη διαπλοκή θα την ελέγξουμε. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία». Διαπίστωση, με την οποία διαφωνούμε στο πρώτο μέρος της και συμφωνούμε στο δεύτερο.

Η ΕΕ κάνει ό,τι κάνει, επειδή υπερασπίζεται την ασύδοτη δράση του μεγάλου ευρωενωσιακού κεφαλαίου και στο πλαίσιο αυτό θεωρεί αδιανόητο να μην μπορεί η οποιαδήποτε πολυεθνική, η οποία έχει στην ιδιοκτησία της ένα ή περισσότερα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, να λυμαίνεται και τις ελληνικές δημόσιες προμήθειες. Αλλωστε, αυτή είναι η ουσία της Συνθήκης του Μάαστριχτ, την οποία έχει ψηφίσει και ο κ. Εβερτ.

Συμφωνούμε, όμως, ότι η κυβέρνηση της ΝΔ θέλει να ελέγξει -και όχι να καταργήσει- τη διαπλοκή. Αλλωστε, γι' αυτό θεσμοθέτησε το νόμο περί «βασικού μετόχου», επιχειρώντας να επιβάλει τους δικούς της κανόνες στο μοίρασμα της «πίτας», στη θέση αυτών του ΠΑΣΟΚ. Αλλωστε, κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι η τελική διαμόρφωση των συγκεκριμένων άρθρων του προαναφερόμενου νόμου, με τα οποία διαφωνεί τώρα η ΕΕ, έγινε μέσα στη Βουλή, κάτω από την πίεση του ΚΚΕ και του ΣΥΝ.

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Η ... ανταγωνιστικότητα

Το φρούτο ...«ανταγωνιστικότητα» το έχουν βάλει για τα καλά στο τραπέζι μας. Το πλάσαραν από παλαιότερα, αλλά τα τελευταία χρόνια συνοδεύει κάθε μέτρο, κάθε παρέμβαση των εκάστοτε κυβερνώντων και της ΕΕ. Αν η καραμέλα της προηγούμενης δεκαετίας και της Συνθήκης του Μάαστριχτ ήταν οι «απελευθερώσεις», η παραπέρα κλιμάκωση και εμβάθυνση της ίδιας ακριβώς πολιτικής προϋποθέτει την προώθηση πολιτικών για την ...αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτής της απελευθέρωσης. Μεταξύ τους ταξινομείται και η περιβόητη ανταγωνιστικότητα. Στην πραγματικότητα, έχουμε να κάνουμε με όψεις μίας και μόνης στρατηγικής: Της επιτάχυνσης των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, με στόχο την παραπέρα εδραίωση της εξουσίας της οικονομικής ολιγαρχίας και την εξασφάλιση ακόμα πιο αποτελεσματικών συνθηκών για την κερδοφόρα δράση του κεφαλαίου.

Η πολιτική συμπίεσης των εισοδημάτων της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων, η πολιτική συνεχούς αύξησης της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, είναι μια πολιτική «αέναη» στο καπιταλιστικό σύστημα, το μοναδικό μέσο από το οποίο αποκτά υπόσταση το κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του. Ετσι γινόταν στο παρελθόν έτσι γίνεται και σήμερα. Ωστόσο, στις σημερινές συνθήκες εξέλιξης του καπιταλισμού, τα δεδομένα αυτά, που αφορούν τη δράση των πολυεθνικών και του κεφαλαίου συνολικά, είναι σχεδόν απόλυτα. Οταν οι εκπρόσωποι της οικονομικής ολιγαρχίας και το πολιτικό τους προσωπικό μιλούν για ανταγωνιστικότητα, εννοούν αποκλειστικά την ανταγωνιστικότητα των επιχειρηματικών ομίλων στον εξοντωτικό ανταγωνισμό τόσο σε επίπεδο ιμπεριαλιστικών κέντρων, όσο και σε ευρωενωσιακό πεδίο. Κι όταν αναζητούνται τρόποι για την εξασφάλισή της, τότε και πάλι αποκλειστικά σημαδεύουν στην κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής και μέτρων που οδηγούν σε ενίσχυση της θέσης του κεφαλαίου, μέσα από τη δραματική χειροτέρευση της θέσης των εργαζομένων στο σύστημα των παραγωγικών σχέσεων. Εξυπακούεται ότι, παράλληλα, ροκανίζουν ανυπολόγιστα κρατικά κονδύλια - από τους φόρους που πληρώνουν τα λαϊκά στρώματα - τα οποία εξασφαλίζουν με τη μορφή των παραγγελιών του δημοσίου, των δήθεν αναπτυξιακών κινήτρων, των απίθανων φορολογικών απαλλαγών κ.ο.κ.

Ενα απλό φυλλομέτρημα των ντοκουμέντων της ΕΕ και των εκάστοτε κυβερνώντων δεν αφήνει καμιά απολύτως αμφιβολία για την ουσία και το περιεχόμενο των μέτρων που προωθούνται στο όνομα της ανταγωνιστικότητας. Ολοφάνερα ποντάρουν στη μείωση του κόστους παραγωγής για το κεφάλαιο με διάφορους τρόπους. Η ΝΔ ήδη τον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησης έδωσε απλόχερα στους εκπροσώπους του κεφαλαίου το νέο φορολογικό και τον νέο αναπτυξιακό νόμο. Τώρα μεθοδεύονται τα άλλα μέτωπα: Η προώθηση των ρυθμίσεων που προβλέπονται και από τη Συμφωνία της Λισαβόνας για μεγαλύτερη διεύρυνση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, τα νέα αντιλαϊκά σχέδια για το σύστημα των συντάξεων και της κοινωνικής ασφάλισης, το ολοκληρωτικό ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, η πλήρης θεσμοθέτηση της ασυδοσίας στη διαμόρφωση των τιμών, η μείωση των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα κ.ο.κ.

Αυτό κι ακόμα μεγαλύτερο είναι το κόστος που καλείται να πληρώνει, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, το σύνολο των λαϊκών στρωμάτων για τη διαιώνιση της θέσης που κατέχει η πλουτοκρατία. Το πόσο θα κρατήσει αυτή η εχθρική για τα λαϊκά συμφέροντα ιστορία σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται και από το λαϊκό κίνημα, από εμάς τους ίδιους...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ