«Εκτός ΑΣΕΠ οι προσλήψεις σε ΔΕΚΟ και τράπεζες», έλεγε ο πρωτοσέλιδος τίτλος του «Τύπου της Κυριακής» και το σχετικό, αποκλειστικό ρεπορτάζ της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας σημείωνε ότι ο υπουργός Εσωτερικών επεξεργάζεται ήδη σχετική νομοθετική ρύθμιση, με την οποία - εκτός του προαναφερομένου - οι νεοδιοριζόμενοι στις πρώην ΔΕΚΟ δε θα είναι μόνιμοι, αλλά θα απασχολούνται με βάση τα κριτήρια, που ισχύουν σήμερα στον ιδιωτικό τομέα. Δηλαδή, από σχέση προσωρινής και μερικής απασχόλησης, μέχρι, το πολύ, σύμβαση αορίστου χρόνου.
Με άλλα λόγια, ο υπουργός θέλει να πετύχει μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια: Και να διαμορφώσει πολύ περισσότερο ευνοϊκές συνθήκες, για το βόλεμα «των γαλάζιων παιδιών» και να γίνει ένα σοβαρό βήμα στην αντιδραστική αλλαγή των εργασιακών σχέσεων. Κατά τ' άλλα, ο Κ. Καραμανλής και η κυβέρνηση συνολικά δίνουν καθημερινά τη μάχη υπέρ της διαφάνειας, κατά της διαπλοκής, της διαφθοράς, της ρουσφετολογίας και της αναξιοκρατίας...
Την πρόβλεψη του Κ. Καραμανλή, περί απογείωσης της Ελλάδας σε δύο χρόνια, «έπαιζαν» το Σαββατοκύριακο τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων. Κι αν αναρωτιέστε τι εννοούσε ο πρωθυπουργός, σας βεβαιώνουμε ότι η πρόβλεψή του αφορά αποκλειστικά και μόνο στα επιχειρηματικά κέρδη. Και δεν το λέμε, μόνο και μόνον επειδή την πλουτοκρατία εννοούν όταν μιλούν για Ελλάδα. Το λέμε, επίσης, γιατί στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και η συνέντευξη του Κ. Καραμανλή στην προχτεσινή «Καθημερινή», όπου εξηγεί πώς θα γίνει η απογείωση. Ολα όσα μέτρα αναφέρει, με πρώτο και κύριο τις αντεργατικές διαρθρωτικές αλλαγές (χαρακτηρίζει το έτος 2005 χρονιά των μεγάλων μεταρρυθμίσεων), οδηγούν στη μεγιστοποίηση των επιχειρηματικών κερδών και σε ακόμη χειρότερες μέρες για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Ας μην υπάρχει, επομένως, καμιά αμφιβολία ή αυταπάτη, ιδιαίτερα σε όσους εργαζόμενους ψήφισαν τη ΝΔ, προσδοκώντας καλύτερες μέρες.
ΥΓ: Οσοι ενδεχομένως αναρωτιούνται πώς θα απογειωθούν τα ήδη απογειωμένα κέρδη της πλουτοκρατίας, τους πληροφορούμε ότι η έννοια «τεράστια» δεν έχει οροφή...
Ο Ντόναλντ Τζόνστον δεν είναι όποιος κι όποιος άνθρωπος. Κατέχει τη θέση του γενικού γραμματέα του Οικονομικού Οργανισμού Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), του γνωστού ιμπεριαλιστικού οργανισμού, που έχει μέλη του όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, ανάμεσά τους και τη χώρα μας. Επομένως, ό,τι λέει ο κ. Τζόνστον έχει τη σημασία και τη βαρύτητά του. Πόσο μάλλον, όταν τα λέει σε μια επίσημη συνάντηση, όπως έγινε την περασμένη βδομάδα, που πήρε μέρος και μίλησε στην αρμόδια επιτροπή της ελληνικής Βουλής.
Η Ελλάδα, όπως και οι άλλες καπιταλιστικές χώρες, τόνισε ο κ. Τζόνστον στην τοποθέτησή του, πρέπει να πάρουν ουσιαστικά μέτρα στην κατεύθυνση της παραπέρα αύξησης του ηλικιακού ορίου συνταξιοδότησης, της μείωσης των συντάξεων και της ενίσχυσης των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιριών. Και προκειμένου, να μη μείνει η παραμικρή αμφιβολία για το τι εννοεί, ανέφερε ότι «στο Μεξικό οι άνθρωποι εργάζονται μέχρι τη στιγμή που πεθαίνουν» (!), ενώ, είχε έτοιμη τη... λύση σε όποιους κυβερνώντες δεν τολμούν να πάρουν τα προτεινόμενα αντιδραστικά μέτρα, φοβούμενοι το πολιτικό κόστος. «Οταν παίρνει κάποιος σύνταξη, να μην ψηφίζει», πρότεινε ωμά και προκλητικά ο κ. Τζόνστον..!
Θυμάστε την ταινία «Σκοτώνουν τ' άλογα όταν γεράσουν»; Προφανώς, ο γγ του ΟΟΣΑ την έχει ξεπεράσει προ πολλού...
Μια και μιλάμε, πάντως, για τον γγ του ΟΟΣΑ, διαβάσαμε στον «μικροπολιτικό» των χτεσινών «Νέων» ότι πριν φύγει ο κ. Ντ. Τζόνστον για το Παρίσι, είχε συνάντηση στη «Μεγάλη Βρετανία» με τον Γ. Παπανδρέου, τον οποίο συνόδευαν οι κυρίες Βάσω Παπανδρέου και Αννα Διαμαντοπούλου. Η συνάντηση και η σχετική συζήτηση - πάντα σύμφωνα με τις πληροφορίες του «μικροπολιτικού» - πήγε πολύ καλά. Μάλιστα, ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ έμεινε ενθουσιασμένος, που «βρήκε κάποιον ενημερωμένο περί τα διεθνή και ικανό να αντιληφθεί πως μπορεί η χώρα μας να αξιοποιήσει τη συμμετοχή της στον Οργανισμό».
Προφανώς, οι τολμηρές ιδέες και τομές, που κάθε τόσο ζητά την υλοποίησή τους ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, βρίσκονται στην ίδια κατεύθυνση με τις άκρως αντιδραστικές προτάσεις του κ. Τζόνστον...
Ξέρετε ποιος είναι ο σύγχρονος ορισμός του μισθού (αυτού ντε που παίρνουμε κάθε μήνα) κατά τον εν λόγω κύριο; «Δυσκαμψία» της αγοράς! Διότι, τι να σου κάνει και ο δυστυχής επιχειρηματίας, όταν πρέπει (κι όχι πάντα σε τακτά διαστήματα) να πληρώνει μισθούς;
Είναι δυνατόν να θεωρείται κάτι τέτοιο ως δεδομένο και να μην μπορεί να ...παρακαμφθεί, αν χρειαστεί, ή να ...προσπεραστεί σε περίπτωση που η επιχειρηματικότητα αντιμετωπίζει προβλήματα σε μια συγκεκριμένη συγκυρία.
Και, τέλος πάντων, αν παραδεχτούμε ότι πρέπει να πληρώνει κανονικά, τότε έχει σημασία τι ποσό πληρώνει. Επομένως, ποιο είναι το ύψος των μισθών και των μεροκάματων. Εννοείται ότι όσο χαμηλότερα είναι τα τελευταία, τόσο μικρότερη είναι και η ...δυσκαμψία της αγοράς.
Αυτά, για να να ...μπούμε στο νόημα του «διαλόγου» και της «ανταλλαγής προβληματισμών» που υποτίθεται ότι υφίσταται αυτό τον καιρό στη χώρα για την «αγορά εργασίας» και γενικώς τα δικαιώματα των εργαζομένων.
Προφανώς, όταν τέτοιες είναι οι απόψεις που «πέφτουν στο τραπέζι» μάλλον δεν είναι για ...πολλά λόγια η υπόθεση, αλλά για πολλά έργα και μάλιστα έργα αντίστασης. Με τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση οι «μεγάλες» συνδικαλιστικές ηγεσίες που προσφάτως ανακάλυψαν ότι είναι ...αντίθετες στο νεοφιλελευθερισμό, χωρίς φυσικά να κάνουν κάτι γι' αυτό.
ΩΣΤΕ ΠΑΚΕΤΟ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΩΝ με επιχειρηματίες προκειμένου να πραγματοποιηθούν «μεγάλες επενδύσεις» κάνει ο πρωθυπουργός. Περίεργο όμως, με τόσα μέτρα διευκόλυνσης (αφορολόγητα ποσά, βιομηχανικά πάρκα, απελευθέρωση χρηματιστηριακής αγοράς, μείωση συντελεστών) που τους έχει κάνει η κυβέρνηση. Θέλουν και παρακάλια από πάνω..;
Είναι εμφανές ότι οι εγχώριοι και ξένοι μεγαλοσχήμονες δεν ικανοποιούνται με τίποτε και δεν πρόκειται να πάψουν να ζητούν ακόμη περισσότερα. Ιδίως όταν έχουν απέναντί τους κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που δίνουν συνεχώς, παίρνοντάς τα από τον κοσμάκη.Οι τομείς, όπου θα αναπτυχθούν οι «συμπράξεις», μπορεί να ξεκινούν από τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα και να φτάνουν στη διαχείριση των εμπορευμάτων που υπάρχουν στα τελωνεία, ή να αφορούν δραστηριότητες όπως η λειτουργία των μουσείων και το κλείσιμο λογιστικών βιβλίων, ή για τη λειτουργία των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας των νοσοκομείων, όμως, σε κάθε περίπτωση, είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτικής ταυτόσημης με την «αρπαγή» και λεηλασία περιουσιακών στοιχείων, που ανήκουν στο κράτος, αλλά και υπηρεσιών που προσφέρονταν από το Δημόσιο, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες αξιώσεις του μεγάλου κεφαλαίου, με αγαστή σύμπραξη κράτους -επιχειρηματιών.