ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 10 Νοέμβρη 2005
Σελ. /40
Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει!

Τρεις ελληνικές ταινίες μέσα στην ίδια βδομάδα! Αυτό σε καμία περίπτωση δε δείχνει την όποια υγεία και την όποια δυναμική της ελληνικής κινηματογραφίας. Αντίθετα, δείχνει το απρογραμμάτιστο της υπόθεσης. Ο μέσος θεατής, αυτός στον οποίον απευθύνεται, κυρίως, η ελληνική ταινία, δε θα μπορέσει - εκ των πραγμάτων - να τις παρακολουθήσει και τις τρεις. Κάποια θα αφήσει, αναγκαστικά, έξω από τα πλάνα του! Και αυτό, δεν είναι ό,τι καλύτερο, για τον χειμαζόμενο - και αποκομμένο από τη διανομή - ελληνικό κινηματογράφο!

Η «Rakushka», της Φωτεινής Σισκοπούλου, μεταφέρει, με αξιοπρόσεχτο αισθητικά και κινηματογραφικά τρόπο, τον κόσμο του Ντοστογιέφσκι στη σημερινή Ελλάδα των μεταναστών. Η ταινία «Πριν Τη Νύχτα», του Κίμωνα Κουλμάση, κάνει μια προσπάθεια, με φορμαλιστικό τρόπο, είναι αλήθεια, να «εξηγήσει» τον κόσμο της εξουσίας. Τέλος, «Η Χορωδία Του Χαρίτωνα», του Γρηγόρη Καραντινάκη, εικονογραφεί, χωρίς μεγάλη φαντασία και με καθαρά εμπορικούς προσανατολισμούς, κάποιες (εξωτερικές) στιγμές της περιόδου της δικτατορίας.

Η «Manderlay», του Λαρς φον Τρίερ (η συνέχεια της «Dogville»), είναι η ταινία της βδομάδας! Ενδιαφέρουσα και η ταινία «Proof», του Τζον Μάντεν. Τέλος, η ταινία «Ο Εξορκιστής της Εμελι Ρόουζ» είναι του επιπέδου των εκπομπών του κ. Χαρδαβέλα!

ΛΑΡΣ ΦΟΝ ΤΡΙΕΡ
Manderlay

Γουίλιαμ Νταφόε και Μπράις Ντάλας
Γουίλιαμ Νταφόε και Μπράις Ντάλας

Χαίρεσαι να βλέπεις, και να γράφεις, για ταινίες, όπως αυτή του Λαρς φον Τρίερ! Η «Manderlay» είναι η συνέχεια της «Dogville». Είναι η συνέχεια της επίμονης αντικαπιταλιστικής και αντιαμερικανικής, κατά κάποιον τρόπο, καταγγελίας του διανοούμενου Δανού σκηνοθέτη. Ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, δεν έχει πατήσει ποτέ το πόδι του στην Αμερική!

Οσες αντιρρήσεις και να έχεις, για τη φιλοσοφική πρόταση του Λαρς φον Τρίερ, η οποία, κατά τη γνώμη μου, δεν πατάει σε γερές ιδεολογικές βάσεις και γι' αυτό είναι υπέρ του δέοντος συναισθηματική, δεν μπορείς παρά να αποκαλυφθείς στην προσπάθειά του. Γιατί είναι φανερό πως ο άνθρωπος αυτός έχει αποφασίσει να ασχοληθεί σοβαρά με την τέχνη του κινηματογράφου! Τόσο σοβαρά, μάλιστα, που ήδη έχει δημιουργήσει «σχολή», παρότι δεν έχουν περάσει παρά μόλις 22 χρόνια, από την αποφοίτησή του, από την Εθνική Σχολή Κινηματογράφου της πατρίδας του! (Η δική μας «εθνική» σχολή κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης ψάχνει ακόμα κτίριο, για να στεγαστεί - ντροπή!).

Ο Δανός σκηνοθέτης, ο οποίος είναι (δεν το κρύβει) φίλος της μπρεχτικής άποψης για την Τέχνη, της αποστασιοποίησης και της έμμεσης καταγγελίας, επιχειρεί, και τα καταφέρνει, να διδάξει πολιτική οικονομία, κοινωνιολογία και πολιτική καλύτερα, μέσα σε πολύ λίγα κινηματογραφικά τετραγωνικά μέτρα! Πράγμα πολύ δύσκολο όταν έχουμε να κάνουμε με «κινούμενη» τέχνη και όχι με το θέατρο!

Αξίζει τον κόπο να σταθούμε, για λίγο, στη γραφή. Στη φόρμα. Πάνω στο πάτωμα μιας πλατφόρμας, μιας σκηνής θεάτρου ας πούμε, έχει σχεδιαστεί με λεπτές γραμμές η Αμερική! Πάνω σε αυτές τις γραμμές κάποιες λιμουζίνες του 1930, που φεύγουν από το Σικάγο (Dogville), κατευθύνονται προς το Νότο. Ο φακός σποτάρει σε μια περιοχή της Αλαμπάμα. Την «Manderlay»!

Η παραπάνω εικόνα, ενώ δεν είναι πραγματική, είναι ιδιαίτερα πειστική! Το περιβάλλον, ο χώρος, δεν υπάρχει! Τις λιμουζίνες, ενώ είναι μινιατούρες, τις δέχεσαι σαν πραγματικές! Οπως πραγματική δέχεσαι και τη διαδρομή. Και πολύ περισσότερο την ίδια την «Manderlay». Η οποία δεν είναι πόλη. Είναι ένα σχέδιο πόλης.

Μέσα σε αυτό το σχέδιο πόλης, μέσα στις διαγραμμίσεις, μέσα σε αυτή την υπέροχη σκηνική οικονομία, μέσα σε όλα αυτά τα ελάχιστα, που με εξαιρετικά ελλειπτικό τρόπο παριστάνουν την πόλη, κινούνται οι ήρωες της ταινίας. Και κινούνται με άνεση, με έναν τρόπο φυσιολογικό, χωρίς να προδίδεται η σχηματικότητα της περίπτωσης. Αντίθετα, αυτή η φυσιολογική κίνηση των ηρώων, σε έναν σχηματικό χώρο, προσδίδει μεγαλύτερη δραματικότητα στα δρώμενα! Το άνοιγμα μιας κλειστής πόρτας που δεν υπάρχει, αν γίνεται με άψογο καλλιτεχνικά τρόπο, δεν είναι μόνον ότι πείθει το θεατή για την ύπαρξη της πόρτας και του ανοίγματος αλλά, κυρίως, είναι η κρυφή συμφωνία που δημιουργείται ανάμεσα στο δημιουργό και το θεατή, να αδιαφορήσουν, και οι δυο, για τα περιττά και να ασχοληθούν με τα ουσιώδη!

Και τα ουσιώδη, στη συγκεκριμένη περίπτωση, είναι η συμπεριφορά - και ψυχολογία - των αφεντικών και των σκλάβων στο ζήτημα της ελευθερίας! Σχεδόν 70 χρόνια μετά τη νομοθετική πράξη απελευθέρωσης των μαύρων στην Αμερική (1864) ούτε τα αφεντικά, ούτε, πολύ περισσότερο, και κυρίως, οι σκλάβοι, που μας ενδιαφέρουν, δεν είναι ικανοί να διαχειριστούν την ελευθερία! Τα χρόνια της δουλείας έχουν αφήσει τα βαριά ίχνη τους πάνω στα μυαλά και τις «ψυχές» των ανθρώπων! Ούτε οι λευκοί θέλουν, ούτε οι μαύροι μπορούν, να εφαρμοστεί στην πράξη ο, έτσι κι αλλιώς, «υποθηκευμένος» νόμος!

Ο Λαρς φον Τρίερ, λοιπόν, προσπαθεί να φωτίσει αυτές τις σκοτεινές πλευρές των πληγών της δουλείας! Και καταδείχνει τις αδυναμίες - και τις σκοπιμότητες - και των δυο εμπλεκόμενων πλευρών. Των αφεντικών και των σκλάβων! Φυσικά, σε αυτή την αντιπαράθεση ο καλός σκηνοθέτης δε στέκεται ουδέτερος. Δεν εξομοιώνει! Πρώτα καταγγέλλει τα αφεντικά, που τα θεωρεί κυρίως υπεύθυνα και αμέσως, στη συνέχεια, και τους σκλάβους, για τις δικές τους ολιγωρίες.

Θα είναι κρίμα να δει κανείς την ταινία σαν αναφορά μόνο στην περίπτωση των μαύρων. Ο Λαρς φον Τρίερ, κατά τη γνώμη μου, και εκεί είναι το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της ταινίας, μιλάει γενικά για τη σκλαβιά και τις αδυναμίες της! Μιλάει για την τακτική των αφεντικών να στερούν με κάθε τρόπο και μέσο την παιδεία για ελευθερία γενικά των εργατών. Ακόμα και όταν γίνονται κάποιες νομοθετικές ρυθμίσεις! Μιλάει και για τη σκλαβιά του εργάτη, την αλλοτρίωσή του. Και μιλάει, επίσης, και για την υπέρβαση που πρέπει να κάνουν οι εργάτες, για να ξεκολλήσουν οριστικά απ' την παλιά και τη σύγχρονη δουλεία!

Η «Manderlay», εν κατακλείδι, είναι μια πολιτική πραγματεία. Ενα εξαιρετικό δείγμα σκεπτόμενης τέχνης. Τόσο το περιεχόμενο όσο και η φόρμα αναστατώνουν. Ο θεατής, που θα αποφασίσει να δει την ταινία, θα πρέπει να ετοιμαστεί για μια κοπιαστική, όμορφη και αποδοτική, τελικά, επαφή!

Παίζουν: Μπράις Ντάλας Χάουαρντ, Ιζαάκ ντε Μπανκολέ, Γουίλεμ Νταφόε, Ντάνι Γκλόβερ, Λορίν Μπακόλ, Ζα-Μαρκ Μπαρ, Τζέρεμι Ντέιβις, Κλόε Σοβενί, κ.ά.

ΦΩΤΕΙΝΗ ΣΙΣΚΟΠΟΥΛΟΥ
Rakushka

Η Μιλάνα Γιουσούποβα
Η Μιλάνα Γιουσούποβα

Η δεύτερη σκεπτόμενη ταινία της βδομάδας! Η «Rakushka» πονάει, πληγώνει, προβληματίζει. Η ηθική της ξεκινάει από την αφετηρία της. Από τους λόγους που γυρίστηκε. Είναι φανερό πως η σκηνοθέτης δεν αντάμωσε συμπτωματικά με τον Ντοστογιέφσκι. Ούτε με τους μετανάστες. Και, ακόμα περισσότερο, με τους «ψυχισμούς» των ανθρώπων! Η ποιότητα της δουλιάς της δείχνει άνθρωπο που έψαξε, σκέφτηκε, ρισκάρισε!

Ενας άντρας φοβισμένος, κλεισμένος, θωρακισμένος καλύτερα, στον εαυτό του. Στα πόδια του πέφτει ένα μικρό σπουργίτι! Μια νεαρή μετανάστρια, που παρότι όλα γύρω της τη σπρώχνουν στην απογοήτευση, αυτή αισιοδοξεί, ελπίζει, ονειρεύεται. Τα δυο αυτά άτομα θα ανταμώσουν. Το καθένα θέλοντας να καλύψει τις δικές του ανάγκες. Που τελικά είναι ίδιες. Η τρυφερότητα, η αγάπη!

Ο συγκεκριμένος άντρας, βέβαια, δεν είναι ικανός να ανοιχτεί. Να δημιουργήσει μια ισότιμη σχέση. Επιτίθεται, για να κρύψει τις αδυναμίες του. Θέλει να έχει κοντά του τη νέα γυναίκα. Για να το κατορθώσει επιλέγει τη μόνη μέθοδο που γνωρίζει. Την πίεση, τον αυταρχισμό. Την παντρεύεται. Γίνεται μέρος της περιουσίας του. Πεδίο, για άσκηση εξουσίας.

Εκείνη, φτερό στον άνεμο, δέχεται να τον παντρευτεί. Κάνει αληθινή προσπάθεια να τον αγαπήσει. Ομως, η συμπεριφορά του την εμποδίζει. Με τον καιρό σκληραίνει. Αναλαμβάνει πρωτοβουλίες. Παίρνει το πάνω χέρι στη σχέση. Ομως, δεν είναι αυτό που ζητάει. Και έτσι, δεν είναι ευτυχισμένη. Αλλωστε, και το κοινωνικό περιβάλλον γύρω της είναι το ίδιο καταπιεστικό, το ίδιο καταθλιπτικό! Ομοιο με αυτό της τσαρικής Ρωσίας!

Η ταινία είναι ελεύθερη απόδοση της νουβέλας «Krotkaya» του Ντοστογιέφσκι. Και έχει όλα τα χαρακτηριστικά της τραγωδίας. Η σκηνοθέτης, φαίνεται ότι ταυτίστηκε με τον μεγάλο Ρώσο διανοούμενο. Υπάρχει απόλυτη συμφωνία λόγου, ιστορίας, ατμόσφαιρας. Δεν υπήρξε καμία προδοσία, υποχώρηση, προχειρότητα. Ολα λειτουργούν όπως λειτουργούσαν στο κεφάλι του Ντοστογιέφσκι. Το προσθετικό στοιχείο της Σισκοπούλου, η συνεισφορά της στην έρευνα, για τις σκοτεινές πλευρές της ανθρώπινης «ψυχής» (η έμμονη αγωνία του Ντοστογιέφσκι), είναι ο χώρος και ο χρόνος. Η απόδειξη, αν θέλετε, που προσκομίζει πως ένα πραγματικό έργο τέχνης είναι διαχρονικό και απαντάει και σε καινούρια ερωτήματα, σε καινούριες κοινωνικές και ανθρώπινες συμπεριφορές.

Η αξία της ταινίας δε σταματάει μόνο στο περιεχόμενο. Επεκτείνεται, με τις ίδιες ποιητικές προδιαγραφές, και στη φόρμα. Παρακολουθούμε μια ταινία, που καταδείχνει την πραγματικότητα, με «άρτιες καλλιτεχνικά εικόνες, προσιτές στον άνθρωπο». Τα πρόσωπα, τα ντεκόρ και οι επιλογές των χώρων, οι μισοτελειωμένες, οι «πνιγμένες» καλύτερα, μουσικές φράσεις, η φωτογραφία, τα «κλειστά» κάδρα, η έλλειψη ορίζοντα, όλα αυτά βοηθούν στην επιθυμία της ταινίας να φύγουν τα περιττά και ο θεατής να μείνει μόνος του με το πρόβλημα!

Παίζουν: Κώστας Καλοκαιρινός, Μιλάνα Γιουσούποβα, Ειρήνα Μπότκο, Δωροθέα Νικηπόρτζικ κ.ά.

ΤΖΟΝ ΜΑΝΤΕΝ
Η απόδειξη (Proof)

Γκουίνεθ Πάλτροου και Αντονι Χόπκινς
Γκουίνεθ Πάλτροου και Αντονι Χόπκινς

Η «Απόδειξη» (Proof) δεν είναι μια ταινία για τα μαθηματικά, παρ' όλο που όλη η «κουβέντα», γύρω από αυτά περιστρέφεται! Η «Απόδειξη» είναι μια ταινία, για τις αποδείξεις, γενικά. Αποδείξεις για τα προσωπικά, για τα συναισθηματικά, για τα οικογενειακά, που όλοι, σε καθημερινή βάση, καλούμαστε να προσκομίζουμε!

Το ενδιαφέρον στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι πως η ηρωίδα, παρότι είχε την «απόδειξη», αρνήθηκε να την καταθέσει όταν έπρεπε. Εκρινε πως η δική της «απόδειξη», που θα την καθιστούσε σημαντική, θα πλήγωνε κάποιον άλλον (τον πατέρα της). Θεώρησε πως το ηθικό χρέος της ήταν υψηλότερο από την «απόδειξη»! Οταν εκείνος «έφυγε», και οι λόγοι της σιωπής και της θυσίας έπαψαν να υπάρχουν, και η ηρωίδα αποφάσισε να αποκαταστήσει, επιτέλους, την αλήθεια, καταθέτοντας τη δική της «απόδειξη», κανείς, πια, δεν την πίστευε! Κανείς δεν πίστευε πως οι μαθηματικές «αποδείξεις», που κατέθετε, ήταν δικές της και όχι του γνωστού και αναγνωρισμένου μαθηματικού πατέρα της! Και, ωστόσο, η «απόδειξη», για την ίδια, ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου. Χωρίς αυτή δεν υπήρχε σαν οντότητα σαν ολοκληρωμένος και υγιής άνθρωπος, τόσο για τους άλλους όσο και, κυρίως, για τον ίδιον τον εαυτό της! Χρειαζόταν την «απόδειξη», για να βεβαιώσει, και για να βεβαιωθεί, για την ίδια την ύπαρξή της!

Η ταινία είναι κινηματογραφική μεταφορά του ομότιτλου θεατρικού έργου του Ντέιβιντ Ομουρν. Ενός θεατρικού έργου που «ψάχνει», με ψυχαναλυτικό τρόπο, τις ανθρώπινες σχέσεις. Το χρέος, την πίστη, το φόβο, τον έρωτα. Αλλά και τα όρια της λογικής και του παράλογου. Οι απαντήσεις του έργου, πάνω στα ερωτήματα που το ίδιο βάζει, φαντάζουν (σε κάποιες στιγμές είναι), μαθηματικές απαντήσεις (ακριβείς). Χωρίς ούτε στιγμή να χάνουν το συναίσθημα.

Θα πρέπει να σταθούμε στις πολύ καλές ερμηνείες, από το σύνολο σχεδόν των ηθοποιών. Αλλά και στον πολύ ενδιαφέροντα τρόπο της κινηματογράφησης. Η ταινία κινείται στην κόψη του ξυραφιού, ανάμεσα στο φανταστικό και στο πραγματικό, στο θρίλερ και στο ψυχολογικό δράμα! Δείχνει μεγάλο σεβασμό στον θεατή. Σε καμία στιγμή δεν προσπαθεί να ξεγελάσει. Είναι σοβαρή και φαίνεται να πιστεύει τους προβληματισμούς της!

Παίζουν: Γκουίνεθ Πάλτροου, Αντονι Χόπκινς, Τζέικ Γκίλενχαλ, Χόπουπ Ντέιβις.

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΡΑΝΤΙΝΑΚΗΣ
Η χορωδία του Χαρίτωνα

Τόσοι καλοί ηθοποιοί... Ανδρεοπούλου, Κολοβός, Χωραφάς, Πιατάς, Θωμαΐδης, για ποιο λόγο!
Τόσοι καλοί ηθοποιοί... Ανδρεοπούλου, Κολοβός, Χωραφάς, Πιατάς, Θωμαΐδης, για ποιο λόγο!

Η «Χορωδία» είναι μια επαγγελματική δουλιά. Επαγγελματική σε σχέση με τις τυπικές προδιαγραφές. Εχει πολλούς και καλούς ηθοποιούς, δοκιμασμένους συντελεστές, οικονομικές δυνατότητες. Εκείνο που δεν έχει, είναι η σαφήνεια και ο στόχος.

Η ταινία δεν αποφασίζει αν είναι κωμωδία ή σάτιρα. Δύο είδη που μοιάζουν, τα οποία, όμως, είναι διαφορετικά και απαιτούν διαφορετικές σεναριακές και σκηνοθετικές λύσεις. Λαμβάνοντας, δε, υπόψη ότι η ιστορία της διαδραματίζεται κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, τα παραπάνω ελαττώματα αποκτούν μεγαλύτερες διαστάσεις.

Ο «Χαρίτωνας», λοιπόν, πελαγοδρομεί ανάμεσα στα δύο διαφορετικά εκφραστικά είδη, καθυστερεί υπερβολικά να μπει στην «υπόθεση», ανακυκλώνεται αδιέξοδα και υποκύπτει στη φιλαρέσκειά του και στο ναρκισσισμό του. Ετσι όποια καλά στοιχεία υπάρχουν, και υπάρχουν αρκετά, χάνονται μέσα στην ατολμία, την ασάφεια και στην προσπάθεια να αποσπάσει το ενδιαφέρον, και το εισιτήριο, του καλόπιστου θεατή.

Παίζουν: Γιώργος Χωραφάς, Βασίλης Κολοβός, Μαρία Ναυπλιώτου, Δημήτρης Πιατάς, Ακύλας Καραζήσης, Υβόνη Μαλτέζου, Γιώργος Γιωγλερής, ο μικρός Στέφανος Καραντινάκης, κ.ά.

ΚΙΜΩΝΑΣ ΚΟΥΛΜΑΣΗΣ
Πριν τη νύχτα

Η ταινία του Κίμωνα Κουλμάση, «Πριν Τη Νύχτα», έχει όλες τις αρετές και όλα τα ελαττώματα της κοσμοπολίτικης άποψης για τα πολιτικά πράγματα αλλά και για την τέχνη. Είναι φορμαλιστική, με μια τεχνοτροπία που παραπέμπει στην περίοδο του γαλλικού «νέου κύματος», αφού τα πρόσωπα εξεγείρονται γενικά και όχι συγκεκριμένα. Την ίδια στιγμή, όμως, εκπέμπει μια πολιτική αγωνία. Ενα ενδιαφέρον για τα πράγματα! Και αυτό, στις μέρες μας, δεν πρέπει να περνάει απαρατήρητο.

Τρεις νεαρές γυναίκες, που ζουν σε τρεις διαφορετικές πόλεις της Ευρώπης, αντιδρούν με τρεις διαφορετικούς τρόπους, απέναντι στα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα της εποχής, τα οποία είναι τόσο πολλά και τόσο πολύμορφα. Η συμπεριφορά τους είναι ποιητική. Κινούνται και δρουν, με έναν υπερβατικό τρόπο, σε «υψηλότερες» από την «καθημερινότητα» επιφάνειες. Κάθε μια έχει τον δικό της μοναδικό, και αρκετά ενδιαφέροντα, χαρακτήρα.

Τους τρεις διαφορετικούς αυτούς χαρακτήρες τους ενώνει η ίδια επιθυμία. Να δώσουν απαντήσεις στα ερωτήματά τους. Η πρώτη γυναίκα καταφεύγει στη Λογοτεχνία. Από την οποία απογοητεύεται. Ο «ποιητικός» κόσμος που ονειρεύεται δεν υπάρχει. Η δεύτερη εμβαθύνει στο εσωτερικό της, προσπαθώντας από μέσα της να αντλήσει τις απαντήσεις. Και συντρίβεται. Η τρίτη θεωρεί πως η ένοπλη πάλη (αντάρτες των πόλεων) είναι η απάντηση. Και αυτή βλέπει το όνειρό της να συνθλίβεται, αφού οι κοινωνικοί αγώνες δε βρήκαν διέξοδο σε τέτοιου είδους αγώνες.

Παίζουν: Μαρία Κεχαγιόγλου, Μαρία Πρωτόπαπα, Ανι Λερόι, Σοφία Μιχαλοπούλου κ.ά.

ΣΚΟΤ ΝΤΕΡΙΚΣΟΝ
Ο εξορκιστής της Εμελι Ρόουζ

Μια πονηρή ταινία! Εμφανίζεται ότι στηρίζεται σε αληθινά γεγονότα και μας πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες! Προσπαθεί να διασπείρει αμφιβολίες, σε όσους από εμάς δεν πιστεύουμε στους εξορκισμούς και σε άλλες παρόμοιες αηδίες, και μας καλεί να αφήσουμε κάποια παράθυρο ανοιχτό! Ποτέ δεν ξέρεις!

Η αγνωστικίστρια δικηγόρος, πρωταγωνίστρια της ταινίας, πάντως, το συζητάει! Κατά τη διάρκεια της υπερασπιστικής της προσπάθειας, για να αθωώσει τον παπά - εξορκιστή, το μυαλό της διευρύνθηκε! Στο τέλος της ταινίας γέμισε με βάσιμες, πια, ...αμφιβολίες. Τελικά, γι' αυτή, τώρα πια, μπορεί να υπάρχουν δαιμόνια τα οποία μόλις δεχτούν τις λεκτικές επιθέσεις της θρησκείας και του παπά το βάζουν στα πόδια! Τρέξτε και εσείς, προς την αντίθετη, όμως, κατεύθυνση!

Κρίμα στους καλούς ηθοποιούς, στον καλό φωτογράφο και στον, επίσης καλό, μοντέρ.

Παίζουν: Λόρα Λίνεϊ, Το Γουίλκινσον, Κάμπελ Σκοτ, Τζένιφερ Καρπεντέρ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ