Το συμφέρον της εργατικής τάξης και των δημιουργών είναι το βασικό κριτήριο που προτάσσει το ΚΚΕ για πραγματική ανάπτυξη της εγχώριας κινηματογραφίας
Ενώ στις αντιδράσεις των σκηνοθετών, π.χ, υπάρχουν «νησίδες» κριτικής προσέγγισης στο ζήτημα, οι οποίες ανοίγουν, εν δυνάμει, δρόμους απεγκλωβισμού από τη συγκυρία του νομοσχεδίου, ωστόσο αυτές τελικά υπονομεύονται από την ισχυρή θέση που κατέχουν στο εποικοδόμημα οι αστικές αντιλήψεις για την «ανάπτυξη». Εδώ ακριβώς οι δημιουργοί αποδυναμώνουν περισσότερο την παρέμβασή τους, αφού τα αντικειμενικά όρια μεταξύ των συμφερόντων τους και των συμφερόντων άλλων εμπλεκομένων (όπως οι παραγωγοί) «θολώνουν» και οδηγούνται σε πατερναλισμούς του είδους «όλοι μαζί», σε απλουστεύσεις του τύπου «το νομοσχέδιο είναι του Τατούλη και όχι της κυβέρνησης» και σε ιδεολογήματα περί της μετατροπής του ελληνικού κινηματογράφου από «βιοτεχνία» σε «βιομηχανία» που στην πράξη - ανεξάρτητα από προθέσεις - εμποδίζουν την ανάδειξη των πραγματικών ζητημάτων που πρέπει να τεθούν.
Το ΚΚΕ ζήτησε την απόσυρση του νομοσχεδίου ως έχει για συγκεκριμένους λόγους που βασίζονται στις αναλύσεις του για την ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Ελλάδα, τις προγραμματικές του θέσεις για ανατροπή του συστήματος και τις προτάσεις του για το πώς μπορεί και πρέπει να γίνει αυτό. Προσέγγισε και αυτό το νομοσχέδιο από ταξική σκοπιά, προτάσσοντας το βασικό του κριτήριο: Το συμφέρον της εργατικής τάξης και των δημιουργών.
Εξειδικεύοντας αυτή την προσέγγιση, το ΚΚΕ προχώρησε σε μια πολύ σημαντική παρέμβαση στη συζήτηση για τον κινηματογράφο, διοργανώνοντας στις 13 του Φλεβάρη μια ανοιχτή σύσκεψη, με θέμα «Το σχέδιο νόμου για τον κινηματογράφο - Ποια κινηματογραφική πολιτική έχει ανάγκη ο ελληνικός λαός σήμερα» και προσκεκλημένους να ανταλλάξουν και να καταθέσουν προτάσεις και απόψεις, τους δημιουργούς.
Εισηγούμενος τη θέση του ΚΚΕ για τον κινηματογράφο, ο επικεφαλής του Πολιτιστικού Τμήματος της ΚΕ, Γεράσιμος Αραβανής, σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι με το νομοσχέδιο «περνάμε σε μια νέα περίοδο της ανάπτυξης της ελληνικής κινηματογραφίας που αντιστοιχεί στις βαθιές αναδιαρθρώσεις του συστήματος και της ολοκληρωτικής ιμπεριαλιστικής επικράτησης». Κύρια χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου είναι «η μείωση των κρατικών πόρων, η διαμόρφωση θεσμικού πλαισίου που θα προωθήσει τη διείσδυση του ξένου κεφαλαίου για την παραγωγή ταινιών στη χώρα μας, αλλά και συνολικά τον έλεγχο της αγοράς από αυτό, κυρίως το αμερικανικό». Η «βασική στόχευση» της ευρω-ενωσιακής πολιτικής για τον οπτικοακουστικό τομέα «βρίσκεται στην κατεύθυνση των ομογενοποιημένων παραγωγών που ανταποκρίνονται στην ευρωπαϊκή αγορά και τη λογική του ανταγωνισμού με την αμερικανική».
Απατώντας, ουσιαστικά, σε μέρος της κριτικής κατά του νομοσχεδίου που το θεωρεί «γραφειοκρατικό», «συγκεντρωτικό» και με έντονο «κρατισμό», ο εισηγητής σημείωσε, πως τα προβλεπόμενα στο νομοσχέδιο (δημιουργία Ανωνύμων Εταιριών κλπ.) στοχεύουν στη δημιουργία των απαραίτητων όρων για την προσέλκυση του ιδιωτικού κεφαλαίου στο χώρο του κινηματογράφου.
Αυτή είναι μια θεμελιακή διαφορά στην οπτική του θέματος: Για το ΚΚΕ υπάρχει αστικό κράτος που εκφράζει και εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Η διοικητική μορφή που προτείνει το νομοσχέδιο ευνοεί τη λειτουργία της με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, ξένα και σε απευθείας αντίθεση με τις ανάγκες των δημιουργών και του λαού. Οπως το έθεσε ο Γ. Αραβανής, το νομοσχέδιο «διαμορφώνει θεσμούς και όργανα με σκοπό να εναρμονίσει τις μορφές οργάνωσης με την πολιτική και τους στόχους που επιδιώκει. Τα ΝΠΔΔ με τη συμμετοχή στη διοίκησή τους συνδικαλιστικών φορέων και τον έλεγχο των οικονομικών και της δράσης τους με βάση τους κανόνες του δημοσίου, δεν ενδείκνυνται για την προώθηση της ιδιωτικοποίησης. Χρειάζονται όργανα και θεσμοί πολύ πιο ευέλικτα, χωρίς ελέγχους και εμπόδια (...) Υιοθετεί το νομικό πλαίσιο των ΑΕ, ώστε απρόσκοπτα και ανεξάρτητα από τη θέληση του λαού, να προχωρήσει η διαπλοκή με το ιδιωτικό κεφάλαιο και να λειτουργήσουν μόνο με τα κριτήρια του κέρδους, κριτήρια ιδιωτικοοικονομικά».
Η πραγματική αντίθεση, λοιπόν, δεν είναι «κράτος - δημιουργοί», αλλά «κράτος των πολυεθνικών - δημιουργοί και λαός». Γι' αυτό και η κριτική ότι το νομοσχέδιο αναδεικνύει ένα(!) «κράτος που χειραγωγεί, ελέγχει και περιορίζει την ελευθερία του δημιουργού» απενοχοποιεί τελικά την ίδια την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική που λέει το ίδιο ακριβώς πράγμα με λανθάνοντα στόχο το ολοκληρωτικό ξεπούλημα του πολιτισμού στο κεφάλαιο.
Για το ΚΚΕ, η απαραίτητη προϋπόθεση για να υπάρξει κινηματογράφος στην υπηρεσία του λαού είναι δημόσιοι και κοινωνικοποιημένοι φορείς, με συλλογικά όργανα όπου θα εκπροσωπούνται ουσιαστικά, τα σωματεία του κινηματογραφικού χώρου και άλλοι κοινωνικοί φορείς. Το ΚΚΕ θέτει αυτό το ζήτημα και αγωνίζεται για να γίνει συνείδηση ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων, ώστε να αποτελέσει στοιχείο της μαζικής διεκδίκησης από το λαϊκό κίνημα.
Από την πλούσια συζήτηση που ακολούθησε αναφέρουμε μερικές απόψεις που κατά τη γνώμη μας είναι χαρακτηριστικές των ιδεολογικών διεργασιών στον κινηματογραφικό χώρο. Για τον Λευτέρη Χαρωνίτη (μέλος του ΔΣ του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου) το νομοσχέδιο είναι ένα «πρόχειρο κατασκεύασμα» που εκφράζει την «άποψη μιας ομάδας ανθρώπων». Ωστόσο, «καταργεί τον κοινωνικό έλεγχο», έγινε «εν κρυπτώ» από την κινηματογραφική κοινότητα και είναι ακριβό στην εφαρμογή του. Ως προς αυτό σημείωσε ότι το σύνολο των κρατικών κονδυλίων για τον κινηματογράφο αποτελούν μόλις το κόστος μιας μέσης γαλλικής παραγωγής και τόνισε ότι υπάρχει τεράστια ανάγκη ανάπτυξη της κινηματογραφίας στο σύνολό της, από την παραγωγή και τη διανομή, μέχρι τη σοβαρή στήριξη της Ταινιοθήκης της Ελλάδος.
Για τον σκηνοθέτη Μιχάλη Παπανικολάου το νομοσχέδιο απλώς κωδικοποιεί μια παγιωμένη κατάσταση του ελληνικού κινηματογράφου από το τέλος του πολέμου μέχρι σήμερα, κυρίως σε επίπεδο αντιλήψεων του κράτους, αλλά και των δημιουργών. Ως παραδείγματα για τη σημερινή κατάσταση έφερε τις κινηματογραφικές λέσχες, στις οποίες πλέον «δεν πατά κανένας» αλλά και το γεγονός ότι κανένα ΜΜΕ δεν ασχολήθηκε με την Ερώτηση του ΚΚΕ για τον πολιτισμό. Κατά τη συζήτηση δε της Ερώτησης, οι βουλευτές του δικομματισμού είχαν «εξαφανιστεί».
Ο σκηνοθέτης Τάσος Ψαρράς απάντησε στα κυβερνητικά - και όχι μόνο - επιχειρήματα περί «προσέλκυσης» ξένων παραγωγών στην Ελλάδα. Χαρακτηριστικά ανέφερε την εκμετάλλευση της σπουδαίας κινηματογραφικής υποδομής των πρώην σοσιαλιστικών χωρών. Οι ξένες εταιρίες πήγαν πρώτα στην Ουγγαρία για παραγωγές, αλλά μετά προτίμησαν την Τσεχία που ήταν φθηνότερη. Κατόπιν «μετακόμισαν» στη Ρουμανία και τώρα στρέφονται προς τη Βουλγαρία. «Περιφερόμενη κινηματογραφική αγορά και φθηνά μεροκάματα δε δημιουργούν εθνική κινηματογραφία», σημείωσε. Αργότερα, η ηθοποιός Λένα Βουδούρη πρόσθεσε ότι «θα γίνουμε κομπάρσοι τους, στην καλύτερη περίπτωση». Ενώ, ο Αντώνης Ποντίκης (πρόεδρος του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου) και ο διευθυντής φωτογραφίας, Σταύρος Χασάπης (από την Ενωση Τεχνικών Κινηματογράφου, ΕΤΕΚΤ) υπογράμμισαν την ανάγκη «δημιουργίας» θεατών σε άλλη κατεύθυνση.
Ο παραγωγός και διανομέας Βελισάριος Κοσυβάκης θύμισε τη ρήση του Λένιν ότι ο κινηματογράφος είναι η σημαντικότερη από τις τέχνες. Συνεπώς, είναι εύλογο τι μπορεί να σημαίνει για δημιουργούς και κοινό το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή το 95% της διανομής ταινιών στην Ελλάδα ανήκει σε τρεις εταιρείες. «Αν αφήσουμε τους δημοτικούς κινηματογράφους να παίζουν αμερικανικές ταινίες, τότε πώς θα περιμένουμε να μην το κάνει μια αίθουσα; Το ιστορικό "Στούντιο" έκλεισε και έγινε ...εκκλησία! Δεν μπορεί ο δημοτικός κινηματογράφος να είναι υποκατάστημα των αμερικανικών εταιριών διανομής». Η κατάσταση αυτή μπορεί να αντιστραφεί μόνο με όρους λαϊκού κινήματος, κατέληξε.
2. Μέτρα για την ανάπτυξη της κινηματογραφικής παιδείας. Δημιουργία Πανεπιστημίου Τεχνών στο οποίο θα εντάσσεται Σχολή Κινηματογραφίας, η οποία θα παρέχει ανώτατη, δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση στους νέους κινηματογραφιστές, ενταγμένη στο πλαίσιο του ΥΠΕΠΘ. Παράλληλα, στήριξη της αισθητικής αγωγής και της καλλιτεχνικής παιδείας στο βασικό κορμό της εκπαίδευσης.
3. Να υπάρξουν σε κάθε συνοικία Πολιτιστικά Κέντρα, δημόσια ή δημοτικά, με τη συμμετοχή στα όργανα διοίκησής τους φορέων της περιοχής. Κυψέλες πολιτιστικής και πνευματικής ανάπτυξης της νεολαίας και των εργαζομένων. Στο πλαίσιο των κέντρων αυτών, δίπλα στην αίθουσα εκθέσεων εικαστικών τεχνών, δίπλα στη βιβλιοθήκη, στην αίθουσα συναυλιών, στη θεατρική σκηνή, να λειτουργούν και αίθουσες κινηματογραφικών προβολών. Ενίσχυση του δικτύου των κινηματογραφικών λεσχών και των πολιτιστικών συλλόγων που έχουν στο πεδίο της δράσης τους και τις κινηματογραφικές προβολές. Ετσι δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία ενός ισχυρού δικτύου διανομής έξω από τον έλεγχο των μονοπωλιακών συγκροτημάτων.
4. Θεσμοθέτηση φορέων που θα ενισχύουν και θα στηρίζουν την ελληνική κινηματογραφία, όπως το ΕΚΚ, η Ταινιοθήκη της Ελλάδας, η Ελλάς Φιλμ, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας, με τη μορφή δημοσίων κοινωνικοποιημένων φορέων με συλλογικές μορφές διοίκησης και χάραξης πολιτικής, στις οποίες θα εκπροσωπούνται με αποφασιστικό ρόλο οι συλλογικοί φορείς των δημιουργών, ερμηνευτών τεχνικών και όλων των άλλων συντελεστών της παραγωγής και διανομής της κινηματογραφικής ταινίας, αλλά και λαϊκοί φορείς. Χρηματοδότησή τους με πλήρη κάλυψη των εξόδων τους για το σύνολο της δραστηριότητάς τους από τον κρατικό προϋπολογισμό, με κωδικό που θα αφορά τον κάθε φορέα.
5. Η επιστροφή του φόρου να γίνεται με κριτήριο τη στήριξη των δημιουργών και των κοινωνικοποιημένων ή συλλογικών, κάτω από κοινωνικό έλεγχο, φορέων του κυκλώματος της διανομής.
6. Οι πόροι, μέσω των οποίων χρηματοδοτείται η κινηματογραφική παραγωγή, προέρχονται από το 1,5% που πρέπει να διατηρηθεί και να εισπράττεται από όλα τα κανάλια, από μέρος της επιστροφής του φόρου δημοσίων θεαμάτων και από την επιχορήγηση του κρατικού προϋπολογισμού. Το σύνολο των πόρων αυτών να διατίθεται στο ΕΚΚ, το οποίο θα έχει και την αποκλειστική ευθύνη της κατανομής τους στις ταινίες που το ίδιο θα χρηματοδοτεί.
7. Το Φεστιβάλ του Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, θα πρέπει κυρίως να αφορά στην εγχώρια παραγωγή, με διαγωνιστικό χαρακτήρα, και να αποτελεί βήμα προβολής της ελληνικής ταινίας στην ντόπια και την ξένη αγορά. Στο πλαίσιό του είναι δυνατόν να υπάρχει και ένα διεθνές (Βαλκανικό ή Μεσογειακό) φεστιβάλ. Ανάλογο χαρακτήρα θα πρέπει να αποκτήσει και το Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους της Δράμας.
8. Τέλος, πρέπει να ληφθούν μέτρα για την ενίσχυση των υπαρχόντων μικρών κινηματογραφικών αιθουσών και την ίδρυση νέων στις συνοικίες και την επαρχία.
Εφτασε όμως αυτός ο λίγος ο χρόνος να βρεθώ μέσα σε ένα τοπίο, όμοιο μ' αυτό που αγάπησε ο ποιητής και που δε θυμούμαι το όνομά του.