Αυτό ακριβώς είναι που επιχειρεί να δημιουργήσει η κυβέρνηση με το προσχέδιο που έδωσε στη δημοσιότητα για το νέο νόμο - πλαίσιο Πανεπιστημίων και ΤΕΙ (πιστή στο πόρισμα της επιτροπής του ΕΣΥΠ που είχε προηγηθεί).
Συγκεκριμένα:
Για να επιτευχθεί αυτού του τύπου η επιχειρηματική λειτουργία των ιδρυμάτων, που θα δουλεύουν ως καλοκουρντισμένες επιχειρήσεις σε άμεση σύνδεση με τον ιδιωτικό τομέα, εισάγονται και μια σειρά άλλες αντιδραστικές αλλαγές. Το κεφάλαιο έχει ανάγκη, για να λειτουργήσει έτσι η Ανώτατη Εκπαίδευση, να χτυπηθούν άμεσα συνδικαλιστικά και δημοκρατικά δικαιώματα φοιτητών, εκπαιδευτικών και εργαζομένων, ενώ βάλλεται και το ίδιο το δικαίωμα στις σπουδές για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών.
Η διατύπωση του προσχεδίου για το άσυλο είναι ότι «αναγνωρίζεται έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει για την κατοχύρωση των ακαδημαϊκών ελευθεριών και για την προστασία του δικαιώματος στη γνώση, τη μάθηση και την εργασία όλων ανεξαιρέτως των μελών των ΑΕΙ». Για παράδειγμα, αν οι φοιτητές με μια κινητοποίησή τους διακόψουν για μια μέρα τη λειτουργία μιας διοικητικής υπηρεσίας της σχολής τους, θα θεωρηθεί ότι κατέλυσαν το άσυλο! Αυτό συμβαίνει γιατί πολύ απλά, όταν το ίδρυμα λειτουργεί ως επιχείρηση, η οποιαδήποτε καθυστέρηση σε λειτουργίες του θα σημαίνει για το ίδρυμα οικονομικό «κόστος». Η αρμοδιότητα, δε, για την άρση του ασύλου από την πλευρά του ιδρύματος περνάει στο Πρυτανικό Συμβούλιο έναντι της Επιτροπής Ασύλου και της Συγκλήτου που ήταν μέχρι τώρα.
Η εκλογή των πρυτανικών θα διενεργείται από το σύνολο των πανεπιστημιακών, των φοιτητών και του λοιπού επιστημονικού και διοικητικού προσωπικού του ιδρύματος και οι ψήφοι τους θα καταμετριούνται με βάση κάποιους συντελεστές βαρύτητας. Αυτό πρακτικά σημαίνει διαμόρφωση ενός εκλεκτορικού σώματος που δεν είναι συγκεκριμένο και μετρήσιμο. Αραγε πού θα δίνουν λόγο οι πρυτανικές αρχές που θα εκλέγονται από ένα τέτοιο θολό σώμα;
Περιορίζονται τα έτη σπουδών στα ελάχιστα που απαιτούνται για τη λήψη πτυχίου προσαυξημένα κατά 50%. Δηλαδή έξι χρόνια το ανώτατο όριο για τις τετραετείς σχολές, εφτάμισι χρόνια για Πολυτεχνεία και Γεωπονικές κ.ο.κ. Σ' αυτά τα έτη μπορεί να προστεθεί ένα ακόμα αν ο φοιτητής το ζητήσει και το ίδρυμα εγκρίνει το αίτημά του. Αν κάποιος δεν καταφέρει να ολοκληρώσει τις σπουδές του σε αυτό το χρόνο διαγράφεται. Για όσους φοιτούν ήδη (ανεξάρτητα αν έχουν ξεπεράσει τα κανονικά έτη σπουδών) προστίθενται πέντε χρόνια πέραν της κανονικής διάρκειας σπουδών, μέσα στα οποία πρέπει να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. Αυτές οι ρυθμίσεις, βέβαια, δεν εξυπηρετούν τίποτε άλλο παρά την εικόνα των ιδρυμάτων που - ξαναλέμε - η κυβέρνηση θέλει να τα κάνει να λειτουργούν σαν καλοκουρντισμένες επιχειρήσεις.
Επαναλαμβάνεται ο αντιεπιστημονικός διαχωρισμός Πανεπιστημίων και ΤΕΙ (διαχωρισμός επιστήμης και τεχνολογίας) στο πλαίσιο της «ανώτατης» εκπαίδευσης, ενώ χρησιμοποιείται ο όρος «γνωστικό» αντικείμενο σπουδών αντί για «επιστημονικό» αντικείμενο. Σημειώνουμε ότι «γνωστικό» μπορεί να είναι ένα οποιοδήποτε αντικείμενο σπουδών, χωρίς να έχει σχέση με την επιστήμη.
Το προσχέδιο περιλαμβάνει ακόμη μια σειρά άλλες ρυθμίσεις για το Διδακτικό και Ερευνητικό Προσωπικό, τις ενδεχόμενες αναδιαρθρώσεις σε σχολές και Τμήματα και άλλες επιμέρους ρυθμίσεις.
Προτάσσοντας τα επιμέρους σημεία του σχεδίου που έδωσε στη δημοσιότητα η κυβέρνηση και κάνοντας την πάπια ως προς την ουσία του νόμου - πλαίσιο, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ χορεύουν στο χορό του διαλόγου.
Με δηλώσεις της, η υπεύθυνη του Τομέα Παιδείας και Πολιτισμού του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ, Μιλένα Αποστολάκη, χαρακτήρισε ένα «τίποτα» το σχέδιο νόμου, καθώς «περιέχει, ήσσονος σημασίας διοικητικού και διαχειριστικού χαρακτήρα αποσπασματικές ρυθμίσεις». Και τι να πει το ΠΑΣΟΚ για την ουσία του νόμου - πλαίσιο, που έρχεται να μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε επιχειρήσεις και να δέσει τις ανώτατες σπουδές στις επιδιώξεις και τα συμφέροντα της αγοράς και του κεφαλαίου; Αλλωστε, το ΠΑΣΟΚ έχει ήδη συμφωνήσει με αυτήν την προοπτική που ανοίγει για τη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση ο νέος νόμος - πλαίσιο. Στο πνεύμα τού «ανίκανοι» διαχειριστές, η Μ. Αποστολάκη υποστηρίζει ότι δε γίνεται, για παράδειγμα, «καμία πρόταση για τη χρηματοδότηση της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης». Τη στιγμή που το σχέδιο ανοίγει καθαρά δρόμο για ιδιωτική χρηματοδότηση των πανεπιστημίων.
Ο δε ΣΥΝ, ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση «θα έπρεπε να ξεκινήσει άμεσα ουσιαστικό διάλογο με τους εκπροσώπους των φοιτητών και την ΠΟΣΔΕΠ». Δίνοντάς της αυτή την κρίσιμη στιγμή συναίνεση στο θέμα του διαλόγου. Αναφέρει επιμέρους πλευρές του σχεδίου, χωρίς να λέει κουβέντα για την ταμπακέρα. Αλλωστε, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση του τμήματος Παιδείας, ο ΣΥΝ θεωρεί ότι η ιδιωτικοποίηση της δημόσιας εκπαίδευσης παραμένει ως προοπτική μέσω της κατάργησης του άρθρου 16. Και όχι μέσω του νόμου - πλαίσιο που μέσα απ' αυτόν η κυβέρνηση προτείνει καθαρά τη λειτουργία των πανεπιστημίων με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια...