ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Ιούλη 2006
Σελ. /32
Ο ταξικός χαρακτήρας της ανάπτυξης και ο ρόλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης {ΨΥΓΕΙΟ}

Εκτενή αποσπάσματα από επεξεργασία του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ

...Η αστική τάξη διαχειρίζεται το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος, προωθώντας τα αιολικά πάρκα και γενικότερα τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αλλά ταυτόχρονα οδηγεί σε νέα αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος για να επιδοτηθεί η ιδιωτική επένδυση στον τομέα αυτό και η πανάκριβη αγορά ηλεκτρικού ρεύματος απ' το ιδιωτικό κεφάλαιο.
...Η αστική τάξη διαχειρίζεται το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος, προωθώντας τα αιολικά πάρκα και γενικότερα τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αλλά ταυτόχρονα οδηγεί σε νέα αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος για να επιδοτηθεί η ιδιωτική επένδυση στον τομέα αυτό και η πανάκριβη αγορά ηλεκτρικού ρεύματος απ' το ιδιωτικό κεφάλαιο.
Οσο πλησιάζουμε προς το χρόνο διεξαγωγής των τοπικών εκλογών, τόσο θα αυξάνονται οι κυβερνητικές διακηρύξεις σχετικά με τους απατηλούς στόχους της «ισόρροπης ανάπτυξης, της περιφερειακής σύγκλισης, της ευημερίας όλων των πολιτών». Τόσο θα εντείνεται και η δικομματική διαμάχη με θέμα τη διαχειριστική ικανότητα εξασφάλισης επενδύσεων και απορρόφησης κονδυλίων σε κάθε περιφέρεια.

Ομως, η πραγματικότητα των νόμων της καπιταλιστικής ανάπτυξης είναι αμείλικτη. Η αστική τάξη δεν αδιαφορεί γενικά για τις λαϊκές ανάγκες, τα λαϊκά προβλήματα, αντίθετα προσπαθεί να τα διαχειριστεί προς όφελός της. Ετσι, μπορεί να ικανοποιήσει αποσπασματικά και σ' ένα βαθμό κάποια λαϊκή ανάγκη, αλλά αυτό θα γίνει σε βάρος άλλων λαϊκών δικαιωμάτων και πάντοτε με γνώμονα την κερδοφορία του κεφαλαίου, π.χ., η αστική τάξη διαχειρίζεται το ζήτημα της προστασίας του περιβάλλοντος, προωθώντας τα αιολικά πάρκα και γενικότερα τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αλλά ταυτόχρονα οδηγεί σε νέα αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος για να επιδοτηθεί η ιδιωτική επένδυση στον τομέα αυτό και η πανάκριβη αγορά ηλεκτρικού ρεύματος απ' το ιδιωτικό κεφάλαιο.

Οσον αφορά στο βασικό ζήτημα της περιφερειακής και της τοπικής ανάπτυξης στο πλαίσιο του καπιταλισμού καμιά προσπάθεια κρατικής διαχείρισης δεν μπορεί να αντιμετωπίσει με επιτυχία την αναρχία της κοινωνικής παραγωγής, τις δυσαναλογίες στην ανάπτυξη περιοχών και κλάδων, τον καπιταλιστικό κύκλο της κρίσης. Το κεφάλαιο αξιολογεί την καταλληλότητα των περιοχών που θα επενδύσει με γνώμονα τη μέγιστη κερδοφορία του. Μάλιστα, η «απελευθέρωση» τομέων στρατηγικής σημασίας απ' την κρατική προστασία διευκολύνει την άναρχη δράση του.

Η ανισόμετρη ανάπτυξη είναι σύμφυτη με τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και δεν περιορίζεται στο γεωγραφικό επίπεδο. Τη συναντάμε μέσα στην κάθε πόλη, μέσα σε κάθε κλάδο της οικονομίας, μεταξύ κλάδων, μεταξύ κρατών, μεταξύ περιοχών. Στο πλαίσιο του καπιταλισμού σε κάθε περιοχή, κάθε χώρα, κάθε κλάδο ανταγωνίζονται επιχειρήσεις με άνισο επίπεδο παραγωγικότητας που οδηγούν στην ανισόμετρη ανάπτυξη. Στο στάδιο του ιμπεριαλισμού ο ανταγωνισμός των μονοπωλιακών ομίλων οξύνεται και δυναμώνει ο ανισόμετρος χαρακτήρας της ανάπτυξης.

Γι' αυτό και αποτελεί ματαιοπονία και αυταπάτη η προσπάθεια κατάργησης των περιφερειακών ανισοτήτων και ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών σε τοπικό επίπεδο, χωρίς σύγκρουση με τη γενική στρατηγική της αστικής τάξης.

Για παράδειγμα, η περιοχή της Ανατ. Μακεδονίας - Θράκης, που δοκιμάζεται απ' το κλείσιμο μονάδων μεταποιητικής βιομηχανίας, ιδιαίτερα του κλάδου της ένδυσης. Αυτό είναι τοπικό πρόβλημα; Δε συνδέεται άμεσα με την έκθεση συγκεκριμένων κλάδων της μεταποίησης στις νέες συνθήκες καπιταλιστικού ανταγωνισμού στην ευρωενωσιακή αγορά αλλά και με την πορεία των εισαγωγών στην ΕΕ και στην Ελλάδα; Δε συνδέεται με την εξαγωγή κεφαλαίου στα Βαλκάνια; Η αντιμετώπισή του είναι θέμα της διαχειριστικής ικανότητας κάθε δημάρχου ή νομάρχη;

Επίσης, είναι αποκαλυπτική η ιστορική πείρα. Ποια ήταν τα αποτελέσματα στη μείωση των περιφερειακών ανισοτήτων που έφεραν τάχα τα ΜΟΠ, το Α΄ και Β΄ ΚΠΣ, το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Βιομηχανίας και τα περιβόητα γραφεία Βιομηχανικής Αλλαγής που διαφήμιζε το ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του '90 στο Λαύριο, στην Αχαΐα, στη Θήβα; Η συγκριτική θέση αυτών των περιοχών επιδεινώθηκε, η ανεργία εκτινάχτηκε στα ύψη και πολλές μονάδες μεταποιητικών κλάδων έκλεισαν.

Οι στρατηγικές επιλογές σε τοπικό επίπεδο

Το αστικό κράτος και η Τοπική Αυτοδιοίκηση (ΤΑ) ως θεσμός αποτελούν ενιαία δομή εξουσίας. Το σύγχρονο αστικό κράτος προσπαθεί να βελτιώσει τους όρους κερδοφορίας και ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου, γι' αυτό και δίνει έμφαση στην επιτελική του δραστηριότητα. Η ΤΑ αποτελεί βασικό μοχλό για το πέρασμα των στρατηγικών του επιλογών σε τοπικό επίπεδο. Η δομή, οι κατευθύνσεις και η δράση της ΤΑ προσαρμόζονται υποχρεωτικά σ' αυτό το σκοπό.

Για παράδειγμα, η κεντρική επιλογή προώθησης των συμπράξεων δημόσιου - ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) αποτελεί βασικό κριτήριο για την επιλογή έργων της ΤΑ στο Πρόγραμμα «Θησέας» (για τη χρηματοδότηση δημοτικών έργων και υπηρεσιών) και βασικό στοιχείο του νέου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.

Επομένως, το βασικό ζήτημα είναι η στάση που παίρνει κάθε πολιτική δύναμη και τοπική παράταξη απέναντι στις κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) και της αστικής τάξης.

Οι κατευθύνσεις αυτές αποτυπώνονται γενικά στο σχέδιο αναδιαρθρώσεων της στρατηγικής της Λισαβόνας. Πρόκειται για ένα συνεκτικό πλαίσιο αντιλαϊκών μέτρων με συνδυασμένες στοχεύσεις:

Την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, την επιτάχυνση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, τη νομιμοποίηση της ταξικής συνεργασίας στη συνείδηση των εργαζομένων.

Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο η αστική τάξη της Ελλάδας διαμορφώνει τις δικές της προτεραιότητες με βάση τα ιδιαίτερα συμφέροντά της. Προσπαθεί να αντιμετωπίσει ένα σύνολο προβλημάτων που επιδρούν αρνητικά στην ανταγωνιστική της θέση.

Η κυβέρνηση με το «Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων» προσπαθεί να ανταποκριθεί σ' αυτές τις ανάγκες της αστικής τάξης.

Ορισμένα βασικά μέτρα της κυβερνητικής προσπάθειας και οι συνέπειές τους είναι:

Ο φορολογικός νόμος, που προβλέπει μείωση του συντελεστή φορολογικών κερδών από 35% το 2004, σε 25% το 2007.

Ο αναπτυξιακός νόμος, που περιορίζει σε αρκετούς νομούς την ίδια τη συμμετοχή του ιδιώτη επενδυτή στο 25% του προϋπολογισμού της συνολικής επένδυσης. Δεν είναι τυχαίο ότι μέσα σε 15 μήνες από την έναρξη ισχύος του νόμου υποβλήθηκαν επενδυτικά σχέδια ύψους 3,2 δισ. ευρώ, με αιτούμενη επιχορήγηση 1,4 δισ. ευρώ.

Μήπως όμως βοηθά αυτή η γενναία κρατική και κοινοτική χρηματοδότηση προς το μεγάλο κεφάλαιο, ανάλογα και την εργατική τάξη;

Το πρώτο τρίμηνο του 2006 υποβλήθηκαν για κρατική χρηματοδότηση επενδυτικές προτάσεις ύψους περίπου 200 εκατ. ευρώ, που προβλέπουν 300 όλες και όλες θέσεις εργασίας.

Προνόμια στο κεφάλαιο

Γενικότερα η κυβέρνηση δίνει όλο και μεγαλύτερα προνόμια στο κεφάλαιο στο όνομα της καταπολέμησης της ανεργίας (π.χ., με την κρατική επιδότηση θέσεων εργασίας από τον ΟΑΕΔ). Την ίδια στιγμή μοιράζει μια θέση πλήρους εργασίας στα δύο, δηλαδή μοιράζει την ανεργία με τη μορφή της μερικής απασχόλησης. Επιβάλλει τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, αυξάνοντας στην πράξη τον εργάσιμο χρόνο όσων ήδη δουλεύουν!

Το επόμενο διάστημα ο εφεδρικός στρατός των ανέργων θα αυξηθεί και θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη συμπίεση την τιμή της εργατικής δύναμης.

Παράλληλα, η ακρίβεια, ο συνδυασμός του παγώματος των αυξήσεων στους πραγματικούς μισθούς με τη θεαματική άνοδο των τιμών, ροκανίζει το λαϊκό εισόδημα.

Βασική πλευρά της κυβερνητικής πολιτικής είναι και η αναδιάρθρωση του τομέα κατασκευών με στόχο την επιτάχυνση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου και τη διαμόρφωση όρων υψηλής κερδοφορίας για τους τραπεζικούς ομίλους.

Η κυβέρνηση προωθεί αυτό το στόχο με σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων (π.χ., για το σύστημα ανάθεσης έργων, για την εκπόνηση μελετών) και με την κατάλληλη αξιοποίηση της κρατικής χρηματοδότησης (αργοπορία στην πληρωμή έργων που έχουν εκτελεστεί, διανομή μερίδας του λέοντος στους 5 ισχυρούς μονοπωλιακούς ομίλους, κλπ.).

Οι εργαζόμενοι του κλάδου είναι οι μεγάλοι χαμένοι αυτής της πορείας. Η εντατικοποίηση της εργασίας, η αύξηση των θανατηφόρων ατυχημάτων, η επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων και οι χιλιάδες απολύσεις ήταν τα χαρακτηριστικά του προηγούμενου διαστήματος.

Την ίδια στιγμή οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικρές επιχειρήσεις βιώνουν όλο και πιο έντονα την υποδούλωση στο τραπεζικό κεφάλαιο, μέσα απ' τον αγώνα δρόμου για εξασφάλιση εγγυητικών επιστολών.

Η ανάλογη διαδικασία δεν αφορά μόνο στις κατασκευές. Αντίστοιχη είναι η τάση στον τουρισμό, στο εμπόριο, στο σύνολο της οικονομίας.

Παράλληλα, η κυβέρνηση προωθεί τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), με τις οποίες ο εργαζόμενος πληρώνει διπλά και τριπλά αυτά τα έργα, ως φορολογούμενος (π.χ., κρατική συμμετοχή, εγγύηση δανείων) και ως χρήστης (π.χ., διόδια), διασφαλίζοντας εκ των προτέρων την κερδοφορία του ιδιώτη επενδυτή στα συγκεκριμένα έργα. Η πείρα των μεγάλων συγχρηματοδοτούμενων έργων, που ήδη υλοποιήθηκαν, έδειξε την αύξηση του κόστους τους, που το πλήρωσαν και θα το πληρώνουν για πολλά χρόνια ακόμα οι εργαζόμενοι.

Ακόμα και ο κρατικός έλεγχος για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας παρεμποδίζεται στα συγχρηματοδοτούμενα έργα για να διασφαλιστούν τα συμφέροντα του ιδιωτικού κεφαλαίου (π.χ., καταγγελία επιτροπής εμπειρογνωμόνων για την υπόθεση της γέφυρας Ρίου - Αντιρρίου).

Το «νέο αναπτυξιακό πρότυπο» που προπαγανδίζει η κυβέρνηση προβάλλει ως μονόδρομος για τη χρηματοδότηση της ΤΑ, την αφαίμαξη του λαϊκού εισοδήματος προς όφελος του μονοπωλιακού κεφαλαίου μέσα απ' την προώθηση των συμπράξεων (ΣΔΙΤ), τη φορολογική αποκέντρωση και την ανάλογη αξιοποίηση των Γ΄ και Δ΄ ΚΠΣ σε τοπικό επίπεδο.

Οι συγκεκριμένες κατευθύνσεις επιβάλλονται με δεσμευτικό τρόπο μέσα απ' το πλαίσιο λειτουργίας των ΟΤΑ, το Πρόγραμμα «Θησέας», που αντικατέστησε το προηγούμενο ανάλογο πρόγραμμα ΕΠΤΑ, και τώρα το νέο Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων. Ο Προϋπολογισμός του Προγράμματος «Θησέας» για την περίοδο 2005-2009 φτάνει τα 3,5 δισ. ευρώ. Σ' αυτό προστέθηκαν προτάσεις ιδιωτικών ομίλων προϋπολογισμού 1,1 δισ. ευρώ για την υλοποίηση ΣΔΙΤ, οι οποίες έχουν εγκριθεί απ' το υπουργείο Εσωτερικών. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ένα μέρος της χρηματοδότησης αφορά σε μελέτες διασφάλισης της «επωφελούς συνεργασίας» της ΤΑ στις συμπράξεις!

Ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ

Το ΠΑΣΟΚ υπηρετεί και προωθεί πολύπλευρα τη στρατηγική της αστικής τάξης, προβάλλοντας μια πλαστή διαχωριστική γραμμή με την κυβερνητική πολιτική.

Ισχυρίζεται, όπως και η ΝΔ, ότι ο συγκεκριμένος στόχος μπορεί να υλοποιηθεί στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισαβόνας. Συνοπτικά τα βασικά σημεία της προσπάθειας διαφοροποίησης της διαχειριστικής πρότασης του ΠΑΣΟΚ, σε σχέση με την κυβέρνηση, είναι:

Η «ριζική αποκέντρωση», το «ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχέδιο», που θα αξιοποιήσει τα «συγκριτικά πλεονεκτήματα» κάθε περιοχής και η μεγαλύτερη «διαχειριστική ικανότητά του».

Γενικότερα το ΠΑΣΟΚ συσκοτίζει συνειδητά το ζήτημα του ταξικού χαρακτήρα της αναπτυξιακής πολιτικής, μεταθέτοντας την αντιπαράθεση στη διαχειριστική ικανότητα κάθε κυβέρνησης και στις οργανωτικές προϋποθέσεις της. Σε γενικές γραμμές το σύνολο των θεμάτων που αναδεικνύει σχετικά με τη μεταφορά αρμοδιοτήτων από το κράτος στην ΤΑ, την ανάγκη αναβάθμισης των υποδομών (π.χ., ευρωζωνικές υποδομές) συγκαλύπτει το πραγματικό πολιτικό πρόβλημα: Ποιος αποφασίζει και με γνώμονα ποια ταξικά συμφέροντα; Εμφανίζει δηλαδή σαν οργανωτικό, τεχνοκρατικό και διαχειριστικό το πολιτικό πρόβλημα της χώρας.

Συγκεκριμένα, μπορούμε να ξεχωρίσουμε τρεις βασικές πλευρές της συμβολής του ΠΑΣΟΚ στην προώθηση της στρατηγικής της αστικής τάξης:

1. Την αποτελεσματική διασφάλιση των όρων συγκέντρωσης και κερδοφορίας του κεφαλαίου σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, υψώνοντας το λάβαρο της «αποκέντρωσης».

Για παράδειγμα, είναι χαρακτηριστικοί οι άξονες που προτείνει για τη συμβολή του κράτους και της ΤΑ για την ανασυγκρότηση των φθινουσών περιοχών:

Το κράτος καλείται να παρέχει πρόσθετα επενδυτικά κίνητρα στους μονοπωλιακούς ομίλους και να αυξήσει τις συμπράξεις με το ιδιωτικό κεφάλαιο.

Η ΤΑ καλείται να διευκολύνει την ιδιωτική επιχειρηματική δράση στην προβληματική περιοχή με ελαστικότερη αντιμετώπιση στα θέματα χρήσης γης και περιβαλλοντικών όρων.

Τις ίδιες θέσεις έχει ουσιαστικά υιοθετήσει το ΠΑΣΟΚ με την έγκριση του νέου Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και του Προγράμματος «Θησέας».

Ταυτόχρονα, φορείς της ΤΑ (π.χ., ΔΣ ΚΕΔΚΕ) με την ενεργό συμμετοχή του ΠΑΣΟΚ εμφανίζονται ήδη χειροκροτητές της συνταγματικής αναθεώρησης που προβλέπει φορολογική εξουσία των δήμων, δηλαδή επιβολή νέων φόρων στο όνομα της αποκέντρωσης.

2. Τη συγκάλυψη του πραγματικού αντιπάλου, που είναι το κίνητρο του καπιταλιστικού κέρδους, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού των μονοπωλίων.

Το κεφάλαιο αξιολογεί την καταλληλότητα κάθε περιοχής για επένδυση με γνώμονα τη μέγιστη κερδοφορία του. Ομως, ο ανταγωνισμός των περιφερειών αλλά και των κρατών στις νέες ανάγκες του κεφαλαίου, οδηγεί σε όλο και μεγαλύτερη συρρίκνωση των λαϊκών δικαιωμάτων, ματαιώνει την ικανοποίηση των αναγκών των εργαζομένων σύμφωνα με τις νέες δυνατότητες της κοινωνικής παραγωγής και είναι αδιέξοδος για τα λαϊκά συμφέροντα.

Η πρόταση της εκπροσώπου του ΠΑΣΟΚ κ. Διαμαντοπούλου, σε συνέδριο της ΚΕΔΚΕ για την ανάπτυξη της Κατερίνης, είναι ενδεικτική της αντίληψης του ΠΑΣΟΚ για τα «συγκριτικά πλεονεκτήματα». Πρότεινε, με βάση τη μυθολογία των δώδεκα θεών του Ολύμπου, να δημιουργήσουμε στην Κατερίνη τη δική μας «Ντίσνεϊλαντ» και να προβούμε σε προκήρυξη για την εύρεση διεθνών κεφαλαίων. Παράλληλα, να αλλάξουμε την κουλτούρα και την εκπαίδευση των κατοίκων, ώστε ο αγρότης που παράγει κεράσια και η εργάτρια του φασόν να ενσωματωθούν σ' αυτό το σχέδιο.

Οι αγρότες και οι εργάτες της Κατερίνης μπορούν λοιπόν να εγκαταλείψουν τους διεκδικητικούς τους αγώνες και να αναζητήσουν ελπίδα στην έξυπνη ιδέα της «νέας Ντίσνεϊλαντ», δηλαδή στη στήριξη της περιοχής στην τουριστική δραστηριότητα, αδιαφορώντας για το μέλλον του αγροτικού και του βιομηχανικού τομέα.

Μια ματιά στην πορεία των Νομών Χανίων και Ηρακλείου τα τελευταία χρόνια είναι αρκετά διδακτική για όσους αναζητούν λύσεις σ' αυτή την κατεύθυνση.

Αντίστοιχα απατηλή είναι και η προβολή της δήθεν προοδευτικής πρότασης για αύξηση της ανταγωνιστικότητας με την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, τη σύγχρονη οργάνωση και αναβάθμιση της εκπαίδευσης των εργαζομένων, η οποία βρίσκεται τάχα στον αντίποδα της συντηρητικής πρότασης της εντατικοποίησης της εργασίας και της συμπίεσης της τιμής της εργατικής δύναμης.

Στην πραγματικότητα οι δυο προτάσεις είναι συμπληρωματικές και οδηγούν στην αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.

3. Την καλλιέργεια κλίματος ταξικής συνεργασίας σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.

Το ΠΑΣΟΚ καλεί τους εργαζόμενους να συμβάλουν ενεργητικά στη διαμόρφωση Τοπικών Συμφώνων Ανάπτυξης. Τα Εργατικά Κέντρα και τα Επαγγελματικά Επιμελητήρια καλούνται να κατευνάσουν την απαιτητικότητα των εργαζομένων, να διασφαλίσουν την περιβόητη «εργασιακή ομαλότητα», ώστε να διευκολυνθεί η προσέλευση του «σωτήρα» ιδιώτη επενδυτή ή να αποτραπεί η μετεγκατάσταση της επιχείρησης σ' άλλη περιοχή ή άλλη χώρα.

Γενικότερα, η συνεχής προβολή των υποτιθέμενων κοινών στόχων εργοδοτών - εργαζομένων αποτελεί κεντρική επιλογή του ΠΑΣΟΚ (π.χ., ο χαιρετισμός ως θετικής πρωτοβουλίας της Χάρτας Δικαιωμάτων και Υποχρεώσεων που πρότεινε ο ΣΕΒ το 2005).

Η καλλιέργεια αυταπάτης από τον ΣΥΝ

Ο ρόλος του ΣΥΝ είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος γιατί καλλιεργεί την αυταπάτη ότι μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη και ιδιαίτερα τοπική ανάπτυξη σε όφελος του λαού, χωρίς σύγκρουση με τη στρατηγική της ΕΕ και με τα κόμματα της αστικής διακυβέρνησης. Μάλιστα, στις ανακοινώσεις του θέτει ως στόχο «μια πολιτική συμφωνία που θα κατοχυρώνει τη σύγκλιση με την ευρωπαϊκή και θεσμική πραγματικότητα», δηλαδή με το θεσμικό πλαίσιο που συμβάλλει στην υλοποίηση της Στρατηγικής της Λισαβόνας.

Ο ΣΥΝ συσκοτίζει τον πραγματικό αντίπαλο μεταθέτοντας την ευθύνη για τη διεύρυνση των ανισοτήτων σε ταξικό και περιφερειακό επίπεδο από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, στη νεοφιλελεύθερη πολιτική και στις λανθασμένες επιλογές του άκαμπτου, συγκεντρωτικού κράτους.

Επικρίνει τη ΝΔ για έλλειψη αναπτυξιακού σχεδίου σε αντιπαράθεση με το δικό του «νέο μοντέλο ανάπτυξης», το οποίο αναπαράγει τη φιλολογία περί νέων εξειδικεύσεων και συγκριτικών πλεονεκτημάτων.

Καλλιεργεί την αυταπάτη ότι μπορεί να υπάρξει συνύπαρξη των δημόσιων επιχειρήσεων με τον ιδιωτικό τομέα που να ανταποκρίνεται ταυτόχρονα και στις ανάγκες του κεφαλαίου και στις ανάγκες των εργαζομένων. Το «νέο μοντέλο ανάπτυξης» που προτείνει, οδηγεί σε δημόσιες επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν τη λαϊκή κατανάλωση με κριτήριο το καπιταλιστικό κέρδος, σύμφωνα με τους νόμους της απελευθερωμένης αγοράς. Διευκολύνει επίσης την επέκταση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας με κρατική στήριξη.

Αυτοπροσδιορίζεται στην ΤΑ σαν «αριστερή σφήνα απέναντι στο ΠΑΣΟΚ και στη ΝΔ», ενώ την ίδια στιγμή στηρίζει όλες τις βασικές επιλογές τους στο όνομα της περιβόητης «αποκέντρωσης» (αποκέντρωση φορολογίας και αυξήσεις δημοτικών φόρων, τοπικά συμβόλαια ανάπτυξης - απασχόλησης, αποδοχή των ΣΔΙΤ, Πρόγραμμα «Θησέας», Νέος Κώδικας, κλπ.).

Διανθίζει τη συμφωνία του αυτή με αποπροσανατολιστικούς στόχους (π.χ., μείωση του εύρους εφαρμογής των ΣΔΙΤ, αντίθεση στην αύξηση των διοδίων) και με οργανωτικές προτάσεις που συγκαλύπτουν τον πολιτικό χαρακτήρα του θέματος (π.χ., αποσαφήνιση αρμοδιοτήτων, αναβάθμιση γνώσεων στελεχών ΤΑ, αιρετότητα των περιφερειακών οργάνων). Πρόκειται για προτάσεις που εστιάζουν στα όργανα που παίρνουν τις αποφάσεις και στην αποτελεσματικότητά τους, θεωρώντας ουσιαστικά δεδομένη την κατεύθυνση των αποφάσεων.

Τέλος, ο ΣΥΝ αποτελεί το σημαιοφόρο της πλαστής διάκρισης γενικών και τοπικών προβλημάτων και της πρόταξης του λεγόμενου αυτοδιοικητικού κριτηρίου αντιπαραθετικά στην πολιτική διαπάλη σχετικά με τη συνολική διέξοδο.

Η θέση του ΚΚΕ

Το στοίχημα της μάχης των τοπικών εκλογών είναι να αλλάξει ο συσχετισμός, να ανοίξει ο δρόμος προς την ελπιδοφόρα διέξοδο μιας οικονομίας απαλλαγμένης από τις ανάγκες του καπιταλιστικού κέρδους, της λαϊκής οικονομίας. Μόνο σ' αυτό το πλαίσιο της κοινωνικής κρατικής ιδιοκτησίας μπορεί ο κεντρικός σχεδιασμός να υπηρετήσει το σύνολο των λαϊκών αναγκών, αξιοποιώντας:

-- Την κατανομή της κρατικής χρηματοδότησης και την ορθολογική οργάνωση της ειδικευμένης εργασίας.

-- Τους ενιαίους αποκλειστικά κρατικούς φορείς σε τομείς στρατηγικής σημασίας (π.χ., ενέργεια) και τη συντονισμένη δράση τους.

-- Την ερευνητική δραστηριότητα για τη διάγνωση και αντιμετώπιση των νέων αναγκών.

-- Το λαϊκό έλεγχο και την ενεργοποίηση των λαϊκών θεσμών, όπως η ΤΑ.

Ας πάρουμε, για παράδειγμα, το ζήτημα των δημόσιων έργων και υποδομών. Πώς θα διασφαλιστεί η συνδυασμένη ικανοποίηση της ασφάλειας των χρηστών των έργων και των κατοίκων, της προστασίας του περιβάλλοντος, της αναβάθμισης της ποιότητας και της ταχύτητας κατασκευής των έργων, της κατοχύρωσης της δωρεάν χρήσης τους, της θωράκισης της πλήρους, σταθερής εργασίας χωρίς εκμετάλλευση; Πώς θα διασφαλιστεί ότι το δημόσιο έργο θα αποτελεί κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα;

Μόνο ο ενιαίος κρατικός φορέας κατασκευών, ο οποίος θα κατέχει τα μέσα παραγωγής και θα καλύπτει το σύνολο των φάσεων κατασκευής των δημόσιων έργων, στο πλαίσιο της λαϊκής οικονομίας, μπορεί να διασφαλίσει αυτές τις απαιτήσεις. Ο συγκεκριμένος φορέας θα σχεδιάσει την κατανομή της χρηματοδότησης, θα αναλάβει την ιεραρχημένη κατασκευή, την αναγκαία ερευνητική δραστηριότητα, την ουσιαστική επίβλεψη των έργων. Θα διασφαλίσει την αρμονική συνεργασία με τους αντίστοιχους κρατικούς φορείς της παραγωγής δομικών υλικών, των μεταφορών, της ενέργειας.

Εστιάζοντας στα ζητήματα της τοπικής και περιφερειακής ανάπτυξης αναδείχνονται ζητήματα όπως:

-- Το ζήτημα των δημόσιων έργων και υποδομών. Ποια έργα πρέπει να γίνουν, με ποιες προτεραιότητες, από ποιον, πόσο θα επιβαρυνθεί ο λαός και γιατί, πώς θα προστατευτεί το περιβάλλον, κλπ.

Δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η έλλειψη κρατικής χρηματοδότησης για την εκτροπή του Αχελώου και η επιβολή των διοδίων στα έργα που έγιναν με συμπράξεις, π.χ., Αττική Οδός.

-- Η πάλη ενάντια στην «απελευθέρωση» τομέων στρατηγικής σημασίας που διευκολύνει την άναρχη επενδυτική δράση των ιδιωτικών μονοπωλιακών ομίλων και των τραπεζών και οξύνει το πρόβλημα των περιφερειακών ανισοτήτων (π.χ., προβλήματα μεταφορών και ενέργειας σε ακριτικές και νησιωτικές περιοχές).

-- Η πάλη για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας και υγείας, του περιβάλλοντος και της οριοθέτησης της χρήσης γης σ' αυτή την κατεύθυνση (π.χ., το ζήτημα του κρατικού ελέγχου για τη διανομή φυσικού αερίου στις πόλεις, τα εμπόδια απ' την ιδιωτική κοινοπραξία στον κρατικό έλεγχο της ασφάλειας της γέφυρας Ρίου - Αντιρρίου, κλπ.).

Οι τοπικές εκλογές αποτελούν σημαντική πλευρά αυτής της σύνθετης μάχης και ευκαιρία να ξεκινήσει η προσπάθεια διαμόρφωσης ενός αγωνιστικού πόλου στην ΤΑ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ