Θετική είναι φαινομενικά η αντίδραση της Εθνικής Τράπεζας, που έσπευσε να επικοινωνήσει με την εφημερίδα μας, με αφορμή το σχόλιο που δημοσίευσε ο «Ρ» στο φύλλο του δεκαπενταύγουστου, για τα χαράτσια που βάζει η ΕΤΕ ακόμα και σε πελάτες της που έχουν ανοίξει λογαριασμούς καταθέσεων αποκλειστικά για να πληρώνονται οι τοκοχρεολυτικές δόσεις δανείων που έχει χορηγήσει η ίδια η ΕΤΕ. Το χαράτσι μπαίνει με τη μορφή του ...«λειτουργικού κόστους» και βεβαίως δεν είναι το μοναδικό. Παρόμοια ...τέλη πληρώνουν και όσοι συναλλάσσονται συχνότερα από άλλους στα γκισέ των τραπεζών, όσοι έχουν μικρό υπόλοιπο καταθέσεων, όσοι καταθέσουν χρήματα σε λογαριασμούς τρίτων, όσοι πληρώνουν μέσω τράπεζας το ενοίκιο του σπιτιού τους, όσοι διαθέτουν λογαριασμό για να κατατίθεται ο μισθός τους και πάει λέγοντας...
Η ευγενέστατη εκπρόσωπος της Τράπεζας, μας εξήγησε το ενδιαφέρον της διοίκησης για την περίπτωση και ζητώντας μας τα στοιχεία του πελάτη που έκανε τη σχετική καταγγελία, άφησε να εννοηθεί ότι το θέμα ...θα ρυθμιστεί.
Το ζήτημα όμως - όπως καταλαβαίνει ο καθένας, εκτός, ενδεχόμενα, από τη διοίκηση της Τράπεζας - σε καμιά περίπτωση δεν είναι προσωπικό. Το θέμα είναι αν η ΕΤΕ επιβάλλει ή όχι αυτού του είδους τα χαράτσια, ανεξάρτητα από τα προσχήματα που κάθε φορά επικαλείται. Και εάν πράγματι αναγνωρίζει ότι υπάρχει ζήτημα, τότε η λύση δε δίνεται, ακυρώνοντας την επιβάρυνση κάποιου πελάτη, επειδή διαμαρτυρήθηκε, αλλά καταργώντας αυτή τη ληστεία για το σύνολο των πελατών της. Γιατί, αν το καλοσκεφτούμε το 1, τα 2 ή και τα 3 ευρώ που «τσεπώνει» για εκατομμύρια συναλλαγές που γίνονται το χρόνο, στην πραγματικότητα είναι μια απίστευτη λεηλασία σε βάρος όσων αναγκάζονται να έχουν παρτίδες τόσο με την Εθνική, όσο και με τις άλλες εμπορικές τράπεζες.
Ετσι λοιπόν, από δημόσιες σχέσεις και επικοινωνιακούς χειρισμούς η Εθνική μπορεί να σκίζει, αλλά από ουσία και αποτέλεσμα ...μηδέν εις το πηλίκον.
Κι ενώ η κατάσταση που διαμορφώνεται στους χώρους δουλιάς εγκυμονεί κινδύνους για την υγεία των εργαζομένων, οι πλειοψηφίες των συνδικαλιστικών ηγεσιών, απολαμβάνοντας την καλοκαιρινή «ραστώνη», δεν παρεμβαίνουν υπέρ των εργασιακών δικαιωμάτων, αφήνοντας τους εργαζόμενους να «βράζουν στο ζουμί τους», για να μην πληγεί η εργοδοτική κερδοσκοπία. Την υπόθεση, λοιπόν, της διεκδίκησης μέτρων προστασίας και ανακούφισης από το νέο κύμα καύσωνα, πρέπει να πάρουν στα χέρια τους οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, μέσα από τα σωματεία τους και τις επιχειρησιακές επιτροπές τους...
Μετά από αυτό, κανείς εργοδότης δεν υπάρχει περίπτωση να μην έχει σχέδιο υγιεινής και ασφάλειας για την επιχείρησή του, ουδείς θα δουλέψει υπερωρίες και θα δοθεί ιδιαίτερη σημασία στους εργαζόμενους με προβλήματα υγείας.
Αλλωστε, οι ...δεκάδες χιλιάδες επιθεωρητές εργασίας που διαθέτει η ευνομούμενη πολιτεία μας θα ελέγξουν εξονυχιστικά κάθε επιχείρηση - ιδίως τις μεγάλες - και ο κάθε παραβάτης θα πληρώσει άμεσα και ακριβά.
Κι όποιος πει ότι δεν έχουν έτσι τα πράγματα, είναι προφανές ότι δεν κατανοεί πως το υπουργείο Εργασίας είναι «στο πλευρό» των ανθρώπων της δουλιάς, ενώ υπονομεύει την πορεία ανάπτυξης και κοινωνικής προστασίας στην οποία βαδίζει η χώρα.
Τώρα το ότι οι Επιθεωρήσεις Εργασίας είναι ίσως ο πιο υποτιμημένος χώρος του δημόσιου τομέα, ενώ ο πολιτικός προσανατολισμός τους κάθε άλλο παρά στην προστασία της ζωής των εργαζομένων κινείται, είναι μια μικρή, ασήμαντη λεπτομέρεια.
ΠΑΛΙ ΚΑΛΑ, πάντως, που ο υπουργός Οικονομίας Γιώργος Αλογοσκούφης δε βγήκε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Θα μπορούσε να ζητήσει από τους χαμηλοσυνταξιούχους τώρα με τον καύσωνα να ...μαζέψουν ζέστη. Για να μην έρχονται το χειμώνα και του θέτουν παράλογα αιτήματα όπως το επίδομα θέρμανσης.
Για την ώρα, πάντως, η κυβέρνηση και οι προσκείμενοι σε αυτήν δήμαρχοι περηφανεύονται για την ύπαρξη δημοσίων χώρων που διαθέτουν κλιματισμό οπότε εκεί μπορούν να μαζεύονται οι υπερήλικες και να μην κινδυνεύουν από τους 42 υπό σκιά που προβλέπεται να δείξουν τα θερμόμετρα.
Μια θαυμάσια ευκαιρία να ασκήσουν τα προεκλογικά τους καθήκοντα και να πουλήσουν ...αέρα κοπανιστό, στην κυριολεξία. Εστω και ελαφρώς παγωμένο.
Πολύχρωμα «τρικάκια» από ιλουστρασιόν χαρτί μοιράζουν πόρτα - πόρτα άνθρωποι της διοίκησης της νομαρχίας Αθήνας. Από τη μία το νέο τετραψήφιο νούμερο (1539) της νομαρχίας από όπου οι κάτοικοι του λεκανοπεδίου μπορούν να παίρνουν διάφορες πληροφορίες ή να κάνουν καταγγελίες. Στην πίσω όψη η φάτσα του νυν νομάρχη με γραπτό μήνυμά του προς τον «Αγαπητό Πολίτη» για τη χρησιμότητα του νούμερου «στην καθημερινή συναλλαγή σου με τις υπηρεσίες της Νομαρχίας» (γιατί όχι και γενικώς στη ζωή).
Προεκλογική περίοδος γαρ, γίνεται μεγάλη σπέκουλα και προβολή πρασινογάλαζων υποψηφίων, με δημόσιο χρήμα και για πράγματα τόσο απλά, εύκολα, έως κι ασήμαντα, που θα έπρεπε να έχουν γίνει αθόρυβα εδώ και χρόνια. Γιατί για τα πραγματικά προβλήματα των εργαζομένων, της ανεργίας, του χαμηλού λαϊκού εισοδήματος, της ιδιωτικοποίησης της Παιδείας, της Υγείας, της Πρόνοιας, της εκχώρησης των ακτών και των ελεύθερων χώρων στους επιχειρηματίες κλπ., κλπ. περί άλλα τυρβάζουν. `Η πιο σωστά τα ακουμπούν στην αγορά προς αντιμετώπιση. Αλλωστε για τους επιχειρηματίες δουλεύουν. Ας βγάζουν λοιπόν οι ψηφοφόροι τα συμπεράσματά τους.