Εκτός του εικαστικού κάλλους της, η παράσταση, που ξεκίνησε το περασμένο καλοκαίρι σαν πειραματικού χαρακτήρα «ανάγνωση» (δραματολογική, σκηνοθετική, υποκριτική) αυτού του περίεργου, κωμικο-τραγικού, θεματολογικά αμφίσημου και πολύσημου έργου (φαινομενικά ιστορικού, εμμέσως σχολιαστικού για τα ιστοριόμυθα και αισθητικά μεγαλόσχημα θεατρικά γούστα του 19ου αιώνα, αλλά ουσιαστικά ψυχαναλυτικού και κοινωνιολογικού), έχει και άλλες σημαντικές πτυχές.
Ο Πιραντέλο, αποκαλύπτοντας (όπως σε όλα τα έργα του), τα αφανή όρια, τη διάχυση μεταξύ «είναι» και «φαίνεσθαι», λογικής και τρέλας, αλήθειας και ψεύδους, πίστης και απιστίας, ελικρίνειας και υποκρισίας, πραγματικότητας και φαντασίας, ζωής και θεάτρου, φόρεσε τη «μάσκα» ενός ιστορικού προσώπου του μεσαίωνα, του τρελού βασιλιά Ερρίκου Δ', στο - αγνώστου ονόματος - κεντρικό πρόσωπο του έργου του, κάποιον που ντυμένος μια νύχτα καρναβαλιού ως «Ερρίκος Δ'», έπεσε από το άλογό του, χτύπησε στο κεφάλι, τρελάθηκε και ως να είναι ο «Ερρίκος Δ'», επί είκοσι χρόνια ζει κλεισμένος σε μια βίλα της νεκρής αδελφής του. Είκοσι χρόνια μετά, κατά τη σχεδιασμένη επίσκεψη συγγενών και φίλων της νιότης του, μεταξύ των οποίων η γυναίκα που αγάπησε και ο εραστής της, σε μια προσπάθειά τους να θεραπεύσουν την «τρέλα» του, ο διόλου «τρελός» θα ρίξει τις «μάσκες» εκείνων που τον πλήγωσαν και αποδρώντας ξανά από το δρόμο της «λογικής», της υποκρισίας και απιστίας τους, συνεχίζει «να παίζει θέατρο», να παριστάνει τον αθεράπευτα «τρελό» και επιλέγει - μέχρι το θάνατό του - τον εγκλεισμό, την αθωότητα της «τρέλας». Οπως ακριβώς προτίμησε να κάνει η γυναίκα του δραματουργού, η Αντονιέτα Πιραντέλο, μένοντας μέχρι το θάνατό της έγκλειστη σε ψυχιατρείο.
Με την πρόσθεση - στην έναρξη και λήξη της παράστασης - του ανύπαρκτου στο έργο προσώπου - πορτρέτου της Αντονιέτας Πιραντέλο, η διασκευή, αλλά και σκηνοθεσία του Δ. Μαυρίκιου έκανε μια ουσιώδη ερμηνευτική παρέμβαση στο έργο. Αξιοποιώντας, επίσης, το στοιχείο του «θεάτρου εν θεάτρω» που εμπεριέχει η μυθοπλοκή, το «θέατρο που παίζουν» όλα τα πρόσωπα, η σκηνοθεσία υπαινίσσεται και τη χρησιμότητα της δραματοθεραπείας, γενικότερα τις «θεραπευτικές» ιδιότητες του θεάτρου, ως μέσου ψυχανάλυσης και αποκάλυψης της ανθρώπινης και κοινωνικής πραγματικότητας και αλήθειας. Η σκηνοθεσία του έριξε ένα νέο, βαθύτερο ερμηνευτικό «φως» στην πιραντελική δραματουργία, χρησιμότατο για τους ασχολούμενους με το θέατρο, ίσως όμως δυσκολονόητο για τον αμύητο στην πιραντελική δραματουργία θεατή.
Το σκηνοθετικό πείραμα υπηρέτησαν και οι άλλοι συντελεστές της παράστασης, η εκφραστική κινησιολογία της Αποστολίας Παπαδαμάκη, το βίντεο της Νάνσυς Μπινιαδάκη, η μουσική διδασκαλία της Μελίνας Παιονίδου και όλες οι ερμηνείες. Με κυρίαρχες, την αφειδώλευτη ψυχοσωματικά ερμηνευτική κατάθεση του Νίκου Καραθάνου (Ερρίκος Δ'), την εξαιρετικά αμφίσημη ερμηνεία του Κοσμά Φουντούκη και τις αψεγάδιαστες των Αιμίλιου Χειλάκη, Γιάννη Βογιατζή, Ολιας Λαζαρίδου, Γιάννη Κότσιφα.