ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 21 Ιούνη 1997
Σελ. /28
ΚΕΝΗ
Από τον μετακεϋνσιανό μύθο στον ταξικό λόγο

Ερωτήματα στην οικονομική επιστήμη

Οταν οι οικονομικές επιστήμες συνδικαλίζονται και πολιτικολογούν... δεν καινοτομούν. Είναι από τις αρμοδιότερες. Από την αυγή της ιστορίας τους χρησιμοποιήθηκαν από τους κυρίαρχους σαν από τις καταλληλότερες για τη χειραφέτηση και της συνείδησης. Δε σταμάτησαν μέχρι σήμερα.

Είναι μια αναγκαία κοινοτοπία να θυμηθούμε όμως ότι δεν ήταν ποτέ ενιαίες. Ιδιαίτερα οι οικονομικές. Η ιστορία τους είναι με συγκεκριμένο τρόπο και ιστορία των τάξεων. Αυτή η ιστορία είναι που σέρνει την ταξική διαίρεσή τους, την κοινωνική τους επικαιρότητα. Και το σημερινό επίκαιρο είναι η γιγαντιαία επίθεση του κεφαλαίου στην παγκόσμια εργατική τάξη. Στην τάξη, που έχει πολύτροπα εκφράσει τη διαχρονική ανάγκη της στην επιστημονική γνώση. Οχι στην ένοχα "ουδέτερη", αλλά σε εκείνη που έχει στοχοπροσηλωθεί με αυθεντικό, με ηθικό και ορθολογικό μεγαλείο, στην ιστορική της απελευθέρωση.

Στα παραπάνω πλαίσια είναι άμεσα και πάμπολλα τα ερωτηματικά που προκύπτουν από την ανάγνωση της "Δήλωσης των Ευρωπαίων Οικονομολόγων" (εφεξής "Δ") "από το χώρο της Αριστεράς" ("Αυγή" 23 - 24/6/97), που θέλει να εκφράσει και να στηρίξει τον κόσμο της εργασίας και τους αγώνες αμφισβήτησης του νεοφιλελευθερισμού στην Ευρώπη ("Η Εποχή" 18.5.97). Θα περιοριστούμε σε πολύ λίγα από αυτά τα ερωτήματα.

Ανεργία: το επάγγελμα του μέλλοντος στην ΕΕ

"Εδώ ο κόσμος καίγεται" και οι 29 "αριστεροί" οικονομολόγοι της Ευρώπης επαναφέρουν κάποιες ανούσιες και απέλπιδες (από την άποψη των ενδιαφερόντων των εργαζομένων), κάποιες παλιές και εσω - αστικά αμφίδρομες ατάκες μεταξύ φιλελευθερισμού και κεϋνσιανισμού. Το να αποδίδεις - όπως γίνεται στη "Δ" - τη μονόδρομη νεοφιλελεύθερη πολιτική που ακολουθείται στα πλαίσια της ΕΕ σε "νευρωσιακή εμμονή στον αγώνα κατά του πληθωρισμού, η οποία καθόρισε τα κριτήρια σύγκλισης", μπορεί να φαντάζει σαν μια εύστοχη εκτόξευση ψυχαναλυτικής "παρατήρησης", αλλά από πολιτικό - οικονομική άποψη είναι στάση παραίτησης από μερικά σημαντικότατα ζητήματα:

1. Με δεδομένο ότι από την άποψη της εσωτερικής λογικής του ο οικονομικός φιλελευθερισμός έχει τους σοβαρότερους ίσως, ίδιους μεθοδολογικούς και ταξικότατους λόγους να "κεντράρει" στη σφαίρα της κυκλοφορίας και του χρήματος, η ειλικρινής κριτική και η πρακτική αμφισβήτησή του θα πρέπει να αφορά τους αφετηριακούς πυρήνες του, πράγμα που αδυνατεί να αγγίξει η "Δ".

2. Με γνωστή την ιστορία των διαφόρων παλαιότερων "συνθέσεων", όπου ο κεϋνσιανισμός (παρά τα καταιγιστικά ψυχολογικά και άλλα κριτικά πυρά του) σε τελική ανάλυση "ενέδωσε" με τον τρόπο του και στο ζήτημα αυτό, στο φιλελευθερισμό, συμπεραίνεται ότι οι εκτιμήσεις της "Δ" υπονοούν όχι την εκ βάθρου αμφισβήτηση του πυρήνα των φιλελεύθερων "αντιπληθωριστικών" πολιτικών, αλλά τη συμπλήρωσή τους (όπως φαίνεται και στη συνέχεια της "Δ"), ενώ η πρακτική αμφισβήτηση της φιλελεύθερης "αντιπληθωριστικής" πολιτικής περιορίζεται, στη "Δ", στη βάση μιας υπερεκτίμησης της πτώσης του πληθωρισμού σε χαμηλά (ανεκτά) επίπεδα.

3. Με δηλωμένη τη μεγα - στρατηγική του πολυεθνικού κεφαλαίου για συνολική ρεβανσιστική εκμετάλλευση του συγκυριακού συσχετισμού δύναμης, η επικέντρωση της "Δ" στην αμφισβήτηση ενός μόνο μέρους αυτής της συνολικής στρατηγικής (πληθωρισμός, ελλείμματα κλπ. ) προσδιορίζει όχι μόνο το βαθμό αυταπάτης της, αλλά και τον τελικό ιστορικό ανορθολογισμό της για μία ταξική αντιμετώπιση των επικυρίαρχων επιλογών στην Ευρώπη. Για να το πούμε ταξικότερα. Για την ΕΕ του Μάαστριχτ στη νιοστή δύναμη, η ανεργία θα αποτελεί ένα από τα στρατηγικά μέσα για τον περαιτέρω εκβαρβαρισμό της αγοράς εργασίας. Ο "κύβος ερρίφθη". Οι μεγα - στρατηγικές των πολυεθνικών, είναι ένα μέρος από το αρχέγονο όνειρο του κεφαλαίου. Μόνο που άρχισαν να σχεδιάζουν την άμεση υλοποίησή του σε μια εποχή, που ταυτόχρονα με τη διαφημισμένη "παντοδυναμία" του, έχει να αντιμετωπίσει δυνητικά και την αντίστοιχη εκρηκτικότητα που γεννάει η παρακμή του. Οσο για τον κεϋνσιανό "αντίλογο" (π. χ., της "Δ"), μοιάζει ότι μπορεί να προκαλέσει την ίδια ζημιά στον "Γκιούλιβερ" όσο τα βέλη στη χώρα των νάνων.

4. Ουσιαστικά, στο σύνολο τους, οι προτάσεις της "Δ" δε θα λύσουν το πρόβλημα της ανεργίας. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, δείχνουν ότι αυτός ο μετά - κεϋνσιανισμός, κουρασμένος ιστορικά (από αστική άποψη) σταμάτησε ακόμη και να υπόσχεται νεφελώδικα τη "φυσιολογική" κοινωνία του, καταφέρνοντας να ψελλίζει κινδυνολογικά για τα χειρότερα του νεοφιλελευθερισμού. Ετσι, για την ανεργία αναφέρεται μόνο στους ρυθμούς της όξυνσής της. Η ανεργία ωστόσο ήταν μόνιμος συνοδοιπόρος και του κεϋνσιανισμού. Επί της παρακμής του άρχισε να φουντώνει. Αν το κάλεσμα του Μάαστριχτ είναι το: "γίνε άνεργος, είναι το επάγγελμα του μέλλοντος", το σύνθημα του μετακεϋνσιανισμού ψιθυρίζεται συμπληρωματικά: "μάθε μια τέχνη ανεργίας κι άστη". Οι αναλύσεις της "Δ" θέλουν να μας διαβεβαιώσουν ότι η ανεργία έχει για μοναδική πηγή το φιλελευθερισμό, ενώ η ιστορία μάς δίνει μια ευρύτερη απάντηση: Η ανεργία είναι το μονιμότερο και το διαχρονικότερο "επάγγελμα" στον καπιταλισμό.

Πολυεθνικές μάσκες - αποδέκτες;

Αν, έστω και από μια χαραμάδα πιθανοτήτων, δεχτούμε ότι ο νεοφιλελευθερισμός στην Ευρώπη ίσως να μην είναι μονόδρομος για τις πολυεθνικές της, εδώ ακριβώς είναι που χωρίζουν οι δρόμοι της "Δ" με αυτούς των εργαζομένων της Ευρώπης. Γιατί, οποιαδήποτε "επαναφορά" του κεϋνσιανισμού, θα αποδειχτεί μια εφεδρική παράκαμψη στη λεωφόρο της συνολικής επίθεσης του κεφαλαίου, ενώ για τους εργαζόμενους θα είναι τα γνωστά ανηφορικά καλντερίμια της αχαλίνωτης εκμετάλλευσης.

Η "Δ" κινείται στο γνωστό μονόδρομο της διάσωσης της ομαλής λειτουργίας του μηχανισμού συσσώρευσης του κεφαλαίου σε συνθήκες όξυνσης της ταξικής πάλης. Θεωρεί ότι είναι δυνατή μια "εναλλακτική" οικονομική πολιτική με "πλήρη απασχόληση, κοινωνική ισότητα και διατήρηση του οικολογικού περιβάλλοντος" στα πλαίσια της ΟΝΕ και της ΕΕ του Μάαστριχτ!

Για ποιους και με ποια επιστημονικά δικαιώματα μπορούν να θεωρηθούν "εναλλακτικές" οι πολιτικές που προτείνει η "Δ", διαφαίνονται από τα συγκεκριμένα μέτρα.

Σε ποιους απευθύνεται η πρόταση της "Δ" (και με τι μακροπρόθεσμες εγγυήσεις) για βραχυπρόθεσμη... "χαλάρωση" της φιλελεύθερης νομισματικής πολιτικής, "για ενθάρρυνση των επενδύσεων και για μείωση των επιτοκίων στις χώρες της ΕΕ"; Δηλαδή, ουσιαστικά, η "Δ" προτείνει να "ξεγελαστούν" οι πολυεθνικές, που έχουν άλλους προγραμματισμούς; Προτείνει να ξεγελαστούν οι στρατηγικές υπερκερδοφορίας και τζόγου των τραπεζών και των χρηματιστών; Τελικά, ποιες είναι οι οικονομικές μάσκες - αποδέκτες των προτάσεων της "Δ" πέρα των πολυεθνικών: Γιατί η "Δ", ουσιαστικά, "παραπέμπει" στο Μάαστριχτ, ενώ αν ήθελε να παραμένει στα νεοκεϋνσιανά πλαίσια θα έπρεπε να θέτει άμεσα τα θέματα ισχυροποίησης του κρατικού τομέα της οικονομίας (μέσω και επανεθνικοποιήσεων). Μήπως οι προτάσεις της "Δ" ελπίζουν να ανακόψουν με κεϋνσιανά ξόρκια τους επερχόμενους μίνι και μίντι δραχμικούς και λοιπούς πανικούς, τις ευρύτερες νομισματικές κρισιακές καταστάσεις στην Ευρώπη; Η νομισματική ιστορία της ΕΟΚ είναι πλήρης από αστικές αποτυχίες και του κεϋνσιανισμού, τις οποίες τις πλήρωσαν οι εργαζόμενοί της.

Ποια είναι η "αριστερή" βιωσιμότητα της πρότασης της "Δ" για "μακροπρόθεσμη ένταξη της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής σε μια ολοκληρωμένη αναπτυξιακή στρατηγική και τη δημιουργία ενός νέου θεσμού για την Ευρωπαϊκή Οικονομική Πολιτική, στον αντίποδα της σημερινής Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας"; Ποιες οικονομικές δυνάμεις και για πόσο καιρό θα στηρίζουν αυτή τη στρατηγική "δυαρχία", σαν έκφραση των εσω - αστικών αντιθέσεων και συμφερόντων; Πόσες κινήσεις σκακιού μπορούν να προβλεφτούν, με μια σχετική βεβαιότητα, ότι οι πολιτικές των πολυεθνικών και των χρηματιστηριακών κύκλων θα στέρξουν ακόμη και σε προσωρινή "ισοπαλία"; Γιατί θριαμβολογεί η "Αριστερά" με τους εσω - αστικούς καβγάδες; Τι έχουν να κερδίσουν ταξικά οι εργαζόμενοι της Ευρώπης αν "συνταχτούν" με τις οικονομικές παρέες των διαφόρων κεϋνσιανισμών, "ενάντια" στον Κολ, την Μπούντεσμπανκ, τους οδοστρωτήρες μεγα - χρηματιστές της Ευρώπης.

Ουσιαστικά οι "προτάσεις" της "Δ" δεν αποτελούν μια ουτοπική προσέγγιση για προσωρινή "συμβίωση" των νεοφιλελεύθερων και κεϋνσιανών πρακτικών με απώτερο στόχο την "ολική επαναφορά" του κεϋνσιανισμού στις πολιτικές εφαρμογές. Είναι "παρακλήσεις" στο νεοφιλελεύθερο ηγεμόνα για ολίγη μερίδα κεϋνσιανισμού, με στόχο κάποιες "ευέλικτες" "διορθώσεις" που κρίνονται απαραίτητες για την απρόσκοπτη συσσώρευση κεφαλαίου στις φουρτούνες που έρχονται. Και μάλιστα, κατά πολύ "λιγότερες" από τις ανάλογες νεοκλασικές συνθεσιακές "διορθώσεις" στην περίοδο επικράτησης του κεϋνσιανισμού μέχρι τα τέλη του '70.

Ο Μααστριχτικός κεϋνσιανισμός της δημαγωγίας

Ολες σχεδόν οι προτάσεις της "Δ" αφορούν το παρελθόν. Καλούν σε συσπείρωση για να σταματήσει το κύμα αμφισβήτησης μόνο κάποιων από τις βασικές κατακτήσεις των εργαζομένων, ενώ οι περισσότερες από αυτές δεν εγγράφονται σαν φιλεργατικές δωρεές από τις πολιτικές που προτείνονται από τη "Δ", αλλά σαν περγαμηνές επίμονων εργατικών αγώνων. Ψιθυρίζονται μήπως εδώ από τη "Δ", κάποιες ιστορικές ενοχές; Μήπως κάποια ακούσια αυτοκριτική των διαφόρων σοσιαλδημοκρατικών κεϋνσιανισμών, μια που επί της θητείας τους άρχισαν να επαληθεύονται τα μηνύματα του Μαρξ για το εφήμερο των εργατικών κατακτήσεων στον καπιταλισμό; Δεν έχουμε αυταπάτες. Γι' αυτό, σε όλα τα κεϋνσιανά μείγματα πρέπει να ξαναθυμίσουμε, ότι στις στοχεύσεις του ταξικού εργατικού κινήματος, δεν υπάρχουν μόνο τα μέτωπα της υπεράσπισης του παρελθόντος, αλλά και του παρόντος και του άμεσου μέλλοντος. Βέβαια, οι "συζητήσεις" με "οποιονδήποτε" κεϋνσιανισμό για τα μέτωπα των εργατικών οραμάτων, δεν έχουν μέλλον. Γιατί, αν συζητήσουμε για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης, για τη Σοσιαλιστική Ευρώπη, κανένα πρόσθετο επίθετο δεν μπορεί να απαλλάξει τον κεϋνσιανισμό από την ιστορική, ποικιλότροπα αυταπόδεικτη αναρμοδιότητά του.

Υπάρχουν όμως και άλλες προτάσεις στη "Δ", που είτε είναι πυροσβεστικά δημαγωγικές, όπως αυτή για την "αναβολή" της έναρξης της νομισματικής ένωσης, (βλ. και Ζοσπέν 9.6.97), είτε αποπροσανατολιστικές, χαλαρές αντιπαραθέσεις μεταξύ της δημοσιονομικής πολιτικής και των πολιτικών απασχόλησης, όπως η πρόταση για τη "χαλάρωση του κριτηρίου για το δημοσιονομικό έλλειμμα", με αντιπαραθετική ενίσχυση ενός προγράμματος απασχόλησης, με σημαντική αύξηση των δημοσίων δαπανών. Ομως οι εργατικοί αγώνες στην Ευρώπη δεν εκλιπαρούν για "χαλάρωση" της πανευρωπαϊκής λιτότητας και της λαιμητόμου των σχέσεων εργασίας στην Ευρώπη. Η "Δ" αντίθετα, δείχνει έμμεσα, ότι αυτό που την απασχολεί είναι μάλλον η "χαλάρωση" της ταξικότητας των εργατικών αγώνων.

Στα χνάρια της ΛΒ εντάσσεται και η πρόταση της "Δ" για τη δημιουργία ενός προϋπολογισμού (5% του συνολικού) για τις ανάγκες της ΕΕ, μέσα από την επιβολή νέων, δήθεν "προοδευτικών" φόρων, όπως των οικολογικών. Δηλαδή, φόρων - προσχήματα, για να μπορούν οι ίδιοι οι ρυπαίνοντες, όχι μόνο να συνεχίσουν να ρυπαίνουν (αφού πληρώσουν), αλλά (με ένα σμπάρο πολλά τρυγόνια) και να χρηματοδοτήσουν ("επιτέλους") τις θυγατρικές τους βιομηχανικές δραστηριότητες για προστασία του περιβάλλοντος που οι ίδιοι καταστρέφουν, αλλά και να "κερδοσκοπήσουν", μεταφέροντας όχι μόνο τον οικολογικό φόρο τους στις τιμές, αλλά και να στριμώξουν το κόστος των ΜΜΕ, αλλά... κλπ...

Η πρόταση επίσης για έκδοση ευρωομολόγων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, με στόχο τη χρηματοδότηση των ΜΜΕ (των 100 - 500 εργαζομένων) γεννά πλήθος ερωτηματικών. Ποιος θα εγγυηθεί την εξόφληση των ομολόγων αυτών; Οι κρατικοί προϋπολογισμοί με εκτεταμένη φοροληστεία του μέλλοντος; Και αυτό μπορεί να εκτιμηθεί σαν αριστερή "εναλλακτική" ανάπτυξη; Μα ούτε "κεντρώα κεϋνσιανή" δεν είναι. Εκτός και αν τα ομόλογα χαρακτηριστούν "κεϋνσιανισμός", ενώ για τη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται περί ενίσχυσης του ιδιωτικού τομέα με χρονική μετάθεση της αποδυνάμωσης του κρατικού τομέα, μέσω της χρέωσής του.

Δεξιά κατασκήνωση της "αριστερής" κριτικής;

Η ανάγκη για ιδεολογική εμπλοκή της οικονομικής επιστήμης προκύπτει από τη συνειδητή επιλογή της να τεκμηριώνει τα ταξικά οράματα της εργατικής τάξης. Αυτό είναι που την καθιστά κοινωνό και της ίδιας χειραφέτησής της. Στην Ελλάδα τη "Δ" την προώθησαν οικονομολόγοι του ΣΥΝ, του ΔΗΚΚΙ, του ΝΑΡ, κ. ά.

Τι θα μπορούσε να σημαίνει όμως η επιδίωξη "συμμαχιών" ή "συστεγάσεων" στην οικονομική θεωρία και πράξη, με στόχο να επιτευχθούν ευρύτερες συγκυριακές συνενώσεις; Εχει άραγε ανάγκη η απελευθερωτική οικονομική επιστήμη από συγκυριακές "συνθέσεις", με τις οποίες μας είχε συνηθίσει η αστική πολιτική οικονομία; Και μάλιστα σαν ετερόκλητη "συμμαχία" με τον μικροαστικό ρομαντισμό για δειλή επαναφορά του κυματοθραύστη των εργατικών αγώνων, του κεϋνσιανισμού.

Υπάρχει μήπως κάποιο ανάλογο παράδειγμα στη ριζοσπαστική ιστορία των επιστημών του ανθρώπου, όπου επιδιώκοντας δήθεν "ανατροπές", να χρησιμοποιήθηκαν συνειδητά σταδιοποιημένες ευκολόθρεπτες "δόσεις επιστήμης" με στόχο την όποια συσπείρωση;.. Μήπως άλλαξε και ο ιδιαίτερος ιδεολογικός και πολιτικός ρόλος των οικονομικών επιστημών, όπως μας τον ερμήνευσε ο Μαρξ;

Η μετατροπή της κοινωνικής πρακτικής της επιστήμης σε νεφελώδες "επιστημονικό" διάλογο με τα κεϋνσιανά φαντάσματα, τείνει να είναι μια παράδοξη μορφή των περιβόητων "διαλόγων" και στο επιστημονικο - πολιτικό πεδίο. Γιατί το μόνο που διακρίνεται σαν πολιτιστικά επιτρεπτό στην παρακμιακή Ευρώπη είναι να διαλογίζονται ο κυβερνητικός "αριστερός νεοφιλελευθερισμός" με έναν αντιπολιτευόμενο "μααστριχτικό κεϋνσιανισμό" στους διαδρόμους της ακαδημίας και της πράξης του ολοκληρωτικού φιλελευθερισμού. Ουσιαστικά η "δήλωση των αριστερών οικονομολόγων", σ' αυτό το "κενό" αιωρείται.

Δεξιός, κεντρώος ή "αριστερός", ο κεϋνσιανισμός δεν είναι τίποτα άλλο, παρά βαθμίδες ελαστικότητας του κεφαλαίου για την αντιμετώπιση των πιέσεων της ταξικής πάλης.

Είναι αντι - ιστορικό η αυτοαποκαλούμενη "Αριστερά" να πορεύετε με συγκατάβαση κάτω από κεϋνσιανές σημαίες, επειδή δήθεν τίποτα "αριστερότερο" δεν έχει ακόμη προβληθεί για να "συσπειρώσει"! Αν αυτό δε μοιάζει με έναν κατά συνθήκη, ιδιόμορφο πολιτικό κομφορμισμό, τότε ποια είναι τα όρια του μακιαβελισμού, που ακόμη και αυτή η "Αριστερά" θα πρέπει να βρίσκεται στον αντίποδα τους;

Από τη μετακεϋνσιανή αφασία στην Ιστορική Πράξη του ε. κ.

Υπάρχουν τέλος και κάποιες νέες διαστάσεις στη θεωρητική κατάντια κάποιων αυτοαποκαλούμενων "Αριστερών", που με άνεση συμπεριλαμβάνουν στα ερμηνευτικά τους συστήματα όλα τα καλούδια της προχειρολογίας.

Πρόσφατο παράδειγμα, Ελληνας καθηγητής εκ Παρισίων, που μας δίδαξε (8/6/97/) ότι "η αντιμετώπιση της κρίσης και κυρίως της ανεργίας... μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους", απαριθμώντας με "ρεαλισμό", όχι μόνο τις κεϋνσιανές (! ) αλλά και τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων (!!! ).

Μάλιστα, εκπροσωπώντας μάλλον αυτή τη θλιβερή "Αριστερά", διαβεβαίωσε ότι, επειδή "η ευλύγιστη απασχόληση είναι βέβαια μια πραγματικότητα, η Αριστερά δεν πρόκειται να την καταργήσει", αλλά θα την παραπέμψει στους κοινωνικούς διαλόγους, "ώστε να λαμβάνονται υπόψη και οι ανάγκες των εργαζομένων" ("Εποχή" 8.6.1997 σελ. 13)! Αλίμονο στους εργαζόμενους από αυτή την "ευέλικτη Αριστερά", που φαίνεται να αναμένει τον μεσσία του "νέου" κεϋνσιανισμού στην Ευρώπη για να συνεχίσει τη λαστιχένια ιστορία της. Οπως, π. χ., ο κ. Δ. Χατζησωκράτης του ΣΥΝ, που απαίτησε "ευρωπαϊκό κεϋνσιανισμό τώρα" ("Αυγή" 10.6.97)

Αλίμονο από την "ευρωπαϊκή Αριστερά" που, προκειμένου να "διασκεδάσει" τις αγωνιστικές πηγές του μηνύματος των γαλλικών εκλογών, μετατοπίζει με σπουδή όχι μόνο τον εαυτό της σε νεοφιλελεύθερα πεδία, αλλά και την ελληνική γλώσσα. Αδίστακτα πλέον, το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα ονοματίζεται σαν η "απολιθωμένη", "συντηρητική και δογματική πλευρά". Μάλιστα, ο νεοελληνιστής εκπρόσωπος της ΓΣΕΕ στην ευρωπαϊκή ΟΚΕ αισθάνεται δικαιωμένος από την προφητεία του, ότι "από την πρώτη στιγμή είχε υποστηρίξει... ότι θα έρθει σύντομα στιγμή, όπου όλο το συνδικαλιστικό ευρωπαϊκό κίνημα, καθώς και η ευρωπαϊκή Αριστερά θα διεκδικεί την άμεση εφαρμογή των προτάσεων αυτών", που περιέχονται στη "Λευκή Βίβλο"!!!

Η μεγάλη στιγμή που περίμενε αυτή η "προφητική και διεκδικητική Αριστερά" από εποχής Μάαστριχτ και ΛΒ, έφτασε. Εχοντας εντοπίσει από τότε, ότι το υποπρόγραμμα της ΛΒ για τα "πανευρωπαϊκά δίκτυα" αποτελεί την κεϋνσιανή νησίδα της ΛΒ (! ) θεωρεί ότι η ελπίδα του εργατικού κινήματος στην Ευρώπη είναι η διεκδίκηση 559 δισ. ECU, που "χρωστά" στους εργαζόμενους ο "κεϋνσιανισμός" της ΛΒ, διότι υλοποιήθηκε μέχρι τώρα μόνο κατά 1/600. ("Αυγή" 10.6.97). Φυσικά και χρειάζονται τα 559 δισ., πρώτ' απ' όλα για τους ανέργους της Ευρώπης. Ομως αυτή η "Αριστερά" θα εξαναγκαστεί να αρχίσει να "ξανακαταλαβαίνει" ότι το εργατικό κίνημα όχι μόνο δε χαρίζει την ευρωπαϊκή αγορά εργασίας στη συνυπάρχουσα νεοφιλελεύθερη λαίλαπα της ΛΒ αντί 599 δισ. ECU, αλλά θα αντιστέκεται ολοένα (ίσως ολοένα και πιο ακατανόητα για μια τέτοια "Αριστερά") και σθεναρότερα στον εκβαρβαρισμό της Ευρώπης.

Οσο λοιπόν αυτή η παρακμιακή "Αριστερά" θα αναζητά ανιστόρητες δικαιολογίες για να αποτινάξει από πάνω της κάθε "δογματική ανελαστικότητα" του εργατικού κινήματος, οι εργαζόμενοι της Ευρώπης, θα ασχολούνται με ιστορικότερα ζητήματα, δηλαδή, όχι μόνο με την αγωνιστική διάψευση της νέας μυθολογίας του "αριστερού Μάαστριχτ", αλλά (στο βαθμό που θα απελευθερώνονται και από τις διάφορες "αριστερές" προβιές) και με την αντικαπιταλιστική αμφισβήτηση του βασικότερου στόχου, της ανασυγκρότησης του κεφαλαίου, με όποιο όνομα και αν συνεχίζει στο μέλλον να θολώνει το ιστορικό βλέμμα του εργατικού κινήματος.

Η κρίση των "Μάαστριχτ" και των επακόλουθών τους - μεταξύ των άλλων - θα καθιστά πολύ λεπτά τα πέπλα που εμποδίζουν την κοινωνική συνείδηση να αγγίζει πολύμορφα τον ιστορικό μονόδρομο της Ευρώπης, τον Σοσιαλισμό της.

Βασίλης ΤΑΚΟΥΔΗΣ


ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΚΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΜΙΑΣ "ΜΑΛΑΚΗΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗΣ"
O Αμερικανός φίλος τους

5ο ΜΕΡΟΣ

Οπως λέμε και αλλού, το Σχέδιο Μάρσαλ, από τη φάση της σύλληψής του ακόμη, δεν ήταν και δεν είχε σκοπό να είναι, παρά ένα όργανο ενός σχεδίου διεθνούς αντεπαναστατικού πολέμου. Οι γιγαντιαίες εφεδρείες του βορειοαμερικανικού ιμπεριαλισμού, που είχαν πολλαπλασιαστεί στη διάρκεια του πολέμου και εξαιτίας του, ήταν απλώς τα εργαλεία που έκαναν εφικτή την εφαρμογή του σχεδίου.

Αυτό, άλλωστε, αναγνωρίζεται και ανοιχτά:

"Κατά τα μέσα της τετραετούς λειτουργίας του, το Σχέδιον Μάρσαλ είχε δαπανήσει περί τα 10.000.000.000 δολάρια. Η βοήθεια αύτη συνέβαλε εις την αύξησιν της βιομηχανικής παραγωγής των κατεστραμμένων χωρών εις ποσοστόν μεγαλύτερον κατά 20% του προπολεμικού επιπέδου, την αποκατάστασιν της γεωργικής παραγωγής εις τα προπολεμικά επίπεδα, την καταπολέμησιν του πληθωρισμού, τη βελτίωσιν του βιοτικού επιπέδου των λαών, την αύξησιν των μισθών, τη διατήρησιν των δημοκρατικών θεσμών, την ενίσχυσιν των ατομικών ελευθεριών και, το πλέον σημαντικόν, την αναχαίτισιν της ανερχομένης κομμουνιστικής πλημμυρίδος" (Αμερικανική Εγκυκλοπαίδεια, Εκδόσεις "Κ. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ - Δ. ΚΙΤΣΙΑ & Σία", Αθήναι 1970, Τόμος 15, σελ. 444, υπογρ. δική μας).

Αλλοι, υπό το κράτος της προφανούς ανακούφισης από τον φοβερό εφιάλτη, είναι πιο λεπτομερείς. Ο Ντάγκλας Μπρίνκλι, διευθυντής του Κέντρου Αϊζενχάουερ του Πανεπιστημίου της Νέας Ορλεάνης, λέει:

"Χωρίς αυτό (σ.σ. το Σχέδιο), ολόκληρο το Βερολίνο θα είχε περάσει στα χέρια των Ανατολικών, η Ιταλία, η Ελλάδα και η Τουρκία θα βρίσκονταν στη σφαίρα της σοβιετικής επιρροής και οι ΗΠΑ θα έχαναν την πρόσβαση στα πετρέλαια του Κόλπου και τον έλεγχο της Μεσογείου" (ΝΕΑ, 30.5.97, σελ. 47).Ενάντια στις επαναστατικές δυνάμεις

Σήμερα, με πίσω μας την εμπειρία αρκετών δεκαετιών και όχι ασήμαντων ιστορικών εξελίξεων, μπορούμε και πρέπει να πούμε ότι έπαιξε καλά το ρόλο που του ανατέθηκε.

Αυτό φάνηκε πολύ καθαρά στον τομέα που καθόρισε την πορεία των δυο τμημάτων της ευρωπαϊκής ηπείρου: Στον πολιτικοϊδεολογικό τομέα.

Ξεκινάμε, σημειώνοντας ότι, αν δεχτούμε το Σχέδιο Μάρσαλ σαν στοιχείο ενός αντεπαναστατικού σχεδιασμού, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ή καν να παραβλέψουμε την πολιτικοϊδεολογική του παράμετρο. Και πρέπει να πούμε ότι η παράμετρος αυτή υπήρξε χαρακτηριστική, τουλάχιστον στις συνέπειές της.

Βασικός στόχος (και συνέπεια) του Σχεδίου ήταν ένα πολύ ισχυρό πλήγμα, ενάντια στις επαναστατικές δυνάμεις της ευρωπαϊκής ηπείρου. Η βασική τεχνική ήταν, αν μπορεί κανείς να το πει έτσι, απλή: Η αξιοποίηση, από τη μια μεριά, και η εξόγκωση μέχρι τερατώδους βαθμού, από την άλλη, του οπορτουνισμού.

Οι υπεύθυνοι του Σχεδίου ήξεραν πού πήγαιναν: Σε έναν πολιτικοϊδεολογικό χώρο, όπου ο οπορτουνισμός ήταν ήδη βαθύτατα ριζωμένος και έχει μακρά ιστορία. Εκείνο που έπρεπε να γίνει ήταν να αξιοποιηθεί, προσθέτοντας την κόπωση από την αιματηρή πολεμική εποχή και την ανάγκη ανάπαυλας (και τη δυνατότητα γι' αυτό που φαινόταν να προσφέρει το Σχέδιο).

Ωστόσο, αυτό μόνο δεν έφθανε. Για να είναι τα αποτελέσματα μόνιμα ή, τουλάχιστον, μεγάλου βάθους, έπρεπε το πράγμα να πάρει υστερική και ιδεοληπτική μορφή. Ετσι, κινητοποιείται ένας γιγαντιαίος προπαγανδιστικός μηχανισμός, του οποίου τα ολέθρια μακροπρόθεσμα αποτελέσματα φαίνονται από το μοτίβο, γύρω από το οποίο κινείται: Η προπαγάνδα του οπορτουνισμού ως τον καθαρό καιροσκοπισμό, σε συνδυασμό με την εθελοδουλία.

Ας πάρουμε την Ιταλία: Δεν μπορεί να θεωρηθεί (ούτε, άλλωστε, θεωρήθηκε ποτέ από κανέναν) τυχαίο το γεγονός ότι η πρώτη δόση του Σχεδίου Μάρσαλ φθάνει στη χώρα αυτή στις παραμονές των εκλογών του 1948. ΤοΧριστιανοδημοκρατικό Κόμμα ψηφίζεται απλώς και μόνο σαν το "κόμμα των Αμερικανών" και δεν έχει αντίρρηση να παρουσιάζεται και σαν τέτοιο. Σήμερα, βέβαια, ξέρουμε ότι καιροφυλακτούν και δραστικότερα μέσα: Στα ανοιχτά των ιταλικών ακτών, έχουν πάρει θέση ναυτικές μονάδες του 6ου Στόλου. Αν οι εκλογές δεν πάνε καλά, οι εντολές είναι σαφείς: Απόβαση και κατάληψη της χώρας.

Αλλά μπορεί κανείς βάσιμα να αναρωτηθεί γιατί αναφερόμαστε στα παραδείγματα ξένων χωρών, αφού έχουμε τη δική μας: Τόσο γρήγορα ξεχάσαμε τη βίαιη αρθρογραφία του ελληνικού Τύπου της εποχής και τη στεντόρεια πρόσκληση της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ προς "τον ΟΠΛΑτζή του Βύρωνα" να έρθει να συμμετάσχει στο μεγάλο φαγοπότι που ετοιμάζεται, τώρα που "έρχονται λεφτά, πολλά λεφτά";

Ολέθριες συνέπειες

Από την άποψη αυτή, οι συνέπειες του Σχεδίου Μάρσαλ στη Δυτική Ευρώπη ήταν ολέθριες. Αξιοποιώντας βάσεις ήδη πολύ ισχυρές και στηρίζοντας μια ατμόσφαιρα εξαγοράς μεγάλων διαστάσεων στο πράσινο σήμα του δολαρίου, οι αντεπαναστατικές δυνάμεις κατορθώνουν να συγκεντρώσουν γύρω τους τους αναγκαίους συμμάχους για τον παραμερισμό για πολύ καιρό κάθε απειλής ενάντια στην κυριαρχία τους. Εδώ πρέπει να πούμε ότι ο παραμερισμός αυτός, πάντως, επηρεάστηκε πολύ από τοπικές συνθήκες: Σε πολλές περιπτώσεις, πήρε "μαλακή" (ε, τέλος πάντων, σχετικά μαλακή) μορφή. Σε άλλες (π.χ., Γερμανία και, κυρίως, Ελλάδα), θύμιζε πιο πολύ κυνήγι Ερυθροδέρμων.

Στην Ανατολική Ευρώπη, οι συνέπειες δεν ήταν λιγότερο (αν δεν ήταν πολύ περισσότερο) σοβαρές.

Κατ' αρχήν, οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών καταλάβαιναν την ανάγκη για τις χώρες τους του Σχεδίου Μάρσαλ πολύ περισσότερο από όσο θα ήταν διατεθειμένοι να παραδεχτούν οι προπαγανδιστές του τελευταίου. Υπάρχουν πολλές ενδείξεις ότι προσπάθησαν να μην αντιδράσουν τυφλά σ' αυτό, παραμερίζοντας, συχνά με διαλλακτικό τρόπο, τα σοβαρά εμπόδια. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν καθόλου στις προθέσεις των οργανωτών του Σχεδίου. Αυτό που ήθελαν εκείνοι δεν ήταν μια συνεργασία επωφελής, ακόμη και αν αυτή σήμαινε κέρδη ετεροβαρή και ευνοϊκά για τους ίδιους. Ηθελαν την πλήρη αποδοχή του Σχεδίου, χωρίς κανέναν όρο ή περιορισμό, σαν οι χώρες που θα το δέχονταν να ήταν (και, προφανώς, για να γίνουν) Τέξας, Λουιζιάνα ή Μινεσότα. Αυτό οδήγησε τις πιο πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης να αρνηθούν το Σχέδιο Μάρσαλ.

Αυτό, όμως, δεν ήταν εύκολη απόφαση.

Κατ' αρχήν, η εμφάνιση των κυβερνήσεων των χωρών αυτών να αρνούνται οι ίδιες το Σχέδιο δημιουργούσε αυξημένες δυνατότητες για τη δράση και την προπαγανδιστική ζύμωση εσωτερικών εχθρικών δυνάμεων, πράγμα που, σήμερα, είναι πια εντελώς φανερό.

Από την άλλη μεριά, και πολύ σημαντικότερο, άφησε τις χώρες αυτές χωρίς σχεδόν καθόλου μέσα να αναστηλώσουν τις οικονομίες τους, που υπέφεραν, τόσο από τη μακρόχρονη καθυστέρηση, όσο και από τις εκτεταμένες πολεμικές καταστροφές. Η σοβιετική βοήθεια, από τη μια μεριά, δεν ήταν δυνατόν να καλύψει τα τεράστια κενά και, από την άλλη, είχε σαν μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα την παραπέρα οικονομική εξασθένηση και της ΕΣΣΔ. Αλλωστε, η τελευταία δεν ήταν ούτε αυτή χωρίς καθόλου ανάγκη ενός παρόμοιου σχεδίου.

Σε τεντωμένο σχοινί

Το σύνολο των παραγόντων αυτών οδήγησε σε εκείνο ακριβώς, στο οποίο υπολόγιζαν οι εγκέφαλοι του Σχεδίου Μάρσαλ: Οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών, αναγκασμένες να αντιμετωπίσουν ιδιαίτερα αγωνιώδη προβλήματα συσσώρευσης, επέβαλαν εκτεταμένα μέτρα λιτότητας ή και εξωοικονομικής ανεύρεσης πόρων. Ετσι είχαμε, π.χ., τη μείωση των πραγματικών αμοιβών και την επιβολή αναγκαστικού δανείου στην Ουγγαρία, τη μείωση των πραγματικών αμοιβών και την επιβολή δελτίου στη ΓΛΔ κλπ. Οχι μόνο αυτό, αλλά και μετατόπισαν γενικά το κέντρο βάρους της οικονομικής πολιτικής στον τομέα της συσσώρευσης, πράγμα που, στις δεδομένες συνθήκες, μπορούσε να σημαίνει ένα μόνο πράγμα - όχι απλώς περιορισμό, αλλά μόνιμο περιορισμό των τομέων που αφορούσαν την κάλυψη αμεσοτέρων αναγκών του πληθυσμού.

Η κατεύθυνση ήταν αναγκαστική, αλλά εξαιρετικά παρακινδυνευμένη - σαν να περπατάς πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί που κόβεται σιγά σιγά στη μέση, αν όχι σε αποθήκη υγρών καυσίμων με ασκέπαστα βαρέλια και με αναμμένο αναπτήρα στο χέρι. Οχι μόνο σε πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης οι φιλοϊμπεριαλιστικές δυνάμεις ήταν ακόμη πολύ ισχυρές, αλλά και η γρήγορη αποκατάσταση της Δυτικής Ευρώπης έδινε, αν μπορεί κανείς να το πει έτσι, το κακό παράδειγμα. Παράδειγμα, το οποίο ενισχύουν ισχυροί ραδιοσταθμοί, όπως η "Ελευθερία", η "Ελεύθερη Ευρώπη", ο RIAS του Δυτ. Βερολίνου, αλλά και ο κινηματογράφος και, σε λίγο, και η τηλεόραση. Σήμερα, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι οι αιτίες των δυσχερειών των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης στα τέλη της δεκαετίας του '40 και σε όλη τη δεκαετία του '50, ανεξάρτητα από τις μορφές που, πολλές φορές, έπαιρναν, βρίσκονταν, τουλάχιστον σε πολύ μεγάλο βαθμό, στο Σχέδιο Μάρσαλ. Είναι εντελώς φανερό ότι σ' αυτό οφειλόταν η σοβαρή κρίση στην Τσεχοσλοβακία το 1948, τα γεγονότα με τη Γιουγκοσλαβία τον ίδιο χρόνο, τα σοβαρά προβλήματα στις κορυφές πολλών ΛΔ στην περίοδο αυτή, τα γεγονότα της ΓΛΔ το 1953 (το έδαφος των δυο γερμανικών κρατών είναι χώρος κατ' εξοχήν φανερής επίδειξης των αποτελεσμάτων του Σχεδίου Μάρσαλ), τα γεγονότα της Πολωνίας και της Ουγγαρίας το 1956 κλπ.

Εδώ πρέπει να πούμε ότι οι επιπτώσεις στον τομέα αυτό δε σταματούν στην περίοδο αυτή, καθώς το Σχέδιο Μάρσαλ δημιούργησε μια μόνιμη πλέον κατάσταση, που έγινε η μόνιμη βάση στήριξης και διάδοσης του οπορτουνισμού και της αντεπαναστατικής δημαγωγίας. Στο Σχέδιο Μάρσαλ οδηγούν τα αίτια των γεγονότων της Τσεχοσλοβακίας το 1968 (όπου, υπενθυμίζουμε, έγινε πολύς λόγος για την άρνηση της Τσεχοσλοβακίας να πάρει το Σχέδιο Μάρσαλ 20 χρόνια νωρίτερα), της Πολωνίας το 1970 και το 1980 κλπ.

Και όχι μόνο αυτά: Εκεί πρέπει, κατά τη γνώμη μας, να αναζητηθούν και τα αίτια της εμφάνισης του λεγομένου "Ευρωκομμουνισμού" της δεκαετίας του '70 και, για να έρθουμε και εις τα καθ' ημάς, της εμφάνισης του ΚΚΕ εσ.

Αλλά αυτό είναι μια μακρά ιστορία....

Θανάσης ΠΑΠΑΡΗΓΑΣ

ΑΥΡΙΟ το 6ο ΜΕΡΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ