ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 3 Νοέμβρη 1996
Σελ. /48
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΔΑΠΑΝΕΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΜΙΣΘΟΥΣ ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ
Κάθε πέρσι και ... καλύτερα

Η εισοδηματική πολιτική, που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στο δημόσιο τομέα, "ροκάνιζε" - άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο - την πραγματική αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων. Οι ηγεσίες των δύο κομμάτων, που εναλλάσσονταν στην κυβερνητική εξουσία, στις δημόσιες δηλώσεις τους έλεγαν πως οι δαπάνες του προϋπολογισμού για μισθούς και συντάξεις "είναι ανελαστικές" και διαβεβαίωναν πως η εισοδηματική τους πολιτική εξασφαλίζει την πραγματική αύξηση των μισθών και συντάξεων. Η αλήθεια - όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία - είναι εντελώς διαφορετική. Σε ολόκληρη τη δεκαπενταετία επιβλήθηκε δραστική μείωση στην αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων του δημοσίου. Ενδεικτικά από αυτή την άποψη είναι και τα απολογιστικά στοιχεία των κρατικών προϋπολογισμών της περιόδου 1981-1996, για την εξέλιξη των συνολικών δαπανών του κράτους και των δαπανών για μισθούς και συντάξεις, καθώς και η σχέση μεταξύ τους, όπως παραθέτουμε στον πίνακα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, το κονδύλι για μισθούς και συντάξεις του δημοσίου, ως ποσοστό των συνολικών κρατικών δαπανών, μειώθηκε στο μισό.Συγκεκριμένα, ενώ το 1981 οι μισθοί και συντάξεις του δημοσίου αντιπροσώπευαν το 42,1% των συνολικών δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού - ελέω γαλαζοπράσινης εισοδηματικής πολιτικής λιτότητας - το 1996 το μερίδιο των δαπανών για μισθούς και συντάξεις είχε μειωθεί στο ...21,3%.Αυτή είναι η ψυχρή γλώσσα των αριθμών, που αν ερμηνευτούν, σημαίνει μεταξύ άλλων και τα εξής:

  • Πρώτον, αν το μερίδιο της πίτας των μισθών και συντάξεων του δημοσίου διατηρούνταν το 1996 στα ίδια επίπεδα με εκείνα του 1981, τότε οι μισθωτοί και συνταξιούχοι του δημοσίου θα έπρεπε να εισπράξουν 2,8 τρισεκατομμύρια δραχμές επιπλέον.Αντί δηλαδή για τα 2.843 δισ. δραχμές ή το 21,3% που διέθεσε φέτος το κράτος για μισθούς και συντάξεις του δημοσίου, θα έπρεπε να δώσει 5.617,4 δισ. δραχμές (ώστε οι δαπάνες για μισθούς και συντάξεις να παραμείνουν στο 42,1% που ήταν το 1981). Αυτό σημαίνει ότι μόνο το 1996 οι εργαζόμενοι στο δημόσιο τομέα και οι συνταξιούχοι του δημοσίου έχασαν περίπου 2,8 τρισεκατομμύρια δραχμές!
  • Δεύτερον, αν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι του δημοσίου έπαιρναν φέτος επιπλέον τα 2,8 τρισ. δραχμές - ώστε να παίρνουν το ίδιο κομμάτι της πίτας των συνολικών δαπανών του προϋπολογισμού με εκείνο του 1981 - τότε το δημόσιο θα εισέπραττε επιπλέον φόρους για εισοδήματα, ύψους 2,8 τρισ. δραχμών, τα οποία δε θα μπορούσαν να αποκρύψουν οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, καθώς δεν μπορούν να φοροδιαφύγουν δεκάρα.
  • Τρίτον, ένα μεγάλο μέρος από αυτά τα 2,8 τρισ. δραχμές, που αφαιρέθηκαν από τις τσέπες των μισθωτών και συνταξιούχων, θα δαπανώνταν για αγορές διαφόρων ειδών και υπηρεσιών, γεγονός που σημαίνει πρόσθετα έσοδα του δημοσίου από ΦΠΑ.
  • Τέταρτον, με την αυξημένη κατανάλωση, που θα εξασφάλιζαν τα πρόσθετα εισοδήματα ύψους 2,8 τρισ. των εργαζομένων, θα υπήρχε και αυξημένη παραγωγή - άρα και περισσότερες θέσεις εργασίας, άρα και περισσότερα έσοδα για το ΙΚΑ από εισφορές κλπ.

Θα μπορούσαν να αναφερθούν ακόμη πολλά παραδείγματα. Ομως, με τη γαλαζοπράσινη εισοδηματική πολιτική λιτότητας, η μεγάλη ληστεία στους μισθωτούς και συνταξιούχους ενίσχυσε την παραοικονομία και τις παρασιτικές δραστηριότητες. Τα παχυλά κέρδη που εξοικονόμησαν - με τη μείωση των μισθών και συντάξεων - οι κυβερνώντες τα χάρισαν - με ενίσχυση των προνομίων και των φοροαπαλλαγών - στους μεγαλοεπιχειρηματίες και τις τράπεζες, σαν "κίνητρο" για να κάνουν παραγωγικές επενδύσεις και να βελτιώσουν την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Ομως, αντί η παχυλή αύξηση των κερδών των μεγαλοεπιχειρηματιών - που εξασφαλίστηκε με τη δραστική περικοπή των μισθών και συντάξεων - να επενδυθεί σε παραγωγικές επενδύσεις, είχαμε ενίσχυση της κερδοσκοπικής και παρασιτικής δραστηριότητας, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρηματικών κερδών επενδύθηκε σε αφορολόγητους κρατικούς τίτλους, στις τράπεζες του εξωτερικού και άλλες παρασιτικές δραστηριότητες.

Μηδέν αυξήσεις και το 1997

Η εισοδηματική πολιτική, που σχεδιάζει για το 1997 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, θα γίνει γνωστή το αργότερο μέχρι τις 30 Νοέμβρη, που θα κατατεθεί ο νέος κρατικός προϋπολογισμός. Σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, που έχουν δει μέχρι σήμερα το φως της δημοσιότητας, τα δύο επικρατέστερα σενάρια προβλέπουν για τη συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στο δημόσιο και τους συνταξιούχους παραπέρα μείωση των πραγματικών τους εισοδημάτων. Και το πρώτο και το δεύτερο σενάριο, από το οποίο δε φαίνεται διατεθειμένη να οπισθοχωρήσει η κυβέρνηση, προβλέπουν ότι οι συνολικές δαπάνες του προϋπολογισμού του 1997 για μισθούς και συντάξεις θα αυξηθούν το πολύ μέχρι και 9%.

Το πρώτο σενάριο είναι η εφαρμογή του νέου μισθολογίου για τους εργαζόμενους στο δημόσιο, που θα επηρεάσει και τις συντάξεις του δημοσίου.Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, που η κυβέρνηση επιδιώκει να εξασφαλίσει τη συναίνεση - για την ακρίβεια τη συνενοχή της ΑΔΕΔΥ - κινείται στον αστερισμό της αναδιανομής της φτώχειας, μεταξύ των εργαζομένων στο δημόσιο. Τα βασικά χαρακτηριστικά του νέου μισθολογίου - που προβλέπει μεικτές βασικές αποδοχές (βασικό μισθό, χρονοεπίδομα, επίδομα εξομάλυνσης και κίνητρο αποδοτικότητας) 175.000 για τον πρωτοδιοριζόμενο με απολυτήριο δημοτικού, 211.000 για τον πρωτοδιοριζόμενο με απολυτήριο Λυκείου, 252.000 δραχμές για τον πρωτοδιοριζόμενο με απολυτήριο ΤΕΙ και 279.000 δραχμές για τον πρωτοδιοριζόμενο με πτυχίο ΑΕΙ, είναι τα ακόλουθα:

α) Δε θα δοθεί ούτε το διορθωτικό πόσο (δηλαδή η αύξηση του 3,3% που είναι περίπου η διαφορά μεταξύ των ονομαστικών αυξήσεων, που δόθηκαν φέτος, και του πληθωρισμού).

β) Επιχειρεί μια εξισορρόπηση μισθών - όχι προς τα πάνω, αλλά προς τα κάτω - με την κατάργηση των πολλών επιδομάτων, που σήμερα δίνονται μέσω διαφόρων λογαριασμών.

γ) Δεν πρόκειται για ενιαίο μισθολόγιο, αλλά για ένα νέο μισθολόγιο που θα πλήξει τους λεγόμενους υψηλόμισθους και θα ωφελήσει αυτούς που η κυβέρνηση - με τα δικά της κριτήρια - θεωρεί "χαμηλόμισθους".

δ) Για μερικές δεκάδες δημοσίους υπαλλήλους δεν προβλέπει καμιά ονομαστική αύξηση (εφοριακοί, τελωνειακοί, μηχανικοί του δημοσίου, εργαζόμενοι στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας κλπ.) που θεωρούνται "υψηλόμισθοι" και για μερικές ακόμη δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους του δημοσίου προβλέπει μικρή ονομαστική αύξηση (εκπαιδευτικοί, νοσοκομειακοί κλπ.). Και στη μια και στην άλλη περίπτωση δηλαδή, μιλάμε για πραγματική μείωση των αποδοχών τους, αφού η ονομαστική αύξηση θα είναι είτε μηδενική είτε μικρότερη από τον πληθωρισμό του 1997, που θα τρέχει με ρυθμό πάνω από 6,5%.

ε) Αξιόλογες αυξήσεις - σε αρκετές περιπτώσεις πάνω από τον πληθωρισμό - θα πάρουν οι εργαζόμενοι στο δημόσιο που έχουν σχέση με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους (στρατιωτικοί, αστυνομικοί, λιμενικοί κλπ.).

Το δεύτερο σενάριο, στην περίπτωση που δεν τα βρει η κυβέρνηση με την ηγεσία της ΑΔΕΔΥ, προβλέπει ονομαστικές αυξήσεις μισθών και συντάξεων το πολύ 2%+2% (δηλαδή 3% σε ετήσια βάση) και το διορθωτικό ποσό, που αποτελεί κομμάτι της εισοδηματικής πολιτικής του 1996.

ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μονά χάνεις ζυγά κερδίζω!

Μονάζυγά δικά της, τα θέλει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και με την εισοδηματική πολιτική που σχεδιάζει να εφαρμόσει το 1997. Παρά και ενάντια στην προεκλογική δέσμευση, ότι θα εξασφαλίσει "πραγματική αύξηση των εισοδημάτων των εργαζομένων", όλα τα σενάρια που έχει καταρτίσει η πολιτική ηγεσία των συναρμόδιων υπουργείων, προβλέπουν στην καλύτερα περίπτωση το "πάγωμα" των μισθών και συντάξεων στα φετινά επίπεδα και στη χειρότερηπαραπέρα μείωσή τους.Οι καθ' ύλην αρμόδιοι υπουργοί, που έχουν εξουσιοδοτηθεί από τον πρωθυπουργό υπουργοί για την κατάρτιση της εισοδηματικής πολιτικής του 1997, κάλεσαν τους εκπροσώπους της ΑΔΕΔΥ, να παίξουν το γνωστό παιχνίδι "κορόναγράμματα", με τον όρο όμως, ότι "μονά κερδίζω - ζυγά χάνεις"!

Στην πράξη, η κυβέρνηση καλεί την ΑΔΕΔΥ να επιλέξει ανάμεσα σε δύο κακά σενάρια, στη λογική του υπάρχουν και χειρότερα, αρνούμενη να συζητήσει για μια εισοδηματική πολιτική που θα κινείται στη λογική του "υπάρχουν και καλύτερα". Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση καλεί στους εργαζόμενους στο δημόσιο να επιλέξουν ή την εφαρμογή του νέου μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων από το 1997 ή ονομαστικές αυξήσεις των μισθών και συντάξεων (το πολύ 2% + 2%) και το διορθωτικό ποσό (περίπου 3,3% για την κάλυψη της διαφοράς μεταξύ εισοδηματικής πολιτικής και πληθωρισμού το 1996)! Και στη μιά και στην άλλη περίπτωση, η πραγματική μείωση των μισθών και συντάξεων - με τα σενάρια εισοδηματικής πολιτικής του 1997 που προτείνει η κυβέρνηση - είναι δεδομένη.

Στην ουσία, ο "εκσυγχρονισμός" που πρεσβεύει ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, κινείται στον αστερισμό του "διαίρει και βασίλευε". Και στην προσπάθειά της, να περάσει - όσο γίνεται με μικρότερους κλυδωνισμούς - τη συνέχιση της αντιλαϊκής εισοδηματικής πολιτικής του 1997. Αδιάψευστος μάρτυρας για όλα τα παραπάνω, αποτελούν οι θέσεις της κυβέρνησης για την εισοδηματική πολιτική του 1997 στο δημόσιο και το νέο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, όπως διατυπώθηκαν με δηλώσεις του υφυπουργού Οικονομικών Νίκου Χριστοδουλάκη.

Αν θα τα καταφέρουν ή όχι να επιβάλουν τη συνέχιση της εισοδηματικής πολιτικής, που μεταφέρει κάθε χρόνο εκατοντάδες δισεκατομμύρια δραχμές από τις τσέπες των μισθωτών και συνταξιούχων στις τσέπες των μεγαλοεπιχειρηματιών, αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και από την ετοιμότητα των ίδιων των θιγόμενων (μισθωτών και συνταξιούχων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα) να ανατρέψουν αυτή την πολιτική με κοινό μέτωπο αγώνων.Στα κείμενα που ακολουθούν, παραθέτουμε επίσημα στοιχεία που αποκαλύπτουν το μέγεθος της ληστείας, που επιβλήθηκε στους μισθωτούς και συνταξιούχους του δημοσίου στην περίοδο 1981-1996, καθώς και πώς σχεδιάζει η κυβέρνηση να επιβάλει την παραπέρα μείωση των μισθών και συντάξεων το 1997.

Τα κείμενα έγραψε ο Λάμπρος ΤΟΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ