Τα ποιήματα είναι "κοσμήματα". Για τον Κώστα Καλαπανίδα, όταν ο ανθρώπινος πόνος περισσεύει, τα "κοσμήματα" του λόγου είναι "μελανά". Και περισσεύει ο πόνος, όταν αυτοί που δεν υπάρχουν πια, υπάρχουν μέσα μας, να κλαιν, χύνοντας το δικό μας δάκρυ.
Ετσι ο ποιητής, σε μοτίβο δημοτικού τραγουδιού, αναρωτιέται:
"Τι θέλουν κι επιμένουνε/ και κλαίνε οι σκοτωμένοι, / κι έρχονται παιδικές φωνές/ και βάφουν μ' αίμα τα σπαρτά, / και ξαγρυπνούν, τ' αηδόνια μας/ και θλιβερά το λένε;".
Για τον τόσο πόνο "κάποιος πρέπει για όλους/ να ζητήσει συγνώμη". Είναι ο ποιητής, που θέλει τις καρδιές ευπρόσδεκτα λιμάνια επιστροφής: "Κανένα λιμάνι - λέει - δεν είναι ακατάδεκτο/ όταν σφυρίζει ο ερχομός". Ο ερχομός άλλων ημερών, όπου οι άλλοι δε θα 'ναι στην κόλαση. Ο ποιητής βιώνει αυτό που ακόμα δεν ήρθε: "Κάθε πρωί/ που ανοίγω τα μάτια και ζω/ είναι μια ευτυχία: / Να τοξεύει τ' αγκάθια του ο ήλιος/ και στων άλλων τα αισθήματα/ να βρίσκω σκιά και δροσιά. / Κι όταν μένω μονάχος/ ν' ανεβαίνω στις λέξεις μου/- κάθε πρωί/ που ανοίγω τα μάτια και ζω - είναι μια ευτυχία".
Μια ευτυχία, που θα χαίρονται οι ζωντανοί, όταν οι νεκροί θα πάψουν πια να λέγονται "σκοτωμένοι".
(Κώστας Καλαπανίδας - Κολοκοτρώνη 152 - 16451, Αργυρούπολη).
Η τρίτη ποιητική συλλογή του Σέργιου Συντελή, μετά την "ποίηση" (1982) και "Τα βήματα" (1990). Τώρα ο ποιητής εκφράζει όλη την πίκρα και "Αγωνία" του για όσα χάσαμε χτες, για όσα μας πνίγουν σήμερα. Η φωνή του, ενωμένη με"τις φωνές των σκοτωμένων", ζητά ν' ανοίξουμε ξανά το δρόμο στην αλήθεια, να κάνουμε ξανά την έξοδό μας απ' το "εγώ" στο "εμείς". "Αυτός ο βράχος/ που μας κλείνει/ Αυτός ο όγκος από ψέμα/ που έστησαν ανάμεσά μας", τούτη τη στιγμή ας γινόταν θρύψαλα απ' το δυναμίτη των καρδιών μας. Οσο "ακούγονται φωνές απ' το χτες", ο ποιητής δε θα πάψει ν' αγωνιά μπροστά στο χρέος: "Πρέπει να σηκωθούμε" - λέει. "Μπορεί μεθαύριο και να 'χουμε γλιτώσει". Τέλος, τα "ίσως" των ελπίδων του αποκρυσταλλώνονται σε πίστη ακλόνητη. Κι "υποκλίνεται στο μέλλον", όπως θα υποκλινόταν στις άπειρες θυσίες του παρελθόντος (Εκδόσεις "ΠΕΡΙΤΕΧΝΩΝ").
Γιάννης ΚΑΡΑΒΙΔΑΣ
Η ποιητική συλλογή του Ν. Π. είναι προσφορά στο περιοδικό "Πνευματική Ζωή".
Ο Νίκος Πηγαδιώτης κάνει την πρώτη του εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο νέος ποιητής επιχειρεί μια προσέγγιση του σήμερα σε όλο το φάσμα της κοινωνικοπολιτικής ζωής.
Δεν είναι λυρικός, δεν είναι τροβαδούρος που βγάζει κορόνες. Δε θέλει να είναι τίποτα απ' αυτά. Είναι ένας άνθρωπος με σκέψη που πονάει και με στοχασμό αναλύει τις αιτίες των δεινών της εποχής μας. Κι έτσι καταγράφεται σαν ποιητής με βαθιά φιλοσοφική διάθεση.
Με στρωτό λόγο, χωρίς πλατειασμούς, αναφέρεται σε ό,τι ταλανίζει την κοινωνία μας, αλλά και τον ίδιο. Μέσα από τη συνείδηση ανθρώπου με οράματα και "πιστεύω". Η ποίηση του Ν. Π. στέλνει ένα σημαντικό μήνυμα, τους προβληματισμούς ενός νέου ανθρώπου, με ανησυχίες, χωρίς εφησυχασμούς και ωραιοποιήσεις.
Κι αυτό θα αισθανθεί ο αναγνώστης, που θα έρθει σ' επαφή με ένα άλλο είδος ποίησης, που θέτει ερωτηματικά και δίνει απαντήσεις.
Ο Ν. Π., γιος του ευαίσθητου ποιητή Κώστα Πηγαδιώτη, δεν ακολουθεί τα βήματα του πατέρα. Προχωρεί μόνος του σε πολύ δύσκολους δρόμους, μέσα από συμπληγάδες και κατορθώνει να βγει νικητής. Στο ποίημα "Εικονική Πραγματικότητα" θα γράψει: "Θα 'θελα έναν κόσμο μόνιμης ελπίδας / με αποδέκτη το κάτοπτρο της αμφισβήτησης" (Αθήνα 1997).
Φαίδρα ΖΑΜΠΑΘΑ - ΠΑΓΟΥΛΑΤΟΥ
Τη βασανισμένη ζωή των ανθρώπων που δουλεύουν στα καμίνια, σ' ένα χωριό κοντά στα Γιάννενα, με αρκετό ρομαντισμό, παρότι στη σύγχρονη εποχή, περιγράφει στο "Ο Ορφέας δεν είναι πια εδώ" ο Φάνης Μούλιος, δικηγόρος και πεζογράφος, με τρία ήδη βραβεία στο ενεργητικό του.
Στον καταπονημένο αυτόν κόσμο ξεχωρίζουν κάποια πρόσωπα: Η όμορφη γυναίκα του καφενείου, που δεν είναι ντόπια, ο Ορφέας, το ομορφόπαιδο από την Κοκκινιά που έφτασε ως αυτό τον τόπο για να κερδίσει λίγα χρήματα κι ο Λέλος, ο ονειροπαρμένος, αγιάτρευτα ερωτευμένος, που δίνουν και τη νότα της αλλαγής στη μονοτονία της ρουτίνας, του μόχθου και της στέρησης.
Πάντα προσεγμένο γράψιμο, με στρωτή γλώσσα, που διαβάζεται γρήγορα κι ευχάριστα (Εκδόσεις "Γκοβόστης").
Πεζογράφος ο Γιάννης Παπαγιάννης στο τρίτο μυθιστόρημά του "Ο ύπνος περιβάλλει",τίτλος παρμένος από στίχο του Σαίξπηρ, κινείται στο επίπεδο της επιστημονικής φαντασίας.
Πρωταγωνιστής δεν είναι ο εφευρέτης - επιστήμονας κι ο φίλος του που μοιράζεται το επίτευγμά του, αλλά το δημιούργημά του, μια Μηχανή, που, ξεπερνώντας τη μέση ευφυϊα του ανθρώπου, βάζει στη θέση τους χαρακτήρες και αισθήματα του δημιουργού του, καθώς γίνεται ένας πρώτης τάξης ψυχολόγος και χαρακτηριολόγος, με ξινούτσικο πότε - πότε χιούμορ, αλλά χιούμορ.
Αυτή η μετάθεση του ξεγυμνώματος της πραγματικότητας από μια Μηχανή, αποτελεί και την ουσία του περιεχομένου. Πραγματικότητα ή επινόησή της;
Πυκνή καλοδιαρθρωμένη γραφή από τις εκδόσεις "Ιστός" (Αθήνα 1977).
Ευγενία ΖΩΓΡΑΦΟΥ