ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Παρασκευή 31 Ιούλη 1998
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Κρίνεται σήμερα η τύχη της Τράπεζας Κεντρικής Ελλάδας

Το μεσημέρι θα ανοίξουν και θα γνωστοποιηθούν οι προσφορές των υποψήφιων αγοραστών

Κρίσιμη μέρα για την Τράπεζα Κεντρικής Ελλάδας η σημερινή, αφού μέχρι σήμερα το μεσημέρι οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να έχουν υποβάλει τις προσφορές τους για την εξαγορά του 51% των μετοχών της τράπεζας, που σήμερα κατέχει η μητρική της Αγροτική Τράπεζας της Ελλάδας (ΑΤΕ).

Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι υποψήφιοι "μνηστήρες" φέρονται να είναι η Τράπεζα Αττικής, η Γενική Τράπεζα, η Εγνατία και η Ασπίς, δεδομένου ότι αυτές έχουν παραλάβει το σχετικό ενημερωτικό φάκελο για την τράπεζα.

Να θυμίσουμε επίσης ότι στην προκήρυξη δεν ορίζεται ελάχιστο τίμημα, αλλά τα προσφερόμενα κεφάλαια θα πρέπει να καταβληθούν εξ ολοκλήρου σε μετρητά κατά τη συντέλεση της μεταβίβασης. Η αξιολόγηση των προσφορών θα γίνει από ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης της ΑΤΕ και από τους συμβούλους πώλησης και θα ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι την Παρασκευή 7 Αυγούστου. Σύμβουλοι για τη διαδικασία πώλησης έχουν οριστεί η ABN - AMRO και "Deloitte & Touche".

Στο μεταξύ, σημαντική αύξηση κερδών εμφάνισε κατά το πρώτο εξάμηνο του 1998 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 1997 η Τράπεζα Αττικής, η οποία αναμένεται να είναι και η μία από τις τράπεζες που θα υποβάλουν προσφορά σήμερα για την εξαγορά της Τράπεζας Κεντρικής Ελλάδας (ΤΚΕ). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα που ανακοίνωσε χτες η Τράπεζα Αττικής:

Τα κέρδη (προ φόρων) το α εξάμηνο 1998 ανήλθαν σε 1.743,2 εκατ. δρχ. έναντι 508,6 εκατ. δρχ. το αντίστοιχο διάστημα του 1997, σημειώνοντας αύξηση κατά 243%!

Στην ανακοίνωση σημειώνεται ότι η αύξηση των κερδών οφείλεται, στο μεγαλύτερο μέρος, στην αύξηση των λειτουργικών αποτελεσμάτων της τράπεζας, από την ωρίμανση του δικτύου που αυξήθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια, τη μεγάλη αύξηση των χορηγήσεων και την αναλογική μείωση του λειτουργικού κόστους. Επισημαίνεται ότι τα κέρδη του δικτύου της τράπεζας ανήλθαν σε 1.020 εκατ. δρχ. και ήταν αυξημένα κατά 250% έναντι του αντίστοιχου εξαμήνου του 1997.

Ο χορός των κερδών καλά κρατεί για τους μεγαλέμπορους

Οι 100 μεγαλύτερες (βάσει πωλήσεων) επιχειρήσεις κάλυψαν το 1997 το 49,9% των συνολικών πωλήσεων και οι 100 μεγαλύτερες (με βάση τα κέρδη) επιχειρήσεις καρπώθηκαν το 49,5% των συνολικών καθαρών κερδών. Τα κέρδη ανά απασχολούμενο στις 100 πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις ξεπέρασαν τα 5 εκατ. δραχμές

Ο χορός των κερδών καλά κρατεί και στον τομέα των μεγάλων εμπορικών επιχειρήσεων. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία των ισολογισμών 5.719 μεγάλων εμπορικών επιχειρήσεων, ΑΕ και ΕΠΕ, που επεξεργάστηκε και έδωσε χτες στη δημοσιότητα η εταιρία ICAP. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, τα μεικτά κέρδη τους διαμορφώθηκαν στο ποσό των 1.722,3 δισ. δραχμών (από 1.507,7 δισ. το 1996) και τα καθαρά στα 284,8 δισ. δραχμές (αντί 280,2 δισ. το 1996). Τα κέρδη αυτά, που αποτελούν νέο ρεκόρ για τις εμπορικές επιχειρήσεις, είναι συνέπεια και της υπερεκμετάλλευσης των εργαζομένων στο χώρο του εμπορίου.

Ενδεικτικό από αυτή την άποψη είναι και το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων των 100 πιο κερδοφόρων εμπορικών επιχειρήσεων, τα κέρδη ανά απασχολούμενο (στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις) ξεπέρασαν τα 5 εκατομμύρια δραχμές. Αξίζει μάλιστα να αναφερθεί, ότι και το 1997 την πρώτη θέση στον κατάλογο των κερδοφόρων επιχειρήσεων του εμπορίου, κατέχει η κρατική εταιρία "Καταστήματα Αφορολόγητων Ειδών", που έχει τα μεγαλύτερα κέρδη (18 δισ. δραχμές έναντι 15 δισ. δραχμές πέρσι) και την οποία η κυβέρνηση Σημίτη βιάζεται να ξεπουλήσει.

Με βάση τα στοιχεία της ICAP για τις 5.719 εμπορικές επιχειρήσεις:

  • Οι συνολικές πωλήσεις των επιχειρήσεων του δείγματος, ανήλθαν σε 9.295,6 δισ. δραχμές το 1997, έναντι 8.364,1 δισ. δραχμές το 1996, εμφανίζοντας αύξηση 11,1%, που είναι διπλάσια του πληθωρισμού.
  • Ταυτόχρονα με την πραγματική αύξηση των πωλήσεων, σημειώθηκε και βελτίωση του περιθωρίου μεικτού κέρδους. Από 18,0% που ήταν το περιθώριο μεικτού κέρδους το 1996, ανέβηκε στο 18,5% το 1997. Παρά τις θετικές αυτές εξελίξεις, τα συνολικά καθαρά κέρδη εμφανίζουν μικρή αύξηση 1,6% και σε πραγματικούς όρους είναι μειωμένα. Η μικρή ονομαστική αύξηση των κερδών, αποδίδεται κύρια στη σημαντική αύξηση κατά 16,1% των λειτουργικών εξόδων.

Σχολιάζοντας τις εξελίξεις των βασικών μεγεθών στο ελληνικό εμπόριο - όπως αυτές προκύπτουν από τους ισολογισμούς των 5.719 επιχειρήσεων - η ICAP, σημειώνει μεταξύ άλλων ότι κατά το 1997 "προκύπτει συγκράτηση της κερδοφορίας του ελληνικού εμπορίου και επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης που παρατηρήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια". Ενώ στο πρόσφατο παρελθόν ο εμπορικός τομέας - σημειώνει η ICAP - εμφάνιζε αύξηση όλων των βασικών οικονομικών μεγεθών με ρυθμούς ικανοποιητικούς, "το 1997 εμφανίζονται σημεία κόπωσης στην ανάπτυξη του εμπορίου, με χαρακτηριστικό τη σχετική επιβράδυνση του αυξητικού ρυθμού των πωλήσεων συγκριτικά με τα προηγούμενα έτη". Η επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των πωλήσεων των εμπορικών επιχειρήσεων, δεν είναι άσχετη και με την παρατεταμένη εφαρμογή της πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας, καθώς η συμπίεση των λαϊκών εισοδημάτων εκφράζεται και με τη μείωση των αγορών βασικών καταναλωτικών ειδών.

Από μια προσεκτικότερη ανάγνωση των στοιχείων της ICAP, είναι εμφανής η τάση μιας αγοράς όπου λειτουργούν εμπορικές επιχειρήσεις δύο ταχυτήτων. Των κερδοφόρων, που διευρύνουν τον τζίρο και την κερδοφορία τους εντείνοντας τόσο την εκμετάλλευση των εργαζομένων, όσο και τον ανταγωνισμό σε βάρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, και των ζημιογόνων που αυξάνουν τις ζημιές τους. Η τάση αυτή εκφράζεται και με τη συνεχιζόμενη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου σε όλο και πιο λίγα χέρια και στο χώρο του εμπορίου (μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων). Σημειώνεται, πως οι 100 μεγαλύτερες - βάσει πωλήσεων - εμπορικές επιχειρήσεις κάλυψαν το 1997 το 49,9% των συνολικών πωλήσεων, ενώ οι 100 πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις - βάσει κερδών - κάλυψαν το 49,5% των συνολικών καθαρών κερδών.

Του λόγου το αληθές, επιβεβαιώνουν και τα σχόλια της ICAP, για τις εξελίξεις στο κερδοφόρο και ζημιογόνο τμήμα των μεγάλων εμπορικών επιχειρήσεων, σύμφωνα με τα οποία: το 1997 από τις 5.719 επιχειρήσεις οι 4.739 ήταν κερδοφόρες και οι υπόλοιπες 980 είχαν ζημιές ή εμφάνισαν μηδενικά κέρδη.

Σε ό,τι αφορά τις κερδοφόρες επιχειρήσεις,κατά τη διάρκεια του 1997:

  • αύξησαν τις πωλήσεις τους κατά 5,1% (από 7.578.9 δισ. δραχμές το 1996 τις ανέβασαν στα 7.967,1 δισ. πέρσι.
  • σημειώθηκε περαιτέρω βελτίωση του μεικτού περιθωρίου κέρδους (των κερδοφόρων επιχειρήσεων) από 18,3% που ήταν το 1996, σε 19,4% το 1997.

Αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων ήταν να αυξηθούν - σε πραγματικούς όρους - τα καθαρά κέρδη του κερδοφόρου τμήματος, τα οποία ανήλθαν σε 343 δισ. δραχμές, έναντι 319,3 δισ. δραχμές το 1996. Το 1997 όμως, διευρύνθηκαν και οι ζημιές των 1.340 ζημιογόνων επιχειρήσεων, παρά το γεγονός ότι οι πωλήσεις τους αυξήθηκαν σημαντικά. Συγκεκριμένα, οι συνολικές ζημιές των ζημιογόνων επιχειρήσεων, έφτασαν το 1997 στο ποσό των 58,2 δισ. δραχμών, έναντι 39,1 δισ. δραχμές το 1996.

Λ. Τ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ