Χτες, στην πρώτη των συναυλιών με τίτλο «Ελληνική Μουσική 2000», με μαέστρο τον Μίλτο Λογιάδη, παρουσιάστηκαν έργα των Μιχάλη Γρηγορίου, Μπάμπη Κανά, Χάρη Βρόντου, Γιώργου Κουμεντάκη και Γιώργου Σισιλιάνου. Το σημερινό πρόγραμμα περιλαμβάνει τα έργα Συμφωνία αρ. 1, «Παραλλαγές χειμερινής νύχτας» (για σύνολο οργάνων) του Δημήτρη Συκιά, «Ανεπίληπτος θάνατος» του Θάνου Μικρούτσικου, σε ποίηση Αγγελου Σικελιανού (για σοπράνο και μικρή ορχήστρα), με σολίστ την Μαρία Μητσοπούλου, τον «Κρητικό» του Χάρη Ξανθουδάκη, σε ποίηση Δ. Σολωμού (για σοπράνο και ορχήστρα), με σολίστ την Ρόζα Πουλημένου, «Entrata» του Αλέξανδρου Καλογερά (για ορχήστρα δωματίου) και «Διπλό κοντσέρτο» του Θόδωρου Αντωνίου (για κρουστά και ορχήστρα), με σολίστ τους Δημήτρη Δεσύλλα και Αλέκο Χρηστίδη. Θα διευθύνει ο Παύλος Σεργίου, μαέστρος και της αυριανής συναυλίας - αφιέρωμα στον Ιάννη Ξενάκη, στη διάρκεια της οποίας θ' ακουστούν τα έργα του: «Ερμα», «Χάρισμα», «Rebonds», «Θέραψ», «Πλεκτό». Στη συναυλία της Παρασκευής, υπό τη διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη, θ' ακουστούν έργα των Κωστή Κριτσωτάκη, Μιχάλη Τραυλού, Αργύρη Κουνάδη, Μιχάλη Λαπιδάκη, Περικλή Κούκου και Δημήτρη Μαραγκόπουλου.
Εκφράζοντας τη χαρά του «για το τετραήμερο, που φωτογραφίζει την εικόνα της έντεχνης μουσικής δημιουργίας σήμερα στην Ελλάδα», ο συνθέτης και επικεφαλής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου, Χάρης Ξανθουδάκης, δηλώνει: «Θεωρώ ότι ο λαϊκισμός, που για μια δεκαπενταετία καλλιεργεί το ΠΑΣΟΚ στον τόπο μας, ο κρυμμένος καλογυαλισμένος λαϊκισμός του Μεγάρου Μουσικής που παίρνει συχνά την αποκρουστική μορφή της παραποίησης της μουσικής ιστορίας του τόπου, ο λαϊκισμός που εξυπηρέτησαν διάφορα ντόπια μικροσυμφέροντα και που εξυπηρετεί ο ίδιος τα μεγάλα συμφέροντα των υπερατλαντικών και Ευρωπαίων "φίλων" μας, έχει γίνει συνείδηση ότι βλάπτει την εθνική αυτοσυνείδηση και υπόστασή μας ως χώρα». Χαρακτηρίζοντας τις συναυλίες «εξαιρετικά μεγάλης πρακτικής και συμβολικής σημασίας», αλλά και «πράξη πολιτική», ο Χ. Ξανθουδάκης λέει: «Σε αυτές συναντιόμαστε άνθρωποι, που έχουμε παλέψει στον πολιτιστικό και κοινωνικό χώρο στο παρελθόν και που είδαμε τους αγώνες μας να ακυρώνονται από την παρούσα πολιτιστική κατάσταση και τις δυνάμεις που την καλλιεργούν. Ελπίζω κι εύχομαι ότι η συνάντηση αυτή θα είναι το πρώτο βήμα μιας αναγκαίας επανασυσπείρωσης των υγειών μουσικών δυνάμεων, ενάντια στην παρακμή και στην αυτοακύρωση».
Μεταμορφώσεις ήχων, που αποκαλύπτουν την Ελλάδα της ειρήνης και της μουσικής. Ηχοχρώματα, που ακολουθούν τη μέλισσα στο πέταγμά της και κοντοστέκονται μπρος την απεραντοσύνη της θάλασσας, που αφουγκράζονται τη φωνή του βουνού και το χτυποκάρδι των δελφινιών, που αποτίουν φόρο τιμής στο ρεμπέτικο και στην ελληνική παράδοση, που αιωρούνται πάνω από την ελληνική ύπαιθρο. Είναι η «γεύση», που προσφέρει στον ακροατή το έργο «Greece Peace... Music» (Ελλάδα Ειρήνη... Μουσική) του Γιώργου Δέλφι - Κουσσανέλου, συνθέτη και πιανίστα που ζει και εργάζεται στο Παρίσι. Ενα μουσικό έργο, που χαρακτηρίζεται για την πρωτοτυπία του, τον διαρκή και γόνιμο «διάλογο» τριών οργάνων (πιάνο, κοντραμπάσο, κρουστά), τον επιτυχημένο συνδυασμό μουσικής και ποίησης. Τις συνθέσεις του Γ. Δέλφι ερμηνεύουν, με τον ίδιο στο πιάνο, ο Γάλλος κοντραμπασίστας Ιβ Ρούσο και ο Αιγύπτιος Αντέλ Σαμς Ελ Ντιν (κρουστά).
Παιδί της ελληνικής διασποράς, ο Γ. Δέλφις, μεγαλώνει στην Αίγυπτο, ενώ συνεχίζει τις σπουδές μουσικής και φιλοσοφίας στην Αθήνα. Χάρη σε μια υποτροφία απομακρύνεται από την Ελλάδα την περίοδο της χούντας και από τότε ζει στο Παρίσι, όπου εργάζεται ως πιανίστας στο Ανώτατο Ωδείο των Παρισίων. Σημαντική είναι η καλλιτεχνική παρουσία του στη Λέρο, το πατρικό του νησί, που επισκέπτεται τα καλοκαίρια πραγματοποιώντας ρεσιτάλ.
Για το γνωστό σε όλους «Μιλένιουμ», ξοδεύτηκαν εκατοντάδες εκατομμύρια, χρήματα πεταμένα στους σκουπιδοτενεκέδες των εφήμερων έργων βιτρίνας.
Ενώ, λοιπόν, μεγάλα ποσά θυσιάζονται για τα μάτια μας μόνο, οι Ελληνικές Κρατικές Συμφωνικές Ορχήστρες αντιμετωπίζουν, πρωτάκουστα, για τα ευρωπαϊκά πολιτιστικά δεδομένα, προβλήματα.
***
Η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης (ΚΟΘ) αντιμετωπίζει και αυτή μεγάλο στεγαστικό πρόβλημα. Πρέπει, σε σύντομο χρονικό διάστημα, να στελεχωθεί από μόνιμο προσωπικό, μουσικό και διοικητικό. Πολιτισμός με υποβαθμισμένες από το κράτος ορχήστρες δε γίνεται.
Είχαν απόλυτο δίκιο τα μέλη του Συλλόγου Μουσικών Υπαλλήλων της ΚΟΑ, όταν ανέφεραν σε κείμενό τους τα εξής: «Θεωρούμε τη χρόνια αδιαφορία των υπευθύνων ολοκληρωτικά ανάξια της εκατόχρονης και πλέον ιστορίας και του ονόματος της ΚΟΑ και μειωτική για τους μετακληθέντες καλλιτέχνες και το κοινό, που στηρίζει την ορχήστρα με την παρουσία του».