ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Νοέμβρη 1998
Σελ. /48
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
"ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΑΝΤΙΠΟΛΙΤΕΥΣΗ"
Τα αποκαλυπτήρια!

"

Προκύπτει αυτό από το κείμενό μας, ότι απορρίπτουμε μείζονες επιλογές; Τι επιλογές; Δηλαδή απορρίπτουμε την πορεία της χώρας προς την ΟΝΕ; Δεν την απορρίπτουμε. Ποια είναι η μείζονα επιλογή, την οποία απορρίπτουμε; Καμία μείζονα επιλογή δεν απορρίπτουμε"!

Αν στα παραπάνω, προστεθεί η τρεμάμενη φωνή και το ιδροκοπημένο μέτωπο, αν συμπληρωθεί η "φωτογραφία", με την αγωνία του ανθρώπου που θέλει να πείσει πάση θυσία για τις "καλές" προθέσεις του και να διαλύσει τις "παρεξηγήσεις" που δημιουργήθηκαν γύρω από το πρόσωπό του, αν επίσης συνυπολογιστεί η αδημονία του να προλάβει να απολογηθεί σε όσο γίνεται περισσότερα ΜΜΕ, τότε τι προκύπτει;

Προκύπτει, με ακρίβεια μάλιστα, η εικόνα που εξέπεμπε ένας εκ των μελών της "εσωκομματικής αντιπολίτευσης" του ΠΑΣΟΚ - στον οποίο ανήκουν και τα προαναγραφέντα λόγια που μεταδόθηκαν από ραδιόφωνα και τηλεοράσεις - λίγες ώρες μετά από την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση και μετά τα όσα διεξήχθησαν με τους "11" στη Βουλή.

***

Αυτή είναι, λοιπόν,η περιβόητη "εσωκομματική αντιπολίτευση", που κατοικοεδρεύει στο κυβερνητικό κόμμα. Πρόκειται για την πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ, η οποία - στις διάφορες παραλλαγές της - έχει αναλάβει να διαδραματίσει ρόλο πολύτιμου "σωσιβίου" του κ. Σημίτη, και μάλιστα, τις στιγμές που ο τελευταίος διέρχεται από την πιο δύσκολη φάση της θητείας του.

Πρόκειται για εκείνο το κομμάτι του ΠΑΣΟΚ που, ηθελημένα είτε αθέλητα, λειτουργεί ως το πιστότερο και δεδομένο "δεκανίκι" μιας πολιτικής με την οποία, υποτίθεται, ότι "διαφωνεί"!

Ακόμα κι αν υπήρχαν αυταπάτες για την ουσία της παρουσίας της λεγόμενης "εσωκομματικής αντιπολίτευσης" στην πολιτική σκηνή των τελευταίων χρόνων, ήρθαν τα γεγονότα της Βουλής, για να φωτίσουν την πραγματικότητα. Προφανώς, οι συμμετέχοντες σε αυτό το παιχνίδι της εξαπάτησης, δεν επιθυμούσαν τα αποκαλυπτήριά τους να συνδυαστούν και με την πλήρη γελοιοποίηση της θεωρίας περί "καλού ΠΑΣΟΚ", "κοινωνικά ευαίσθητων στελεχών", "διαφωνούντων με σοσιαλιστική συνείδηση" και όλων των υπολοίπων, που θέλουν να εμφανίζονται ότι εκπροσωπούν. Ομως, όταν παίζεις χωρίς αρχές, χωρίς κανόνες και κυρίως χωρίς τα ψεύτικα τα λόγια σου να μπορούν να σε διασώσουν και να διαψεύσουν την αλήθεια των πράξεών σου, τότε είσαι αναγκασμένος να υφίστασαι ακόμα και το χειρότερο.

Πράγματι, η λεγόμενη εσωκομματική αντιπολίτευση του ΠΑΣΟΚ έπαθε ό,τι χειρότερο μπορεί να πάθει εκείνος που επιδιώκει να είναι "χρήσιμος" στην πλουτοκρατία από "ειδική", όμως, θέση. Από τη θέση, δηλαδή, του αναχώματος των λαϊκών διαθέσεων, από το "μετερίζι" του κυματοθραύστη της κοινωνικής δυσφορίας, από το "πόστο" του επιφορτισμένου με το καθήκον να εγκλωβίζει συνειδήσεις εργαζομένων και λαϊκών στρωμάτων στα στεγανά μιας αντιλαϊκής πολιτικής. Πώς; Μα υποκρινόμενος ότι πρεσβεύει, άλλοτε, τον "αντίποδα" (!) και άλλοτε το "κοινωνικό πρόσωπο" (!) αυτής της αντιλαϊκής πολιτικής.

***

Ιδού, λοιπόν, όταν ήρθαν τα δύσκολα, όταν οι "θεατρινισμοί" ξέφυγαν λίγο από τον έλεγχο, πώς άρχισαν να λύνονται τα στόματα: Απορρίπτουμε εμείς την ΟΝΕ; Μα τι λέτε; Εμείς είμαστε και με τα δυο χέρια υπέρ της ΟΝΕ! Ετσι απαντούσαν οι κύριοι της "εσωκομματικής αντιπολίτευσης", την επομένη της ανάτασης της χειρός τους, υπέρ της κυβερνήσεως Σημίτη, κατά τη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης.

Λίγο πριν, ως γνωστόν, είχαν αποσύρει - αφού πρώτα ο Κ. Σημίτης τους απείλησε με εκλογές - εκείνο το κείμενο, στο οποίο έλεγαν ότι... δεν υποκύπτουν σε εξαναγκασμούς. Λίγο πριν, δηλαδή, αφ' ενός είχαν δώσει τη δυνατότητα να αναδυθεί στον αφρό ένας πρωθυπουργός, που πελαγοδρομούσε από τις αναταράξεις που του προκάλεσε το "μήνυμα" των εκλογών, και αφ' ετέρου "προσκάλεσαν" τους συνήθεις διαφημιστές των εξόφθαλμα "λίγων" να παρουσιάζουν τον Κ. Σημίτη σαν "πολιτικό γίγαντα"!

Βεβαίως - και για να επανέλθουμε στους όρκους πίστης, στην ΟΝΕ - σε ό,τι αφορά τους κομμουνιστές δεν υπήρχε καμία αμφιβολία για την "ποιότητα" και το"εύρος" των... διαφωνιών των "11" βουλευτών (άλλοτε εμφανίζονται ως "32", άλλοτε ως "22", άλλοτε ως "13" και πάει λέγοντας) απέναντι στην ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική. Μα, θα μας πουν ορισμένοι, η "εσωκομματική αντιπολίτευση" ποτέ δεν είπε ότι διαφωνεί με την ΟΝΕ. Η διαφωνία της με τον πρωθυπουργό έγκειται στο ότι ο τελευταίος δεν ακολουθεί τον "μη οδυνηρό" (!) δρόμο για την ΟΝΕ...

***

Φτάσαμε στην ουσία.

Πρώτον,θα σημειώσουμε με έμφαση ότι την επομένη της ψήφου εμπιστοσύνης, κανείς δε θυμήθηκε από τους "διαφωνούντες" μας να αναφερθεί στα παραμύθια περί "καλής και μη οδυνηρής ΟΝΕ". Βλέπετε, όταν πρέπει να σώσεις τον εαυτούλη σου και ό,τι έχει απομείνει από το πολιτικό σου "προφίλ", ξεχνάς για λίγο τα παραμύθια εγκλωβισμού των λαϊκών μαζών στα περί της "κοινωνικής ΟΝΕ" και υμνείς την ΟΝΕ... νέτη - σκέτη.

Δεύτερον, πώς γίνεται να διαφωνείς με τον Κ. Σημίτη, όταν στηρίζεις και υπηρετείς τα σχέδια της πλουτοκρατίας, στην προώθηση των οποίων επικεφαλής είναι ο πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του; Ας δε συμφωνείς με κάποιον, προφανώς δεν τον στηρίζεις σε εκείνο ακριβώς το σημείο, σε εκείνη τη"δουλιά", που, η διεκπεραίωσή της ή όχι, αποτελεί το βασικό πεδίο επί του οποίου θα κριθεί η "ικανότητά του" από τα αφεντικά του. Η μήπως δεν είναι έτσι;

Τρίτο και βασικότερο: Οι κύριοι της "εσωκομματικής αντιπολίτευσης" αυτοσυστήνονται σαν η πλευρά του ΠΑΣΟΚ που είναι με το λαό... Μόνο που η βασική διαχωριστική γραμμή στην ελληνική κοινωνία στις μέρες μας είναι το αν ανήκεις στο "στρατόπεδο" της ΟΝΕ ή στο "στρατόπεδο" όσων αντιμάχονται την ΟΝΕ. Στα πλαίσια αυτής της διαχωριστικής γραμμής, καθορίζεται η στάση οποιουδήποτε, απέναντι, τόσο στους κερδισμένους, όσο και στα θύματα της ΟΝΕ. Οι κερδισμένοι ανήκουν στην ολιγαρχία. Το θύμα είναι ο λαός. Οι φίλοι μας της "εσωκομματικής αντιπολίτευσης" ή με την ΟΝΕ και τους κερδισμένους πλουτοκράτες θα είναι, ή ενάντια στην ΟΝΕ και στο πλευρό του λαού θα είναι. Μέσος δρόμος δεν υπήρχε ποτέ, πολύ περισσότερο την εποχή του... "μονόδρομου".

Είναι πασιφανές, ότι οι απαρτίζοντες την "εσωκομματική αντιπολίτευση" του ΠΑΣΟΚ, συνειδητά ή ασυνείδητα, έχουν κάνει την επιλογή τους. Ειδάλλως δε θα προσπαθούσαν να διασώσουν την "τιμή" τους στο πολιτικό χρηματιστήριο, αναδεικνύοντας σαν απόδειξη για την αξία των "μετοχών" τους, το πόσες πολλές φορές μπορούν μέσα σε μια μέρα να φωνάξουν "ζήτω η ΟΝΕ". Ειδάλλως, δε θα ήταν με χίλια νήματα δεμένοι με τα κέντρα νομής της εξουσίας. Ειδάλλως, θα ήταν στους δρόμους. Εκεί που ο λαός παλεύει, διεκδικεί και μάχεται για το δίκιο του. Αλλά δεν ήταν ποτέ.

Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ

"ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ"
Για την οικονομική κρίση και όχι μόνο...

Αυτή η έκδοση της ΚΟΜΕΠ προετοιμάστηκε ως υλικό προς δημοσίευση και πραγματοποιήθηκε, σε συνθήκες οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων, που δείχνουν τάσεις όξυνσης της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού.

Σε διεθνές επίπεδο εκδηλώθηκε νέο κύμα υποτιμήσεων στις αγορές αξιών και χρηματικού κεφαλαίου. Η κρίση "υπερπαραγωγής", για πολλές από τις άλλοτε "αναδυόμενες" καπιταλιστικές οικονομίες της ΝΑ Ασίας, ακόμα και αυτής της Ιαπωνίας, είναι πλέον αναμφισβήτητη πραγματικότητα. Το βάθος της καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων στην καπιταλιστικοποιημένη Ρωσία εκδηλώθηκε με όλα τα χαρακτηριστικά της καπιταλιστικής κρίσης. Τα προ "κραχ" φαινόμενα στη Λατινική Αμερική είναι ο εφιάλτης της διεθνούς χρηματιστικής ολιγαρχίας και των πολιτικών εκφραστών της.

Το φάντασμα μιας γενικευμένης κρίσης "υπερπαραγωγής" πλανάται πάνω από τις πιο αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες των ΗΠΑ, της Γερμανίας, γενικότερα της ΕΕ.

Η ελληνική καπιταλιστική οικονομία βρίσκεται στην ίδια τροχιά.

Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επιδιώκει να καθυστερήσει την εκδήλωση μιας απότομης υποτίμησης της δραχμής, να ελέγξει την πτωτική τάση των τιμών στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Οι αναδιαρθρώσεις που προωθεί επεκτείνουν και θεσμοθετούν ρυθμίσεις, που αυξάνουν το βαθμό της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης.

Στρατηγικός στόχος της πολιτικής της αποτελεί η συμμετοχή στην ΟΝΕ - ΕΥΡΩ, η διεκδίκηση μιας καλύτερης μερίδας στον ανελέητο ανταγωνισμό για την κατάκτηση νέων αγορών, ιδιαίτερα στα Βαλκάνια και στην Παρευξείνια Ζώνη. Αυτή η γραμμή εκδηλώνεται τόσο σε οικονομικό - πολιτικό, όσο και σε στρατιωτικό - πολιτικό επίπεδο, χωρίς να απαλλάσσεται από τις αντιφάσεις της ανισομετρίας και του ανταγωνισμού με άλλα καπιταλιστικά κράτη είτε και στα πλαίσια συμμαχικών διακρατικών ενώσεων.

Ετσι, στην άμεση στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ στο Κοσσυφοπέδιο, η κυβέρνηση κρατά την υποκριτική γραμμή της "διευκόλυνσης των στρατιωτικών επιχειρήσεων χωρίς άμεση συμμετοχή".

Το φάντασμα μιας γενικευμένης κρίσης "υπερπαραγωγής" πλανάται μαζί με το φάντασμα ενός γενικευμένου ιμπεριαλιστικού πολέμου στα Βαλκάνια. Και αυτό δεν είναι τυχαίο, αφού ο πόλεμος, σαν όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού για αγορές και με τη μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, είναι η "διέξοδος" του κεφαλαίου από την κρίση "υπερσυσσώρευσής" του.

Σ' αυτό το φόντο των εξελίξεων, πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα οι εκλογές για την ανάδειξη δημάρχων και νομαρχών.

Μια πρώτη μελέτη των αποτελεσμάτων αναδεικνύει, ήδη, τα πολιτικά μηνύματα που περιέχουν:

  • Μια εμφανή λαϊκή δυσαρέσκεια προς την αντιλαϊκή φιλομονοπωλιακή πολιτική της κυβέρνησης, που εκδηλώνεται και στην αντιδραστικοποίηση του ρόλου της Τοπικής και Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.
  • Μια σημαντική άνοδο σε ψήφους, σε πολλούς και βασικούς δήμους, σε νομαρχίες, των ενωτικών - αγωνιστικών συνδυασμών που υποστήριξε το ΚΚΕ. Ιδιαίτερα, εκεί όπου έγιναν αγώνες και κινητοποιήσεις, δηλαδή εκεί όπου δημιουργούνται προϋποθέσεις ανάπτυξης κοινωνικής και πολιτικής πείρας.
  • Η πολιτική πρόταση του ΚΚΕ για την οικοδόμηση της λαϊκής κοινωνικοπολιτικής συσπείρωσης ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό κερδίζει έδαφος. Βεβαίως, ο δρόμος προώθησης αυτής της πολιτικής δεν είναι χωρίς εμπόδια και ζιγκ - ζαγκ. Η αποκάλυψη του αντιλαϊκού και φιλομονοπωλιακού χαρακτήρα μιας πολιτικής πίσω από τις ιδεολογικο-πολιτικές ταμπέλες κομμάτων που λειτουργούν ως αναχώματα στη ριζοσπαστικοποίηση, πίσω από "ακομμάτιστες" και "ανεξάρτητες" προσωπικότητες, είναι ο δρόμος της ανάπτυξης και όξυνσης των αγώνων.

Το ΚΚΕ επωμίζεται αυξημένες ευθύνες:

Για πλατιά ιδεολογική και πολιτική δράση, ιδιαίτερα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, στο κίνημα της εργαζόμενης αγροτιάς, των καταπιεσμένων μεσαίων στρωμάτων των αστικών κέντρων.

Για την προώθηση της ενότητας της εργατικής τάξης, στη βάση του ταξικού προσανατολισμού των αγώνων της.

Για σταθερότητα και ικανότητα στην πολιτική των πολύμορφων αγωνιστικών συσπειρώσεων και συμπαρατάξεων.

Οι εκλογικές πολιτικές μάχες, ως ένα βαθμό, συμπυκνώνουν διεργασίες που έχουν πραγματοποιηθεί σε μια προηγούμενη περίοδο.

Η μάχη των ευρωεκλογών αποτελεί πολύ καλή ευκαιρία για μαζική πολιτική δράση του ΚΚΕ, για νέες προσπάθειες πλατιάς συσπείρωσης δυνάμεων, που δε δέχονται τη λογική της υποταγής και ενσωμάτωσης στις στρατηγικές επιλογές των διεθνών καπιταλιστικών ενώσεων. Η σημασία τους γίνεται ακόμη μεγαλύτερη, καθώς θα διεξαχθούν σε λίγους μήνες, εν μέσω όξυνσης της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού.

Σ' αυτήν την κατεύθυνση θα επιδιώξει να συμβάλει και η ΚΟΜΕΠ, με ανάλογα θεματικά αφιερώματα.

Στην παρούσα έκδοση, συνεχίζεται μια προσπάθεια που ξεκίνησε με θεματικά αφιερώματα στο "Σύγχρονο καπιταλισμό" και το, στα 80 χρόνια του ΚΚΕ, αφιέρωμα "Το ΚΚΕ για την ανάπτυξη της θεωρίας και της επιστήμης".

Στο αφιέρωμα "Οικονομική κρίση του καπιταλισμού", του τεύχους Νο 5/1998 δημοσιεύονται:

  • Αρθρογραφία στελεχών του ιδεολογικού τομέα της ΚΕ του ΚΚΕ.
  • Αρθρογραφία μαρξιστών επιστημόνων, που είτε συνεργάζονται με ξένα θεωρητικά - πολιτικά περιοδικά είτε εκπροσωπούν άλλα εργατικά ή και κομμουνιστικά κόμματα.
  • Αποσπάσματα από την Απόφαση της 4ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ (Δεκέμβρης 1931).
  • Βιβλιοπαρουσίαση λογοτεχνικού έργου ανάλογου θεματικού περιεχομένου.

Οι αναγνώστες και οι αναγνώστριες της ΚΟΜΕΠ (θεωρητικού - πολιτικού οργάνου της ΚΕ του ΚΚΕ) θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η επιλογή δημοσίευσης κειμένων ξένων μαρξιστών επιστημόνων ή και θέσεις άλλων εργατικών και κομμουνιστικών κομμάτων δε συνεπάγεται πλήρη αποδοχή των θέσεών τους.

Το κριτήριο επιλογής είναι κατά πόσον ο συνολικός προβληματισμός τους συμβάλλει στην ενημέρωση και στη μελέτη θέσεων.

Αλλωστε, στα κείμενα της Σύνταξης της ΚΟΜΕΠ, συχνά γίνονται κριτικές επισημάνσεις γύρω από θέσεις ανάλογων κειμένων, με στόχο να αναπτύσσεται ο προβληματισμός των αναγνωστών.

Για τις ανάλογες δημοσιεύσεις σ' αυτό το τεύχος, θα σημειώσουμε:

  • Το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Κουρτ Γκόσβαϊλερ κάνει κριτική στην προσέγγιση της οικονομικο-πολιτικής θεώρησης του Κέυνς (στη διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης) από σοσιαλδημοκράτες Γερμανούς οικονομολόγους. Το άρθρο αναδεικνύει την πραγματική κατάσταση της τόσο προβεβλημένης ως εύρωστης γερμανικής καπιταλιστικής οικονομίας. Επισημαίνει την ανάγκη απεγκλωβισμού της εργατικής τάξης από διλήμματα του τύπου: Κεϋνσιανή ή "νεοφιλελεύθερη" πολιτική του μονοπωλιακού κεφαλαίου.

Ωστόσο, ο συγγραφέας φαίνεται - χρησιμοποιώντας μάλλον όχι επιτυχώς αποσπάσματα από κείμενο του Κ. Μαρξ - να ρίχνει βάρος σε ένα μονόπλευρο προσανατολισμό του εργατικού κινήματος κυρίως στον οικονομικό αγώνα. Η, τουλάχιστον, εξαρτά την εναλλαγή διαφορετικών πολιτικών διαχείρισης κυρίως από τον οικονομικό αγώνα της εργατικής τάξης.

  • Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, για την ενημέρωση των κομμουνιστών στην Ελλάδα, παρουσιάζει η διάλεξη του Μπιπλάμπ Ντασγκούπτα, μέλους της ΚΕ του ΚΚΙ (Μ). Πολλοί θα έχουν αναρωτηθεί τι ακριβώς χαρακτήρα έχει η διακυβέρνηση της Δυτικής Βεγγάλης (και άλλων δύο πολιτειών) από το ΚΚ Ινδίας (Μ). Η τοποθέτηση είναι κατατοπιστική. Πολύ περισσότερο, γιατί μερικές φορές ο χαρακτήρας μιας τέτοιας κυβέρνησης ταυτίζεται με το ενδεχόμενο ανάδειξης κυβέρνησης αντιμονοπωλιακού - αντιιμπεριαλιστικού προσανατολισμού σε αναπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες.

Από την τοποθέτηση γίνονται αντιληπτές οι διαφορετικές ιστορικές συνθήκες. Στην Ινδία, η ανάδειξη του ΚΚ στην κυβέρνηση σε συνθήκες μη ολοκλήρωσης αστικών μεταρρυθμίσεων - σε σχέση με ημιφεουδαρχικά κατάλοιπα - εξέφραζε κυρίως τα συμφέροντα των αγροτικών μαζών. Το ΚΚ εκπροσωπούσε πολιτικά αυτά τα συμφέροντα σε όργανα αστικής εξουσίας, ως εγγυητής των μεταρρυθμίσεων. Πρόκειται για μεταρρυθμίσεις, που αφορούσαν μεγάλη μάζα των αγροτών και τις οποίες δεν ικανοποίησαν οι αστικές κυβερνήσεις. Με την ανάπτυξη του ομοσπονδιακού καπιταλιστικού κράτους στην Ινδία, αποβάλλονται ή περιορίζονται ασφυκτικά, εξ αντικειμένου, τα όποια στοιχεία λαϊκής επίδρασης στα κυβερνητικά πολιτειακά όργανα. Προς τα πού οδηγείται αυτή η αντίφαση, της ύπαρξης μιας φιλολαϊκής κυβέρνησης σε ένα όλο και πιο αντιδραστικό οικοδόμημα πολιτειακής εξουσίας, άμεσα συνδεδεμένης με ένα ισχυρό ομοσπονδιακό καπιταλιστικό κράτος;

Η τοποθέτηση σ' αυτό το ερώτημα προϋποθέτει, όχι μόνο τη μελέτη του συγκεκριμένου κοινωνικοοικονομικού πλαισίου της Ινδίας, αλλά και τη μελέτη της εδραίωσης της καπιταλιστικής εξουσίας στα προηγμένα καπιταλιστικά κράτη και την αξιοποίηση της σχετικής θετικής και αρνητικής πείρας του εργατικού κινήματος σ' αυτά.

Το παρόν τεύχος της ΚΟΜΕΠ φιλοξενεί και τη συνέχεια των αφιερωμάτων στα 80χρονα από την ίδρυση του ΚΚΕ, παρουσιάζοντας θέματα και πλευρές της δράσης του ΔΣΕ.

Τέλος, και στο παρόν τεύχος δημοσιεύονται τα τρέχοντα κομματικά ντοκουμέντα.

Επανεθνικοποίηση ή εμβάθυνση με υποταγή

Με αφορμή το επικρατέστερο σενάριο αναπροσαρμογής του συστήματος των ιδίων πόρων της Κοινότητας, που στηρίζεται στη δραστική περικοπή των κοινοτικών κονδυλίων για την ΚΑΠ και τη θεσμοθέτηση της συγχρηματοδότησης για δαπάνες, που μέχρι σήμερα κάλυπτε εξ ολοκλήρου ο κοινοτικός προϋπολογισμός, γίνεται συχνά λόγος από την κυβέρνηση και άλλες πολιτικές και κοινωνικές φιλοκοινοτικές οργανώσεις για προσπάθεια επανεθνικοποίησης της ΚΑΠ.

Ο όρος, όμως, "επανεθνικοποίηση της ΚΑΠ", που συνειδητά χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση και τις άλλες φιλοκοινοτικές δυνάμεις στη χώρα μας και στην ΕΕ, δεν είναι μόνο αδόκιμος, αλλά και αποπροσανατολιστικός. Στόχο του έχει να συγκαλύψει τη μεγαλύτερη υποταγή των λιγότερο ισχυρών χωρών - μελών στα συμφέροντα των κυρίαρχων κύκλων της ΕΕ, με βασικά θύματα τους μικρομεσαίους αγρότες.

Είναι αδόκιμος ο όρος, γιατί επανεθνικοποίηση της ΚΑΠ σημαίνει επανάκτηση της δυνατότητας στη χώρα μας να χαράζει δική της αγροτική πολιτική. Δηλαδή, να καθορίζει η εθνική κυβέρνηση τις ποσότητες παραγωγής κάθε καλλιέργειας, τις τιμές ασφαλείας των αγροτικών προϊόντων, τις επιδοτήσεις στην παραγωγή και στις εξαγωγές, τους δασμούς εισαγωγής για την προστασία της εγχώριας παραγωγής κ.ά.

* * *

Πουθενά, όμως, στις σχετικές συζητήσεις, αλλά και στην κυριαρχούσα πρόταση για την αναπροσαρμογή των ιδίων πόρων, δε διαφαίνεται έστω και σαν υποψία η δυνατότητα στις εθνικές κυβερνήσεις να χαράζουν δική τους αγροτική πολιτική, όχι μόνο στο σύνολό της, αλλά ούτε και σε επιμέρους θέματα.

Αντίθετα, σύμφωνα με την πρόταση, η Κοινότητα θα καθορίζει τις ποσοστώσεις, δηλαδή τα δικαιώματα παραγωγής για κάθε καλλιέργεια για κάθε χώρα, τις επιδοτήσεις στην παραγωγή και στις εξαγωγές, τους δασμούς εισαγωγής, τα έργα υποδομής και μεταποίησης, όπως επίσης και οποιαδήποτε άλλη λεπτομέρεια που αφορά στην ΚΑΠ.

Μάλιστα, οι αποφάσεις αυτές έγιναν πιο αυστηρές για τις χώρες - μέλη μετά το 1995, που μπήκε σε εφαρμογή η Συμφωνία της ΓΚΑΤΤ, και θα γίνουν αυστηρότερες στα πλαίσια της Συμφωνίας του ΠΟΕ, γιατί στις συμφωνίες αυτές η ΕΕ δεσμεύεται με αυστηρές ρήτρες για την αγροτική πολιτική που θα εφαρμόσει στο σύνολο των χωρών - μελών της.

Είναι γνωστό, για παράδειγμα, ότι οι εξαγωγικές επιδοτήσεις και οι δασμοί εισαγωγής των αγροτικών προϊόντων, που ισχύουν στις χώρες της ΕΕ και κατά συνέπεια στη χώρα μας, καθορίζονται από τη Συμφωνία της ΓΚΑΤΤ. Οπως επίσης είναι γνωστό και αδιαμφισβήτητο ότι η Συμφωνία της ΓΚΑΤΤ καθόρισε το σύστημα τιμών και επιδοτήσεων των αγροτικών προϊόντων της ΕΕ που εφαρμόστηκε με τη νέα ΚΑΠ και στηριζόταν στη δραστική μείωση των τιμών και στη μερική αντιστάθμισή τους με επιδοτήσεις.

Κατά συνέπεια, η πρόταση για αναπροσαρμογή των ιδίων πόρων δεν αφήνει κανένα περιθώριο άσκησης εθνικής αγροτικής πολιτικής, έστω και σε επιμέρους θέματα, αλλά διατηρεί και διευρύνει το δικαίωμα της ΕΕ να αποφασίζει με λεπτομέρεια της αγροτική πολιτική που θα εφαρμόζεται υποχρεωτικά σε όλες τις χώρες - μέλη της. Το καινούριο που περιέχει η πρόταση είναι ότι ένα μέρος τους κόστους της ΚΑΠ, που μέχρι σήμερα το πλήρωνε ο κοινοτικός προϋπολογισμός, θα το πληρώνει ο εθνικός προϋπολογισμός των χωρών - μελών. Πιο συγκεκριμένα, με την πρόταση αυτή, ο κοινοτικός προϋπολογισμός αντί του 100% θα πληρώνει το 75% των άμεσων ενισχύσεων στη γεωργία και το υπόλοιπο 25% θα το επιβαρύνονται οι εθνικοί προϋπολογισμοί.

Με τον τρόπο, όμως, αυτό, το Διευθυντήριο της ΕΕ, εκτός από τη σημαντική μείωση των δαπανών του κοινοτικού προϋπολογισμού από την οποία θα ωφεληθούν οι κυρίαρχες χώρες της ΕΕ (Γερμανία, Ολλανδία, Αγγλία κλπ.), εκτός από τη διαχείριση του κοινοτικού προϋπολογισμού, έμμεσα, θα διαχειρίζεται ένα σημαντικό μέρος και των εθνικών προϋπολογισμών, που στη χώρα μας μεταφράζεται σε 0,3% από το ΑΕΠ ή 1% περίπου του προϋπολογισμού.

Ετσι μεγαλώνει η υποτέλεια και η εξάρτηση της χώρας μας απέναντι στο Διευθυντήριο, γιατί εκείνο θα αποφασίζει και θα διαχειρίζεται τα κονδύλια, που χωρίς αντίρρηση θα καταβάλλει η χώρα μας. Δηλαδή προωθείται η "εμβάθυνση" της ΕΕ με χειρότερους όρους υποτέλειας και εξάρτησης και όχι η αποσύνθεση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής,(ΚΑΠ), όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση και οι άλλες φιλοκοινοτικές πολιτικές και συνδικαλιστικές δυνάμεις, χρησιμοποιώντας συνειδητά τον όρο "επανεθνικοποίηση" της ΚΑΠ για να συγκαλύψουν την υποτέλεια και την εξάρτηση στη διαδικασία εμβάθυνσης της ΕΕ, με την οποία συμφωνούν.

* * *

Η προώθηση από την κυβέρνηση και των άλλων φιλοκοινοτικών δυνάμεων του συνθήματος "όχι στην επανεθνικοποίηση της ΚΑΠ" στόχο της έχει, με αφορμή το σοβαρό υπαρκτό πρόβλημα που δημιουργείται από την εμβάθυνση της ΕΕ με την οποία συμφωνούν, να παγιδεύσουν το προοδευτικό αγροτικό κίνημα στη λογική και αποδοχή της ΚΑΠ σαν μονόδρομου.

Πιο συγκεκριμένα, αν το αγροτικό κίνημα υιοθετήσει το σύνθημα "όχι στην επανεθνικοποίηση της ΚΑΠ", τότε αυτόματα απεμπολεί το δικαίωμά του να διεκδικεί χάραξη εθνικής αγροτικής πολιτικής, εθνικές επιδοτήσεις, προστασία της εγχώριας παραγωγής και συμπληρωματική εθνική στήριξη της γεωργίας, όσο καιρό η χώρα μας είναι στην ΕΕ. Δικαιολογεί την άρνηση των υπουργείων Γεωργίας να ικανοποιήσουν ρεαλιστικά αιτήματα του αγροτικού κινήματος, γιατί εξ αντικειμένου θα είναι ασύμβατα με την ΚΑΠ και ενισχύει το επιχείρημα του μονόδρομου της ΚΑΠ.

Ακριβώς επειδή η επανεθνικοποίηση είναι αντίθετη με την επέκταση της συγχρηματοδότησης που προωθεί το Διευθυντήριο της ΕΕ, το προοδευτικό αγροτικό κίνημα μπορεί πιο αποτελεσματικά να αντιπαλέψει την πρόταση του Διευθυντηρίου για αναπροσαρμογή των ίδιων πόρων της Κοινότητας, δηλαδή της επέκτασης της συγχρηματοδότησης και, ταυτόχρονα, να διεκδικεί χάραξη εθνικής αγροτικής πολιτικής, με κριτήρια την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας, την επιβίωση των μικρομεσαίων αγροτικών νοικοκυριών και των συνεταιρισμών.

* * *

Αντίθετα, η αντίσταση της κυβέρνησης και των φιλοκοινοτικών πολιτικών και συνδικαλιστικών δυνάμεων στην πρόταση του Διευθυντηρίου αυτοϋπονομεύεται, γιατί γίνεται με αποπροσανατολιστικό τρόπο και έχει σαν κυρίαρχο στόχο, όχι την ανατροπή της, αλλά την αποδοχή του μονόδρομου της ΚΑΠ. Απόδειξη γι' αυτό αποτελεί πρόσφατη δήλωση του πρώην, πλέον, υπουργού Γεωργίας, όπου εξέφρασε το φόβο του ότι η πρόταση αυτή θα πυροδοτήσει κοινωνικές συγκρούσεις, καθώς οι παραγωγοί θα απαιτούσαν επίλυση των οικονομικών τους προβλημάτων απευθείας από τον προϋπολογισμό. Και αν γίνει κάτι τέτοιο, θα είναι ικανό να ανατρέψει την προσπάθεια της χώρας μας για ένταξη στην ΟΝΕ.

Η αντίσταση αυτών των δυνάμεων στην πρόταση του Διευθυντηρίου της ΕΕ είναι αναποτελεσματική, γιατί αυτές οι δυνάμεις συμφωνούν με το στόχο της εμβάθυνσης που προωθείται και με αυτήν την πρόταση, που ταυτόχρονα προωθεί και τη διεύρυνση, γιατί εξασφαλίζει τους απαιτούμενους πόρους, διαφωνούν όμως μόνο με τον τρόπο που θα γίνει η εμβάθυνση και η διεύρυνση, δηλαδή με τη συγκεκριμένη πρόταση.

Είναι, επίσης, αναποτελεσματική η αντίσταση αυτών των δυνάμεων, γιατί σε ανύποπτο χρόνο έχουν συμφωνήσει με την επιχειρηματολογία του Διευθυντηρίου που κατέληγε στην πρόταση αυτή. Επιχειρηματολογία, που βασίζεται στην επιλεκτική χρησιμοποίηση ορισμένων οικονομικών στοιχείων που αφορούν στις οικονομικές δοσοληψίες της χώρας μας με την ΕΕ και οδηγούν στο αυθαίρετο συμπέρασμα ότι οι δοσοληψίες αυτές είναι προκλητικά ευνοϊκές για τη χώρα μας και γι' αυτό δεν είναι δυνατό να συνεχιστούν.

Αυτήν ακριβώς την επιχειρηματολογία και μάλιστα με τους ίδιους επιζήμιους για τη χώρα μας αυθαίρετους υπολογισμούς, επικαλέστηκε κατά κόρον η κυβέρνηση και όλες οι φιλοκοινοτικές πολιτικές και αγροτοσυνδικαλιστικές δυνάμεις της χώρας μας για να εξωραϊσουν το ρόλο της ΕΕ στην αγροτική οικονομία της χώρας μας, που αμφισβητήθηκε έντονα μάλιστα και αγωνιστικά στις πρόσφατες μεγαλειώδες αγροτικές κινητοποιήσεις.

Μάλιστα, ο πρώην υπουργός Γεωργίας είχε δηλώσει ότι οι αγρότες της χώρας μας παίρνουν προκλητικά ποσά από την ΕΕ και ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, γιατί δε γίνεται αποδεκτό από καμία κοινοτική κυβέρνηση, από κανένα λογικό άνθρωπο. Τώρα που το διευθυντήριο υλοποιεί τη "λογική" και "ρεαλιστική" πρόβλεψη του υπουργού Γεωργίας, διαμαρτύρεται η κυβέρνηση και έχει την απαίτηση να την πιστέψουν οι αγρότες ότι δίνει μάχες για τα συμφέροντά τους στην ΕΕ.

* * *

Οι αγρότες, όμως, γνωρίζουν από πρώτο χέρι τη ζημιά που έχει προκαλέσει η ΕΕ στα νοικοκυριά τους, στους συνεταιρισμούς τους και στην αγροτική οικονομία της χώρας. Γνωρίζουν, επίσης, ότι στις συνολικές δοσοληψίες που προκύπτουν και από το συνυπολογισμό των αποτελεσμάτων του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας μας με τις χώρες της ΕΕ, η χώρα μας την περίοδο 1994 - '95,λιγώτερα 7.189,3 εκατ. ECU από όσα έδωσε, ενώ η Γερμανία που διαμαρτύρεται και θεωρείται αδικημένη, την ίδια περίοδο πήρε περισσότερα από όσα έδωσε 7.396,2 εκατ. ECU.

Με την πραγματική αυτή επιχειρηματολογία, το προοδευτικό αγροτικό κίνημα μπορεί αποτελεσματικά να αντισταθεί στην πρόταση της ΕΕ, να αποκαλύψει τους αποπροσανατολιστικούς στόχους της κυβέρνησης και των άλλων φιλοκοινοτικών δυνάμεων και, ταυτόχρονα, να παλεύει για εθνική αγροτική πολιτική, με κριτήρια την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας, που θα στηρίζεται στα μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά και στο παραγωγικό αγροτικό συνεταιριστικό κίνημα.

Γιάννης ΣΦΥΡΗΣ

Κόντραστη νέα (α) ταξία

"Αριστερή" πολιτική, δεξιά Αστυνομία

Πριν από τον τελευταίο κυβερνητικό ανασχηματισμό, ανώτερο στέλεχος έλεγε, ότι ο καλύτερος συνδυασμός εξουσίας είναι: "αριστερή πολιτική και... δεξιά Αστυνομία". Ούτε ο Μακιαβέλι, που κατά τα λοιπά ενοχοποιείται περισσότερο απ' ό,τι πρέπει για τις απόψεις του, ούτε ο διπρόσωπος Ιωσήφ Φουσέ, ο παντοδύναμος υπουργός Εσωτερικών και της αστυνομίας, θα μπορούσαν να εκφράσουν με κυνικότερο τρόπο αυτή την άποψη. Που βέβαια απηχεί την αυταρχική αντίληψη για το ρόλο της αστυνομίας, που από κοινωνικός μετατρέπεται σε διωκτικό μηχανισμό καταστολής, στα μέτρα επιλεκτικών πολιτικών επιδιώξεων.

Αυτός ήταν ο πολιτικός προσανατολισμός της Χωροφυλακής και της Αστυνομίας από τα παλιότερα χρόνια που εφαρμοζόταν κυνικότατα, το Ιδιώνυμο κατά των κομμουνιστών. Αυτός ήταν κατά τα χρόνια της δικτατορίας του Μεταξά του κράτους και του παρακράτους της Δεξιάς, μετά τον πόλεμο. Αυτός ήταν κατά τη διάρκεια της δικτατορίας της επταετίας, αλλά και της καλλιεργημένης νοοτροπίας, που και ως σήμερα εκφράζεται, με το αμίμητο: "Αριστερή πολιτική- δεξιά Αστυνομία". Οταν λοιπόν αυτή η αστυνομία, από τον πολιτικό ταξικό προσανατολισμό της, για τη δίωξη και την καταστολή της Αριστεράς βρέθηκε μπροστά στο ογκούμενο κοινό έγκλημα, φάνηκε απροετοίμαστη αναποτελεσματική και κατά ένα βαθμό μπλεγμένη στα κυκλώματα των ημερών, με τις υπόγειες πολιτικές συνδέσεις και προεκτάσεις.

Η πολιτική ευθύνη είναι αυτονόητη γι' αυτούς τους προσανατολισμούς, που μετατρέπουν κατά ένα μέρος την αστυνομία σε κατασταλτικό μηχανισμό κατά των κοινωνικών αντιδράσεων, σε μοχλό πίεσης κατά μειονοτικών ομάδων, σε συμμέτοχο - στο πρόσωπο ορισμένων - σε ανέλεγκτους μηχανισμούς φασίζουσας νοοτροπίας και παρακρατικής δραστηριότητας.

Η αντικατάσταση του μέχρι πριν, αρμόδιου υπουργού, δεν αναιρεί τη συλλογική ευθύνη για κυβερνητικές πράξεις και παραλείψεις, για πολιτικές - οργανωτικές και δομικές - ανεπάρκειες, για νοοτροπίες, για "μαστίγια και ρόπαλα" αντιμετώπισης των λαϊκών αντιδράσεων που τροφοδοτούνται από τα σιδηρά αντικοινωνικά μέτρα.

Είναι πρόδηλο, εξάλλου, ότι η δήλωση για "αριστερή πολιτική και δεξιά Αστυνομία", ακυρωμένη κατά το πρώτο σκέλος, κινείται κατά το δεύτερο στα πλαίσια της συνθήκης του Σένγκεν, που, ενσωματωμένη στις συμφωνίες Μάαστριχτ - Αμστερνταμ, αποτελεί το θεσμικό πλαίσιο αστυνόμευσης στο πνεύμα της νέας ευρωπαϊκής τάξης.

Γιώργος Κ. ΤΣΑΠΟΓΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ