ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Γενάρη 1999
Σελ. /56
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΑΓΡΟΤΕΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ
Αποφασισμένοι γιατί διεκδικούν το δικαίωμα να καλλιεργούν και να ζουν

Τ' αγροτικά συλλαλητήρια της περασμένης Παρασκευής στη Θεσσαλία έδειξαν τη δύναμη του αγροτικού κινήματος της περιοχής.

Με χιλιάδες τρακτέρ που έστησαν "μπλόκα", με καταλήψεις νομαρχιών, καταστημάτων της Αγροτικής Τράπεζας κι άλλων δημόσιων υπηρεσιών, οι Θεσσαλοί αγρότες προειδοποίησαν την κυβέρνηση πως είναι αποφασισμένοι να συγκρουστούν, εφ' όλης της ύλης, με την αντιαγροτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μέχρι να την ανατρέψουν.

Το μήνυμα είναι σαφές και κατηγορηματικό και η κυβέρνηση τίθεται μπροστά στο δίλημμα: Η συζητάει, επί της ουσίας, με τους ηγέτες του μαχόμενου αγροτικού κινήματος και προχωρεί άμεσα σε λύση ζωτικών προβλημάτων του αγροτικού κόσμου, ή οι "διαφορές" των αγροτών με την πολιτική της θα λυθούν στα "μαρμαρένια αλώνια".

Γνωρίζουν οι κυβερνώντες τ' αγροτικά αιτήματα. Είναι γνωστά από τις κινητοποιήσεις των τεσσάρων τελευταίων χρόνων. Εχουν αναγνωριστεί απ' όλους ως άμεσης ανάγκης για την επιβίωση της μικρομεσαίας αγροτιάς και δίκαια.

Οι αγρότες δεν έχουν παράλογες και ανεδαφικές διεκδικήσεις, δε ζητούν ή όλα ή τίποτα.

  • Διεκδικούν το δικαίωμα να καλλιεργούν, να παράγουν, να διαθέτουν τα προϊόντα τους και να πληρώνονται για τον κόπο τους.Αυτό το δικαίωμα τούς στερεί η πολιτική της ΕΕ, που εφαρμόζει η κυβέρνηση, θέτοντας περιορισμούς στις καλλιέργειες, ποσοστώσεις στην παραγωγή, πρόστιμα συνυπευθυνότητας.
  • Διεκδικούν καλύτερες τιμές για να εξασφαλίζουν ένα εισόδημα να ζήσουν τις οικογένειές τους,μείωση του κόστους παραγωγής, αφού τα γεωργικά μέσα και εφόδια (σπόροι, καλλιεργητικά, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, πετρέλαιο, ρεύμα, συλλεκτικά κ.ά.) είναι πανάκριβα για να τα "οικονομάει" το κράτος και να πλουτίζουν κι άλλο οι πολυεθνικές, ρύθμιση των αγροτικών χρεών που "σφίγγουν το λαιμό", τα οποία δημιουργήθηκαν λόγω της αισχρής τοκογλυφίας της ΑΤΕ σε βάρος τους.
  • Διεκδικούν μέτρα στήριξης των αγροτικών νοικοκυριών και δημιουργία παραγωγικών συνεταιρισμών για ν' αναπτυχθεί η αγροτική οικονομία, που τροφοδοτεί την εθνική οικονομία και τρέφει την Ελλάδα.

Ο νέος υπουργός Γεωργίας έχει την ευκαιρία - στις 25 Γενάρη έχει κλειστεί συνάντησή του με την Πανθεσσαλική Συντονιστική Επιτροπή Αγώνα - να δείξει μια "διαγωγή" διαφορετική από εκείνη του προκατόχου του. Να συζητήσει και να προχωρήσει στη δρομολόγηση λύσεων. Να μην καταφύγει στη γνωστή τακτική των υπεκφυγών, των αρνήσεων, των απειλών, του αυταρχισμού.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι αγρότες της Θεσσαλίας και μαζί τους οι συνάδελφοί τους απ' όλη τη χώρα, ενωμένοι σαν μια γροθιά, είναι αποφασισμένοι - αν η κυβέρνηση επιμείνει στην άρνησή της - να κλιμακώσουν τον αγώνα τους.

Ενας νέος κύκλος κινητοποιήσεων ανοίγει την 1η Φλεβάρη. Με τα τρακτέρ να βγαίνουν στις πλατείες και στους δρόμους των χωριών, διαμηνύοντας τη δύναμη του δίκιου της αγροτιάς. Και στο τέλος του πρώτου δεκαημέρου του Φλεβάρη η πάλη θα κορυφωθεί με πιο προχωρημένες μορφές.

Δεν είναι μόνοι στην πάλη τους οι αγρότες. Εχουν μαζί τους εργαζόμενους, τους επαγγελματοβιοτέχνες, τους εμπόρους, τη νεολαία, τους συνταξιούχους, την Αυτοδιοίκηση. Κι αυτό δεν αποτελεί ευχή, αλλά είναι, πλέον, πραγματικότητα. Την περασμένη Παρασκευή στην Καρδίτσα παρουσιάστηκε, δείχνοντας τα "δόντια" του, ένα κοινό, λαϊκό μέτωπο αντίστασης και αντεπίθεσης.

Είναι η κοινότητα των προβλημάτων και των αγωνιστικών στόχων που φέρνει όλα τα λαϊκά στρώματα στην κοινή πάλη για την αντιμετώπιση της αντιλαϊκής πολιτικής. Είναι κοινή η πεποίθηση πως μόνο ο συντονισμένος αγώνας θα φέρει χειροπιαστά αποτελέσματα και θα ανοίξει νέες, ελπιδοφόρες προοπτικές.

Αυτό το κοινό λαϊκό μέτωπο, που είναι η απαντοχή του λαού μας και η δύναμη της Ελλάδας, αποτελεί, ταυτόχρονα, το "φόβητρο" και τον "εφιάλτη" των κυβερνώντων και των αφεντικών τους στις Βρυξέλλες.

Τα έξοδα ανεβαίνουν, οι τιμές κατεβαίνουν, οι αγώνες φουντώνουν

Αγρότες της Θεσσαλίας μιλάνε στο "Ρ", για τα προβλήματα που δημιουργεί η αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ, τα οποία τους βγάζουν στους δρόμους του αγώνα

Κάθε πέρσι και καλύτερα είναι η ρήση που ταιριάζει για τους αγρότες του θεσσαλικού κάμπου, με βάση την κατάσταση που βιώνουν τα τελευταία χρόνια. Και τη ρήση αυτή "ενισχύει" η αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης και της ΕΕ. Μόνο όμως που οι αγρότες της Θεσσαλίας δε φαίνονται διατεθειμένοι να υποκύψουν στα καταστροφικά σχέδια και τις επιταγές των επιτελείων των Βρυξελλών. Δηλώνουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν και να εντείνουν τον αγώνα επιβίωσης που ξεκίνησαν εδώ και πέντε χρόνια.

Κι αυτό το κάνουν σε μια περίοδο όπου βαμβάκι, σιτάρια, τεύτλα, καπνά κι όλες οι υπόλοιπες καλλιέργειες του θεσσαλικού κάμπου πάνε από το κακό στο χειρότερο, με μόνιμο αποτέλεσμα τη διαρκή μείωση του εισοδήματος των αγροτών και παράλληλα τη ραγδαία αύξηση των χρεών προς την ΑΤΕ. Η χρονιά που μόλις πέρασε, αλλά και η χρονιά που μόλις ξεκίνησε βρίσκει τους ξωμάχους του θεσσαλικού κάμπου σε ακόμα πιο δυσμενή θέση.

Ο "Ρ", στη διάρκεια των προειδοποιητικών κινητοποιήσεων της περασμένης Παρασκευής στις πόλεις της Θεσσαλίας, μίλησε με πολλούς αγωνιζόμενους αγρότες και η φράση που επαναλαμβανόταν από τα στόματά τους ήταν ότι "η κατάσταση αυτή δεν πάει άλλο" κι ότι η φετινή χρονιά τούς βρίσκει σε ακόμα χειρότερη θέση από τα προηγούμενα χρόνια. Κι οι προβλέψεις τους ήταν πως αν δεν μπει αγωνιστικό φρένο σε αυτή την αντιαγροτική πορεία, που έχουν χαράξει τα επιτελεία των Βρυξελλών και η κυβέρνηση, τότε οι μικρομεσαίοι αγρότες θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τα χωράφια και τα χωριά και να προστεθούν στις στρατιές των ανέργων και των απόκληρων, που θα δημιουργήσει η πολιτική της ΟΝΕ και της "Ατζέντας 2000".

Νέα μείωση εισοδήματος

Οπως εξηγεί ο Φώτης Χουλιάρας από το Κατωχώρι Φαρσάλων,οι βαμβακοπαραγωγοί θα γνωρίσουν φέτος νέα μείωση του εισοδήματός τους, αφού η τελική τιμή στο βαμβάκι προβλέπεται ότι θα είναι κατά πολύ μικρότερη σε σύγκριση με την περσινή παραγωγή. "Φέτος πήραμε προκαταβολή 230 με 240 δραχμές το κιλό, όπως και πέρσι δηλαδή - τόνισε - και η τελική μέση τιμή θα είναι από 265 μέχρι 270 δραχμές το κιλό, δηλαδή κατά 20 δραχμές τουλάχιστον χαμηλότερη σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά". Κι ενώ η τιμή στο βαμβάκι πέφτει εξαιτίας του καταστροφικού κανονισμού της ΕΕ, από την άλλη το κόστος παραγωγής ανεβαίνει κατακόρυφα, συρρικνώνοντας το εισόδημα των βαμβακοπαραγωγών. "Ο ΤΟΕΒ (δηλαδή το κόστος του ποτίσματος), λέει ο Φ. Χουλιάρας, πήγε από 6.500 δραχμές το στρέμμα στις 8.000 δραχμές, το λίπασμα από 3.500 δραχμές το τσουβάλι στις 4.000 δραχμές, τα σπόρια το τσουβάλι από 23.000 δραχμές έφτασαν μετά την υποτίμηση της δραχμής μέχρι και 40.000 δραχμές, τα φυτοφάρμακα έγιναν άπιαστα και τα ανταλλακτικά ακρίβυναν μέχρι και 40%".

"Πώς να βγούμε πέρα με όλα αυτά που συμβαίνουν;", αναρωτήθηκε ό ίδιος και συνέχισε: "Κάθε χρονιά μας μένουν όλο και λιγότερα χρήματα στην τσέπη. Πέρσι βγάλαμε κατά μέσο όρο 80.000 δραχμές το στρέμμα, από τα οποία τα 45.000 δραχμές ήταν το κόστος κι αν κάποιος νοίκιασε χωράφια το κόστος είναι ακόμα μεγαλύτερο και φτάνει και τις 75.000 δραχμές το στρέμμα. Ομως πριν τέσσερα χρόνια ο τζίρος από στρέμμα ήταν 120.000 δραχμές και το κόστος δεν ξεπερνούσε τις 20.000 δραχμές. Καταλαβαίνετε δηλαδή τη διαφορά", αναφώνησε. Και πρόσθεσε: "Το κακό όμως δε σταματά εδώ, αφού στα επόμενα χρόνια η κατάσταση θα γίνει ακόμα χειρότερη. Και σε αυτό θα συμβάλουν τα νέα σενάρια και οι επιταγές των Βρυξελλών και της κυβέρνησης, που προωθούν το να δίνεται η επιδότηση ανά στρέμμα και η οποία θα είναι κατά πολύ μικρότερη και από αυτή που παίρνουμε τώρα. Επίσης προωθείται η ζωνοποίηση στο βαμβάκι που θα έχει επίσης καταστροφικά αποτελέσματα για τους βαμβακοπαραγωγούς".

Βάσανο το βαμβάκι

Πρακτικά όλα αυτά σημαίνουν ότι οι βαμβακοπαραγωγοί οδηγούνται στο ξεκλήρισμα και τον αφανισμό. "Δουλεύουμε για το τίποτα", μας είπε ο βαμβακοπαραγωγός Γιώργος Μπουτσιωρής από το Μακρυχώρι Καρδίτσας."Οι τιμές πέφτουν, το εισόδημά μας μειώνεται συνεχώς και στην τσέπη μας δε μένει τίποτα, αφού ό,τι απομένει να πάρουμε το "αρπάζει" η Αγροτική Τράπεζα. Εγώ - είπε - ήταν να εισπράξω 5.000.000 δραχμές, αλλά μου τα κράτησε η Τράπεζα για χρέη και μου έδωσε για να περάσω μόνο 300.000 δραχμές και χρωστάω άλλα 4.000.000 δραχμές. Δηλαδή και του χρόνου δε θα πάρω μια. Ομως εγώ, για να μπορέσω να ξανακαλλιεργήσω και να ζήσω την οικογένεια, πρέπει να ξαναδανειστώ. Ετσι καταντάω κατάδικος της ΑΤΕ και θύμα των τοκογλυφικών επιτοκίων της και της πολιτικής που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια στο βαμβάκι, αφού θα πρέπει αναγκαστικά να ξαναδανειστώ. Φτάσαμε σε σημείο στο Νομό Καρδίτσας να χρωστάει το 95% των βαμβακοπαραγωγών και με τις τιμές που υπάρχουν κανένας δεν πρόκειται να βγει. Ηδη στο χωριό μου τρεις οικογένειες αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν το χρόνο που πέρασε για να ξεχρεώσουν. Οι δύο πήγαν στη Γερμανία και η μία στη Σουηδία. Αυτό δείχνει πως αν συνεχιστεί η ίδια κατάσταση, θα αναγκαστούμε να ξενιτευτούμε, γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχουν δουλιές για να κάνουμε κάτι άλλο. Και η κυβέρνηση ούτε που δείχνει να νοιάζεται για τα προβλήματά μας και τα λόγια κοροϊδίας που ακούμε και φέτος δείχνουν ότι τα προβλήματα δεν πρόκειται να λυθούν. Αντίθετα θα ενταθούν και όλοι οι μικρομεσαίοι θα τα παρατήσουμε, για να μείνουν οι μεγαλοτσιφλικάδες και οι επιχειρηματίες γης και εμείς θα καταντήσουμε άνεργοι και κολίγοι".

Η δραματική αυτή κατάσταση δεν αφορά μόνο το βαμβάκι, αλλά και τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα. Οι σιτοπαραγωγοί είναι επίσης ένα τρανταχτό παράδειγμα. Οι τιμές στα στάρια έπεσαν σε εξευτελιστικά επίπεδα, 40 δραχμές αυτή την περίοδο, ενώ αντίστοιχα πέρσι ξεπερνούσαν τις 55 δραχμές το κιλό. "Δεν έχει ξαναγίνει αυτό, φέτος είναι η χειρότερη χρονιά", μας είπε ο Αχιλλέας Καπόπουλος και συνέχισε: "Εγώ έχω ακόμα στην αποθήκη 20 τόνους στάρι και στο χωριό μου, το Δίλοφο Φαρσάλων,πάνω από τη μισή παραγωγή παραμένει απούλητη στις αποθήκες των αγροτών. Απούλητη είναι και η παραγωγή που δόθηκε στους συνεταιρισμούς και σε αρκετούς εμπόρους, με αποτέλεσμα πάνω από το 80% των παραγωγών να μην έχει πάρει μία μέχρι τώρα".

Στη φτήνια το σιτάρι

Για το πρόβλημα αυτό ο Γιώργος Μουλούτσος,από το ίδιο χωριό, επισήμανε πως με την κατάσταση οι παραγωγοί σιταριού δουλεύουν και παράγουν πλέον χωρίς να έχουν κανένα ουσιαστικό κέρδος. "Εχουμε χάσει πλέον την υπομονή μας", τόνισε. Και συνέχισε: "Καταντήσαμε πλέον με την αύξηση του κόστους παραγωγής να μας μένουν 4.000 με 5.000 δραχμές το στρέμμα στο χέρι, ενώ παλιότερα μας έμεναν πολύ περισσότερα χρήματα, ενώ όσοι νοικιάζουν χωράφια - συμπλήρωσε - να μπαίνουν μέσα με τα μπούνια. Κι τώρα και με τις ζώνες και από ό,τι ακούγεται για τις τιμές που θα δώσουν οι έμποροι, για τη νέα παραγωγή θα πάρουμε ακόμα μικρότερες τιμές και από τις εξευτελιστικές τιμές που δίνουν τώρα. Πού θα πάει αυτή η δουλιά;".

Ζημιά και η ντομάτα

Στο ίδιο χωριό το Δίλοφο Φαρσάλων καλλιεργούν και βιομηχανική ντομάτα, όντως κι εδώ οι αγρότες βγαίνουν χαμένοι και ζημιωμένοι και οι βιομήχανοι εξοργιστικά κερδισμένοι. Οπως είπε σχετικά ο Βασίλης Σερκάνης,η τιμή στη βιομηχανική ντομάτα ήταν το 1997 32 δραχμές και 32 δραχμές ήταν και το 1998, παρά το γεγονός ότι λόγω της υποτίμησης της δραχμής οι βιομήχανοι κέρδισαν πολλά περισσότερα από την εξαγωγή χυμού ντομάτας, κρατώντας όλο το κέρδος για τον εαυτό τους. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά εξανάγκασαν εκβιαστικά πολλούς παραγωγούς να υπογράψουν συμβάσεις ότι πούλησαν με 32 δραχμές το κιλό, αλλά τους έδωσαν στο χέρι μόλις 25 δραχμές το κιλό. Και σε αυτή την αδικία δεν μπορούν πουθενά να βρουν το δίκιο τους οι παραγωγοί, αφού η κυβέρνηση στηρίζει προκλητικά συμφέροντα των βιομηχάνων.

Πικρά τα τεύτλα

Παρόμοια είναι η κατάσταση και στα τεύτλα, όπου η τιμή την περασμένη χρονιά έπεσε κατακόρυφα με απόφαση της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης και της κυβέρνησης. Αυτό όπως σημειώνει ο Γιώργος Ντελής από τα Ορφανά Καρδίτσας είχε ολέθρια αποτελέσματα για τους τευτλοπαραγωγούς. Το 1997 ο Γ. Ντελής καλλιεργούσε 20 στρέμματα τεύτλα και έβγαλε τζίρο 90.000 το στρέμμα με κόστος παραγωγής γύρω στις 40.000 δραχμές. Πέρυσι το 1998, η ΕΒΖ του μείωσε τα στρέμματα σε 15 και ο τζίρος του με βάση τις μειωμένες τιμές που δόθηκαν ήταν 80.000 δραχμές και το κόστος παραγωγής ανέβηκε στις 45.000 δραχμές. "Είμαστε χαμένοι από χέρι και στα τεύτλα, τόνισε ο ίδιος και το εισόδημά μας πάει περίπατο. Κατάντησαν με τις πατέντες τους ασύμφορη και την τευτλοκαλλιέργεια και πίσω από όλα αυτά κρύβονται από ό,τι φαίνεται οι μεθοδεύσεις ξεπουλήματος της ΕΒΖ".

Το ραντεβού του Φλεβάρη

Ολοι οι παραπάνω αγρότες, καθώς και άλλοι που μίλησαν με το "Ρ" ξεκαθάρισαν πως οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις στη Θεσσαλία θα συνεχιστούν και θα ενταθούν, αν δε δοθούν συγκεκριμένες και ουσιαστικές λύσεις στα προβλήματα της αγροτιάς. Το νέο αγωνιστικό ορόσημο που έθεσαν είναι το πρώτο δεκαήμερο του Φλεβάρη και έδωσαν αγωνιστική υπόσχεση για νέα πιο δυναμικά "μπλόκα". "Δε μας ξεγελούν, τα ψεύτικα λόγια της κυβέρνησης και οι υποσχέσεις του Ανωμερίτη" τόνισε σχετικά ο Γ. Ντελής. "Θέλουμε να λυθούν επιτέλους τα προβλήματά μας και να ικανοποιηθούν τα αιτήματά μας. Απαιτούμε να ανατραπεί αυτή η αντιαγροτική πολιτική των Βρυξελλών που λειτουργεί σε όφελος των βιομηχάνων και οδηγεί τους μικρομεσαίους αγρότες στο ξεκλήρισμα και τον αφανισμό. Κι όλα αυτά περί ΟΝΕ και ΕΥΡΩ αποδεικνύονται ήδη κοροϊδία και απάτη, αφού εντάσσονται στο πλαίσιο της "Ατζέντας 2000", που στόχος της είναι ο αφανισμός των μικρομεσαίων αγροτών. Αλλωστε την πρώτη γεύση του ΕΥΡΩ την πήραμε ήδη στο βαμβάκι, όπου ήδη εξαιτίας της αλλαγής της ισοτιμίας και της κατάργησης της πράσινης ισοτιμίας είχε ως άμεσο αποτέλεσμα να πέσει με το που μπήκε ο Γενάρης η τιμή στο βαμβάκι κατά 10 με 15 δραχμές το κιλό". Και κατέληξε: "Δε μας μένει τίποτα άλλο παρά μόνο η συνέχιση και η ένταση του αγώνα. Κι σε αυτό τον αγώνα δεν πρέπει να είναι μόνο οι αγρότες, αλλά κι όλοι όσοι πλήττονται από την πολιτική της ΕΕ και της κυβέρνησης".

Μαθητές και αγρότες μαζί, ενάντια στην κυβερνητική πολιτική


Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ