Συνειδητά η κυβέρνηση τα περιθωριοποιεί, τη στιγμή που προωθεί με ταχύτατους ρυθμούς "κανόνες αγοράς" στο υγειονομικό - ασφαλιστικό σύστημα της χώρας
Η "συγνώμη", που ζήτησε ο υπουργός Υγείας Λ. Παπαδήμας (27.1.1999) για την άσχημη κατάσταση στα δημόσια νοσοκομεία, όχι μόνο δε συνοδεύτηκε από διορθωτικές κινήσεις - ή έστω δεσμεύσεις - αλλά αντίθετα: Η κυβέρνηση κινήθηκε σε αντίθετη εντελώς κατεύθυνση, ενώ πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι θα εισαγάγει περισσότερα στοιχεία αγοράς στο υγειονομικό - ασφαλιστικό σύστημα της χώρας.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να υπερκεράσει αυτή την αρνητική εικόνα με κινήσεις εντυπωσιασμού, όπως τα εγκαίνια κάποιων μονάδων σε νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης απ' τον πρωθυπουργό Κ. Σημίτη και τον Λ. Παπαδήμα ή στην Πάτρα απ' τον υφυπουργό Υγείας Ν. Φαρμάκη.
Ακόμα και σε αυτές τις επιδείξεις παρέμβασης στην "καθημερινότητα για τον πολίτη" - όπως αρέσκονται να λένε οι επικοινωνιολόγοι του "εκσυγχρονισμού" - οι εργαζόμενοι αντιδρούν και αξιώνουν τη λήψη ουσιαστικών μέτρων.
Ιδού τι έγινε στο διάστημα αυτό:
Την επόμενη κιόλας μέρα η ΠΟΕΔΗΝ κατήγγειλε ότι η ηγεσία του υπουργείου Υγείας το μόνο που επιθυμεί είναι να δημιουργήσει εντυπώσεις, τονίζοντας ότι για τη βελτίωση των νοσοκομείων της Αττικής απαιτούνται, τουλάχιστον, τουλάχιστον 30 δισ. δραχμές (με περσινές τιμές).
Στη συνάντηση με την ΕΙΝΑΠ δεν υπήρξαν απαντήσεις, ενώ στη συνάντηση με την ΠΟΕΔΗΝ (25.2.1999) ο υπουργός παρέπεμψε την αναβάθμιση του δημόσιου τομέα υγείας και των νοσοκομείων στη χρηματοδότηση από το 3ο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση προωθεί με τροπολογία στη Βουλή την κατάργηση των ήδη επιλεγμένων 29 μάνατζερ με ταυτόχρονη συγκέντρωση των αρμοδιοτήτων σε ένα πρόσωπο, του προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και του μάνατζερ για τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της χώρας.
Η κίνηση αυτή αποτελεί μέρος του ευρύτερου σχεδίου, που διακηρύσσει σανντελάλης ο νέος διοικητής του ΙΚΑ, Μ. Νεκτάριος: Τη μετατροπή των νοσοκομείων σε Ανώνυμες Εταιρίες και την ταχεία προώθηση πακέτων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για τους ασφαλισμένους στις ασφαλιστικές εταιρίες.
Ηδη οι ασφαλιστικές εταιρίες έχουν ετοιμάσει "πακέτα προσφορών" για τους πελάτες και με διαφημιστικά μέσα διακηρύσσουν απροκάλυπτα ότι "δυνατότερα χτυπά η... καρδιά των ασφαλιστικών στο χώρο της Υγείας". Μάλιστα την περασμένη Πέμπτη (25.2.1999) οι ασφαλιστικές εταιρίες είχαν την παρότρυνση του Μ. Νεκτάριου να μπουν δυναμικά στο χώρο της Υγείας και των συντάξεων, συμπληρωτικά προς το ρόλο του κράτους.
Βέβαια, η συμπληρωματικότητα προς το δημόσιο τομέα είναι το πρόσχημα των κρατούντων, καθώς θα έχουν το εξουθενώσει μέσα απ' την υποβάθμιση και θα αφήσουν ελεύθερο το πεδίο για τους ιδιώτες. Τυπικά τα νοσοκομεία και τα ασφαλιστικά ταμεία μπορεί να διατηρήσουν τη δημόσια ταυτότητα. Ουσιαστικά όμως και αυτά θα μπουν στο παιχνίδι της αγοράς μέσα από συμβάσεις ή συμπράξεις και θα περιορίζονται συνεχώς σε ένα ρόλο προσφοράς των ελάχιστων υπηρεσιών για τους εντελώς αδύναμους. Θα περιοριστούν, δηλαδή, σε υπηρεσίες πρόνοιας, όπως έλεγε το Νοέμβρη του 1998 σύμβουλος του πρωθυπουργού στο συνέδριο του "Εκόνομιστ".
Ενα απ' τα βασικά προβλήματα στη λειτουργία των νοσοκομείων είναι η στελέχωσή τους με νοσηλευτικό προσωπικό.
Τα στοιχεία που συγκέντρωσε και επεξεργάστηκε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ) (Βλέπε τον πίνακα που δημοσιεύει ο "Ρ"), είναι αποκαλυπτικά: Σε 61 νοσοκομεία οι κενές οργανικές θέσεις των νοσηλευτών είναι 35%. Δηλαδή μία στις τρεις οργανικές θέσεις είναι κενή.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαφοροποίηση αυτών των στοιχείων: Δηλαδή στα 34 νοσοκομεία του Λεκανοπεδίου Αττικής οι κενές οργανικές θέσεις του νοσηλευτικού προσωπικού είναι 24,3%. Δηλαδή είναι κενή μία στις τέσσερις θέσεις.
Ομως υπάρχει και η άλλη διαφοροποίηση: Οι θέσεις πανεπιστημιακού επιπέδου είναι ακάλυπτες σε ποσοστά από 73 έως 97% για όλη την Ελλάδα, ενώ οι θέσεις τεχνικής εκπαίδευσης είναι κενές σε ποσοστά από 41 έως 97%.
Αντίθετα, οι ακάλυπτες θέσεις δευτεροβάθμιες εκπαίδευσης κυμαίνονται από 10 έως 59%.
Τα πιο μεγάλα κενά παρουσιάζουν τα νησιά του Αιγαίου, καθώς σε όλες τις κατηγορίες του προσωπικού είναι μεγαλύτερα του 60%.
Στις 25.2.1999 ο υπουργός Υγείας Λ. Παπαδήμας σε μια συνάντησή του με την ΠΟΕΔΗΝ παραδέχτηκε ότι οι κενές θέσεις του νοσηλευτικού προσωπικού εγγίζουν τις 20.000. Ομως, η προοπτική της κάλυψης αυτών των κενών παραπέμφθηκε στην επόμενη... χιλιετία, καθώς ο υπουργός μίλησε για ένα πενταετές πρόγραμμα που θα αρχίσει με τον προϋπολογισμό του 2000. Δηλαδή θα γίνονται προσλήψεις 4.000 - 5.000 νοσηλευτών κάθε χρόνο την επόμενη πενταετία.
Ακόμα και αυτή η προοπτική να υλοποιηθεί, πάλι τα κενά θα παραμείνουν τεράστια, καθώς το τελευταίο διάστημα υπάρχουν πολλές συνταξιοδοτήσεις και παραιτήσεις αφού πολλοί εργαζόμενοι εμπίπτουν στις αντιασφαλιστικές διατάξεις των νόμων της ΝΔ, που διατήρησε ως κορωνίδα το ΠΑΣΟΚ.
Ηδη εκκρεμούν 700 προσλήψεις απ' το 1997, ενώ απ' τις 2.000 θέσεις που προβλέφτηκαν για το 1998 έχουν επιλεγεί 500 για το Νοσοκομείο "Παπαγεωργίου", αλλά και αυτές βρίσκονται στη διαδικασία των ενστάσεων. Απ' τις υπόλοιπες 1.500 θέσεις για το 1998 προκηρύχτηκαν πριν ένα μήνα οι 400 θέσεις για το προσωπικό Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης και τις τελευταίες μέρες προκηρύχτηκαν οι 1.100 θέσεις των υπολοίπων κατηγοριών. Μ' άλλα λόγια, είναι απίθανο αν - με τους ρυθμούς που προχωρούν οι διαδικασίες - κάποιος απ' τις προκηρύξεις του 1998 πιάσει δουλιά μέσα στο 1999!
Οσον αφορά τις προκηρύξεις για το 1999, δε συνήλθε ακόμα η Επιτροπή των αρμοδίων υπουργών για να εγκρίνει τη διάθεση του ποσού που έχει εγγραφεί στον προϋπολογισμό για τις προσλήψεις. Στον προϋπολογισμό του '99 έχουν εγγραφεί μόλις 2 δισ. δραχμές που επαρκούν το πολύ για 1.200 προσλήψεις. Μάλιστα το κονδύλι αυτό ήταν μειωμένο κατά 33% σε σχέση με το αντίστοιχο του 1998.
Ομως η υλοποίηση αυτού του στόχου δεν είναι υπόθεση μόνο των νοσοκομειακών γιατρών και των υγειονομικών
Το τελευταίο εξάμηνο του 1998 και στις αρχές του 1999 οι γιατροί των δημόσιων νοσοκομείων - κυρίως της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης - ανέπτυξαν σημαντικούς αγώνες για ασφαλή προγράμματα εφημεριών.
Με τις κινητοποιήσεις αυτές οι γιατροί - πέρα απ' την εξασφάλιση ικανοποιητικών αμοιβών - προάσπισαν τις πλευρές εκείνες του δημόσιου συστήματος υγείας, που έχουν καθολικό χαρακτήρα για το σύνολο του πληθυσμού - όπως είναι η ώρα της ανάγκης και αντιμετωπίζεται στην εφημερία. Παρά το ότι οι κινητοποιήσεις αυτές είχαν ευρύτερο κοινωνικό χαρακτήρα δεν υπήρξε συντονισμός ούτε με τους εργαζόμενους των νοσοκομείων. Επίσης, και μεταξύ των διαφόρων ενώσεων των γιατρών υπήρξαν διαφορετικές στάσεις, κυρίως λόγω της στάσης της πλειοψηφίας στην ηγεσία της Ομοσπονδίας.
Ακόμα η συστράτευση με τον αγώνα των νοσοκομειακών γιατρών εκφράστηκε σε επίπεδο αλληλεγγύης μόνο με μηνύματα συμπαράστασης. Θετικό ρόλο έπαιξαν την ίδια περίοδο οι πρωτοβουλίες - έστω και περιορισμένες - των ιατρικών συλλόγων και ιδιαίτερα του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών.
Το κύριο βάρος των κινητοποιήσεων σήκωσε η Ενωση Νοσοκομειακών Ιατρών Αθήνας - Πειραιά (ΕΙΝΑΠ), δικαιώνοντας έτσι τον ιστορικό ρόλο του σωματείου στη θεσμοθέτηση του ΕΣΥ και της - στη συνέχεια - υπεράσπισης του δημόσιου συστήματος υγείας.
Κυρίως, μέσα από αυτές τις κινητοποιήσεις αναδείχτηκαν τα σημαντικά προβλήματα των δημόσιων νοσοκομείων. Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΙΝΑΠ έκανε μια καταγραφή των προβλημάτων, καθώς και μια αποτίμηση των κινητοποιήσεων εν όψει των εκλογών του σωματείου.
Το ΔΣ της ΕΙΝΑΠ εκτιμά ότι "τα μεγάλα προβλήματα της Δημόσιας Υγείας συνεχίζουν να υπάρχουν και διογκώνονται" και τα ιεράρχησε ως εξής:
"Συμπερασματικά η κυβέρνηση προσπαθεί να υλοποιήσει τα πιο ανάλγητα και αντιλαϊκά σχέδια που επιβάλλουν οι επιλογές της, αδιαφορώντας εάν δημιουργεί απάνθρωπες κοινωνικά συνθήκες και οδηγεί μεγάλα τμήματα του πληθυσμού στο περιθώριο και τον κοινωνικό αποκλεισμό", επισημαίνει η ΕΙΝΑΠ και τονίζει:"Αυτό το Διοικητικό Συμβούλιο, όπως συντεταγμένα εκφράστηκε, αντιπάλεψε και αποκάλυψε τις κυβερνητικές επιλογές για την Υγεία και την περίθαλψη και σε πολλές περιπτώσεις ευαισθητοποίησε και ανάγκασε και συντηρητικά στρώματα της κοινωνίας και να εκφραστούν θετικά για την ανάγκη ενίσχυσης του Δημόσιου Συστήματος Υγείας. Εξάλλου, οι δίαυλοι επικοινωνίας που ανέπτυξε με άλλους εργαζόμενους, συνταξιούχους, φορείς υγειονομικών, Ιατρικούς Συλλόγους, κόμματα ανάγκασε το σύνολο του Τύπου και των μέσων μαζικής ενημέρωσης να αλλάξουν στάση στο θέμα της αντιμετώπισης των αγώνων των Νοσοκομειακών Γιατρών και πολλοί από αυτούς αναγκάστηκαν να προβάλλουν τη θέση της ενίσχυσης του Δημόσιου Συστήματος Υγείας".
Το ΔΣ της ΕΙΝΑΠ υπενθυμίζει ότι το σωματείο απ' το Σεπτέμβρη του 1997 είχε αποκαλύψει ότι νέο Ιατρικό Μισθολόγιο δεν εξασφαλίζει σε όλους τους νοσοκομειακούς γιατρούς τις αποδοχές που έπαιρναν και υπογραμμίζει: "Για περισσότερο από ενάμιση χρόνο το σωματείο αγωνίζεται να εξασφαλίσει αξιοπρεπές μισθολόγιο στους νοσοκομειακούς γιατρούς. Πολλές φορές σ' αυτόν τον αγώνα η ΕΙΝΑΠ βρέθηκε μόνη της, καθώς η παραπληροφόρηση της κυβέρνησης και των ανθρώπων της αδρανοποίησε πολλούς νοσοκομειακούς γιατρούς κύρια στην περιφέρεια".
Ευρύτερη σημασία αποκτά η εξής διαπίστωση της ΕΙΝΑΠ: "Συμβάλαμε να ζεσταθεί ξανά σε πολλές καρδιές γιατρών και πολλών άλλων το αίτημα της Δημόσιας και Δωρεάν Υγείας. Πάνω σ' αυτό πρέπει να χτίσουμε ώστε να προκύψει ένα πραγματικά σύγχρονο Δημόσιο Σύστημα Υγείας απαλλαγμένο από παραοικονομία κάθε μορφής (φακελάκια, προμήθειες, αναξιοκρατία, κομματισμός, κακοδιοίκηση κλπ.), το οποίο θα καλύπτει με τις δομές του όλο το φάσμα της υγείας (πρόληψη, πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια, τριτοβάθμια φροντίδα υγείας) και σε όλα τα στάδια με καθολικότητα, με υψηλές προδιαγραφές, με 24ωρη λειτουργία, που θα προσφέρεται ισότιμα και δωρεάν στους χρήστες την ώρα της ανάγκης, αξιοποιώντας όλους τους διαθέσιμους πόρους και οπωσδήποτε θα σέβεται τους λειτουργούς του".
Ετσι είχαμε μια πληθώρα υπουργικών παρεμβάσεων και δηλώσεων, μια έντονη παρουσίαση από τα ΜΜΕ στο φόντο των αποκαλύψεων, αλλά και διεκδικήσεων των εργαζομένων στο χώρο της υγείας. Για άλλη μια φορά οι κυβερνητικοί παράγοντες, σε κάθε ευκαιρία, απαριθμούν σειρά μέτρων, παρεμβάσεων, νόμων, διορθωτικών κινήσεων, που όλα αυτά γίνονται για το καλό της δημόσιας υγείας. Βεβαίως αυτά τα ακούμε - και το χειρότερο, αισθανόμαστε τα αποτελέσματά τους - από τη μεταπολίτευση.
Πώς όμως τόσες παρεμβάσεις αντί να βελτιώνουν την κατάσταση την οδηγούν σε ένα χειρότερο επίπεδο;
Για τις λαϊκές αντιδράσεις στα κυβερνητικά μέτρα ο γράφων δέχεται δύο εκδοχές:
Επειδή μου είναι δύσκολο να πιστέψω - εκ των γεγονότων - την εκδοχή της μαζικής παράκρουσης, προσχωρώ στη δεύτερη εκδοχή, μιας δηλαδή κυβέρνησης αντιπαραθετικής προς τα συμφέροντα του λαού. Βεβαίως αμέσως κάποιος θα ρωτήσει: Εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, ποιανου είναι η κυβέρνηση; Ποια είναι η κοινωνική της αναφορά; Για να μην την αδικήσουμε στην απάντηση του ερωτήματος αυτού, ας αφήσουμε την ίδια την κυβέρνηση να απαντήσει.
Οι κατευθύνσεις που υπάρχουν από την ΕΕ υιοθετούνται από την κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα του "ευρωπαϊκού προσανατολισμού" όχι λόγω δυσμενών συσχετισμών σε διεθνές επίπεδο, αλλά επειδή αποτελεί και δική τους πεποίθηση. Επειδή έτσι έχουν τα πράγματα, ο παράγοντας λαϊκό κίνημα, η αύξηση της μαζικότητάς του, της δυναμικής του και του ταξικού προσανατολισμού δεν μπορεί να δημιουργήσει αυταπάτες ότι θα σπρώξει αυτή την κυβέρνηση σε φιλολαϊκές θέσεις. Αφού είναι και δικές της θέσεις, θα την έχει αυτή και τους μηχανισμούς της απέναντί του.
Η κατάκτηση ενός Δημοσίου Συστήματος Υγείας, που να ανταποκρίνεται στις λαϊκές ανάγκες, η επαρκής χρηματοδότησή του από τον κρατικό προϋπολογισμό, με εργαζόμενους να προσφέρουν σε ανθρώπινες συνθήκες και ικανοποιητικά αμειβόμενους. Με εργασιακές σχέσεις και ασφαλιστικά δικαιώματα που θα ικανοποιούν τις ανάγκες τις δικές τους και όχι το συμφέρον της ολιγαρχίας που είναι το ξεθεμελίωμά τους. Για να είναι το σύνολο της υγείας κοινωνικό αγαθό με δημόσια και κρατική ευθύνη και όχι εμπορεύσιμο είδος μπαίνοντας στη διατίμηση και σε ένα ιδιόμορφο τύπο χρηματιστηρίου.
Η αντίθεση ανάμεσα στα λαϊκά συμφέροντα και την κυβερνητική πολιτική επιβεβαιώθηκε πρόσφατα, με τραγικό τρόπο, στην υπόθεση Οτσαλάν. Η οικειοθελής υποταγή της κυβέρνησης στα συμφέροντα των ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ενωσης την οδήγησε στην παράδοσή του στην κυβέρνηση της Τουρκίας. Μια τέτοια κυβέρνηση χωρίς φραγμούς και αναστολές, όταν πρόκειται να εξυπηρετήσει την ολιγαρχία, δε θα διστάσει - και ήδη το έχει δείξει - να θυσιάσει και τα συμφέροντα των εργαζομένων της χώρας στο βωμό της ΟΝΕ και του Μάαστριχτ. Η στάση των κορυφαίων συνδικαλιστικών οργανώσεων - ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ - ήταν και αυτή τη φορά σε πλήρη δυσαρμονία με το αίσθημα των εργαζομένων. Η καταδίκη της κυβερνητικής πολιτικής εκφράστηκε ποικιλότροπα και αγωνιστικά. Δε "στριμώχτηκαν" οι αντιλαϊκές αντιδράσεις στα εθιμοτυπικά πρωτόκολλα, των έτσι κι αλλιώς, συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών. Κατά τον ίδιο τρόπο οι εργαζόμενοι, ξεπερνώντας αυτές τις ηγεσίες, πρέπει να περπατήσουν τον υποχρεωτικό δρόμο της συσπείρωσης, της αγωνιστικής στάσης και του ταξικού προσανατολισμού. Η απαξίωση αυτής της πολιτικής, των κομμάτων και των συνδικαλιστικών ηγεσιών που την υποστηρίζουν, στη συνείδηση των εργαζομένων θα έχει αποτέλεσμα στο βαθμό που οργανώνουμε τη δική μας αντεπίθεση. Αποκρούοντας αυτή την πολιτική και τις μεταμφιέσεις της.
Η κυβέρνηση έθεσε "εκτός νόμου" κάθε αμφισβήτηση της πολιτικής της από το λαό. Η αξιωματική αντιπολίτευση διεκδικεί την εφαρμογή της, ενώ ο ΣΥΝ ζητάει μετοχές στην άσκηση της κυβερνητικής εξουσίας και δικαιολογημένα θα λέγαμε, αφού πρόθυμα ανταποκρίθηκε στο ρόλο που του ανέθεσαν.
Οι περιορισμένες και ανασφαλείς κατακτήσεις με πισωγύρισμα - όπως συμβαίνει σήμερα - είναι αποτέλεσμα και των περιορισμένων πολιτικών επιλογών και αγώνων, που μπορεί εύκολα το κατεστημένο να "απορροφήσει".
Αυτή η εμπειρία πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη στις επιλογές που πολύ γρήγορα θα κληθούμε να κάνουμε. Στους αγώνες, στο σωματείο, στις πολιτικές εκλογές.
Γιώργος ΝΑΝΟΣ
Μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΠΟΕΔΗΝ, εκλεγμένος με το ψηφοδέλτιο της ΕΣΑΚ
Η εκλογοαπολογιστική συνέλευση της ΕΙΝΑΠ θα γίνει την προσεχή Τετάρτη, 3.3.1999, στο νοσοκομείο "Σωτηρία, ώρα 12μ.μ.
Εαν πραγματοποιηθεί η ΓΣ, το πιο πιθανό είναι να γίνουν οι εκλογές για την ανάδειξη του νέου ΔΣ στις 13, 14 και 15 Μάρτη 1999 στο νοσοκομείο "Ελενα".
"Πρέπει να χτίσουμε ένα πραγματικά σύγχρονο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, απαλλαγμένο από παραοικονομία κάθε μορφής, το οποίο θα καλύπτει με τις δομές του όλο το φάσμα της υγείας", τονίζει η ΕΙΝΑΠ