ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 27 Ιούνη 1999
Σελ. /48
ΚΕΝΗ
ΒΙΚΤΟΡ ΟΥΓΚΟ
Ο άνθρωπος που γελά

Μετάφραση: Ντορέτα Πέππα, Αθήνα 1998, σ. 683. Εκδόσεις "Σύγχρονη Εποχή"

"... Αντρες και γυναίκες του Λονδίνου (...), σας συγχαίρω από καρδιάς που είστε Αγγλοι, είστε ένας μεγάλος λαός (...), είστε ένας μεγάλος όχλος. Οι γροθιές σας είναι πιο γερές κι από τις σπαθιές ακόμα. Εχετε όρεξη μεγάλη. Είστε το έθνος που τρώει όλα τ' άλλα. Σπουδαίο λειτούργημα αυτό. Κι αυτό το βύζαγμα του κόσμου είναι που κάνει την Αγγλία ξεχωριστή. Είστε σπουδαίοι και πρωτότυποι, γιατί μπορείτε με την πολιτική,με τη φιλοσοφία και με την εκμετάλλευση των αποικιών, των λαών και των εργοστασίων να κυριαρχείτε. Μπορείτε να κάνετε στους άλλους το κακό για το δικό σας το καλό. Πλησιάζει η στιγμή που θα υπάρχουν πάνω σ' όλη τη Γη δυο ταμπέλες. Η μια θα γράφει: Αυτή είναι η πλευρά των ανθρώπων κι η άλλη: αυτή είναι η πλευρά των Αγγλων..." (σ. 345).

Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνει σε άλλο σημείο ο διαπρεπής συγγραφέας, οι Αγγλοι "είχαν θεμελιώσει την κυριαρχία στη θάλασσα κάτω από τις δύο αυτές μορφές, τη νίκη και το εμπόριο" και "μέσω του ωκεανού κυριαρχούσαν στον κόσμο" (197). Σήμερα μπορεί να μην έχουν το ίδιο άπλωμα στον κόσμο, αλλά είναι το μάτι, το χέρι και το πόδι των ΗΠΑ παντού.

Αναρωτιέσαι αν άλλαξαν ή αν πρόκειται να αλλάξουν ποτέ οι καιροί. Ο Ουγκό εδώ σκιαγραφεί την κοινωνική ζωή στην Αγγλία μιας προγενέστερής του εποχής. Φαινομενικά πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Στην ουσία η καταπίεση κι η εκμετάλλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο έχει πάρει τη μορφή και χρησιμοποιεί άλλους τρόπους παραμόρφωσης και διαστρέβλωσης και αποπροσανατολισμού, όχι πλέον του ατόμου, αλλά των λαών.

Σήμερα, τη στιγμή που εκπνέει ο εικοστός αιώνας και βρισκόμαστε στα πρόθυρα της εισόδου στον εικοστό πρώτο, με την τεχνολογία να έχει εκμηδενίσει το διάστημα και το χρόνο και την επιστήμη να έχει φτάσει στα όρια ανατροπής των νόμων της φύσης και της ζωής, οι ανθρώπινες σχέσεις ουδόλως έχουν βελτιωθεί. Το αίμα που χύθηκε σε τόσους αγώνες των λαϊκών τάξεων για ισότητα και δικαιοσύνη, όσα κατακτήθηκαν με τόσες θυσίες, ο αιώνας μας δεν τα άντεξε. Η ισορροπία ανατράπηκε και ο κόσμος βρίσκεται πλέον στο έλεος της φωτιάς και του σίδερου, στα χέρια των κάθε λογής εκμεταλλευτών. Λαοί προδομένοι, απατημένοι, όνειρα χαμένα σαπίζουν στα στενορύμια της αδικίας και της διαφθοράς. Παιδιά ανίκανα να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και να διεκδικήσουν το δικαίωμά τους στη ζωή, σ' όλα τα πλάτη και τα μήκη της Γης, είναι έρμαια στα νύχια των εμπόρων τρυφερής σάρκας....

Οι "Κομπρατσίκος ήταν τίμιοι άνθρωποι (...), ήταν πραγματικοί κύριοι. Εσπρωχναν μια πόρτα, έμπαιναν μέσα, παζάρευαν ένα παιδί, πλήρωναν και το έπαιρναν μαζί τους. Ολα γίνονταν σωστά... ήταν μια μασονία. Ηταν χριστιανοί. Και καλοί χριστιανοί.. Αγόραζαν τα ανθρώπινα προϊόντα που πουλούσε ο βασιλιάς..." (47).

Ενα τέτοιο ανθρώπινο προϊόν ήταν κι "ο άνθρωπος που γελά," που στο μυθιστόρημα φέρει το πλαστό όνομα Γκουινπλέιν. Ηταν ένας "ενοχλητικός κληρονόμος μικρής ηλικίας", που τον πασπάτεψαν λιγάκι κι έχασε τη μορφή του, οπότε δεν είχε καμιά σχέση με το θρόνο και την εξουσία. Και δεν είχε ούτε έχει σημασία αν "αυτό που έγινε εναντίον εντός παιδιού έγινε εναντίον του ίδιου του Θεού" (146).

* * *

Το κακό σε βάρος των παιδιών, σε βάρος του βρέφους που είναι η ανθρωπότητα ολόκληρη, αρχίζει από τα γεννοφάσκια: "Το μεθύσι ξεκινάει απ' τις φασκιές ακόμα... Η οικουμενική καταστροφή ρίχνει τη λάσπη της ακόμα και μέσα στη φτώχεια μου. Μέσα στο καλυβάκι μου πέφτουν υγρές σταλαγματιές από τη μεγάλη ανθρώπινη λάσπη... Αν πεις για την τύχη μας! Ο διάβολος έφτιαξε το ύφασμα κι ο Θεός έκανε το ρέλιασμα...", σιγομουρμουρίζει ο Ούρσους, ένας "μισάνθρωπος" που θέλει σώνει και καλά να παριστάνει τον κακό, ενώ στο βάθος είναι ένας σοφός σαλτιμπάγκος που κερδίζει το ψωμί του κάνοντας τον κόσμο να γελάει και να ξεχνάει τη μιζέρια του. Είναι ένας αντιπροσωπευτικός λαϊκός τύπος, στο βάθος είναι μια δειλή αγαθή ψυχή που φορτώθηκε "τα στραβογεννημένα έμβρυα της μεγάλης απατεώνισσας, της Μιζέριας, να τελειοποιήσει την ασχήμια των θηραμάτων της αγχόνης από τα μικρά τους και να δώσει στους νέους λωποδύτες μορφή φιλοσόφου...". Που σημαίνει, πως μέσα στο μεγάλο παζάρι, όπου πουλιέται σε εξευτελιστική τιμή η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα αδύναμα κι ανυπεράσπιστα πλάσματα παλεύουν να επιβιώσουν σ' έναν κόσμο μαρμαρωμένων αισθημάτων, όλοι είμαστε συνυπεύθυνοι και συνένοχοι, καθένας με τον τρόπο του. 'Η αδιαφορούμε μπροστά στη δυστυχία που προχωράει ανεμπόδιστη στους έρημους δρόμους του πληγιασμένου κόσμου.

Σ' αυτόν τον ήρωα, όπως και στο "λύκο", με το συμβολικό όνομα Χόμο (= Ανθρωπος) ο Β.Ο. βάζει όλη την ανθρωπιά και την καλοσύνη που λείπει από τον κόσμο. Αυτός στηρίζει και παραστέκεται ως το τέλος τα δύο αδικημένα πλάσματα που του εμπιστεύτηκε η ζωή: το παραμορφωμένο αγόρι, τον Γκουινπλέιν, και την τυφλή, πεντάρφανη Ντέα, που πάνω τους έχει σωρευτεί η δυστυχία όλου του κόσμου. Κι όμως, μέσα από τη δυστυχία του ο καθένας βρήκε το δρόμο προς την όποια ευτυχία: το αγόρι με την τερατώδη μορφή / μάσκα έβλεπε την ομορφιά του κόσμου όλου στο πανέμορφο πρόσωπο της τυφλής, που εξαιτίας της τύφλωσης δεν έβλεπε τη μορφή, αλλά την ψυχή του σωτήρα και αγαπημένου της, γιατί "η αθωότητα είναι πλασμένη από ιερή σκοτεινιά...". Και είναι αυτός μόνος που μπορεί να διακρίνει "τέτοιες αθωότητες μέσα σε τόσα σκοτάδια". Κι "αυτά τα προμηνύματα πάνω στον ουρανό, είναι μπορετά μόνο στην παιδική ηλικία και καμιά απεραντοσύνη δεν πλησιάζει αυτή τη μεγαλοσύνη των μικρών...".

Οπως και στους "Αθλίους" του και στην "Παναγία των Παρισίων", έτσι κι εδώ ο Ουγκό είναι πάντα με το μέρος των αδικημένων κι αυτούς υπερασπίζεται μέσα από τη δράση των ηρώων του, κάνει ταυτόχρονα και ανατομία του κοινωνικοπολιτικού και οικονομικού συστήματος. Και βέβαια ασκεί δριμύτατη κριτική, αφήνοντας στους ίδιους τους δημίους των λαών να αποκαλύψουν το πρόσωπο που κρύβεται πίσω από τη μάσκα του προστάτη του Νόμου και της Δικαιοσύνης.

Σήμερα οι "κομπρατσίκος" οι αγοραστές παιδιών, οργιάζουν. Δεν παραμορφώνουν βέβαια τα παιδιά, όπως οι "κομπρατσίκος" εκείνοι για τους οποίους μιλάει ο μεγάλος Γάλλος συγγραφέας και ποιητής, με "εγχειρίσεις από ειδικούς χειρουργούς", τα παιδιά τα θέλουν όμορφα και τρυφερά σήμερα, δεν ενδιαφέρει το σύγχρονο καταναλωτή αυτής της πραμάτειας να προκαλέσει το γέλιο με τη φοβερή μάσκα του παιδικού προσώπου ή με τον άνθρωπο "μπουκάλι", αλλά να πουλήσει! Επειτα έχουν εφευρεθεί τόσοι τρόποι ομαδικής παραμόρφωσης στον αιώνα των τρομερών κατακτήσεων... Οι σύγχρονοί μας "κομπρατσίκος" έρχονται με βόμβες νετρονίου και υδρογόνου, με χημικά καρκινογόνα αέρια και παραμορφώνουν, εν ονόματι μάλιστα της ειρήνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, λαούς ολόκληρους και φυσικό περιβάλλον. Ενεργούν "αφ' υψηλού" κι ύστερα έρχονται σωτήρες ειρηνοφόροι να πασπαλίσουν με στάχτη και χώμα τις πληγές και τους σωρούς των ερειπίων, να καλύψουν την οδύνη και τον πόνο των ανθρώπων με επιδέσμους και χανζαπλάστ και ανόσια δείπνα παρηγοριάς.

* * *

Πόσο επίκαιρος είναι "Ο άνθρωπος που γελά" και δυστυχώς, πόσο διαχρονικός! "Ο άνθρωπος που γελά", όπως και ο άνθρωπος "μπουκάλι", ο άνθρωπος που το κατεστημένο, η δύναμη και η εξουσία τού έδωσε το πρόσωπο, το σχήμα που τον παραμόρφωσε έτσι ώστε να τον καταστήσει όργανό της, του διαστρέβλωσε το σώμα και την ψυχή, είναι ο λαός κάθε εποχής, που αδύναμος, άβουλος κι ανίδεος, γίνεται άθυρμα στα χέρια των επιτήδειων, που τον χρησιμοποιούν όπως τους συμφέρει. Είναι όμως και η ίδια η κοινωνία, το κοινωνικό και το πολιτικό κατεστημένο που πάνω τους αντανακλά και διακλαδίζεται, όπως στους αντικριστούς καθρέφτες αυτή ακριβώς η παραμόρφωση! Η ζωή του ανθρώπου δε μετράει: "Αυτοί ξέρουν να κρατούν την τάξη. Ενας λαθροκυνηγός πάει ίσια στην κρεμάλα. Για δυο χνουδωτά αυτιά που πέρασαν το φράχτη, είδα να στέλνουν στην κρεμάλα έναν πατέρα έξι παιδιών. Τέτοιοι είναι οι άρχοντες. Το κουνέλι ενός λόρδου αξίζει περισσότερο από το ανθρωπάκι του Θεού (...). Ο λαουτζίκος να έχει αντιρρήσεις (1)" (σ. 331). Και σε άλλο σημείο γράφει: "Είναι σίγουρο ότι η Παρθένος Μαρία έχει πολύ μεγαλύτερη ανάγκη από μια χρυσή λάμπα από όση έχουν από παπούτσια τα μικρά ξυπόλυτα παιδιά" (σ. 32). Ο παραλογισμός και τα βίτσια των αρχόντων και των ασκούντων την εξουσία δεν έχουν όρια. Κι ο μεγάλος συγγραφέας βλέπει αυτή τη διαστροφή που φτάνει στο ζενίθ της λαγνείας ώστε να θεωρεί την παραμόρφωση ως προσόν: "Ο παραμορφωμένος ήταν σημαδεμένος με το βασιλικό κρίνο (...)". Η Αγγλία μας έκανε από πάντα την τιμή να χρησιμοποιεί για προσωπική χρήση, το κρίνο (σ. 43). Είναι χαρακτηριστικός ο ρόλος του Μπαρκιλφέντρο, ο οποίος "συνδύαζε τη σκληρότητα του δημίου με την υπομονή του μικρογράφου", ενός ανθρώπου που "διέπρεπε στις υπόγειες ανακαλύψεις, που εξαρτούν και υποτάσσουν τους μεγάλους στους μικρούς", που τον εμπιστευόταν και τον χρησιμοποιούσε η εξουσία και περιπλανιόταν "μέσα στη νύχτα εκείνη που τη λένε παντοδυναμία" μ' ένα ψευτοφάναρο στο χέρι ψάχνοντας "για ένα ζώο. Κι αυτό το ζώο είναι ο βασιλιάς...".

"Ο άνθρωπος που γελά", ο κατά κόσμον Γκουινπλέιν, δεν προέρχεται από το λαό, δεν είναι κανένας τυχαίος, είναι γόνος αριστοκράτη, μόνο που δεν το γνωρίζει. Το μυστικό του ταξιδεύει εμφιαλωμένο στον ωκεανό ως τη στιγμή που φτάνει στα χέρια του... αδερφού του! Από κει και πέρα αρχίζουν οι ανατροπές: η πανηγυρική αποκατάστασή του, που ωστόσο δεν του πρόσφερε τίποτα. Κι ο σημαδεμένος που με τη δυστυχία του έκανε τον κόσμο να γελάει και να ξεχνάει τα βάσανά του, δεν ανήκε πουθενά, σε κανέναν κόσμο.

Επαιξε ως το τέλος το ρόλο του στην ανθρώπινη κωμωδία. Και "μέσα στη σκοτεινή κι όλο ίλιγγο διαμάχη της συνείδησής του" μονολόγησε: "Ο λαός είναι σιωπή. Θα σταθώ ο τρομερός συνήγορος της σιωπής...". Ετσι νόμιζε. Αλλά ήταν πλέον αργά. Η φωνή του χάθηκε πίσω από το παραμορφωμένο του πρόσωπο. Πίσω από τη μάσκα που του είχαν φορέσει και δεν μπορούσε ούτε ως αριστοκράτης να βρει θέση, αλλά ούτε και ως σαλτιμπάγκος αφού κρατούσε από βασιλική γενιά... Ακολούθησε τη μοίρα των ανθρώπων και των απόκληρων. Πρόσφερε τη ζωή του στα σαγόνια της θάλασσας...

* * *

Στο πολυεπίπεδο και πολυδαίδαλο ετούτο μυθιστόρημα, ο συγγραφέας οδηγεί τον αναγνώστη τόσο από λεωφόρους, όσο και από ατραπούς στους χώρους όπου παρελαύνει μέσα σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια το περίφημο κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό και εκκλησιαστικό κατεστημένο και όπου δρα πότε φανερά και πότε απροκάλυπτα το τέρας της Εξουσίας, για να ανακαλύψει μόνος του πως αυτό το πολυκέφαλο κατεστημένο εξουθενώνει τα άτομα, πώς τα διαφθείρει με τη δύναμη, αλλά και μέσα από την αδυναμία της ακόμα, παραμορφώνοντάς τα ηθικά, ψυχικά και σωματικά, για να τα καταστήσει άβουλα όργανά της και να τα εξοντώσει, όταν πλέον δεν της προσφέρουν τίποτα.

Η πιο τραγική φιγούρα σε τούτη την ανθρώπινη κωμωδία είναι ο σοφός Ούρσους, που μένει τελευταίος και καθισμένος στο περβάζι του χρόνου, μετράει τη Ζωή και τη ζωή του με το θάνατο. Και αναθυμάμενος "έκλαψε για τον Γκουινπλέιν, για την Ντέα, για τον εαυτό του, για τον Χόμο. Εκλαψε σαν μικρό παιδί. Εκλαψε σαν γέρος. Εκλαψε για όλα αυτά που κάποτε τα έβλεπε και γελούσε. Ξόφλησε όσα χρωστούσε τόσα χρόνια, το δικαίωμα που έχει ο άνθρωπος στο κλάμα δε χάνεται ποτέ" (514).

Πρόκειται για ένα καθαρά κοινωνικό μυθιστόρημα, όπου η κάθε λεπτομέρεια είναι και μια μαχαιριά στο σώμα της κοινωνίας και μια αποκάλυψη. Ενα μυθιστόρημα με διαχρονική αξία, με ολοκληρωμένους μέσα στο ρόλο τους χαρακτήρες, ένα βιβλίο επιπλέον καλοφτιαγμένο και πάρα πολύ επίκαιρο, σε πολύ καλή μετάφραση και με αρκετά κατατοπιστική εισαγωγή της Ντορέας Πέππα. Ενα θαυμάσιο βιβλίο - ντοκουμέντο, που επιδέχεται πολλές και πολλαπλές αναγνώσεις.

Η "Σύγχρονη Εποχή" έχει κάμει ένα μεγάλο βήμα και προς την κατεύθυνση του ποιοτικού λογοτεχνικού βιβλίου.

Ελένη ΧΩΡΕΑΝΘΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ