ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Αυγούστου 1999
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΧΡΗΜΑΤΑΓΟΡΕΣ
Πιέσεις σε χρέος και συναλλαγματική ισοτιμία

Μεγάλοι κερδοσκοπικοί οργανισμοί του εξωτερικού (επενδυτές κατά την κυβέρνηση) απαιτούν τη συνέχιση της πολιτικής της "σκληρής" δραχμής, επειδή έτσι εξυπηρετείται η υψηλή κερδοφορία τους

Θέτουν ως όρο η συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής να μη διαμορφωθεί στις 353 δραχμές το ΕΥΡΩ, αλλά σε χαμηλότερα επίπεδα. Διαφορετικά, απειλούν την ελληνική κυβέρνηση με ρευστοποιήσεις ομολόγων και χάος...

Ποιοι απειλούν; Μα οι λεγόμενοι θεσμικοί επενδυτές, κυρίως οι ξένες, αλλά και ελληνικές τράπεζες, με ξένους πελάτες, διεθνείς "επενδυτικοί" οργανισμοί (αυτούς που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έχει προσλάβει σαν συμβούλους ιδιωτικοποίησης των ΔΕΚΟ), ιδιωτικά ασφαλιστικά ταμεία μεγάλης κεφαλαιακής βάσης που έχουν επενδύσει μεγάλα ποσά στην ελληνική αγορά ομολόγων. Με λίγα δηλαδή λόγια όλες δυνάμεις της αρπαχτής, που καθοδηγούν τις εξελίξεις του "παγκοσμιοποιημένου" καπιταλισμού. Και απαιτούν από την ελληνική κυβέρνηση και την Τράπεζα της Ελλάδας να ξεκαθαρίσει σε αυτούς τουλάχιστον τι πρόκειται να κάνει με τη συναλλαγματική πολιτική τους επόμενους μήνες, επειδή - όπως υποστηρίζουν - τυχόν αιφνιδιαστικές κινήσεις από τις ελληνικές αρχές στο θέμα αυτό θέτουν σε αμφισβήτηση την κερδοφορία τους.

Τα σενάρια που δημοσιοποιούν κατά καιρούς μεγάλες τράπεζες και εταιρίες συμβούλων υποκρύπτουν την πολύπλευρη πίεση που οι ίδιοι ασκούν στις νομισματικές αρχές και στην κυβέρνηση.

Τα όσα εξελίσσονται τους δύο τελευταίους μήνες, με επίκεντρο την αγορά των κρατικών ομολόγων, αποδεικνύουν για άλλη μία φορά, τι επικίνδυνους δρόμους άνοιξε η λεγόμενη απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων, καθώς τα περιφερόμενα διεθνώς κεφάλαια, που τοποθετούνται στα χρηματιστήρια και στους κρατικούς τίτλους κάλυψης των δανειακών αναγκών, απαιτούν πλέον από τις κυβερνήσεις - ειδικά περιφερειακών χωρών όπως η ελληνική - την πλήρη ευθυγράμμιση με τις πολιτικές και οικονομικές τους επιλογές. Διαφορετικά, απειλούν με απόσυρση των κερδοσκοπικών κεφαλαίων και με κατάρρευση των οικονομιών. Αυτή η ιστορία επαναλαμβάνεται και σήμερα με αφορμή τη συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής.

Τι ζητούν οι κερδοσκόποι

Η σημερινή ισοτιμία της δραχμής κυμαίνεται στις 326 ανά ΕΥΡΩ, ενώ, σύμφωνα μετά όσα έχει διακηρύξει η κυβέρνηση μέχρι το τέλος του 2000, η ισοτιμία θα πρέπει να διαμορφωθεί στις 353 δραχμές ανά ΕΥΡΩ. Ετσι, στους επόμενους 17 μήνες που απομένουν για την ένταξη στην ΟΝΕ την 1/1/2001, η δραχμή θα πρέπει να υποτιμηθεί σταδιακά σε ποσοστό 8%. Αυτό όμως ισοδυναμεί με ανάλογες απώλειες για τους κερδοσκόπους που έχουν αγοράσει ελληνικά ομόλογα.

Ο μηχανισμός λειτουργεί ως εξής: Οσοι έχουν μετατρέψει συνάλλαγμα σε δραχμές, συνήθως το συνάλλαγμα αυτό το δανείζονται πληρώνοντας βέβαια τον ανάλογο τόκο (στην περίπτωση του ΕΥΡΩ, το επιτόκιο δανεισμού, για ένα χρόνο, είναι περίπου 3%), στη συνέχεια μετατρέπουν το συνάλλαγμα σε δραχμές στην τρέχουσα ισοτιμία. Αυτοί αγόρασαν δραχμές στην ισοτιμία των 326 ανά ΕΥΡΩ. Αν αύριο η Τράπεζα της Ελλάδας υποτιμήσει τη δραχμή στα επίπεδα των 353 δραχμών ανά ΕΥΡΩ, αυτό σημαίνει ότι όποιος ρευστοποιήσει ομόλογα μετά την υποτίμηση και το δραχμικό ποσό της ρευστοποίησης θελήσει να μετατρέψει σε συνάλλαγμα, θα πρέπει να διαθέσει 353 δραχμές για να αγοράσει 1 ΕΥΡΩ. Ομως είχε αγοράσει δραχμές προς 326 ανά ΕΥΡΩ. Η χασούρα του από την υποτίμηση είναι 27 δραχμές, δηλαδή 8%.

Ο κερδοσκόπος έχει πληρώσει επιτόκιο 3% για την αγορά ΕΥΡΩ. Αν σ' αυτό προσθέσουμε ακόμη το 8% (απώλειες από την υποτίμηση), η συνολική επιβάρυνση ανέρχεται στο 11%. Από το ομόλογο παίρνει ετήσιο τόκο ίσο με 6% και άρα μια τέτοια εξέλιξη σημαίνει ζημιά της τάξης του 5%. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ζητούν τώρα "σκληρή" δραχμή, μικρότερη δηλαδή υποτίμηση.

Αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα πρέπει να μας πιάσει ο πόνος για τους κερδοσκόπους. Τα έχουν βγάλει μέχρι σήμερα διπλά και τριπλά.

Η υποτίμηση της δραχμής

Μετά την υποτίμηση της δραχμής το Μάρτη του 1998 η ισοτιμία του ελληνικού νομίσματος προς το ECU (υποτιμήθηκε 13,8%) διαμορφώθηκε στις 353 δραχμές, αλλά στη συνέχεια η δραχμή "ανατιμήθηκε" και κέρδισε περίπου το μισό της υποτίμησης, με αποτέλεσμα σήμερα το ΕΥΡΩ να διαπραγματεύεται στις 320-325 δραχμές.

Οι τράπεζες και όσοι είχαν μεγάλες καταθέσεις σε συνάλλαγμα είχαν κερδίσει τεράστια ποσά από την υποτίμηση, καθώς είχαν φροντίσει να ξεφορτωθούν δραχμές, ελληνικά ομόλογα και μετοχές στην ισοτιμία των 305 δραχμών (πριν την υποτίμηση) και στη συνέχεια μετά τις 15 Μάρτη του 1998 αγόραζαν δραχμές στη νέα ισοτιμία των 353 δραχμών. Το ίδιο έγινε και με τα ελληνικά ομόλογα και τις μετοχές τα οποία αγόραζαν πλέον σε ξένο νόμισμα αισθητά φθηνότερα.

Η λεηλασία των "θεσμικών" συνεχίστηκε όλη την υπόλοιπη περίοδο και μέχρι σήμερα, καθώς, οι ίδιοι χρησιμοποίησαν την ελληνική αγορά, σαν μία "αναδυόμενη" αγορά εύκολου και γρήγορου πλουτισμού. Πρόκειται για τους ίδιους που καθοδηγούν εξελίξεις στο ελληνικό χρηματιστήριο και την αγορά ομολόγων. Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας αποφεύγει βέβαια να δώσει επίσημα στοιχεία για τον τεράστιο τζόγο που συντελείται στην ελληνική αγορά χρήματος και κεφαλαίου. Σε ανεπίσημο όμως επίπεδο και με αφορμή την επίσκεψη στελεχών του υπουργείου στο Λονδίνο τον προηγούμενο Φλεβάρη - προκειμένου να πείσουν τους ξένους "επενδυτές" για τις ευκαιρίες που προσφέρει η ελληνική αγορά για επενδύσεις (έτσι ονομάζουν τον κερδοσκοπικό τζόγο) - είχαν διαρρεύσει ότι μόνο το Γενάρη του 1999, λόγω της μεγάλης ανόδου των τιμών των ομολόγων που παρατηρήθηκε τότε, όσοι είχαν τοποθετήσει κεφάλαια στα ελληνικά ομόλογα είχαν κερδίσει περισσότερα από 1 τρισ. δραχμές!!!

Η κρίση στην αγορά των ομολόγων

Ομως ο καπιταλισμός είναι το κατ' εξοχήν κοινωνικό και οικονομικό σύστημα των μεγάλων αντιφάσεων και αντιθέσεων. Παρά τα όσα κατά καιρούς υποστηρίζουν για καπιταλιστική ανάπτυξη χωρίς κρίσεις, έρχεται η ίδια η πραγματικότητα να τους διαψεύσει. Η περιφερειακή καπιταλιστική ενοποίηση που συντελείται σε διάφορα σημεία του πλανήτη (Δ. Ευρώπη, Αμερική, Ασία) δεν είναι δυνατό να αποτρέψει τις διάφορες μορφές της οικονομικής κρίσης. Σε όλη η δεκαετία του '90, οι νομισματικές και χρηματιστηριακές συναλλαγές ήταν συνεχείς, ενώ στη ΝΑ Ασία το 1997 σημειώνεται η κλασική οικονομική κρίση με κατάρρευση επιχειρήσεων, στρατιές ανέργων, υποτίμηση νομισμάτων κλπ.

Σήμερα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης υποβόσκει στις αγορές των ομολόγων, όπου το κρατικό χρέος γίνεται αντικείμενο καθημερινής διαπραγμάτευσης μεταξύ τραπεζών και μεγάλων κερδοσκοπικών κεφαλαίων.

Το τελευταίο τρίμηνο οι τιμές των κρατικών ομολόγων υποχωρούν συνεχώς, γεγονός που σημαίνει ότι τα κράτη δανείζονται με ολοένα και υψηλότερο επιτόκιο. Ταυτόχρονα σημειώνονται μαζικές ρευστοποιήσεις και μεταφορά κεφαλαίων από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο.

Στην ελληνική αγορά ομολόγων το διάστημα αυτό οι πιέσεις έχουν οδηγήσει σε πολύ μεγάλη άνοδο τα επιτόκια του κρατικού δανεισμού. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στη δημοπρασία των πενταετών ομολόγων την προηγούμενη Τρίτη το επιτόκιο αυξήθηκε από 6,12% στο 7,28%, μία διάφορα που σε ετήσια βάση ισοδυναμεί με αρκετά δισ. δραχμές. Την προηγούμενη επίσης Τετάρτη σημειώθηκαν ρευστοποιήσεις ομολόγων ύψους 160 δισ. δραχμών.

Την τελευταία βδομάδα οι πιέσεις στην ελληνική αγορά ομολόγων ήταν πολύ πιο ισχυρές από αυτές που σημειώθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Σύμφωνα με αναλυτές και τραπεζικά στελέχη, οι υπέρμετρες αυτές πιέσεις δεν μπορούν να αποδοθούν μόνο στην κρίση της ευρωπαϊκής αγοράς ομολόγων, αλλά και στις πρόσθετες πιέσεις των ξένων κερδοσκοπικών κέντρων, που απαιτούν να έχουν επιλεκτική ενημέρωση, αλλά και τον πρώτο λόγο για τη νομισματική - συναλλαγματική πολιτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα.

Σύμφωνα μάλιστα με αξιόπιστες πληροφορίες "περίοπτα" χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του εξωτερικού πρόκειται να δημοσιοποιήσουν εκθέσεις για τα ελληνικά ομόλογα και τη δραχμή, οι οποίες θα είναι διατυπωμένες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να υπηρετεί τα καλά και συμφέροντα.

Συνεχής αιμορραγία

Η κατάσταση αυτή προσομοιάζει με συνεχή αιμορραγία για την ελληνική οικονομία και ειδικότερα για τους εργαζόμενους που πληρώνουν τις συνέπειες των κρίσεων.

Η μεγάλη άνοδος των επιτοκίων των ομολόγων το τελευταίο τρίμηνο αυξάνει την επιβάρυνση του δημοσίου χρέους, οι προϋπολογισθέντες τόκοι του οποίου για το 1999 ανέρχονται στο τεράστιο ποσό των 3,35 τρισ. δραχμών. Ισως όμως και το ποσό αυτό να αποδειχθεί τελικά μετριοπαθές μετά τις τελευταίες εξελίξεις. Στο υπουργείο Οικονομικών από τώρα μιλούν για υπέρβαση δαπανών τόκων μεγαλύτερης των 100 δισ. δραχμών.

Από την άλλη πλευρά η Τράπεζα της Ελλάδας, διατηρώντας τα επιτόκια παρέμβασης στο υψηλότατο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα επίπεδο του 12%, έχει γίνει πόλος συγκέντρωσης των κερδοσκοπικών κεφαλαίων που δεν επενδύονται σε μετοχές και ομόλογα, ενώ παράλληλα δίνει τα ανάλογα προσχήματα και στις εμπορικές τράπεζες να διατηρήσουν τα επιτόκια χορηγήσεων σε υψηλά επίπεδα που σε ορισμένες περιπτώσεις (καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες) αγγίζουν το 20%. Και όλα αυτά βέβαια τα επωμίζεται με τη μία ή την άλλη μορφή ο ελληνικός λαός.

Πολύ ακριβά πληρώνουν τα λαϊκά στρώματα την περιβόητη σύγκλιση προς την ΟΝΕ και είμαστε ακόμα στην αρχή...

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

ΧΡΗΜΑΤΑΓΟΡΕΣ
Πιέσεις σε χρέος και συναλλαγματική ισοτιμία

Μεγάλοι κερδοσκοπικοί οργανισμοί του εξωτερικού (επενδυτές κατά την κυβέρνηση) απαιτούν τη συνέχιση της πολιτικής της "σκληρής" δραχμής, επειδή έτσι εξυπηρετείται η υψηλή κερδοφορία τους

Θέτουν ως όρο η συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής να μη διαμορφωθεί στις 353 δραχμές το ΕΥΡΩ, αλλά σε χαμηλότερα επίπεδα. Διαφορετικά, απειλούν την ελληνική κυβέρνηση με ρευστοποιήσεις ομολόγων και χάος...

Ποιοι απειλούν; Μα οι λεγόμενοι θεσμικοί επενδυτές, κυρίως οι ξένες, αλλά και ελληνικές τράπεζες, με ξένους πελάτες, διεθνείς "επενδυτικοί" οργανισμοί (αυτούς που η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ έχει προσλάβει σαν συμβούλους ιδιωτικοποίησης των ΔΕΚΟ), ιδιωτικά ασφαλιστικά ταμεία μεγάλης κεφαλαιακής βάσης που έχουν επενδύσει μεγάλα ποσά στην ελληνική αγορά ομολόγων. Με λίγα δηλαδή λόγια όλες δυνάμεις της αρπαχτής, που καθοδηγούν τις εξελίξεις του "παγκοσμιοποιημένου" καπιταλισμού. Και απαιτούν από την ελληνική κυβέρνηση και την Τράπεζα της Ελλάδας να ξεκαθαρίσει σε αυτούς τουλάχιστον τι πρόκειται να κάνει με τη συναλλαγματική πολιτική τους επόμενους μήνες, επειδή - όπως υποστηρίζουν - τυχόν αιφνιδιαστικές κινήσεις από τις ελληνικές αρχές στο θέμα αυτό θέτουν σε αμφισβήτηση την κερδοφορία τους.

Τα σενάρια που δημοσιοποιούν κατά καιρούς μεγάλες τράπεζες και εταιρίες συμβούλων υποκρύπτουν την πολύπλευρη πίεση που οι ίδιοι ασκούν στις νομισματικές αρχές και στην κυβέρνηση.

Τα όσα εξελίσσονται τους δύο τελευταίους μήνες, με επίκεντρο την αγορά των κρατικών ομολόγων, αποδεικνύουν για άλλη μία φορά, τι επικίνδυνους δρόμους άνοιξε η λεγόμενη απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων, καθώς τα περιφερόμενα διεθνώς κεφάλαια, που τοποθετούνται στα χρηματιστήρια και στους κρατικούς τίτλους κάλυψης των δανειακών αναγκών, απαιτούν πλέον από τις κυβερνήσεις - ειδικά περιφερειακών χωρών όπως η ελληνική - την πλήρη ευθυγράμμιση με τις πολιτικές και οικονομικές τους επιλογές. Διαφορετικά, απειλούν με απόσυρση των κερδοσκοπικών κεφαλαίων και με κατάρρευση των οικονομιών. Αυτή η ιστορία επαναλαμβάνεται και σήμερα με αφορμή τη συναλλαγματική ισοτιμία της δραχμής.

Τι ζητούν οι κερδοσκόποι

Η σημερινή ισοτιμία της δραχμής κυμαίνεται στις 326 ανά ΕΥΡΩ, ενώ, σύμφωνα μετά όσα έχει διακηρύξει η κυβέρνηση μέχρι το τέλος του 2000, η ισοτιμία θα πρέπει να διαμορφωθεί στις 353 δραχμές ανά ΕΥΡΩ. Ετσι, στους επόμενους 17 μήνες που απομένουν για την ένταξη στην ΟΝΕ την 1/1/2001, η δραχμή θα πρέπει να υποτιμηθεί σταδιακά σε ποσοστό 8%. Αυτό όμως ισοδυναμεί με ανάλογες απώλειες για τους κερδοσκόπους που έχουν αγοράσει ελληνικά ομόλογα.

Ο μηχανισμός λειτουργεί ως εξής: Οσοι έχουν μετατρέψει συνάλλαγμα σε δραχμές, συνήθως το συνάλλαγμα αυτό το δανείζονται πληρώνοντας βέβαια τον ανάλογο τόκο (στην περίπτωση του ΕΥΡΩ, το επιτόκιο δανεισμού, για ένα χρόνο, είναι περίπου 3%), στη συνέχεια μετατρέπουν το συνάλλαγμα σε δραχμές στην τρέχουσα ισοτιμία. Αυτοί αγόρασαν δραχμές στην ισοτιμία των 326 ανά ΕΥΡΩ. Αν αύριο η Τράπεζα της Ελλάδας υποτιμήσει τη δραχμή στα επίπεδα των 353 δραχμών ανά ΕΥΡΩ, αυτό σημαίνει ότι όποιος ρευστοποιήσει ομόλογα μετά την υποτίμηση και το δραχμικό ποσό της ρευστοποίησης θελήσει να μετατρέψει σε συνάλλαγμα, θα πρέπει να διαθέσει 353 δραχμές για να αγοράσει 1 ΕΥΡΩ. Ομως είχε αγοράσει δραχμές προς 326 ανά ΕΥΡΩ. Η χασούρα του από την υποτίμηση είναι 27 δραχμές, δηλαδή 8%.

Ο κερδοσκόπος έχει πληρώσει επιτόκιο 3% για την αγορά ΕΥΡΩ. Αν σ' αυτό προσθέσουμε ακόμη το 8% (απώλειες από την υποτίμηση), η συνολική επιβάρυνση ανέρχεται στο 11%. Από το ομόλογο παίρνει ετήσιο τόκο ίσο με 6% και άρα μια τέτοια εξέλιξη σημαίνει ζημιά της τάξης του 5%. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ζητούν τώρα "σκληρή" δραχμή, μικρότερη δηλαδή υποτίμηση.

Αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα πρέπει να μας πιάσει ο πόνος για τους κερδοσκόπους. Τα έχουν βγάλει μέχρι σήμερα διπλά και τριπλά.

Η υποτίμηση της δραχμής

Μετά την υποτίμηση της δραχμής το Μάρτη του 1998 η ισοτιμία του ελληνικού νομίσματος προς το ECU (υποτιμήθηκε 13,8%) διαμορφώθηκε στις 353 δραχμές, αλλά στη συνέχεια η δραχμή "ανατιμήθηκε" και κέρδισε περίπου το μισό της υποτίμησης, με αποτέλεσμα σήμερα το ΕΥΡΩ να διαπραγματεύεται στις 320-325 δραχμές.

Οι τράπεζες και όσοι είχαν μεγάλες καταθέσεις σε συνάλλαγμα είχαν κερδίσει τεράστια ποσά από την υποτίμηση, καθώς είχαν φροντίσει να ξεφορτωθούν δραχμές, ελληνικά ομόλογα και μετοχές στην ισοτιμία των 305 δραχμών (πριν την υποτίμηση) και στη συνέχεια μετά τις 15 Μάρτη του 1998 αγόραζαν δραχμές στη νέα ισοτιμία των 353 δραχμών. Το ίδιο έγινε και με τα ελληνικά ομόλογα και τις μετοχές τα οποία αγόραζαν πλέον σε ξένο νόμισμα αισθητά φθηνότερα.

Η λεηλασία των "θεσμικών" συνεχίστηκε όλη την υπόλοιπη περίοδο και μέχρι σήμερα, καθώς, οι ίδιοι χρησιμοποίησαν την ελληνική αγορά, σαν μία "αναδυόμενη" αγορά εύκολου και γρήγορου πλουτισμού. Πρόκειται για τους ίδιους που καθοδηγούν εξελίξεις στο ελληνικό χρηματιστήριο και την αγορά ομολόγων. Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας αποφεύγει βέβαια να δώσει επίσημα στοιχεία για τον τεράστιο τζόγο που συντελείται στην ελληνική αγορά χρήματος και κεφαλαίου. Σε ανεπίσημο όμως επίπεδο και με αφορμή την επίσκεψη στελεχών του υπουργείου στο Λονδίνο τον προηγούμενο Φλεβάρη - προκειμένου να πείσουν τους ξένους "επενδυτές" για τις ευκαιρίες που προσφέρει η ελληνική αγορά για επενδύσεις (έτσι ονομάζουν τον κερδοσκοπικό τζόγο) - είχαν διαρρεύσει ότι μόνο το Γενάρη του 1999, λόγω της μεγάλης ανόδου των τιμών των ομολόγων που παρατηρήθηκε τότε, όσοι είχαν τοποθετήσει κεφάλαια στα ελληνικά ομόλογα είχαν κερδίσει περισσότερα από 1 τρισ. δραχμές!!!

Η κρίση στην αγορά των ομολόγων

Ομως ο καπιταλισμός είναι το κατ' εξοχήν κοινωνικό και οικονομικό σύστημα των μεγάλων αντιφάσεων και αντιθέσεων. Παρά τα όσα κατά καιρούς υποστηρίζουν για καπιταλιστική ανάπτυξη χωρίς κρίσεις, έρχεται η ίδια η πραγματικότητα να τους διαψεύσει. Η περιφερειακή καπιταλιστική ενοποίηση που συντελείται σε διάφορα σημεία του πλανήτη (Δ. Ευρώπη, Αμερική, Ασία) δεν είναι δυνατό να αποτρέψει τις διάφορες μορφές της οικονομικής κρίσης. Σε όλη η δεκαετία του '90, οι νομισματικές και χρηματιστηριακές συναλλαγές ήταν συνεχείς, ενώ στη ΝΑ Ασία το 1997 σημειώνεται η κλασική οικονομική κρίση με κατάρρευση επιχειρήσεων, στρατιές ανέργων, υποτίμηση νομισμάτων κλπ.

Σήμερα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης υποβόσκει στις αγορές των ομολόγων, όπου το κρατικό χρέος γίνεται αντικείμενο καθημερινής διαπραγμάτευσης μεταξύ τραπεζών και μεγάλων κερδοσκοπικών κεφαλαίων.

Το τελευταίο τρίμηνο οι τιμές των κρατικών ομολόγων υποχωρούν συνεχώς, γεγονός που σημαίνει ότι τα κράτη δανείζονται με ολοένα και υψηλότερο επιτόκιο. Ταυτόχρονα σημειώνονται μαζικές ρευστοποιήσεις και μεταφορά κεφαλαίων από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο.

Στην ελληνική αγορά ομολόγων το διάστημα αυτό οι πιέσεις έχουν οδηγήσει σε πολύ μεγάλη άνοδο τα επιτόκια του κρατικού δανεισμού. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στη δημοπρασία των πενταετών ομολόγων την προηγούμενη Τρίτη το επιτόκιο αυξήθηκε από 6,12% στο 7,28%, μία διάφορα που σε ετήσια βάση ισοδυναμεί με αρκετά δισ. δραχμές. Την προηγούμενη επίσης Τετάρτη σημειώθηκαν ρευστοποιήσεις ομολόγων ύψους 160 δισ. δραχμών.

Την τελευταία βδομάδα οι πιέσεις στην ελληνική αγορά ομολόγων ήταν πολύ πιο ισχυρές από αυτές που σημειώθηκαν στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Σύμφωνα με αναλυτές και τραπεζικά στελέχη, οι υπέρμετρες αυτές πιέσεις δεν μπορούν να αποδοθούν μόνο στην κρίση της ευρωπαϊκής αγοράς ομολόγων, αλλά και στις πρόσθετες πιέσεις των ξένων κερδοσκοπικών κέντρων, που απαιτούν να έχουν επιλεκτική ενημέρωση, αλλά και τον πρώτο λόγο για τη νομισματική - συναλλαγματική πολιτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα.

Σύμφωνα μάλιστα με αξιόπιστες πληροφορίες "περίοπτα" χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του εξωτερικού πρόκειται να δημοσιοποιήσουν εκθέσεις για τα ελληνικά ομόλογα και τη δραχμή, οι οποίες θα είναι διατυπωμένες κατά τέτοιο τρόπο ώστε να υπηρετεί τα καλά και συμφέροντα.

Συνεχής αιμορραγία

Η κατάσταση αυτή προσομοιάζει με συνεχή αιμορραγία για την ελληνική οικονομία και ειδικότερα για τους εργαζόμενους που πληρώνουν τις συνέπειες των κρίσεων.

Η μεγάλη άνοδος των επιτοκίων των ομολόγων το τελευταίο τρίμηνο αυξάνει την επιβάρυνση του δημοσίου χρέους, οι προϋπολογισθέντες τόκοι του οποίου για το 1999 ανέρχονται στο τεράστιο ποσό των 3,35 τρισ. δραχμών. Ισως όμως και το ποσό αυτό να αποδειχθεί τελικά μετριοπαθές μετά τις τελευταίες εξελίξεις. Στο υπουργείο Οικονομικών από τώρα μιλούν για υπέρβαση δαπανών τόκων μεγαλύτερης των 100 δισ. δραχμών.

Από την άλλη πλευρά η Τράπεζα της Ελλάδας, διατηρώντας τα επιτόκια παρέμβασης στο υψηλότατο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα επίπεδο του 12%, έχει γίνει πόλος συγκέντρωσης των κερδοσκοπικών κεφαλαίων που δεν επενδύονται σε μετοχές και ομόλογα, ενώ παράλληλα δίνει τα ανάλογα προσχήματα και στις εμπορικές τράπεζες να διατηρήσουν τα επιτόκια χορηγήσεων σε υψηλά επίπεδα που σε ορισμένες περιπτώσεις (καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες) αγγίζουν το 20%. Και όλα αυτά βέβαια τα επωμίζεται με τη μία ή την άλλη μορφή ο ελληνικός λαός.

Πολύ ακριβά πληρώνουν τα λαϊκά στρώματα την περιβόητη σύγκλιση προς την ΟΝΕ και είμαστε ακόμα στην αρχή...

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Κέρδη, κέρδη και... υπερκέρδη!

Αν συγκρίνει κανείς τα επίσημα ποσοστά αύξησης των κερδών των τραπεζών και άλλων μεγάλων εμποροβιομηχανικών επιχειρήσεων, που στο α' 6μηνο του '99 κινήθηκαν μεταξύ 20% και 400%, με τον πληθωρισμό και την ονομαστική αύξηση των μισθών, θα βρει διαφορές που ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ

Κέρδη, κέρδη και... υπερκέρδη. Αυτό είναι το γενικό συμπέρασμα, στο οποίο καταλήγει όποιος διαβάζει τις οικονομικές σελίδες των πολιτικών εφημερίδων και ειδικότερα τις οικονομικές εφημερίδες, που παρουσιάζουν πιο αναλυτικά στοιχεία για την πορεία των μεγάλων επιχειρήσεων, όπου ξεχωριστή θέση κατέχει όχι μόνο το ποσοστό αύξησης αλλά και το ποσό (η μπάζα) των κερδών.

Οι τίτλοι των εφημερίδων που φιλοξενούν την οικονομική ειδησεογραφία - όπως, η α εταιρία αύξησε τα κέρδη Χ% ή ενισχύθηκε σημαντικά η κερδοφορία της β επιχείρησης - επαναλαμβάνονται σχεδόν καθημερινά, επιβεβαιώνοντας με το δικό τους τους τρόπο ότι η τρελή κούρσα ανόδου των κερδών των τραπεζών και των μεγάλων εμποροβιομηχανικών ή άλλων επιχειρήσεων συνεχίζεται. Αν, βέβαια, συνεχίζεται η τρελή κούρσα ανόδου των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων και θησαυρίζουν οι μεγαλομέτοχοι αυτών των επιχειρήσεων - είτε προέρχονται από τα "παλιά" είτε προέρχονται από τα "νέα τζάκια" - αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εκμεταλλεύονται στο έπακρο τις ευκαιρίες που τους προσφέρει η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας για τους εργαζόμενους (εισοδηματική, φορολογική, τιμολογιακή, νομισματοπιστωτική κλπ.).

Φιλοξενώντας στις σελίδες τους ανακοινώσεις Τύπου με τα οικονομικά αποτελέσματα ορισμένων μεγάλων επιχειρήσεων στο πρώτο εξάμηνο του 1999 - και φυσικά τα κέρδη των επιχειρήσεων αυτών - οι εφημερίδες του τελευταίου δεκαημέρου του Ιούλη πληροφορούν τους αναγνώστες τους ότι στο πρώτο εξάμηνο του 1999:

1) Η ΕΘνική Τράπεζα αύξησε τα καθαρά - προ φόρων - κέρδη της κατά 39,7% και ανήλθαν στο ποσό των 111,3 δισ. δραχμών, έναντι 79,7 δισ. δρχ. που ήταν στο περσινό εξάμηνο. Τα αντίστοιχα, προ φόρων, κέρδη για ολόκληρο τον όμιλο επιχειρήσεων της ΕΘνικής, εκτιμώνται ότι αυξήθηκαν κατά 39,8% και ανήλθαν στο ποσό των περίπου 150 δισ. δραχμών, έναντι 107,3 δισ. δραχμών το πρώτο εξάμηνο του 1998.

2) Η Τράπεζα Πίστεως του Γ. Κωστόπουλου, που εξαγόρασε πέρσι αντί πινακίου φακής την Ιονική Τράπεζα, με την αξιόλογη προίκα των θυγατρικών της επιχειρήσεων, διπλασίασε τα κέρδη της. Συγκεκριμένα, τα καθαρά προ φόρων κέρδη της Τράπεζας Πίστεως αυξήθηκαν στο φετινό πρώτο εξάμηνο κατά 100% και ανήλθαν στο ποσό των 79,2 δισ. δραχμών (από 39,5 δισ. δραχμές πέρσι), ενώτα κέρδη του ομίλου της Πίστεως (συμπεριλαμβάνονται και τα κέρδη του ομίλου της Ιονικής που ήδη έχει περάσει κάτω από τον έλεγχο της Πίστεως) παρουσιάζουν αύξηση κατά 115% καθώς ανέβηκαν στο ποσό των 115,7 δισ. δραχμών από 53,9 δισ. δραχμές που ήταν το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο.

3) Η ΕΤΕΒΑ αύξησε τα καθαρά προ φόρων κέρδη της κατά 3,8 δισ. δραχμές ή 40,4%, αφού από 9,4 δισ. δραχμές που ήταν τα κέρδη της το πρώτο εξάμηνο του 1998 ανέβηκαν φέτος στα 13,2 δισ. δραχμές.

4) Με ρυθμό 50% έτρεχε η αύξηση των κερδών της Τράπεζας Αττικής στο φετινό πρώτο εξάμηνο, που διαμορφώθηκαν στο 2,58 δισ. δραχμές, από 1,72 δισ. δραχμές το περσινό πρώτο εξάμηνο.

5) Αύξηση που έφτασε στο ποσοστό - ρεκόρ 400% σημείωσαν στο πρώτο εξάμηνο του 1999 τα καθαρά, προ φόρων, κέρδη του ομίλου εταιριών Σαράντη.

6) Τα καθαρά προ φόρων κέρδη της μεταλλουργικής εταιρίας "Λεβεντέρης" αυξήθηκαν κατά 43% και διαμορφώθηκαν στα 120 εκατ. δραχμές, έναντι 84 εκατ. δραχμές το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο

7) Η βιομηχανία κλωστών "Ελ. Δ. Μουζάκης" αύξησε τα κέρδη της κατά 19,9%, τα οποία διαμορφώθηκαν σε περίπου 1 δισ. δραχμές, έναντι 834 εκατ. δρχ. το πρώτο εξάμηνο του 1998.

8) Η γαλακτοβιομηχανία ΔΕΛΤΑ ΑΕ εμφανίζει αύξηση κερδών 23,5%, το συνολικό ύψος των οποίων διαμορφώθηκε στα 2,97 δισ. δραχμές, έναντι 2,4 δισ. δρχ. πέρσι.

9) Τα κέρδη της "Info Quest" σημείωσαν νέα άνοδο - ρεκόρ. Αυξήθηκαν κατά 62% και διαμορφώθηκαν στο ποσό των 742 εκατ. δραχμών, από 458 εκατ. δραχμές το περσινό πρώτο εξάμηνο.

10) Η εταιρία "FACSIMILE COVER PAGE", με αύξηση τζίρου 55% στο πρώτο εξάμηνο, σημείωσε αύξηση των καθαρών προ φόρων κερδών της κατά 67%, ανεβάζοντας έτσι στο φετινό εξάμηνο το συνολικό ύψος των κερδών στο ποσό των 2,9 δισ. δραχμών, από 1,74 δισ. δραχμές πέρσι.

Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι τα ποσοστά αύξησης των καθαρών κερδών που εμφανίζουν (και μιλάμε μόνο για τα φανερά κέρδη που δηλώνουν στην εφορία), είναι από μεγάλα μέχρι υπερβολικά μεγάλα και προκλητικά. Μια απλή σύγκριση των ποσοστών αύξησης των καθαρών κερδών, που εμφανίζουν για το πρώτο εξάμηνο του 1999 οι παραπάνω τράπεζες και άλλες επιχειρήσεις, με το ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού (στο εξάμηνο έτρεχε με ρυθμό 3,7% σε μέσα επίπεδα) και το ποσοστό ονομαστικής αύξησης των μισθών και συντάξεων (μέση ονομαστική αύξηση γύρω στο 2%), δείχνει ότι το επίσημο ποσοστό ή ο ρυθμός αύξησης των κερδών στο φετινό εξάμηνο ήταν:

  • Από 5,5 περίπου φορές (περίπτωση Μουζάκη που παρουσιάζει αύξηση κερδών 19,9%) μέχρι και 108 φορές (περίπτωση ομίλου εταιριών ΣΑΡΑΝΤΗ) μεγαλύτερα από το ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού.
  • Από 9 περίπου φορές μέχρι και 200 φορές μεγαλύτερα σε σχέση με τη μέση ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων, που καθόρισε η κυβέρνηση με την εισοδηματική της πολιτική.

Η προκλητικά μεγάλη αύξηση της κερδοφορίας των τραπεζών (κρατικών και ιδιωτικών) αλλά και των άλλων μεγάλων εμπορικών, βιομηχανικών, διαφημιστικών και άλλων επιχειρήσεων αποκαλύπτει με σαφήνεια το μέγεθος της λεηλασίας που υφίστανται οι εργαζόμενοι και οι οικονομικά αδύνατοι από τους τραπεζίτες, τους μεγαλεμπόρους και τους μεγαλοβιομηχάνους. Οι μεν τράπεζεςεκμεταλλεύονται την προσπάθεια των εργαζομένων και των οικονομικά ανίσχυρων που αναγκάζονται να δανείζονται με τοκογλυφικούς όρους για να αντισταθμίσουν τις συνέπειες της πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας, οι δε εμποροβιομήχανοι εκμεταλλεύονται την ασυδοσία που τους έχει εξασφαλίσει η κυβέρνηση και φουσκώνουν ανεξέλεγκτα τις τιμές μεγιστοποιώντας έτσι τα κέρδη τους.

Λ. Τ.

Κέρδη, κέρδη και... υπερκέρδη!

Αν συγκρίνει κανείς τα επίσημα ποσοστά αύξησης των κερδών των τραπεζών και άλλων μεγάλων εμποροβιομηχανικών επιχειρήσεων, που στο α' 6μηνο του '99 κινήθηκαν μεταξύ 20% και 400%, με τον πληθωρισμό και την ονομαστική αύξηση των μισθών, θα βρει διαφορές που ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ

Κέρδη, κέρδη και... υπερκέρδη. Αυτό είναι το γενικό συμπέρασμα, στο οποίο καταλήγει όποιος διαβάζει τις οικονομικές σελίδες των πολιτικών εφημερίδων και ειδικότερα τις οικονομικές εφημερίδες, που παρουσιάζουν πιο αναλυτικά στοιχεία για την πορεία των μεγάλων επιχειρήσεων, όπου ξεχωριστή θέση κατέχει όχι μόνο το ποσοστό αύξησης αλλά και το ποσό (η μπάζα) των κερδών.

Οι τίτλοι των εφημερίδων που φιλοξενούν την οικονομική ειδησεογραφία - όπως, η α εταιρία αύξησε τα κέρδη Χ% ή ενισχύθηκε σημαντικά η κερδοφορία της β επιχείρησης - επαναλαμβάνονται σχεδόν καθημερινά, επιβεβαιώνοντας με το δικό τους τους τρόπο ότι η τρελή κούρσα ανόδου των κερδών των τραπεζών και των μεγάλων εμποροβιομηχανικών ή άλλων επιχειρήσεων συνεχίζεται. Αν, βέβαια, συνεχίζεται η τρελή κούρσα ανόδου των κερδών των μεγάλων επιχειρήσεων και θησαυρίζουν οι μεγαλομέτοχοι αυτών των επιχειρήσεων - είτε προέρχονται από τα "παλιά" είτε προέρχονται από τα "νέα τζάκια" - αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εκμεταλλεύονται στο έπακρο τις ευκαιρίες που τους προσφέρει η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας για τους εργαζόμενους (εισοδηματική, φορολογική, τιμολογιακή, νομισματοπιστωτική κλπ.).

Φιλοξενώντας στις σελίδες τους ανακοινώσεις Τύπου με τα οικονομικά αποτελέσματα ορισμένων μεγάλων επιχειρήσεων στο πρώτο εξάμηνο του 1999 - και φυσικά τα κέρδη των επιχειρήσεων αυτών - οι εφημερίδες του τελευταίου δεκαημέρου του Ιούλη πληροφορούν τους αναγνώστες τους ότι στο πρώτο εξάμηνο του 1999:

1) Η ΕΘνική Τράπεζα αύξησε τα καθαρά - προ φόρων - κέρδη της κατά 39,7% και ανήλθαν στο ποσό των 111,3 δισ. δραχμών, έναντι 79,7 δισ. δρχ. που ήταν στο περσινό εξάμηνο. Τα αντίστοιχα, προ φόρων, κέρδη για ολόκληρο τον όμιλο επιχειρήσεων της ΕΘνικής, εκτιμώνται ότι αυξήθηκαν κατά 39,8% και ανήλθαν στο ποσό των περίπου 150 δισ. δραχμών, έναντι 107,3 δισ. δραχμών το πρώτο εξάμηνο του 1998.

2) Η Τράπεζα Πίστεως του Γ. Κωστόπουλου, που εξαγόρασε πέρσι αντί πινακίου φακής την Ιονική Τράπεζα, με την αξιόλογη προίκα των θυγατρικών της επιχειρήσεων, διπλασίασε τα κέρδη της. Συγκεκριμένα, τα καθαρά προ φόρων κέρδη της Τράπεζας Πίστεως αυξήθηκαν στο φετινό πρώτο εξάμηνο κατά 100% και ανήλθαν στο ποσό των 79,2 δισ. δραχμών (από 39,5 δισ. δραχμές πέρσι), ενώτα κέρδη του ομίλου της Πίστεως (συμπεριλαμβάνονται και τα κέρδη του ομίλου της Ιονικής που ήδη έχει περάσει κάτω από τον έλεγχο της Πίστεως) παρουσιάζουν αύξηση κατά 115% καθώς ανέβηκαν στο ποσό των 115,7 δισ. δραχμών από 53,9 δισ. δραχμές που ήταν το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο.

3) Η ΕΤΕΒΑ αύξησε τα καθαρά προ φόρων κέρδη της κατά 3,8 δισ. δραχμές ή 40,4%, αφού από 9,4 δισ. δραχμές που ήταν τα κέρδη της το πρώτο εξάμηνο του 1998 ανέβηκαν φέτος στα 13,2 δισ. δραχμές.

4) Με ρυθμό 50% έτρεχε η αύξηση των κερδών της Τράπεζας Αττικής στο φετινό πρώτο εξάμηνο, που διαμορφώθηκαν στο 2,58 δισ. δραχμές, από 1,72 δισ. δραχμές το περσινό πρώτο εξάμηνο.

5) Αύξηση που έφτασε στο ποσοστό - ρεκόρ 400% σημείωσαν στο πρώτο εξάμηνο του 1999 τα καθαρά, προ φόρων, κέρδη του ομίλου εταιριών Σαράντη.

6) Τα καθαρά προ φόρων κέρδη της μεταλλουργικής εταιρίας "Λεβεντέρης" αυξήθηκαν κατά 43% και διαμορφώθηκαν στα 120 εκατ. δραχμές, έναντι 84 εκατ. δραχμές το αντίστοιχο περσινό εξάμηνο

7) Η βιομηχανία κλωστών "Ελ. Δ. Μουζάκης" αύξησε τα κέρδη της κατά 19,9%, τα οποία διαμορφώθηκαν σε περίπου 1 δισ. δραχμές, έναντι 834 εκατ. δρχ. το πρώτο εξάμηνο του 1998.

8) Η γαλακτοβιομηχανία ΔΕΛΤΑ ΑΕ εμφανίζει αύξηση κερδών 23,5%, το συνολικό ύψος των οποίων διαμορφώθηκε στα 2,97 δισ. δραχμές, έναντι 2,4 δισ. δρχ. πέρσι.

9) Τα κέρδη της "Info Quest" σημείωσαν νέα άνοδο - ρεκόρ. Αυξήθηκαν κατά 62% και διαμορφώθηκαν στο ποσό των 742 εκατ. δραχμών, από 458 εκατ. δραχμές το περσινό πρώτο εξάμηνο.

10) Η εταιρία "FACSIMILE COVER PAGE", με αύξηση τζίρου 55% στο πρώτο εξάμηνο, σημείωσε αύξηση των καθαρών προ φόρων κερδών της κατά 67%, ανεβάζοντας έτσι στο φετινό εξάμηνο το συνολικό ύψος των κερδών στο ποσό των 2,9 δισ. δραχμών, από 1,74 δισ. δραχμές πέρσι.

Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει ότι τα ποσοστά αύξησης των καθαρών κερδών που εμφανίζουν (και μιλάμε μόνο για τα φανερά κέρδη που δηλώνουν στην εφορία), είναι από μεγάλα μέχρι υπερβολικά μεγάλα και προκλητικά. Μια απλή σύγκριση των ποσοστών αύξησης των καθαρών κερδών, που εμφανίζουν για το πρώτο εξάμηνο του 1999 οι παραπάνω τράπεζες και άλλες επιχειρήσεις, με το ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού (στο εξάμηνο έτρεχε με ρυθμό 3,7% σε μέσα επίπεδα) και το ποσοστό ονομαστικής αύξησης των μισθών και συντάξεων (μέση ονομαστική αύξηση γύρω στο 2%), δείχνει ότι το επίσημο ποσοστό ή ο ρυθμός αύξησης των κερδών στο φετινό εξάμηνο ήταν:

  • Από 5,5 περίπου φορές (περίπτωση Μουζάκη που παρουσιάζει αύξηση κερδών 19,9%) μέχρι και 108 φορές (περίπτωση ομίλου εταιριών ΣΑΡΑΝΤΗ) μεγαλύτερα από το ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού.
  • Από 9 περίπου φορές μέχρι και 200 φορές μεγαλύτερα σε σχέση με τη μέση ονομαστική αύξηση των μισθών και συντάξεων, που καθόρισε η κυβέρνηση με την εισοδηματική της πολιτική.

Η προκλητικά μεγάλη αύξηση της κερδοφορίας των τραπεζών (κρατικών και ιδιωτικών) αλλά και των άλλων μεγάλων εμπορικών, βιομηχανικών, διαφημιστικών και άλλων επιχειρήσεων αποκαλύπτει με σαφήνεια το μέγεθος της λεηλασίας που υφίστανται οι εργαζόμενοι και οι οικονομικά αδύνατοι από τους τραπεζίτες, τους μεγαλεμπόρους και τους μεγαλοβιομηχάνους. Οι μεν τράπεζεςεκμεταλλεύονται την προσπάθεια των εργαζομένων και των οικονομικά ανίσχυρων που αναγκάζονται να δανείζονται με τοκογλυφικούς όρους για να αντισταθμίσουν τις συνέπειες της πολιτικής μονόπλευρης λιτότητας, οι δε εμποροβιομήχανοι εκμεταλλεύονται την ασυδοσία που τους έχει εξασφαλίσει η κυβέρνηση και φουσκώνουν ανεξέλεγκτα τις τιμές μεγιστοποιώντας έτσι τα κέρδη τους.

Λ. Τ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ