ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Αυγούστου 1999
Σελ. /40
ΚΕΝΗ
Πόντος - πόντος η ζωή της...

Είναι ένα λιλιπούτειο μαγαζάκι στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Πινδάρου. Μέσα σε λίγα τετραγωνικά μέτρα, που ίσως μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, οι πελάτισσες αντικρίζουν μικρούς θησαυρούς: Κάλτσες και καλσόν από φίρμες που δεν υπάρχουν πια, φουλάρια, μπιζού και ανάμεσα σ' όλα αυτά η κυρία Βούλα, προσηλωμένη να επιδιορθώνει κάλτσες. Εξήντα χρόνια σ' αυτή την τέχνη, είκοσι πέντε στο ίδιο στέκι, κάνει πια μια δουλιά χωρίς ανταγωνιστές και ανταγωνίστριες. Είναι ίσως η τελευταία επαγγελματίας στην Αθήνα που ασχολείται με την επιδιόρθωση γυναικείων καλτσών... "Είμαι η τελευταία των Μοϊκανών" θα μας πει κάποια στιγμή χαριτολογώντας... για να συμπληρώσει με θλίψη ότι από τα δεκαπέντε περίπου ελληνικά εργοστάσια γυναικείων καλτσών που υπήρχαν έχουν κλείσει τα δεκατρία - δεκατέσσερα. "Ολα αυτά που βλέπετε γύρω - και δείχνει με το χέρι της - είναι κάλτσες και καλσόν σε περιορισμένα νούμερα, που έχουν ξεμείνει - λείψανα των ελληνικών εργοστασίων που κάποτε άκμαζαν...".

Αγωνίστρια της ζωής - σε όλα τα επίπεδα - μητέρα και γιαγιά, η Βούλα Βαλαλάκη μας μιλά για τη ζωή της, που έχει σχέση με το μαντάρισμα, αλλά και με τα ιστορικά γεγονότα που έζησε ο λαός μας και τις συνέπειες από την ένταξή μας στην ΕΕ. Για τη βιομηχανία μας των καλτσών που φθίνει (και τα τελευταία χρόνια χαροπαλεύει), για τη σχέση της με τις πελάτισσες απ' όλα τα κοινωνικά στρώματα, που έρχονται, σχολιάζουν, εξεγείρονται, δέχονται παθητικά τις καταστάσεις ή διαμαρτύρονται...

"Τα τελευταία χρόνια όλο ξένες κάλτσες μου φέρνουν", λέει: "Ελβετικές, ιταλικές, γερμανικές, εγγλέζικες. Πριν μερικά χρόνια έβρισκες στα μαγαζιά και ελληνικές κάλτσες. Σήμερα είναι δυσεύρετες, γιατί έκλεισαν σχεδόν όλα τα εργοστάσια. Μόνο δυο τρία ελληνικά εργοστάσια έχουν μείνει...".

- Κι αυτά, όπως ακούμε, εκτός από ένα - δυο, φέρνουν από την Ευρώπη έτοιμες κάλτσες και απλά τις συσκευάζουν. Πού αποδίδετε όμως εσείς το κλείσιμο των ελληνικών εργοστασίων;

- Υπάρχει μια τάση προς τις ξένες κάλτσες, αλλά το κλείσιμο οφείλεται κυρίως στο καινούριο σύστημα, να γίνονται εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ενωση προϊόντων που παράγουμε κι εμείς...

- Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η ελληνική κάλτσα δεν άντεξε στον ανταγωνισμό με τις ξένες, γιατί τα περισσότερα εργοστάσιά μας δεν ανανέωσαν τα μηχανήματά τους, δεν έκαναν επενδύσεις σε πιο σύγχρονα μηχανήματα, ενώ στο εξωτερικό η παραγωγή με τα νέα μηχανήματα γίνεται με πιο γοργούς ρυθμούς και γι' αυτό τα προϊόντα τους είναι πιο φτηνά...

- Οχι, δεν είναι έτσι. Προσέξτε, δεν είναι μόνο σ' αυτό τον τομέα που κλείνουν τα εργοστάσια, είναι σε πολύ περισσότερους. Δείτε τι γίνεται στα υφαντήρια, στην Πειραϊκή - Πατραϊκή λχ. που έκλεισε και σε τόσα άλλα. Εδώ θέλουν να μας φέρουν και κρεμμύδια απ' έξω και διοξίνες μας εισάγουν! Μας πιέζουν, μας φέρνουν προϊόντα που δεν έχουμε ανάγκη. Υποτίθεται ότι αφού είμαστε στην ΕΕ πρέπει να εισάγουμε και να εξάγουμε. Αλλά όμως εισάγουμε περισσότερα απ' όσα εξάγουμε! Μόλις πήραμε το δρόμο για την ΟΝΕ και ανοίξαμε τις πύλες και εισάγουμε αφορολόγητα, τελειώσαμε! Τα ελληνικά εργοστάσια κλείνουν το ένα πίσω από το άλλο. Είναι φως - φανάρι τι μας συμβαίνει!

- Οι ελληνικές κάλτσες και καλσόν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τις ξένες σε ποιότητα και σε τιμή;

- Η ελληνική γυναικεία κάλτσα είχε όλες τις ποιότητες, εφάμιλλες με τις ξένες. Υπήρχαν και ελαστικές, για φλεβίτιδα, υπήρχαν και κάλτσες τουαλέτας και οι ποιότητες ανανεώνονταν. Φέρναν κάποια καινούρια ή πιο λεπτή κλπ. Αλλά ήταν από ελληνικά εργοστάσια! Δεν ξέρω αν τα ξένα προϊόντα είναι τώρα πιο φτηνά, από πριν αλλά έχουν βιομηχανοποιηθεί, έχουν μπει σε μεγάλες ποσότητες. Ανάλογα βέβαια με την ποιότητα και τον οίκο. Φέτος, φέρνουν πλεκτά ρούχα, είναι της μόδας και μου τα φέρνουν οι πελάτισσες κατακρεουργημένα για επιδιόρθωση. Τα δοκιμάζει πολύς κόσμος, δεν τα προσέχουν, τους κάνουν "τραύματα" και μετά, αν δεν τους κάνουν, τ' αφήνουν, με αποτέλεσμα να πουλιούνται όσο όσο. Ετσι, έρχονται πολύ συχνά φέτος για επιδιόρθωση ρούχων. Για καλσόν όλο και λιγότερο. Στην καταναλωτική κοινωνία προτιμάνε να πετάνε και να αγοράζουν καινούρια.

"Είμαι η τελευταία που κάνω επιδιορθώσεις καλσών".

Αλλά ήταν και η πρώτη που έμαθε την τέχνη, μαζί με μια φίλη της, την... Κασσιανή.

Εργατάκια

... "Οταν μάθαμε, είμαστε κοριτσάκια... Η δασκάλα μας την είχε φέρει τη μηχανή από την Αίγυπτο και είχε πάρει την αντιπροσωπεία ο προϊστάμενός μας, Φέτσης ονόματι, Σταδίου 40. Κατάστημα με κάλτσες ανδρικές και γυναικείες, κοστούμια ανδρικά. Μας έβαλε κοντά στη δασκάλα και τη μηχανή της για να μάθουμε τη δουλιά. Ηταν τότε στην ακμή της η επιδιόρθωση... ".

- Πότε;

- Το 1934! Πήγε πρώτη η φιλενάδα μου, ήταν γνωστός με τη μητέρα της ο διευθυντής του υποκαταστήματος... Εκείνη δούλευε στη φραγκοραφτού...

Δουλεύαμε τότε μόλις τελειώναμε το δημοτικό, είμαστε εργατάκια... Εγώ δούλευα σ' ένα κουτάδικο, όπου έφτιαχναν κουτιά.... Εκεί που μαθαίναμε, στην αρχή μιλάγαμε, γελάγαμε, αλλά η δασκάλα μάς είχε "εις απόστασιν" και μας έδειξε μόνο πώς να επιδιορθώνουμε πόντους. Δεν ήθελε να αποκαλύψει τα μυστικά της δουλιάς της... Ηταν με συμβόλαιο και με μισθό καλό εκείνη!

Κάποια στιγμή όμως αρρώστησε έπαθε γρίπη, έλειψε εφτά - οκτώ ημέρες. Ο προϊστάμενος, ο Φέτσης, που καταλάβαινε τι γινόταν, παίρνει το προσπέκτους της μηχανής και αρχίζει να μας το αναλύει, μας έδειξε μόνος του τα πάντα... Σε μια μέρα γίναμε ξεφτέρια. Κι όταν η δασκάλα γύρισε, αφού είχε αναρρώσει, εμείς είμαστε τελειοποιημένες. Γιατί είμαστε ήδη στη δουλιά έξι μήνες. Εν τω μεταξύ μας είχαν ανεβάσει και το μεροκάματο - για να μας κρατήσουν, γιατί έφευγαν τα παιδάκια - η δουλιά τους γινόταν ανάρπαστη! Το μαγαζί εκτός από κατάστημα, είχε τότε και ραφείο επάνω, όπου έραβαν ανδρικά κοστούμια, είχε και τις επιδιορθώσεις των καλτσών που τότε ήταν στο φόρτε τους: Οχι μόνο σε κάθε γειτονιά, σε κάθε δρόμο, αλλά σε κάθε ψιλικατζίδικο είχε επιδιορθωτήριο, όπου μαντάριζαν κάλτσες!

"Περάστε από δω"!

Σε λίγο καιρό η δασκάλα μας τσακώθηκε με τον εργοδότη, πήγε σε άλλο μεγάλο κατάστημα και μείναμε οι δυο μας, η φίλη μου κι εγώ. Ημουνα της δουλιάς παιδί, δούλευα συνέχεια, ενώ η φίλη μου έκανε πότε πότε τα μαλλάκια της. Ε, κοριτσάκια είμαστε, δεκατεσσάρων χρόνων αρχίσαμε τη δουλιά αυτή! Ερχεται μια μέρα ο λογιστής και πετάει μια κουβέντα: "Αλλοι - μου λέει - δουλεύουν, κι άλλοι παίρνουν την αύξηση". Εννοούσε τη φίλη μου, γιατί επειδή εκείνης ήταν γνωστός ο διευθυντής, ο μισθός είχε φτάσει τις 60 δραχμές μεροκάματο, ενώ ο δικός μου μόνο 40... Σηκώθηκα κι εγώ κι έκανα ένα τηλεφώνημα σε άλλο μεγάλο κατάστημα - εκεί είχε πάει νωρίτερα η δασκάλα μας, αλλά είχε ήδη φύγει, γιατί πάλι μάλωσε με τους προϊσταμένους. Της πήγαν μαθήτριες να μάθουν κι εκείνη δεν ήθελε να τους δείξει τη δουλιά. Τηλεφωνώ εγώ και τους λέω: "Μήπως θέλετε τεχνίτρια επιδιορθώσεως καλτσών με μηχάνημα;". "Περάστε από δω", μου λένε - περάστε από δω!

Πήγα και με προσέλαβαν με μισθό 2.500 δραχμές το μήνα, που ήταν τότε μεγάλος μισθός. Γιατί μιλάμε για το 1937!

Τον εκπαραθύρωσαν!

- Δουλεύατε και στην Κατοχή;

- Στην Κατοχή είχαμε πάθει ένα στραπάτσο. Τότε, ο περισσότερος κόσμος φορούσε χοντρές κάλτσες. Εγώ δούλευα στο Κολωνάκι, τότε Κανάρη 17. Περάσαμε τις πείνες, τις δυστυχίες του λαού μας. Ρεύμα είχαμε μόνο από τις έξι το απόγευμα ως τις έξι το πρωί. Δουλεύαμε μέχρι τη μία - δυο μετά τα μεσάνυχτα. Εκεί, στη δουλιά είχαμε ένα ντιβάνι και κοιμόμαστε, στο υπόγειο... Απέναντί μας, στην οδό Μέρλιν είχαμε τα SS. Τα βράδια το '42 - '43 'βαζαν μπρος τις μοτοσικλέτες και μαρσάριζαν. Ρώτησα μια συνάδελφο "Γιατί;". "Κάνουν βασανιστήρια", μου απάντησε "και προσπαθούν με το θόρυβο που κάνουν να μην ακούγονται οι οιμωγές... ". Μια άλλη φορά οι Γερμανοί εκπαραθύρωσαν ένα διερμηνέα πατριώτη, που είχαν ανακαλύψει ότι βοηθούσε την Αντίσταση. Εσκασε κάτω... Τον είδαμε! (δακρύζει) Κλαίω, όχι μόνο γι' αυτόν, αλλά για το λαό μας που τόσα θυσίασε, για να δει καλύτερες μέρες...

...Τότε, στην Κατοχή, οργανώθηκα κι εγώ στην Εθνική Αλληλεγγύη, στο ΕΑΜ.

... Φιλοξενήσαμε στον τόπο της δουλιάς ανθρώπους που δεν ξέραμε καν τα ονόματά τους. Φιλοξενήσαμε κι ένα Ιταλό, τον Μάριο, ύστερα από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας για να μη τον πιάσουν οι Γερμανοί. Καθόταν εκεί, Πατριάρχου Ιωακείμ 11 και του 'χαν πάρει μια μηχανή, που 'φτιαχνε μπαρόλε κάλτσες. Δούλευε όλη μέρα σ' ένα καμαράκι. Κι όλοι οι συνάδελφοι το ξέραμε... Πώς είναι ο ελληνικός λαός... Βοηθήσαμε Ιταλούς, βοηθήσαμε Εγγλέζους... Οι άλλοι έκαναν το ίδιο μ' εμάς; Οχι!

... " Ημουν από προλεταριακή οικογένεια... Και όταν καθόμαστε να φάμε στο τραπέζι, όταν μαζευόμαστε όλη η οικογένεια, η συζήτησή μας δεν ήταν για το τι κάνει η γειτόνισσα, ούτε τι κάνει ο γείτονας. Ηταν για το τι γίνεται στην Ισπανία, τι γίνεται στην Κίνα, τι γίνεται στη Ρωσία ή στη Γιουγκοσλαβία.

Με παρακαλούσαν...

... "Μετά την Κατοχή δούλεψα στην οδό Διδότου και Ακαδημίας, σ' ένα ημιυπόγειο - τώρα έχει γίνει πολυκατοικία. Εκεί είχα το τραπέζι μου και δυο μαθήτριες. Με παρακαλούσαν τότε να τους μάθω. Τώρα δεν υπάρχουν κοπέλες που να ενδιαφέρονται. Η τελευταία μαθήτρια που είχα ήταν ένα κοριτσάκι από την Αφρική, που με παρακάλεσε ο πατέρας του να του μάθω την τέχνη. Η δουλιά αυτή είναι πολύ λεπτή, κοπιαστική και δύσκολη...

Γιατί μας προορίζουν;

Πριν από οκτώ χρόνια περίπου ήρθε μια κυρία μου 'πε: "Εκλεισε η "Μπερκσάιρ"" θορυβήθηκα, γιατί είχα πολλά εμπορεύματα, πελάτισσές μου αγόραζαν καλσόν. Μετά από λίγο μπαίνει ο αντιπρόσωπος της "Ελβίκα". Εμαθα, του λέω, ότι έκλεισε η "Μπερκσάιρ". Είναι αλήθεια;". "Ναι, λέει, έκλεισε και η "Μπελίντα" και από κοντά πάμε όλοι"! Ακόμα εκείνοι δεν είχαν κλείσει. Ρωτάω εγώ: "Γιατί μας προορίζει η Κοινή Αγορά;" Και μια κυρία που ήταν εκεί:"Για γκαρσόν", απαντά "φτηνών υπηρεσιών"...

Δίπλα της, ένας ανεμιστήρας δουλεύει ακατάπαυστα.

... " Σ' αυτόν εδώ το χώρο, είμαι 25 χρόνια. Εργάζομαι 60 χρόνια. Εδώ, σ' αυτό το κτίριο, οι τοίχοι είναι χοντροί ένα μέτρο. Γι' αυτό το χειμώνα είχα ζέστη και το καλοκαίρι δροσιά! Τώρα όμως που έγινε φούρνος δίπλα, δεν είναι το ίδιο... Είχα κι ένα δέντρο που τα φουντωτά κλαριά του μου έκαναν σκιά - να, εδώ, απέναντι - και το χαιρόμουν! Εκαναν όμως επισκευές και παρ' όλο που είχα παρακαλέσει να προσέξουν έκοψαν το κλαρί... κι έπαψε να δροσίζει"...

Πόντος - πόντος η ζωή της...

Είναι ένα λιλιπούτειο μαγαζάκι στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Πινδάρου. Μέσα σε λίγα τετραγωνικά μέτρα, που ίσως μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, οι πελάτισσες αντικρίζουν μικρούς θησαυρούς: Κάλτσες και καλσόν από φίρμες που δεν υπάρχουν πια, φουλάρια, μπιζού και ανάμεσα σ' όλα αυτά η κυρία Βούλα, προσηλωμένη να επιδιορθώνει κάλτσες. Εξήντα χρόνια σ' αυτή την τέχνη, είκοσι πέντε στο ίδιο στέκι, κάνει πια μια δουλιά χωρίς ανταγωνιστές και ανταγωνίστριες. Είναι ίσως η τελευταία επαγγελματίας στην Αθήνα που ασχολείται με την επιδιόρθωση γυναικείων καλτσών... "Είμαι η τελευταία των Μοϊκανών" θα μας πει κάποια στιγμή χαριτολογώντας... για να συμπληρώσει με θλίψη ότι από τα δεκαπέντε περίπου ελληνικά εργοστάσια γυναικείων καλτσών που υπήρχαν έχουν κλείσει τα δεκατρία - δεκατέσσερα. "Ολα αυτά που βλέπετε γύρω - και δείχνει με το χέρι της - είναι κάλτσες και καλσόν σε περιορισμένα νούμερα, που έχουν ξεμείνει - λείψανα των ελληνικών εργοστασίων που κάποτε άκμαζαν...".

Αγωνίστρια της ζωής - σε όλα τα επίπεδα - μητέρα και γιαγιά, η Βούλα Βαλαλάκη μας μιλά για τη ζωή της, που έχει σχέση με το μαντάρισμα, αλλά και με τα ιστορικά γεγονότα που έζησε ο λαός μας και τις συνέπειες από την ένταξή μας στην ΕΕ. Για τη βιομηχανία μας των καλτσών που φθίνει (και τα τελευταία χρόνια χαροπαλεύει), για τη σχέση της με τις πελάτισσες απ' όλα τα κοινωνικά στρώματα, που έρχονται, σχολιάζουν, εξεγείρονται, δέχονται παθητικά τις καταστάσεις ή διαμαρτύρονται...

"Τα τελευταία χρόνια όλο ξένες κάλτσες μου φέρνουν", λέει: "Ελβετικές, ιταλικές, γερμανικές, εγγλέζικες. Πριν μερικά χρόνια έβρισκες στα μαγαζιά και ελληνικές κάλτσες. Σήμερα είναι δυσεύρετες, γιατί έκλεισαν σχεδόν όλα τα εργοστάσια. Μόνο δυο τρία ελληνικά εργοστάσια έχουν μείνει...".

- Κι αυτά, όπως ακούμε, εκτός από ένα - δυο, φέρνουν από την Ευρώπη έτοιμες κάλτσες και απλά τις συσκευάζουν. Πού αποδίδετε όμως εσείς το κλείσιμο των ελληνικών εργοστασίων;

- Υπάρχει μια τάση προς τις ξένες κάλτσες, αλλά το κλείσιμο οφείλεται κυρίως στο καινούριο σύστημα, να γίνονται εισαγωγές από την Ευρωπαϊκή Ενωση προϊόντων που παράγουμε κι εμείς...

- Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι η ελληνική κάλτσα δεν άντεξε στον ανταγωνισμό με τις ξένες, γιατί τα περισσότερα εργοστάσιά μας δεν ανανέωσαν τα μηχανήματά τους, δεν έκαναν επενδύσεις σε πιο σύγχρονα μηχανήματα, ενώ στο εξωτερικό η παραγωγή με τα νέα μηχανήματα γίνεται με πιο γοργούς ρυθμούς και γι' αυτό τα προϊόντα τους είναι πιο φτηνά...

- Οχι, δεν είναι έτσι. Προσέξτε, δεν είναι μόνο σ' αυτό τον τομέα που κλείνουν τα εργοστάσια, είναι σε πολύ περισσότερους. Δείτε τι γίνεται στα υφαντήρια, στην Πειραϊκή - Πατραϊκή λχ. που έκλεισε και σε τόσα άλλα. Εδώ θέλουν να μας φέρουν και κρεμμύδια απ' έξω και διοξίνες μας εισάγουν! Μας πιέζουν, μας φέρνουν προϊόντα που δεν έχουμε ανάγκη. Υποτίθεται ότι αφού είμαστε στην ΕΕ πρέπει να εισάγουμε και να εξάγουμε. Αλλά όμως εισάγουμε περισσότερα απ' όσα εξάγουμε! Μόλις πήραμε το δρόμο για την ΟΝΕ και ανοίξαμε τις πύλες και εισάγουμε αφορολόγητα, τελειώσαμε! Τα ελληνικά εργοστάσια κλείνουν το ένα πίσω από το άλλο. Είναι φως - φανάρι τι μας συμβαίνει!

- Οι ελληνικές κάλτσες και καλσόν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τις ξένες σε ποιότητα και σε τιμή;

- Η ελληνική γυναικεία κάλτσα είχε όλες τις ποιότητες, εφάμιλλες με τις ξένες. Υπήρχαν και ελαστικές, για φλεβίτιδα, υπήρχαν και κάλτσες τουαλέτας και οι ποιότητες ανανεώνονταν. Φέρναν κάποια καινούρια ή πιο λεπτή κλπ. Αλλά ήταν από ελληνικά εργοστάσια! Δεν ξέρω αν τα ξένα προϊόντα είναι τώρα πιο φτηνά, από πριν αλλά έχουν βιομηχανοποιηθεί, έχουν μπει σε μεγάλες ποσότητες. Ανάλογα βέβαια με την ποιότητα και τον οίκο. Φέτος, φέρνουν πλεκτά ρούχα, είναι της μόδας και μου τα φέρνουν οι πελάτισσες κατακρεουργημένα για επιδιόρθωση. Τα δοκιμάζει πολύς κόσμος, δεν τα προσέχουν, τους κάνουν "τραύματα" και μετά, αν δεν τους κάνουν, τ' αφήνουν, με αποτέλεσμα να πουλιούνται όσο όσο. Ετσι, έρχονται πολύ συχνά φέτος για επιδιόρθωση ρούχων. Για καλσόν όλο και λιγότερο. Στην καταναλωτική κοινωνία προτιμάνε να πετάνε και να αγοράζουν καινούρια.

"Είμαι η τελευταία που κάνω επιδιορθώσεις καλσών".

Αλλά ήταν και η πρώτη που έμαθε την τέχνη, μαζί με μια φίλη της, την... Κασσιανή.

Εργατάκια

... "Οταν μάθαμε, είμαστε κοριτσάκια... Η δασκάλα μας την είχε φέρει τη μηχανή από την Αίγυπτο και είχε πάρει την αντιπροσωπεία ο προϊστάμενός μας, Φέτσης ονόματι, Σταδίου 40. Κατάστημα με κάλτσες ανδρικές και γυναικείες, κοστούμια ανδρικά. Μας έβαλε κοντά στη δασκάλα και τη μηχανή της για να μάθουμε τη δουλιά. Ηταν τότε στην ακμή της η επιδιόρθωση... ".

- Πότε;

- Το 1934! Πήγε πρώτη η φιλενάδα μου, ήταν γνωστός με τη μητέρα της ο διευθυντής του υποκαταστήματος... Εκείνη δούλευε στη φραγκοραφτού...

Δουλεύαμε τότε μόλις τελειώναμε το δημοτικό, είμαστε εργατάκια... Εγώ δούλευα σ' ένα κουτάδικο, όπου έφτιαχναν κουτιά.... Εκεί που μαθαίναμε, στην αρχή μιλάγαμε, γελάγαμε, αλλά η δασκάλα μάς είχε "εις απόστασιν" και μας έδειξε μόνο πώς να επιδιορθώνουμε πόντους. Δεν ήθελε να αποκαλύψει τα μυστικά της δουλιάς της... Ηταν με συμβόλαιο και με μισθό καλό εκείνη!

Κάποια στιγμή όμως αρρώστησε έπαθε γρίπη, έλειψε εφτά - οκτώ ημέρες. Ο προϊστάμενος, ο Φέτσης, που καταλάβαινε τι γινόταν, παίρνει το προσπέκτους της μηχανής και αρχίζει να μας το αναλύει, μας έδειξε μόνος του τα πάντα... Σε μια μέρα γίναμε ξεφτέρια. Κι όταν η δασκάλα γύρισε, αφού είχε αναρρώσει, εμείς είμαστε τελειοποιημένες. Γιατί είμαστε ήδη στη δουλιά έξι μήνες. Εν τω μεταξύ μας είχαν ανεβάσει και το μεροκάματο - για να μας κρατήσουν, γιατί έφευγαν τα παιδάκια - η δουλιά τους γινόταν ανάρπαστη! Το μαγαζί εκτός από κατάστημα, είχε τότε και ραφείο επάνω, όπου έραβαν ανδρικά κοστούμια, είχε και τις επιδιορθώσεις των καλτσών που τότε ήταν στο φόρτε τους: Οχι μόνο σε κάθε γειτονιά, σε κάθε δρόμο, αλλά σε κάθε ψιλικατζίδικο είχε επιδιορθωτήριο, όπου μαντάριζαν κάλτσες!

"Περάστε από δω"!

Σε λίγο καιρό η δασκάλα μας τσακώθηκε με τον εργοδότη, πήγε σε άλλο μεγάλο κατάστημα και μείναμε οι δυο μας, η φίλη μου κι εγώ. Ημουνα της δουλιάς παιδί, δούλευα συνέχεια, ενώ η φίλη μου έκανε πότε πότε τα μαλλάκια της. Ε, κοριτσάκια είμαστε, δεκατεσσάρων χρόνων αρχίσαμε τη δουλιά αυτή! Ερχεται μια μέρα ο λογιστής και πετάει μια κουβέντα: "Αλλοι - μου λέει - δουλεύουν, κι άλλοι παίρνουν την αύξηση". Εννοούσε τη φίλη μου, γιατί επειδή εκείνης ήταν γνωστός ο διευθυντής, ο μισθός είχε φτάσει τις 60 δραχμές μεροκάματο, ενώ ο δικός μου μόνο 40... Σηκώθηκα κι εγώ κι έκανα ένα τηλεφώνημα σε άλλο μεγάλο κατάστημα - εκεί είχε πάει νωρίτερα η δασκάλα μας, αλλά είχε ήδη φύγει, γιατί πάλι μάλωσε με τους προϊσταμένους. Της πήγαν μαθήτριες να μάθουν κι εκείνη δεν ήθελε να τους δείξει τη δουλιά. Τηλεφωνώ εγώ και τους λέω: "Μήπως θέλετε τεχνίτρια επιδιορθώσεως καλτσών με μηχάνημα;". "Περάστε από δω", μου λένε - περάστε από δω!

Πήγα και με προσέλαβαν με μισθό 2.500 δραχμές το μήνα, που ήταν τότε μεγάλος μισθός. Γιατί μιλάμε για το 1937!

Τον εκπαραθύρωσαν!

- Δουλεύατε και στην Κατοχή;

- Στην Κατοχή είχαμε πάθει ένα στραπάτσο. Τότε, ο περισσότερος κόσμος φορούσε χοντρές κάλτσες. Εγώ δούλευα στο Κολωνάκι, τότε Κανάρη 17. Περάσαμε τις πείνες, τις δυστυχίες του λαού μας. Ρεύμα είχαμε μόνο από τις έξι το απόγευμα ως τις έξι το πρωί. Δουλεύαμε μέχρι τη μία - δυο μετά τα μεσάνυχτα. Εκεί, στη δουλιά είχαμε ένα ντιβάνι και κοιμόμαστε, στο υπόγειο... Απέναντί μας, στην οδό Μέρλιν είχαμε τα SS. Τα βράδια το '42 - '43 'βαζαν μπρος τις μοτοσικλέτες και μαρσάριζαν. Ρώτησα μια συνάδελφο "Γιατί;". "Κάνουν βασανιστήρια", μου απάντησε "και προσπαθούν με το θόρυβο που κάνουν να μην ακούγονται οι οιμωγές... ". Μια άλλη φορά οι Γερμανοί εκπαραθύρωσαν ένα διερμηνέα πατριώτη, που είχαν ανακαλύψει ότι βοηθούσε την Αντίσταση. Εσκασε κάτω... Τον είδαμε! (δακρύζει) Κλαίω, όχι μόνο γι' αυτόν, αλλά για το λαό μας που τόσα θυσίασε, για να δει καλύτερες μέρες...

...Τότε, στην Κατοχή, οργανώθηκα κι εγώ στην Εθνική Αλληλεγγύη, στο ΕΑΜ.

... Φιλοξενήσαμε στον τόπο της δουλιάς ανθρώπους που δεν ξέραμε καν τα ονόματά τους. Φιλοξενήσαμε κι ένα Ιταλό, τον Μάριο, ύστερα από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας για να μη τον πιάσουν οι Γερμανοί. Καθόταν εκεί, Πατριάρχου Ιωακείμ 11 και του 'χαν πάρει μια μηχανή, που 'φτιαχνε μπαρόλε κάλτσες. Δούλευε όλη μέρα σ' ένα καμαράκι. Κι όλοι οι συνάδελφοι το ξέραμε... Πώς είναι ο ελληνικός λαός... Βοηθήσαμε Ιταλούς, βοηθήσαμε Εγγλέζους... Οι άλλοι έκαναν το ίδιο μ' εμάς; Οχι!

... " Ημουν από προλεταριακή οικογένεια... Και όταν καθόμαστε να φάμε στο τραπέζι, όταν μαζευόμαστε όλη η οικογένεια, η συζήτησή μας δεν ήταν για το τι κάνει η γειτόνισσα, ούτε τι κάνει ο γείτονας. Ηταν για το τι γίνεται στην Ισπανία, τι γίνεται στην Κίνα, τι γίνεται στη Ρωσία ή στη Γιουγκοσλαβία.

Με παρακαλούσαν...

... "Μετά την Κατοχή δούλεψα στην οδό Διδότου και Ακαδημίας, σ' ένα ημιυπόγειο - τώρα έχει γίνει πολυκατοικία. Εκεί είχα το τραπέζι μου και δυο μαθήτριες. Με παρακαλούσαν τότε να τους μάθω. Τώρα δεν υπάρχουν κοπέλες που να ενδιαφέρονται. Η τελευταία μαθήτρια που είχα ήταν ένα κοριτσάκι από την Αφρική, που με παρακάλεσε ο πατέρας του να του μάθω την τέχνη. Η δουλιά αυτή είναι πολύ λεπτή, κοπιαστική και δύσκολη...

Γιατί μας προορίζουν;

Πριν από οκτώ χρόνια περίπου ήρθε μια κυρία μου 'πε: "Εκλεισε η "Μπερκσάιρ"" θορυβήθηκα, γιατί είχα πολλά εμπορεύματα, πελάτισσές μου αγόραζαν καλσόν. Μετά από λίγο μπαίνει ο αντιπρόσωπος της "Ελβίκα". Εμαθα, του λέω, ότι έκλεισε η "Μπερκσάιρ". Είναι αλήθεια;". "Ναι, λέει, έκλεισε και η "Μπελίντα" και από κοντά πάμε όλοι"! Ακόμα εκείνοι δεν είχαν κλείσει. Ρωτάω εγώ: "Γιατί μας προορίζει η Κοινή Αγορά;" Και μια κυρία που ήταν εκεί:"Για γκαρσόν", απαντά "φτηνών υπηρεσιών"...

Δίπλα της, ένας ανεμιστήρας δουλεύει ακατάπαυστα.

... " Σ' αυτόν εδώ το χώρο, είμαι 25 χρόνια. Εργάζομαι 60 χρόνια. Εδώ, σ' αυτό το κτίριο, οι τοίχοι είναι χοντροί ένα μέτρο. Γι' αυτό το χειμώνα είχα ζέστη και το καλοκαίρι δροσιά! Τώρα όμως που έγινε φούρνος δίπλα, δεν είναι το ίδιο... Είχα κι ένα δέντρο που τα φουντωτά κλαριά του μου έκαναν σκιά - να, εδώ, απέναντι - και το χαιρόμουν! Εκαναν όμως επισκευές και παρ' όλο που είχα παρακαλέσει να προσέξουν έκοψαν το κλαρί... κι έπαψε να δροσίζει"...

Πάνω στη σαμιώτικη πέτρα...

Γνωρίσαμε την Αγγελική Βαλεοντή - Δεμερτζή σαν πρόεδρο του Συλλόγου Γυναικών Σάμου, ενός συλλόγου με σημαντική και γόνιμη δραστηριότητα, που είναι ένας από τους πιο "ζωντανούς" συλλόγους της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας.

Ομως η Αγγελική, ευαισθητοποιημένη στα κοινωνικά προβλήματα, με ενεργητική συμμετοχή σε πολλούς συλλόγους και φορείς του πανέμορφου νησιού, δεν ασχολείται μόνο με την εκπαίδευση όπου έχει πολύχρονη θητεία σαν μαθηματικός. Εχει και καλλιτεχνικές ευαισθησίες, που εκφράζονται με την ποίηση, το θέατρο και κυρίως τη ζωγραφική. Η πέτρα και το ξύλο της Σάμου την εμπνέει από το 1976. Στις εκθέσεις της μοιράζεται με φιλότεχνους απ' όλα τα κοινωνικά στρώματα όσα σε κάθε επαφή της με τα βουνά και τη θάλασσα της Σάμου ανακαλύπτει. "Πολλοί είναι αυτοί που ενθουσιάστηκαν και συγκινήθηκαν, γιατί είχαν την ευκαιρία με οδηγό το ελάχιστο άγγιγμά μου στο έργο της φύσης, να ανακαλύψουν και να απολαύσουν ομορφιές απόλυτα δικές τους, ανεξάρτητα από τις δικές μου προσδοκίες", λέει η ίδια.

Φέτος το καλοκαίρι οι Σαμιώτες-τισσες, αλλά και οι επισκέπτες της καταπράσινης ιδιαίτερης πατρίδας της θα έχουν την ευκαιρία να χαρούν πάλι έργα της στο ξενοδοχείο "Δόρυσσα" του Πυθαγορείου (αίθουσα "Θεανώ") από 7-17 Αυγούστου. Τίτλος της έκθεσης "Ψηλαφίζοντας τα σημάδια του χρόνου στην πέτρα και το ξύλο της Σάμου".

Πάνω στη σαμιώτικη πέτρα...

Γνωρίσαμε την Αγγελική Βαλεοντή - Δεμερτζή σαν πρόεδρο του Συλλόγου Γυναικών Σάμου, ενός συλλόγου με σημαντική και γόνιμη δραστηριότητα, που είναι ένας από τους πιο "ζωντανούς" συλλόγους της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας.

Ομως η Αγγελική, ευαισθητοποιημένη στα κοινωνικά προβλήματα, με ενεργητική συμμετοχή σε πολλούς συλλόγους και φορείς του πανέμορφου νησιού, δεν ασχολείται μόνο με την εκπαίδευση όπου έχει πολύχρονη θητεία σαν μαθηματικός. Εχει και καλλιτεχνικές ευαισθησίες, που εκφράζονται με την ποίηση, το θέατρο και κυρίως τη ζωγραφική. Η πέτρα και το ξύλο της Σάμου την εμπνέει από το 1976. Στις εκθέσεις της μοιράζεται με φιλότεχνους απ' όλα τα κοινωνικά στρώματα όσα σε κάθε επαφή της με τα βουνά και τη θάλασσα της Σάμου ανακαλύπτει. "Πολλοί είναι αυτοί που ενθουσιάστηκαν και συγκινήθηκαν, γιατί είχαν την ευκαιρία με οδηγό το ελάχιστο άγγιγμά μου στο έργο της φύσης, να ανακαλύψουν και να απολαύσουν ομορφιές απόλυτα δικές τους, ανεξάρτητα από τις δικές μου προσδοκίες", λέει η ίδια.

Φέτος το καλοκαίρι οι Σαμιώτες-τισσες, αλλά και οι επισκέπτες της καταπράσινης ιδιαίτερης πατρίδας της θα έχουν την ευκαιρία να χαρούν πάλι έργα της στο ξενοδοχείο "Δόρυσσα" του Πυθαγορείου (αίθουσα "Θεανώ") από 7-17 Αυγούστου. Τίτλος της έκθεσης "Ψηλαφίζοντας τα σημάδια του χρόνου στην πέτρα και το ξύλο της Σάμου".

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Αλίκη ΞΕΝΟΥ-ΒΕΡΝΑΔΟΥ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Αλίκη ΞΕΝΟΥ-ΒΕΡΝΑΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ