ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 31 Δεκέμβρη 2006
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΥΠΠΟ
Επιτάχυνση της αντιδραστικής πολιτικής

Παπαγεωργίου Βασίλης

Μια εκτίμηση για την αλλαγή στην ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, στο πλαίσιο του κυβερνητικού ανασχηματισμού τον περασμένο Φλεβάρη, έλεγε ότι έγινε απλώς για να «βολευτεί» πολιτικά ο μέχρι τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης, Γ. Βουλγαράκης, μετά τις υποθέσεις των υποκλοπών και των απαγωγών Πακιστανών. Πολύ γρήγορα διαπιστώθηκε - ακόμη και από όσους θεωρούν ότι το περιεχόμενο μιας συγκεκριμένης πολιτικής ορίζεται από τους εκάστοτε φυσικούς φορείς της - ότι ο νέος υπουργός ήρθε «φουριόζος» να συνεχίσει την ίδια αντιδραστική πολιτική στον πολιτισμό, χωρίς ρητορικά προσχήματα.

«Εγώ όπως ξέρετε είμαι marketeer (σ.σ. ο ασχολούμενος με το "μάρκετινγκ"). Οι σπουδές μου είναι στο marketing. Πιστεύω, λοιπόν, ότι το να χρησιμοποιεί κανείς τις μεθόδους του marketing για να προσδιορίσει με ακρίβεια πράγματα προς εξέταση ή προς απόφαση, είναι κάτι θετικό. Στον κόσμο των επιχειρήσεων κάτι ανάλογο είναι εταιρική ταυτότητα(...) Το πολιτιστικό "προϊόν" πρέπει με κάποιο τρόπο να αναδεικνύεται και να προβάλλεται», έλεγε ο υπουργός τον Ιούνη παρουσιάζοντας το νέο λογότυπο του ΥΠΠΟ.

Η δήλωση αυτή δεν είναι πραγματικά αποκαλυπτική, αφού η αντιμετώπιση του πολιτισμού ως «προϊόντος» είναι κοινή στο δικομματισμό. Η διαφορά βρίσκεται στην τακτική. Η αλλαγή υπουργού στο ΥΠΠΟ φάνηκε σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς ότι ήταν μια καλή ευκαιρία για την κυβέρνηση να προχωρήσει σε «τακτικό ελιγμό» μπροστά σε δυναμικές αντιδράσεις που προκάλεσαν οι νομοθετικές πρωτοβουλίες του πρώην υφυπουργού Π. Τατούλη, με αιχμή το νομοσχέδιο για το νέο Οργανισμό του ΥΠΠΟ και για τον κινηματογράφο. Ο Γ. Βουλγαράκης δήλωσε εξαρχής ότι ξεκινά «από το μηδέν». Αλλά αυτό το «μηδέν» δεν αφορά στο περιεχόμενο της κυβερνητικής πολιτικής αλλά - και αυτό προέκυψε επίσης εκ των υστέρων - την αναζήτηση χρήσιμων «επικοινωνιακών εργαλείων».

«Θωρακίζοντας» την εμπορευματοποίηση

Ο νέος υπουργός, λοιπόν, επαναβεβαίωσε με κάθε ευκαιρία (από συνεντεύξεις Τύπου μέχρι και πρόσφατα από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ), ότι δεν πρόκειται να παρεκκλίνει «ρούπι» από το στρατηγικό στόχο του κεφαλαίου για πλήρη και ολική εμπορευματοποίηση του πολιτισμού. Και δεν έμεινε μόνο στα λόγια. Με αιχμή το νομοσχέδιο για την «πολιτιστική χορηγία» και τις τροπολογίες που το συνοδεύουν, καθώς και με το προαναγγελθέν συνέδριο για τον κινηματογράφο που θα οδηγήσει (;) στη σύνταξη ενός «νέου» νόμου για τα οπτικοακουστικά, η κυβέρνηση θωρακίζεται θεσμικά, για να εφαρμόσει τον παραπάνω στρατηγικό στόχο.

Ως γνωστόν, το νομοσχέδιο για τη «χορηγία» προβλέπει την πλήρη - κατά 100% - φοροαπαλλαγή του ποσού της «χορηγίας», το οποίο με τη σειρά του δεν μπορεί να υπερβαίνει το 30% των κερδών του «χορηγού». Αρχικά προβλεπόταν η κατά 66,67% φοροαπαλλαγή επί του ποσού της χορηγίας, αλλά στην πορεία... το «μετάνιωσαν» και το έφτασαν στο 100%. Για τις σχετικές διευκολύνσεις θα συσταθεί και «Γραφείο Χορηγιών», το οποίο υπάγεται απευθείας στον εκάστοτε υπουργό, καθώς και «Συμβούλιο Χορηγιών» με γνωμοδοτικό χαρακτήρα. Ουσιαστικά, το ΥΠΠΟ θα μετατραπεί σε «μεσάζοντα» μεταξύ του πολιτιστικού γίγνεσθαι και του κεφαλαίου.

Το «τεχνοκρατικό» προφίλ του υπουργού που συνοψίζεται στη συνεχώς επαναλαμβανόμενη φράση «να μπει τάξη» στο ΥΠΠΟ είναι το «περιτύλιγμα», για να περάσουν αντιδραστικές αλλαγές στη δομή του υπουργείου. Ετσι, με τροπολογία στο νομοσχέδιο για τη «χορηγία», μεταφέρεται η αρμοδιότητα των προσλήψεων ωρομίσθιου προσωπικού, από τις περιφερειακές υπηρεσίες του ΥΠΠΟ, στις αντίστοιχες Γενικές Διευθύνσεις. Το προφανές είναι - και το κατήγγειλε ανοιχτά και ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων - ότι έτσι οι προσλήψεις θα είναι «κομματικά ελεγχόμενες». Ωστόσο, προκύπτουν ακόμη μερικά συμπεράσματα, όπως ότι το πρόβλημα για την ηγεσία του ΥΠΠΟ δεν είναι η διαιώνιση της εργασιακής ομηρίας, αλλά ποιος θα τη διαχειρίζεται. Επιπλέον, εγκαλούνται, εμμέσως, οι περιφερειακές υπηρεσίες για κακοδιαχείριση, αφού γίνεται λόγος για «ορθολογικότερο καταμερισμό του προσωπικού» και «περιορισμό των αντίστοιχων δαπανών». Πρόκειται για μια «καθαρόαιμη» ιδιωτικοοικονομική προσέγγιση, δεδομένου ότι οι περιφερειακές υπηρεσίες του ΥΠΠΟ, ο «κορμός» της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που με τη σειρά της είναι ο «κορμός» του ίδιου του ΥΠΠΟ έχουν ήδη σοβαρές ελλείψεις σε προσωπικό και υποδομή, τις οποίες η πολιτική ηγεσία, αντί να τις αντιμετωπίσει, απειλεί να τις εμβαθύνει.

Σε αυτή τη λογική κινείται και η υπουργική απόφαση για την υπαγωγή του διοικητικού έργου της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων - και κατ' επέκταση και των Εφορειών Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων - στο Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικού Εργου. Οι αρχαιολόγοι εκτιμούν - ορθώς - ότι αυτή η υπαγωγή «υπονομεύει το δημόσιο χαρακτήρα της Υπηρεσίας». Ο λόγος είναι ότι το ΤΔΠΕΑΕ είναι ΝΠΙΔ και «στήθηκε» επί ΠΑΣΟΚ για να υπάρχει «ευελιξία» σε προσλήψεις και αναθέσεις έργων που κρίνονται σημαντικά. Φυσικά, η σημερινή κυβέρνηση δεν μπήκε καν στον κόπο να σκεφτεί, γιατί είναι λιγότερο «ευέλικτη» η αυτεπιστασία, δηλαδή η διεξαγωγή αρχαιολογικού έργου κατευθείαν από την Αρχαιολογική Υπηρεσία η οποία είναι (ακόμη;) δημόσια. Αλλά, αν δε χτυπηθεί η αυτεπιστασία, τότε πώς θα «μπουκάρουν» οι εργολάβοι; Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης είναι ότι η ίδια η πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟ σπεκουλάρει πολιτικά με το θετικό ποσοστό απορροφητικότητας των κοινοτικών πιστώσεων για το αρχαιολογικό έργο. Πιο απλά: Παρά και ενάντια στα πολλά προβλήματα, οι επιστήμονες και οι εργαζόμενοι του ΥΠΠΟ καταθέτουν στον ελληνικό λαό ανεκτίμητο έργο στη διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά αυτό εκλαμβάνεται από την κυβέρνηση κάτι σαν «κράχτης» για την εμπορευματοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς και των εργαζομένων σε αυτήν.

Παραχωρήσεις και αρχαιοκαπηλία

Παράλληλα, σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς συνεχίστηκαν απρόσκοπτα οι παραχωρήσεις στοιχείων της πολιτιστικής κληρονομιάς στο κεφάλαιο για δραστηριότητές του. Χαρακτηριστική είναι η παράδοση, τον περασμένο Απρίλη, του αρχαιολογικού χώρου στη θέση Λιμένας Πασά, στην Πουνταζέζα του Λαυρίου, στο μεγαλοεργολάβο Μπάμπη Βωβό, για να χτίσει ξενοδοχείο πολυτελείας. Την ίδια στιγμή προέκυπταν, από συνεδριάσεις του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, σοβαρά προβλήματα συντήρησης ακόμη και σε προβεβλημένα μνημεία όπως αυτά της Δήλου, ενώ, τον Ιούνη, το ΚΚΕ αναδείκνυε με Ερώτησή του τα ανεπίλυτα προβλήματα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας με αφορμή την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας και Σπηλαιολογίας Βόρειας Ελλάδας, η οποία, «καλύπτει τις ανάγκες έρευνας και προστασίας των παλαιοανθρωπολογικών και σπηλαιολογικών ευρημάτων 27 νομών» με 12 αρχαιολόγους, χωρίς μόνιμο προϊστάμενο και ειδικούς επιστήμονες, στοιχειώδεις χώρους για τη στέγαση της λειτουργικής της ανάπτυξης, «ούτε μέσο κίνησης και μεταφοράς του επιστημονικού και τεχνικού της προσωπικού αλλά και των ευρημάτων, που είναι δυνατόν να αποκαλυφθούν από σχετική έρευνα ή από τυχαία περιστατικά (καλλιέργεια, δημόσια έργα, φυσικές καταστροφές)».

Αυτές οι σημαντικές ελλείψεις έχουν σαν αποτέλεσμα «να δυσχεραίνεται το επιστημονικό έργο της Εφορείας και οι ανάγκες της να καλύπτονται "εκ των ενόντων", σε βάρος του παλαιοντολογικού και σπηλαιολογικού πλούτου της χώρας μας».

Η είδηση της χρονιάς που φεύγει είναι βέβαια οι υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας στη Σχοινούσα (με ανεύρεση αδήλωτων αρχαιοτήτων σε βίλα της οικογένειας Παπαδημητρίου) και στην Πάρο, στο σπίτι της πρώην εφόρου του Μουσείου Γκετί του Λος Αντζελες, Μάριον Τρου. Στο ζήτημα της αρχαιοκαπηλίας το ΥΠΠΟ παρουσίασε κινητικότητα και έπονται αλλαγές και στη δομή του, όπως η σύσταση Διεύθυνσης Αρχαιοκαπηλίας. Η πολιτική ηγεσία προχώρησε σε απευθείας συνομιλίες με το Μουσείο Γκετί για τις γνωστές τέσσερις κλεμμένες ελληνικές αρχαιότητες, με αποτέλεσμα να επιστραφούν ήδη οι δύο και να συμφωνηθεί και η επιστροφή και των υπολοίπων. Ωστόσο, το ΥΠΠΟ έσπευσε να δηλώσει στην κοινή δήλωση των δύο πλευρών ότι μετά από αυτήν την εξέλιξη μπορούν να προχωρήσουν οι διμερείς πολιτιστικές ανταλλαγές. Εδώ δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα, αφού, το Γκετί εξακολουθεί να έχει αρχαιότητες «αγνώστου προελεύσεως», ενώ έχει ανοιχτούς «λογαριασμούς» και με την Ιταλία, με την οποία όμως η Ελλάδα προχώρησε σε διμερή συμφωνία για την πάταξη της αρχαιοκαπηλίας...


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Προβλήματα, υποκουλτούρα και «ευεργέτες»

Στιγμιότυπο από τη διαμαρτυρία των απεργών Μουσικών Δασκάλων στο Δημοτικό Ωδείο Χαϊδαρίου
Στιγμιότυπο από τη διαμαρτυρία των απεργών Μουσικών Δασκάλων στο Δημοτικό Ωδείο Χαϊδαρίου
Οξυμένα προβλήματα, ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, ενίσχυση των μοχλών κερδοσκοπίας, ισοπέδωσης και χειραγώγησης και ολοένα μεγαλύτερες εκχωρήσεις του πολιτισμού στο κεφάλαιο, με ανυπολόγιστες για το λαό μας επιπτώσεις, είναι η «παρακαταθήκη» της κυβερνητικής πολιτικής μέσω του υπουργείου Πολιτισμού και στον τομέα της μουσικής.

Τα μεγαλύτερα μουσικά σύνολα της χώρας, βρίσκονται αντιμέτωπα με την απαξιωτική πολιτική του ΥΠΠΟ, που συνεχίζει να μη δίνει λύση στο κτιριακό τους πρόβλημα. Αντ' αυτού, η κυβέρνηση βάζει πλάτη στις ορέξεις των κάθε λογής «ευεργετών», που αποσκοπούν στην άλωση του πολιτιστικού τοπίου, ισχυριζόμενοι ότι θα «σώσουν τον πολιτισμό» και θα «εκπολιτίσουν το λαό». Χαρακτηριστική η περίπτωση του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος», στο οποίο εκχωρούνται ουσιαστικά δύο μεγάλοι κρατικοί Οργανισμοί, η Εθνική Βιβλιοθήκη και η Εθνική Λυρική Σκηνή, με το πρόσχημα ότι αυτό θα αναγείρει τα νέα κτίριά τους. Προϋπόθεση βεβαίως, ήταν η παραχώρηση στο Ιδρυμα μιας τεράστιας έκτασης 240 στρεμμάτων του Φαληρικού Δέλτα, που έχει χαρακτηριστεί αστικό πράσινο και ελεύθερος χώρος, καθώς και το ότι οι δύο οργανισμοί θα φέρουν πλέον τη βούλα του μεγαλοεφοπλιστή...

Για τη Λυρική Σκηνή, πάντως, στο «τιμόνι» της οποίας βρίσκεται πλέον ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΒ, Οδυσσέας Κυριακόπουλος, παρά τις «κορόνες» της πολιτικής ηγεσίας αλλά και της διεύθυνσής της, περί αναβάθμισης του ρόλου και του έργου της, η χρονιά ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Τι να πρωτοθυμηθούμε; Τις κραυγές αγωνίας των σωματείων των εργαζομένων για την τύχη του μοναδικού λυρικού θεάτρου μας και τις διαμαρτυρίες τους για την αδιαλλαξία της νέας διοίκησης; `Η την επεισοδιακή πρεμιέρα κάτω από απαράδεκτες συνθήκες στο παντελώς ακατάλληλο «Ακροπόλ» μιας και το «Ολύμπια», εξαιτίας των χειρισμών της διεύθυνσης, παρέμενε γιαπί;

Το «φιλέτο» του Φαληρικού Δέλτα, που δίνεται μποναμάς στον Νιάρχο
Το «φιλέτο» του Φαληρικού Δέλτα, που δίνεται μποναμάς στον Νιάρχο
Αστεγη, περιφερόμενη και με μεγάλες δυσκολίες να ξεδιπλώσει το πολυσήμαντο έργο της, παραμένει και η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, ο σπουδαιότερος συμφωνικός φορέας της χώρας. Αντιμέτωπη με τον κίνδυνο να αναστείλει ακόμη και τη λειτουργία της, βρέθηκε το καλοκαίρι η Ορχήστρα των Χρωμάτων. Με απλήρωτους επί μήνες τους μουσικούς της και αντιμετωπίζοντας την αναλγησία της κυβέρνησης ως προς την επιδότησή της, η ορχήστρα - πνευματικό παιδί του Μάνου Χατζιδάκι - βίωσε τις πιο δραματικές μέρες από την ίδρυσή της.

Η χρονιά που πέρασε στιγματίστηκε και από την ευρω-πανήγυρι της μουσικής ισοπέδωσης, το Διαγωνισμό της Γιουροβίζιον, που στήθηκε από την ΕΡΤ επί ελληνικού εδάφους, βαραίνοντας κυρίως τις πλάτες και την αισθητική του λαού μας. Σε εποχή, που ο αληθινός πολιτισμός στενάζει και το ελληνικό τραγούδι συνεχίζει να ζει δύσκολες μέρες, δέσμιο των μονοπωλίων της μουσικής βιομηχανίας και του κυκλώματος της εμπορευματοποίησης, δόθηκε «Everything» στον ψευδεπίγραφο «πολιτισμό» του κιτς και της αρπαχτής. Να θυμηθούμε ότι η φασόν φιέστα, που χρίστηκε «εθνική υπόθεση», στοίχισε τουλάχιστον 12 εκατομμύρια ευρώ.

Την ίδια στιγμή, με ευθύνη της κυβέρνησης ουσιαστικά ακυρώθηκαν 17 προγραμματισμένες συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη, με έργα για μικρά σύνολα - άγνωστα στον ελληνικό λαό - εμπνευσμένα από την Εθνική Αντίσταση και τους αγώνες του λαού μας. Τελευταίο «κρούσμα» η ακύρωση από τον καλλιτεχνικό διευθυντή της ΕΛΣ, Στ. Λαζαρίδη, των 32 παραστάσεων του «Ζορμπά» του Μ. Θεοδωράκη στην Ευρώπη, με το Μπαλέτο της Λυρικής και οι υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί για «τουριστικά έργα» του τύπου «συρτάκι και τζατζίκι».

Ο Πανελλήνιος Μουσικός Σύλλογος ήταν και πάλι δυναμικά παρών, διεκδικώντας την επίλυση των οξυμένων προβλημάτων του κλάδου και δημιουργώντας παράλληλα «πυρήνες» δράσης από όλους τους χώρους που παράγεται μουσικό έργο.

Το 2006 όμως η μουσική έχασε κάποιους άξιους εκπροσώπους της. «Εφυγαν» από τη ζωή ο δεξιοτέχνης του μπουζουκιού Ιορδάνης Τσομίδης (1/3), ο σημαντικός λαϊκός συνθέτης και δεξιοτέχνης του μπουζουκιού Σπύρος Καλφόπουλος (29/3). Τον Αύγουστο πέθανε ο κορυφαίος μουσικός Γιάννης Ζουγανέλης, η ζωή του οποίου ταυτίστηκε με την περιπέτεια της τούμπας στη χώρα μας. Αποχαιρετήσαμε επίσης δύο διακεκριμένους τενόρους, τους Νικόλαο Ντουφεξιάδη (28/8) και Γιώργο Ζερβάνο (6/10).


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ