ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 24 Γενάρη 2007
Σελ. /32
Οταν κλείνει ένα θέατρο, ανοίγει... τι;

Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε που το θέατρο «Εμπρός» έκανε την εμφάνισή του στην περιοχή του Ψυρρή, στο παλιό τυπογραφείο, αναβαθμίζοντας την υποβαθμισμένη περιοχή του Ψυρρή. Ωστόσο, κάποια στιγμή, τα οικονομικά προβλήματα έφεραν αντιμέτωπους τους συνιδρυτές με μια πραγματικότητα που κατέληξε σε διαφωνία και επέφερε το χωρισμό. Στο τέλος του 1999 διαλύονται και νομικά οι «Μορφές». Ο κύκλος εκείνος έκλεισε, αλλά άνοιξε ένας άλλος εξίσου σημαντικός. Ο Τάσος Μπαντής, το Νοέμβρη του 1999 ίδρυσε την εταιρεία θεάτρου «ΕΜΠΡΟΣ». Πριν λίγες βδομάδες ο νέος αυτός κύκλος έκλεισε φαίνεται οριστικά με το θάνατο του Τάσου Μπαντή.

Τη μέρα της κηδείας του κιόλας η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου, στην οποία ανήκει το κτίριο του «Εμπρός» και με την οποία ο Τάσος Μπαντής είχε συνάψει το συμβόλαιο του ενοικίου, σφράγισε το θέατρο, αδιαφορώντας για την παράσταση που παιζόταν. Αυτή η ανάλγητη συμπεριφορά του δημοσίου δε φαίνεται να θορύβησε το ΥΠΠΟ και χρειάστηκε η συλλογή 600 υπογραφών ανθρώπων -συνεργατών και φίλων του Τάσου Μπαντή και του θεάτρου «Εμπρός», οι οποίοι, με κοινή έκκλησή τους προς τον υπουργό Πολιτισμού, Γιώργο Βουλγαράκη, παρακαλούν να μεριμνήσει ώστε το κτίριο του θεάτρου να περιέλθει στη δικαιοδοσία του ΥΠΠΟ, για να εξασφαλιστεί η συνέχειά του.

«Θέλουμε» - σημειώνεται μεταξύ άλλων - «με αυτή τη δημόσια επιστολή μας να σας παρακαλέσουμε να μεριμνήσετε ώστε το κτίριο του θεάτρου να περιέλθει στη δικαιοδοσία του υπουργείου Πολιτισμού, με τρόπο ώστε να είναι έως και αδύνατη η άλωσή του από κάθε είδους σκοτεινές προθέσεις και σκοπιμότητες μικρών ή μεγάλων συμφερόντων, στα οποία τόσο σθεναρά και αποφασιστικά ο Τάσος Μπαντής αντιτάχθηκε όλα τα χρόνια, αφιερώνοντας εξ ολοκλήρου τη ζωή του στη δύσκολη υπόθεση του θεάτρου. Κύριε υπουργέ, μην αφήσετε το "Εμπρός" στην τύχη των καιρών. Διασφαλίστε τη δυνατότητα να συνεχίσει να γράφει την ιστορία του στο χώρο του ποιοτικού θεάτρου, είτε, π.χ., ως ένας από τους χώρους εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Αθηνών είτε ως μόνιμη σκηνή στην Αθήνα παραστάσεων των ΔΗΠΕΘΕ καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου είτε ως χώρος των πειραματικών παραστάσεων του Εθνικού είτε ακόμη ως χώρος εμφάνισης πρωτοεμφανιζόμενων νεανικών σχημάτων».


Μελόδραμα, ρεαλισμός και τραγωδία της τρέλας
«Σάρα» και «Ο πελεκάνος» από το «Θέατρο του Νότου»

«Ο πελεκάνος»
«Ο πελεκάνος»
Στο «Αμόρε», το «Θέατρο του Νότου» παρουσιάζει το έργο του Γκόχολντ Εφραϊμ Λέσινγκ (1729 - 1781) «Σάρα» («αστική τραγωδία» το χαρακτήριζε ο συγγραφέας), σε μια σημαντικότατη παράσταση, με τολμηρή, μελετημένη, καθ' όλα στηριγμένη, σύγχρονης ιδεολογο-αισθητικής «ανάγνωσης» του έργου, με αναγωγή των πουριτανικών ηθών, θεσμών, αλλά και του ρομαντικού μελοδράματος του 18ου αιώνα στα σύγχρονα αμερικανικά κοινωνικά και αισθητικά ανάλογά τους. Τέκνο» του Διαφωτισμού, αντιδρώντας στον προτεσταντικό γερμανικό δεσποτισμό, ο Λέσινγκ απεστράφη τη μεγαλόσχημη (με βασιλείς και αριστοκράτες), θεματολογία του ρομαντικού δράματος. Θεωρώντας ότι «η δυστυχία των καθημερινών ανθρώπων μας αγγίζει περισσότερο από των βασιλιάδων», το εμπλούτισε με δράματα ανωνύμων ανθρώπων, υπερασπιζόμενος το δικαίωμα της αξιοπρέπειας, ελευθερίας και αυτοδιάθεσης του ατόμου. Η πάναγνη νεαρή Σάρα του έργου, ορφανεμένη από μάνα, ερωτεύεται παράφορα τον Μέλεφορντ. Αδιαφορώντας για το παρελθόν του, φεύγει μαζί του, εγκαταλείποντας τον ιερέα πατέρα της. Εκείνος ακολουθεί τα ίχνη τους για να επαναφέρει την κόρη του στον «ίσιο δρόμο». Τους παρακολουθεί, παράλληλα, με «όμηρο» τη μικρή κορούλα της, και η Μαργκότ, σύζυγος του Μέλεφορντ, διεκδικώντας ως έμπειρο, λάγνο, «διαβολικό» θηλυκό τα συζυγικά - ερωτικά και οικονομικά - «δικαιώματά» της. Ο Μέλεφορντ, όμως, επιλέγει τον αγνό έρωτα της Σάρα. Η εκσυγχρονιστική, διασκευαστική και σκηνοθετική σύλληψη του Γιάννη Χουβαρδά, «τοποθετώντας» το έργο στη μεσοαστική τάξη στις σύγχρονες ΗΠΑ και «μπολιάζοντάς» το με τον προτεσταντικό συντηρητισμό, τον πουριτανισμό, τα ήθη, τα καουμποϊλίκια και τη γενικότερη «κουλτούρα» της αμερικανιάς, το αμερικανικό μελό, συνιστά μια εύστοχη παρωδία, που ευτύχησε πλήρως. Ευτύχησε από τη μετάφραση του Γιώργου Δεπάστα, που και σεβάστηκε αλλά και κατέστησε σημερινή την ποιητική γλώσσα του Λέσινγκ. Το λιτότατο σκηνικό (δύο δωμάτια ενός κακάσχημου μοτέλ) του Χέρμπερτ Μουράουερ και τα σκόπιμης κακογουστιάς κοστούμια (Χ. Μουράουερ - Αλκηστις Πουλοπούλου). Τους φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου. Τα βίντεο που σαρκάζουν τις αμερικανικές μελοδραματικές ταινίες. Την κάντρι μουσική από τον Λεονάρδο Μπατή. Ευτυχεί, προπάντων από τρεις, ριψοκίνδυνα ακροβατούσες μεταξύ σατιρικής κωμωδίας και μελό, ερμηνείες. Ο ολοένα πιο «ευλύγιστος», διευρυνόμενος υποκριτικά Νίκος Κουρής, συνθέτει εξαιρετικά, με καουμπόικη «γοητεία» και συμπεριφορά τον Μέλεφορντ. Αξιοθαύμαστη, κωμικοσατιρικά λεπτοδουλεμένη (λόγος, έκφραση προσώπου, κίνηση), είναι η ερμηνεία της Αμαλίας Μουτούση (Μαργκότ). Η Μαρία Σκουλά, με υποδόριο χιούμορ πλάθει τη νεανική αφέλεια και το ορμητικό ερωτικό «ξύπνημα» της Σάρα. Καλές είναι και οι ερμηνείες των Κώστα Μπερικόπουλου, Γιάννη Νταλιάνη, Αντζελας Μπρούσκου.

  • «Σάρα»
    «Σάρα»
    Στον «Εξώστη» του «Αμόρε», το «Θέατρο του Νότου», ανέβασε το έργο του Στρίντμπεργκ «Ο πελεκάνος». Ενα συνταρακτικό, υποδειγματικής δραματικής οικονομίας, «γυμνού», σκληρού ρεαλισμού και μεγάλης ψυχογραφικής δύναμης μονόπρακτο δράμα. Ως θέατρο δωματίου, του οικείου, καθημερινού, αθέατου από τρίτους, χώρου της ζωής κάθε ανθρώπου, επόμενα και της απροκάλυπτης έκφρασης του χαρακτήρα και ψυχισμού, των προβλημάτων, αναγκών, αγωνιών, συνηθειών, ηθών, επιθυμιών, συμπεριφορών, ενοχών, αισθημάτων και συγκρούσεών του ακόμα και με ομοαίματούς του. Ο Στρίντμπεργκ - από τη δική του πληγωμένη και βασανισμένη από τα τρυφερά παιδικά του χρόνια ζωή του - ήξερε ότι μέσα σ' ένα δωμάτιο «παίζονται» πολλά μεγάλα, συνταρακτικά, συχνά τραγικού τέλους, δράματα της ανθρώπινης ύπαρξης. Μέσα σ' αυτά μπορεί να αποκαλυφθούν οι πιο ανθρωποβόρες ανθρώπινες σχέσεις. «Τιμωρός» - μέσω των έργων του - όσων ομοαίματων ή αγαπημένων του τον πλήγωσαν ή των πρόδωσαν (κυρίως γυναίκες), με τον «Πελεκάνο» (1907), στο πρόσωπο της Ελίς - μιας απάνθρωπης με τον άντρα της, όσο ζούσε, και με τα δυο παιδιά της και κρυφής ερωμένης του άντρα της κόρης της - συμπύκνωσε τα τραυματικά βιώματά του από το γυναικείο φύλο. «Τιμωρώντας» την ετεροθαλή χήρα αδελφή του για την «αποτρόπαιη» συμπεριφορά της (διαχειριζόταν τα χρήματά του, τον άφηνε να πεινά και να κρυώνει, του στερούσε ακόμη και τη μουσική απόλαυση), όσο έζησε στο σπίτι του για να ανακουφίσει την κατάθλιψή του, μετά την εγκατάλειψή του από την τρίτη γυναίκα του και τη στέρηση της μικρούλας κόρης του, έπλασε μια ατομίστρια γυναίκα - μάνα - «τέρας», που κατέληξε κι εκείνη στην «κόλαση» που έριξε τα παιδιά της. Με την καλή μετάφραση (Μαργαρίτα Μέλμπεργκ), με σκηνικά και κοστούμια (Εύα Μανιδάκη), σκιώδεις φωτισμούς (Αλέκος Αναστασίου) ο Νίκος Μαστοράκης, «ενορχήστρωσε» μια απέριττου ρεαλισμού, «μουσικά» χαμηλόφωνου ψυχολογικού ζόφου παράσταση «δωματίου», με «όργανα» τις καλές ερμηνείες και των τεσσάρων ηθοποιών της διανομής: Ελένη Κοκκίνου, Γιώργος Πυρπασόπουλος, Αργύρης Ξάφης, Εύη Σαουλίδου.

ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ