ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Αυγούστου 2007
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΡΑΚ
Ιδιωτικοποιήθηκε και η κατοχή...

Σήμερα, περίπου τέσσερα χρόνια μετά την εισβολή στη χώρα, ο αριθμός των μισθοφόρων ξεπερνά τον αριθμό του συνόλου των κατοχικών στρατευμάτων και ο έλεγχος της δραστηριότητάς τους αποδεικνύεται εξαιρετικά δύσκολος

Οι μισθοφόροι της «Blackwater» εκπαιδεύουν δοσίλογους στο κατεχόμενο Ιράκ

Associated Press

Οι μισθοφόροι της «Blackwater» εκπαιδεύουν δοσίλογους στο κατεχόμενο Ιράκ
Την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ επιθυμεί πλέον μια σημαντική πλειοψηφία των Αμερικανών πολιτών, σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες δημοσκοπήσεις (55%). Η αλλαγή αυτή στην αμερικανική κοινή γνώμη συμπίπτει με την κλιμάκωση της εσωτερικής αντιπαράθεσης μεταξύ του, ελεγχόμενου από τους Δημοκρατικούς, Κογκρέσου και της κυβέρνησης Μπους ως προς το τι μέλλει γενέσθαι με την κατοχή στο Ιράκ.

Οσο περνά ο καιρός, γίνεται ολοένα και σαφέστερο ότι η κατοχή δεν απέφερε τα αναμενόμενα οφέλη στα συμφέροντα εκείνα που την ενορχήστρωσαν, καθώς το Ιράκ βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στο χάος και οι πλούσιοι ενεργειακοί του πόροι απλώς παραμένουν ανεκμετάλλευτοι, ενώ το απαρχαιωμένο δίκτυο αγωγών του γίνεται καθημερινά στόχος σαμποτάζ. Επιπλέον, μην ελέγχοντας τη χώρα, τα αμερικανικά στρατεύματα και οι, διαρκώς φυλλορροούντες «πρόθυμοι» σύμμαχοί τους (την Τετάρτη αποχώρησε άλλο ένα σουνιτικό κόμμα με 6 υπουργούς από την κυβέρνηση Αλ Μαλίκι), δεν έχουν, μέχρι στιγμής, καταφέρει να μετατρέψουν το Ιράκ σε μια μεγάλη βάση από όπου θα μπορούσαν να ελέγχουν την όλη, γεωστρατηγικά πολύτιμη, περιοχή.

Η επόμενη μέρα μιας απόσυρσης ή μιας σταδιακής μείωσης των κατοχικών στρατευμάτων στο Ιράκ, χωρίς να έχουν επιτευχθεί οι αρχικοί στόχοι της εισβολής, θα επιφέρει, αναμφίβολα, σειρά απρόβλεπτων, ως ένα βαθμό, αλλαγών στο εσωτερικό της ίδιας της κατεχόμενης χώρας. Θα έχει, όμως, σημαντικές συνέπειες και για τις ίδιες τις ΗΠΑ, και κυρίως για τη, μέχρι σήμερα, ακολουθούμενη εξωτερική τους πολιτική και τα σχέδιά τους για την ευρύτερη περιοχή στο πλαίσιο της ενδο-ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Η μεγαλύτερη, σε αριθμούς, κατοχική δύναμη

Ελικόπτερο ιδιωτικής εταιρίας, επιστρέφει από επίθεση σε τέμενος στο Ιράκ (Ιούλης 2005)

Associated Press

Ελικόπτερο ιδιωτικής εταιρίας, επιστρέφει από επίθεση σε τέμενος στο Ιράκ (Ιούλης 2005)
Εντούτοις, υπάρχει και ένα ακόμη πρόβλημα, μάλλον σε πιο πρακτικό επίπεδο για την Ουάσιγκτον: Η παρουσία δεκάδων χιλιάδων ιδιωτικών εταιρειών, στην πλειοψηφία τους ασφαλείας, που λειτουργούν παραπλεύρως και συμπληρωματικά στα κατοχικά στρατεύματα κατά κύριο λόγο στο Ιράκ αλλά και στο Αφγανιστάν. Σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού υπουργείου Αμυνας, στο Ιράκ βρίσκονται αυτή τη στιγμή περίπου 180.000 υπάλληλοι ιδιωτικών εταιρειών που συνεργάζονται με διάφορους τρόπους με τα αμερικανικά στρατεύματα.

Αν και θεωρητικώς η αποστολή τους περιλαμβάνει από έργα ανοικοδόμησης υποδομών μέχρι και την προετοιμασία γευμάτων ή την καθαριότητα κτιρίων, οι περισσότεροι απασχολούνται στην ασφάλεια Αμερικανών ή Ιρακινών αξιωματούχων, στην προστασία κυβερνητικών και κατοχικών κτιρίων και θέσεων, στην επιμελητεία μάχιμων μονάδων. Δεν είναι λίγες οι φορές που οι υπάλληλοι των ιδιωτικών εταιρειών εμπλέκονται ενεργά και σε μάχες ή σε αιματηρά επεισόδια, όπως συνέβη το Νοέμβρη του 2004 στη Φαλούτζα, όταν η δολοφονία 4 μισθοφόρων της «Blackwater» λειτούργησε ως αφορμή για την πολιορκία και τελικά την ισοπέδωση της πόλης και το αιματοκύλισμα των κατοίκων της.

Με βάση πάντα τα ίδια στοιχεία, που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Λος Αντζελες Τάιμς», από το σύνολο των ιδιωτικών αυτών στρατιωτών μόλις οι 21.000 είναι Αμερικανοί. Υπολογίζεται ότι οι 43.000 είναι άλλων εθνικοτήτων, οι οποίες δεν αποκαλύπτονται από το υπουργείο Εργασίας, που διατηρεί τα σχετικά αρχεία, με πρόσχημα τη «διαφύλαξη προσωπικών δεδομένων», και 118.000 είναι Ιρακινοί!

Σημαντικό, πλέον, είναι και το μερίδιό τους στις απώλειες των κατοχικών δυνάμεων. Περισσότεροι από 917 είχαν σκοτωθεί στο Ιράκ και άλλοι 10.569 είχαν τραυματιστεί μέχρι τον Απρίλη του 2007, όπως υποστηρίζει το αμερικανικό υπουργείο Εργασίας, το οποίο γνωρίζει τα στοιχεία αυτά χάρη στη νομοθεσία που υποχρεώνει τους εργοδότες των μισθοφόρων να δηλώνουν σαφώς την ασφάλεια που πληρώνουν για κάθε εργαζόμενό τους και την αποζημίωση που λαμβάνει η οικογένειά του σε περίπτωση θανάτου του.

Εκτιμάται ότι σήμερα σε Ιράκ και Αφγανιστάν, αλλά κυρίως στο πρώτο, δραστηριοποιούνται περίπου 300 ιδιωτικές εταιρείες ασφαλείας, με τη βρετανική «Aegis» να έχει τη μερίδα του λέοντος, καθώς εμπλέκεται και στη διαδικασία συλλογής «πληροφοριών» στο Ιράκ. Κατά τα άλλα, οι περισσότερες είναι αμερικανικών συμφερόντων, αλλά όχι μόνο. Και παρά το γεγονός ότι όσο περνά ο καιρός αποδεικνύεται ένα εξαιρετικά επικίνδυνο... επάγγελμα, αυξάνει διαρκώς ο αριθμός εκείνων που αναζητούν μία θέση στους ιδιωτικούς στρατούς.

«Υπάρχουν περισσότερες αιτήσεις από ό,τι θέσεις εργασίας» υποστηρίζει ο Ντουγκ Μπρουκς, πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Οργανισμών Ειρήνης (τι ειρωνικός τίτλος!), που είναι ένας όμιλος 30 ιδιωτικών εταιρειών παροχής υπηρεσιών σε πολεμικές ζώνες! Και συμπληρώνει ότι «η ζήτηση παραμένει μεγάλη παρά το ότι έχουν μειωθεί οι αμοιβές - που είθισται να κυμαίνονται σε μερικές χιλιάδες δολάρια κάθε μήνα - λόγω του μεγάλου.... ανταγωνισμού! Προφανώς, στον πλανήτη υπάρχει μεγάλο οικονομικό πρόβλημα...» καταλήγει περιπαιχτικά!

Αλλωστε, ας μην ξεχνά κανείς ότι οι αποδοχές των ιδιωτικών μισθοφόρων είναι πολλαπλάσιες των επαγγελματιών στρατιωτών ενός τακτικού στρατού, με αποτέλεσμα να παρατηρείται, κυριολεκτικά, αιμορραγία «από το δημόσιο προς τον ιδιωτικό τομέα».

Οικονομικός φιλελευθερισμός στο στρατό

«Ο μόνος λόγος που συνάπτουμε συμβόλαια με ιδιωτικές εταιρείες και συνεργαζόμαστε με τους υπαλλήλους τους είναι για να αποδεσμεύσουμε τα στρατεύματά μας από σειρά καθηκόντων και να επικεντρωθούν στη μάχη» υποστηρίζει ο Γκάρι Μότσεκ, βοηθός υφυπουργού Αμυνας των ΗΠΑ, αρμόδιος για τις εταιρείες μισθοφόρων. Ο ισχυρισμός του Μότσεκ, όμως, δεν πείθει πάρα πολλούς και οι επικρίσεις πέφτουν βροχή.

Το Ιράκ αναδεικνύεται, σταδιακά, στο πιο κραυγαλέο, μέχρι σήμερα, πεδίο δόξης λαμπρό για τις μισθοφορικές εταιρείες, και δεν είναι λίγοι όσοι το παρομοιάζουν με «πειραματικό εργαστήριο φυσικών διαστάσεων». Ομως για να φτάσουμε εδώ, προϋπήρξε μια πολύχρονη πορεία μεταβίβασης εξουσιών από τους τακτικούς στρατούς, με πρώτο και καλύτερο τον αμερικανικό, προς ιδιώτες. Η διαδικασία χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του '90 και κατά τον Σάμι Μακί, ερευνητή του Κέντρου Μελετών για την ειρήνη και τις στρατηγικές σπουδές, του Παρισιού, στο βιβλίο του «Στρατιωτικοποίηση της ανθρωπότητας, ιδιωτικοποίηση του στρατού», εντάσσεται στη γενικότερη νεοφιλελεύθερη προσέγγιση όλων των εκφάνσεων της πολιτικής, με πρωταρχικό εκφραστή τις ΗΠΑ.

Κατά τον Μακί η απόφαση «διανομής καθηκόντων σε ιδιώτες» προωθήθηκε στην Ουάσιγκτον διά μέσου μιας σειράς επιχειρημάτων. Από αυτά ξεχωρίζουν η ανάγκη μείωσης των στρατιωτικών κονδυλίων και εξοικονόμησης πόρων, σε μια περίοδο που η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ περνά από την άσκηση πολιτικής και οικονομικής επιρροής και πίεσης στις ωμές απροκάλυπτες στρατιωτικές επεμβάσεις. Κατά συνέπεια, μεγάλη είναι και η ανάγκη αποτελεσματικότητας και μάλιστα τάχιστης χωρίς τις καθυστερήσεις που επιβάλλει η παγιωμένη γραφειοκρατία λήψης αποφάσεων στα κέντρα εξουσίας.

Ταυτόχρονα, με την αξιοποίηση «ιδιωτών» υπερσκελίζεται ο σκόπελος της ανάληψης πολιτικών και ποινικών ευθυνών απέναντι τόσο στο εθνικό όσο και στο διεθνές δίκαιο. Επιπλέον, γίνεται προσπάθεια για «τα μέγιστα δυνατά αποτελέσματα με τις λιγότερες δυνατές απώλειες» στους κόλπους του τακτικού στρατού πάντα.

Μέχρι σήμερα, οι επίσημες προβλέψεις του Πενταγώνου το 1997 ότι μέχρι το 2005, μέσα από τη συνεργασία με ιδιωτικές μισθοφορικές εταιρείες, θα έχουν διασφαλιστεί 11 δισεκατομμύρια δολάρια, δεν έχουν επαληθευτεί. Εχει, όμως, επαληθευτεί, τουλάχιστον στην περίπτωση του Ιράκ, η πρόβλεψη του Ρόμπερτ Χάρνατζ, προέδρου της συνδικαλιστικής Ενωσης Ομοσπονδιακών Υπαλλήλων, ο οποίος σχολιάζοντας την απόφαση μεταφοράς 200.000 θέσεων εργασίας από την αρμοδιότητα του Πενταγώνου σε «εξωτερικούς συνεργάτες», εκτιμούσε ότι «εκτός από μείωση θέσεων εργασίας, η κίνηση αυτή θα σημάνει το τέλος της δεοντολογίας και της έννοιας της προσωπικής ευθύνης σε μια σειρά από στρατιωτικές δραστηριότητες, όπως ορίζονται από το διεθνές δίκαιο».

Από το 1994 μέχρι το 2004, οι τρεις μεγαλύτερες αμερικανικές μισθοφορικές εταιρείες, οι «DynCorp», MPRI, KBR, ανέλαβαν, υποτίθεται, υποστηρικτικά καθήκοντα δίπλα στις αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις σε σειρά πεδίων μάχης, με αντάλλαγμα συμβόλαια 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ανάμεσα στις δραστηριότητές τους δεν μπορεί κανείς να μην αναφέρει το λαθρεμπόριο όπλων, κατά παραβίαση των αποφάσεων του ΟΗΕ, στη Βοσνία, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις στην Κράινα το 1994.

Αν στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, το 1991, η αναλογία στο πεδίο της μάχης ήταν 1 ιδιωτικός μισθοφόρος ανά 100 Αμερικανούς στρατιώτες, κατά τη διάρκεια της εισβολής στο Ιράκ το 2003 είχε γίνει 1/10. Σήμερα, πλέον, εκτιμάται ότι οι ιδιωτικοί μισθοφόροι στο Ιράκ τείνει να γίνουν η πρώτη, σε μέγεθος, δύναμη κατοχής, ξεπερνώντας, με βάση μόνο τα επίσημα στοιχεία, τις 157.000 στρατιώτες των κατοχικών δυνάμεων.

Ανεξέλεγκτη η δράση τους

«Η διοίκηση του αμερικανικού στρατεύματος δεν έχει τον έλεγχο του συνόλου των πολεμικών επιχειρήσεων που διεξάγονται, δεν έχει τον έλεγχο του συνόλου του οπλισμού που θεωρητικώς πρόσκεινται σε εμάς στο Ιράκ» επισημαίνει, μεταξύ πολλών άλλων, ο Ουίλιαμ Νας, απόστρατος στρατηγός που σήμερα έχει μετατραπεί σε «ειδικό ανοικοδόμησης». Οι ιδιωτικές εταιρείες ασφαλείας διαθέτουν, συχνά, εξαιτίας και των περικοπών στις δαπάνες του Πενταγώνου, πολύ καλύτερη τεχνογνωσία και εξοπλισμό στους υπαλλήλους τους, οι οποίοι, παραλλήλως, δεν περιορίζονται από κανένα διεθνές δίκαιο και από καμία «δεοντολογία» περί κανόνων πολέμου.

Αυτή η «ελευθερία» δράσης των ιδιωτών μισθοφόρων, αρχικώς, αποτέλεσε μια «καλή λύση» για τις αμερικανικές κατοχικές δυνάμεις. Μάλιστα, κατά πολλούς αναλυτές, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη δραματική κλιμάκωση της βίας στο Ιράκ. Πριν από περίπου δύο χρόνια, αναλυτές προειδοποιούσαν ότι αν η Ουάσιγκτον επέμενε στην επιλογή των «ιδιωτών μισθοφόρων» με τον τρόπο και το ρυθμό που το έπραξε στην αρχή της εισβολής, (ενδεικτικό είναι ότι στο προσωρινό σύνταγμα του Ιράκ, ο κατοχικός διοικητής Πολ Μπρέμερ φρόντισε να εντάξει διάταξη που δεν επιτρέπει στους Ιρακινούς ακόμη και της δοτής κυβέρνησης να ελέγχουν τη δραστηριότητα των ιδιωτικών μισθοφορικών στρατών), δε θα αργούσε η ημέρα που οι ιδιωτικοί στρατοί θα ασκούσαν, ουσιαστικά και πρακτικά, την εξουσία στο Ιράκ, υποσκάπτοντας ακόμη και τις επιδιώξεις της ίδιας της Ουάσιγκτον.

Τόσο ο Νας όσο και άλλοι ειδικοί αναλυτές υπογραμμίζουν επίσης ότι εφόσον οι ιδιωτικές εταιρείες δραστηριοποιούνται στη βάση συμβολαίων και προτεινόμενων αμοιβών (που σημειώνεται ότι τους καταβάλλονται από τα χρήματα των Αμερικανών φορολογουμένων), μπορούν κάλλιστα να αρνηθούν να συνεργαστούν σε κάποια περίσταση ή ακόμη και να αλλάξουν «στρατόπεδο», ανάλογα με την προτεινόμενη αμοιβή. Πόσο μάλλον, που ιδιαίτερα στο Ιράκ, η πλειοψηφία των μισθοφόρων των ιδιωτικών εταιρειών είναι Ιρακινοί και ουδείς μπορεί να προεξοφλήσει τον τρόπο με τον οποίο αξιοποιούν την ελεύθερη πρόσβαση που έχουν σε στρατιωτικό υλικό, πυρομαχικά και οπλισμό. Προφανώς, η οποιαδήποτε τέτοια εξέλιξη δε θα πρέπει να εκπλήξει κανέναν.

Κατά τον Μακί, η εποχή της «ιδιωτικοποίησης της στρατιωτικής βίας και των στρατιωτικών επεμβάσεων» είναι, ήδη, γεγονός. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, όπως και η κατοχή, είναι πλέον σαφές ότι έχουν ιδιωτικοποιηθεί και κατά συνέπεια κάθε αντίδραση στο πλαίσιο του «ελεύθερου ανταγωνισμού» θα πρέπει να είναι αναμενόμενη, ακόμη και αν δε συνάδει με τα συμφέροντα του αρχικού... εργοδότη, δηλαδή της Ουάσιγκτον. Αυτό όμως είναι ο καπιταλισμός, έτσι δεν είναι;


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ