ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Μάρτη 2017
Σελ. /40
Με τη σημαία της εργατικής τάξης, στοχεύοντας τον πραγματικό αντίπαλο

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ. Δίνουν τα εφόδια όχι μόνο να κατανοούμε τις εξελίξεις σαν πληροφορίες, σαν γεγονότα, αλλά κυρίως δίνουν τη μέθοδο με βάση τις τάσεις και τη μεγάλη εικόνα της καπιταλιστικής οικονομίας για το ποια είναι η αιτία που τις κινεί και πού μπορεί να οδηγήσουν. Σε αυτή τη βάση χαράσσονται από την ΚΕ τα καθήκοντα στα οποία καλούμαστε να ανταποκριθούμε.

Από το 19ο Συνέδριο μέχρι σήμερα κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Ηρθαμε αντιμέτωποι με νέες εξελίξεις, με βασική την κυβερνητική ανάδειξη ενός πρώην οπορτουνιστικού μορφώματος, το δημοψήφισμα, αλλά και με την όξυνση των αντιθέσεων σε διεθνές επίπεδο που είχαν ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση αντίπαλων στρατιωτικών δυνάμεων στο έδαφος της Συρίας, το πραξικόπημα στην Τουρκία , το BREXIT, την εκλογή Τραμπ. Νομίζω ότι σε ένα βαθμό μπορούμε να πούμε ότι οι σύγχρονες επεξεργασίες μας, οι αποφάσεις του 19ου, δοκιμάστηκαν από τη ζωή, αποτέλεσαν τη βάση για να αντεπεξέλθουμε, να αποκτούμε την ικανότητα ακόμη και σε περίοδο ραγδαίων αλλαγών και ισχυρών πιέσεων να κάνουμε δουλειά που αφήνει μεγάλη παρακαταθήκη. Δεν είναι σωστό να το εξετάζουμε μόνο με την εκλογική συμπεριφορά. Παρ' όλα αυτά είναι χαρακτηριστικό ότι η πίεση που δεχτήκαμε το '12 ήταν πολλαπλάσια και από το '15, που κρινόταν το ΣΥΡΙΖΑ - ΝΔ, και από το δημοψήφισμα, που κρινόταν το ΝΑΙ - ΟΧΙ. Αυτά σε ένα βαθμό δείχνουν ότι οι επεξεργασίες μας, σε συνδυασμό με την αφομοίωσή τους, ήταν ο σημαντικός όρος για να θωρακιστούμε, και φυσικά η επιβεβαίωσή τους από τη ζωή αποτελεί σήμερα όρο για να διεισδύσουμε πλατύτερα.

Θεωρώ ότι ένα από τα βασικότερα καθήκοντα το επόμενο διάστημα έχει να κάνει με το πώς θα προχωρήσει η αφομοίωση του Προγράμματος. Αυτό φυσικά αποτελεί σύνθετη διαδικασία, δεν είναι «μια κι έξω», δεν λύνεται με μια απόφαση. Νομίζω ότι μια πλευρά που χρειάζεται σίγουρα ενίσχυση είναι η μελέτη πορείας της ισχυροποίησης των επαναστατικών αρχών, τόσο μέσα από την πλούσια ιστορία του Κόμματος όσο και του ΔΚΚ, που έτσι κι αλλιώς δεν είναι ξέχωρες. Σε ένα βαθμό σήμερα κατανοούμε μόνο το αποκρυστάλλωμα αυτής της πορείας, που είναι τα συμπεράσματα για τις κυβερνήσεις, τα στάδια, την επαναστατική αλλαγή. Υπάρχει υλικό στα κομματικά έντυπα (π.χ. ΚΟΜΕΠ για τη Χιλή, το βιβλίο του σ. Παπαρήγα για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο), αλλά αφήνεται κυρίως στην ευθύνη κάθε συντρόφου. Ισως χρειάζεται με οργανωμένο τρόπο (εσωκομματικά αλλά και με εκδηλώσεις) να αναδείξουμε την ιστορική πείρα από κυβερνήσεις, λαϊκά - αντιφασιστικά μέτωπα κ.λπ. Μια καλύτερη δουλειά έχει γίνει όσον αφορά τα συμπεράσματα από τη δράση του ΔΣΕ, και φαίνεται ότι έχει βοηθήσει σημαντικά.

Ενα επιπλέον ζήτημα που αφορά την ιδεολογική δουλειά είναι ότι αυτή πρέπει να ενταθεί και μέσα στις γραμμές του κινήματος περισσότερο από πριν. Υπάρχει έντονος προβληματισμός στην αστική τάξη για το μείγμα, τις συμμαχίες, το χρέος, και μάλιστα οι αστοί με τα επιτελεία τους έχουν δείξει ικανότητα ο τσακωμός και ο προβληματισμός τους να γίνεται κτήμα του λαού. Για παράδειγμα το ερώτημα «Να κουρευτεί το χρέος;», που μπορεί να τεθεί σε έναν σύλλογο ή σε ένα σωματείο, δεν μπορεί να απαντηθεί με μια ατάκα, χρειάζεται επίμονη και αυξημένη ιδεολογικοπολιτική δουλειά για να μην στοιχίσει κόσμο. Η δυναμική που έχουν οι εξελίξεις μπορούν να «γεννήσουν» νέα άνοδο σε επίπεδο μαζικότητας, οξυμένες μορφές πάλης, ακόμη και έναν λαϊκό ηρωισμό που όμως θα είναι κάτω από ξένη σημαία. Επομένως είναι πολύ κρίσιμο ζήτημα πώς θα χτίζεις σήμερα μια κρίσιμη μάζα που θα απορρίπτει τα αστικά διλήμματα και θα τραβάει μπροστά με τη σημαία της εργατικής τάξης.

Κάποιες πιο ειδικές πλευρές. Ενα ζήτημα που βάζουν οι Θέσεις είναι πώς θα αντιστοιχηθούμε οργανωτικά και πολιτικά με τη στρατηγική μας, πιο συγκεκριμένα πώς θα γίνουν τα Οργανα επιτελεία μάχης. Το προηγούμενο διάστημα έγιναν και οι συνδιασκέψεις, που δείχνουν θετικά βήματα, αλλά και αδυναμίες. Είναι κρίσιμο ζήτημα να ξεπεράσουμε έναν τρόπο δουλειάς που χάνεται στο καθημερινό τρέξιμο. Χρειάζεται να ανεβάσουμε πολύ τη δουλειά μας, έτσι ώστε να μπορούμε να σχεδιάζουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο οικοδόμησης που θα μας ανοίγει δρόμους. Το βασικό δεν είναι η δράση αυτή καθαυτή, φυσικά και αυτή θέλει επεξεργασία, είναι όμως ζήτημα να έχεις καθαρό στο Οργανο πού θες να φτάσεις και τι βήματα θες να μετρήσεις συγκεκριμένα. Αυτό στη συνέχεια να ελέγχεται από το γραφείο της ΟΒ.

Ενα παράδειγμα είναι το πώς δουλεύουμε τις κομματικές εκδηλώσεις, πώς δεν αρκούμαστε στον στόχο να έχουν καλή συμμετοχή και καμιά φορά ακόμα και το δυναμικό μας έρχεται σαν καλεσμένο. Οταν έχει μια συναυλία, αν πεις σε 5 φίλους σου «έλα να πάμε» δεν σε κάνει διοργανωτή. Οι κομματικές εκδηλώσεις, δεν λέω οι κεντρικές, αλλά αυτές που είναι πιο εξειδικευμένες στον χώρο, πρέπει να προετοιμάζονται από την ΟΒ, να καταμερίζεται δουλειά μελέτης, να παίρνονται πρωτοβουλίες, να μπλέκεις σε αυτό και έναν περίγυρο. Να μετράς μετά πώς δώσανε όλοι οι σύντροφοι το μέγιστο, πώς διαπαιδαγωγούνται στελέχη σε αυξημένη δουλειά, πώς αφομοιώνεις πλευρές, πώς ανεβαίνει το αίσθημα υπεροχής. Σύντροφοι, υπάρχει πολύ θετική πείρα από την κομματική εκδήλωση στο Τρίκερι (ΚΟΜΕΠ 2016/5), που είναι αξιοποιήσιμη και οργανωτικά και πολιτικά. Στο συγκεκριμένο άρθρο δίνεται και η διαλεκτική σχέση που συνδέει λογικό και συναίσθημα, έτσι ώστε το δεύτερο να μην υποτιμάται σαν πλευρά κατά τη διοργάνωση παρόμοιων εκδηλώσεων.

Σύντροφοι, βαδίζουμε στα 100 χρόνια από τη μεγάλη Οχτωβριανή Επανάσταση. Νομίζω μπροστά στον γιορτασμό έχει αξία να μπουν τα ερωτήματα: Γιατί κέρδισαν οι μπολσεβίκοι σε μια περίοδο που τα υπόλοιπα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα καταπάτησαν τις αποφάσεις της Βασιλείας και πέρασαν προδοτικά με την πλευρά της ντόπιας αστικής τάξης; Γιατί αυτή η πείρα δεν γενικεύτηκε και δεν υιοθετήθηκε από το ΔΚΚ; Γιατί σε συνθήκες ευνοϊκότερου συσχετισμού δύναμης, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν έγιναν ή δεν κατάφεραν να νικήσουν σοσιαλιστικές επαναστάσεις;

Η απάντηση βρίσκεται στο πρόγραμμα του Κόμματος και στις σύγχρονες επεξεργασίες μας, και χαράζει τα σημερινά καθήκοντα. Βρίσκεται και στο ποίημα του Κ. Βάρναλη.

Τις φορές που δεμένος πετάχτηκε απάνου, με τα δόντια να κόψει του ξένου τυράννου το λυτάρι, δεμένος βρισκόταν πάλι. Τόνε δένανε τρίδιπλα οι ντόπιοι μεγάλοι.

Τώρα η νύχτα τελειώνει... Παθοί και μαθοί, ξέρουν όταν η μαχ' η μεγάλη δοθεί, για να μη ξαναχάσουνε τη λεφτεριά τους, θ' αφανίσουνε πρώτα τα ντόπια θερία τους.


Βασίλης Πύρρος
Μέλος του Συμβουλίου Σπουδάζουσας Αττικής

Σχετικά με τη δουλειά μας στις γυναίκες

Σχετικά με το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα, πέρα από τις διαπιστώσεις στη Θέση 59, που συμφωνώ απόλυτα, νομίζω ότι πιθανόν χρειάζεται επαναδιατύπωση το σημείο στη σελ. 71 που λέει: «Με ευθύνη των κομμουνιστριών μπορεί να εξασφαλιστεί κοινή δράση και επικοινωνία της ΟΓΕ με το ταξικά προσανατολισμένο συνδικαλιστικό κίνημα, με τους μαζικούς φορείς των βιοπαλαιστών της υπαίθρου». Νομίζω ότι η ευθύνη πρέπει να είναι αμφίδρομη, δηλαδή όχι μόνο «με ευθύνη των κομμουνιστριών αλλά και των κομμουνιστών να εξασφαλίζεται η κοινή δράση».

Η εμπειρία δείχνει ότι όπου δεν πετυχαίνεται αυτό ή πετυχαίνεται - σχεδόν πάντα - λειψά. Και αν επιτευχθεί, θα είναι σε επίπεδο κορυφής (διοικητικών συμβουλίων ή υπεύθυνων για τον τομέα αυτό στελεχών του μαζικού κινήματος). Δεν θα αφορά αυτό που ονομάζουμε βάση, ούτε καν μέλη των ΔΣ. Το κυριότερο θα είναι ευκαιριακό π.χ. απεργία, κινητοποίηση, 8 Μάρτη. Φυσικά οι ευθύνες είναι επιμερισμένες και στις δύο πλευρές, δηλαδή και τα στελέχη του γυναικείου κινήματος και του συνδικαλιστικού ή λαϊκού κινήματος γενικότερα.

Μεγαλύτερες δυσκολίες υπάρχουν όταν μιλάμε για την ύπαιθρο. Οι σύλλογοι και ομάδες της ΟΓΕ έχουν πολύ μικρή ή σχεδόν ανύπαρκτη σύνδεση, όπως εμείς την εννοούμε και περιγράφεται πολύ σωστά και ολόπλευρα στη Θέση 59, με το αγροτικό κίνημα.

Είναι γνωστό ότι υπάρχουν δυσκολίες στη συγκρότηση και λειτουργία των αγροτικών συλλόγων. Ομως εμείς αναφερόμαστε σε υπαρκτούς αγροτικούς συλλόγους, που υπάρχουν σε πολλά χωριά με δράση και συμμετοχή στο κίνημα. Μιλάμε για το αγροτικό κίνημα στην ολότητά του.

Ακόμα κι αν υπάρχουν αιτήματα στο πλαίσιο πάλης του, που αφορούν γυναίκες (π.χ. όρια συνταξιοδότησης κ.λπ.), είναι προϊόν επεξεργασίας της ηγεσίας του κινήματος και δεν «ζυμώνονται» στη βάση.

Οι δίαυλοι επικοινωνίας με τους αγροτικούς συλλόγους, επιτροπές αγώνα κ.λπ. των συλλόγων ή ομάδων της ΟΓΕ είναι εξαιρετικά δύσκολοι. Αποτέλεσμα, ενώ η ΟΓΕ έχει ικανό αριθμό ομάδων και συλλόγων στην ύπαιθρο και υπάρχει αυξητική τάση δημιουργίας και άλλων, ενώ οι γυναίκες που τις συγκροτούν στην πλειοψηφία τους είναι ικανές, μαζικές, πρόθυμες για δουλειά στο κίνημα, με δεσμούς και επιρροή στα χωριά τους, δεν οργανώνονται στους αγροτικούς συλλόγους (όπου υπάρχουν και δρουν). Η συμμετοχή γυναικών της υπαίθρου στο αγροτικό κίνημα είναι σχεδόν ανύπαρκτη, υπάρχουν φυσικά φωτεινές εξαιρέσεις που δημιουργούν ελπίδες για μεγαλύτερη συμμετοχή.

Το πρόβλημα είναι σύνθετο και έχει αρκετές πλευρές που πρέπει να φωτιστούν για να το ξεπεράσουμε.

Μπλέκονται λόγοι προκαταλήψεων σε άντρες και γυναίκες (ακόμα και κ.μ.), λειτουργίας των φορέων του αγροτικού κινήματος όπως ώρες συνεδριάσεων (συνήθως αργά το βράδυ, τόποι συνεδριάσεων (καφενεία) κ.λπ., με αποτέλεσμα να έχουν καταγραφεί στη συνείδηση των γυναικών και ευρύτερα σαν «ανδρικός» χώρος δράσης.

Σημαντικός λόγος είναι και η συμμετοχή των γυναικών στην αγροτική παραγωγή. Σήμερα είναι γνωστό ότι στην πλειοψηφία τους δεν συμμετέχουν οι γυναίκες στην παραγωγή όπως τα παλιά χρόνια. Είναι κύρια συμβοηθούντα μέλη. Απασχολούνται ευκαιριακά κάποιες εποχές του χρόνου (στη συγκομιδή, στο σκάλισμα κ.λπ.). Τα προβλήματα τα βιώνουν σαν αποτελέσματα στην οικογένεια. Αλλά την καθημερινότητα της παραγωγής και τις ανυπέρβλητες δυσκολίες τις βιώνει ο «άντρας». Το κύριο είναι ότι δεν αποκτούν τη συνείδηση της εργαζόμενης στην παραγωγή, αλλά της «νοικοκυράς» που έχει πολύ «βαριά» καθήκοντα (σπίτι, παιδιά, ηλικιωμένους, κήπους, ζώα κ.λπ., ότι έχει ένα αγροτικό νοικοκυριό). Φυσικά είναι πολλές αυτές που απασχολούνται στην παραγωγή, εφόσον το απαιτεί το είδος που καλλιεργείται, και εδώ το πρόβλημα γίνεται ακόμα πιο σύνθετο.

Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι δεν υπάρχει κατεύθυνση στο αγροτικό κίνημα για εγγραφή και συμμετοχή γυναικών, αλλά ούτε και στους συλλόγους - ομάδες της ΟΓΕ συγκεκριμένος σχεδιασμός σ' αυτή την κατεύθυνση.

Φυσικά, αν σταθούμε σε αυτά θα είναι ελλιπής η διερεύνηση των λόγων της μη συμμετοχής των γυναικών.

Υπάρχουν και οι γενικότεροι λόγοι που ωθούν και τις υπόλοιπες γυναίκες να μη συμμετέχουν στο κίνημα.

Το συμπέρασμα είναι ότι το ζήτημα αυτό θέλει μελέτη, συγκεκριμένο σχεδιασμό. Δεν λύνεται με «καθηκοντολογικούς» όρους και χρεώσεις.

Το δεύτερο θέμα που ήθελα να θίξω είναι σχετικά με τις θεωρίες που διακινούνται τόσο τις παλιότερες (πατριαρχικές κοινωνίες κ.λπ.) όσο και τις νεότερες (κοινωνικό φύλο κ.λπ.).

Οι θεωρίες αυτές στην ολότητά τους (παλιές και νέες), φυσικά όχι σε όλη τους την ανάπτυξη, επηρεάζουν και δυνάμεις που είναι στον κύκλο επιρροής μας και είναι κύρια νέες γυναίκες, πτυχιούχες, ανώτερης ή ανώτατης μόρφωσης, αλλά και σε πιο απλοϊκή μορφή («φταίνε οι άντρες για ό,τι τραβάμε, γιατί βολεύονται») γυναίκες λαϊκών στρωμάτων. Οι νέες θεωρίες δεν έχουν ακόμα εξαπλωθεί πλατιά. Ομως ανησυχητικό είναι ότι σχετικά με το ζήτημα του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια και τη θέση μας, δεν γινόταν κατανοητή, εξαιρουμένης της θέσης σχετικά με την υιοθεσία που ήταν απόλυτα αρνητικές όλες οι γυναίκες.

Η πραγματικότητα είναι ότι ούτε σαν Κόμμα έχουμε ανοίξει τέτοια ζητήματα επαρκώς. Μπροστά στα μεγάλα θέματα ανεργίας, εργασιακές σχέσεις, Ασφαλιστικό, μητρότητα κ.λπ. που παλεύουμε, γιατί είναι και αυτά που απασχολούν τα λαϊκά στρώματα που εμείς απευθυνόμαστε, δεν ανοίγουμε τέτοιου είδους ζητήματα. Και όταν τα συναντούμε ή μας τα θέτουν κάποιες γυναίκες, τα προσπερνάμε.

Νομίζω ότι θα πρέπει να τα εντάξουμε και αυτά στην καθημερινή μας δράση και μελετώντας τα, να τα συνδέσουμε με τα μεγάλα θέματα που μας απασχολούν.


Ρούλα Χαλάτση
Μέλος ΤΕ Πόλης Καρδίτσας

Εμπειρία από την παρέμβασή μας σε χώρους δουλειάς και το πρόβλημα της πολιτικοποίησης της πάλης

Από το 19ο Συνέδριο του Κόμματός μας μέχρι σήμερα, σε μία σειρά από χώρους έχουν αναπτυχθεί σημαντικοί αγώνες. Η παρέμβασή μας σε αυτούς, αναγκαστικά μας φέρνει μπροστά σε νέα προβλήματα. Για ακόμα μια φορά ερχόμαστε αντιμέτωποι με το ζήτημα της ικανότητάς μας στην παρέμβασή μας στο κίνημα, στον κάθε χώρο με τις ιδιαιτερότητές του.

Βασικό ζήτημα είναι οι παράγοντες που παίζουν ρόλο στην παρέμβασή μας σε ένα χώρο που κυρίως είναι αντικειμενικοί, παρ' όλα αυτά η δράση μας είναι αυτή που μπορεί να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις.

1) Είναι ο κλάδος γενικά. Αν είναι σε φάση ανάπτυξης ή συρρίκνωσης, πώς προχωράει η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση, η μονοπώλησή του και ο ανταγωνισμός. Είναι ζητήματα που καθορίζουν τις εξελίξεις. Ακόμα είναι οι εργασιακές σχέσεις που κυριαρχούν όπως είναι η ύπαρξη εργαζομένων πολλών ταχυτήτων, η πλήρης κυριαρχία των ελαστικών μορφών εργασίας ή η ύπαρξη υπολειμμάτων εργατικής αριστοκρατίας.

2) Είναι ο εργοδοτικός συνδικαλισμός και η άμεση παρέμβαση της εργοδοσίας. Υπάρχουν εργασιακοί χώροι που για χρόνια καλλιεργείται ένα φιλεργατικό προφίλ απέναντι στους εργαζόμενους. Από την άλλη, σε χώρους δουλειάς υπάρχουν ισχυρά επιχειρησιακά σωματεία που οδηγούν στη λογική των «κοινών συμφερόντων» είτε της συγκεκριμένης εργοδοσίας και των εργαζομένων, είτε της εργοδοσίας γενικότερα. Από αυτό, συμπεραίνουμε ότι η ύπαρξη σε ένα χώρο, ισχυρού σωματείου που μπορεί να ηγείται ακόμα και κινητοποιήσεων με οξυμένη μορφή δεν σημαίνει αυτόματα ότι το εργατικό κίνημα είναι σε ανάταση. Βασικός παράγοντας που βάζουμε εμείς στην έννοια της ανασύνταξης του κινήματος είναι το περιεχόμενο. Π.χ. από τη μια, στα καταστήματα «Μαρινόπουλος» η λογική «να στηρίξουμε το μαγαζί στα δύσκολα» και, από την άλλη, στη βιομηχανία Λιπασμάτων στην Καβάλα «να φύγει το κακό αφεντικό, να έρθει ο υγιής επιχειρηματίας». Δηλαδή, αυτό που αντιμετωπίζουμε ως εμπόδιο είναι η λογική των «κοινών συμφερόντων». Φυσικά, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι έχει και αντικειμενική βάση και μπορούμε με τη δράση μας μόνο να μειώνουμε την επίδρασή του στο εργατικό κίνημα.

3) Είναι οι δυνάμεις μας μέσα στον κάθε χώρο. Σε αυτό, βεβαίως, δεν είναι μόνο οι οργανωμένες μας δυνάμεις, αλλά και ταξικά σωματεία, σωματειακές επιτροπές, ένας περίγυρος που την κρίσιμη στιγμή θα μπορέσει να παίξει τον ρόλο του ταξικού «πόλου». Φυσικά, το πιο κρίσιμο από τα παραπάνω (και πολύ δύσκολα μετρήσιμο) είναι τι σχέσεις έχουμε με τη μάζα των εργαζομένων. Δηλαδή, αν έχουμε εξασφαλίσει το υψηλό κύρος των κομμουνιστών και των ταξικών δυνάμεων, σε ποιο επίπεδο συμφωνίας βρίσκεται ένας περίγυρος με το Πρόγραμμα του Κόμματος, το επίπεδο κατανόησης των νομοτελειών του καπιταλισμού κ.ά.

Η πείρα έχει αποδείξει πως στο βαθμό που εμείς δουλεύουμε αυτούς τους υποκειμενικούς παράγοντες, έχουμε ουσιαστική γνώση των αντικειμενικών και δρούμε έτσι ώστε σε ένα βαθμό να άρουμε την επίδρασή τους, μετράμε βήματα στην υπόθεση της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος.

Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι στην υπόθεση της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος το ουσιαστικό μέτρο είναι ο βαθμός πολιτικοποίησης της πάλης. Φυσικά, όταν μιλάμε για πολιτικοποίηση της πάλης δεν είναι κάτι ενιαίο, υπάρχουν διαφορετικά στάδια, όπως επίσης διαφέρουν σε χώρο και κλάδο. Οφείλουμε, δηλαδή, να έχουμε την ικανότητα έτσι ώστε να ξέρουμε πώς θα κινηθούμε και μέχρι πού. Είναι χαρακτηριστικές οι περιπτώσεις που μπροστά στο αντικειμενικό πρόβλημα της ανωριμότητας μεγάλης μερίδας εργαζομένων, να «φοβόμαστε» την πολιτικοποίηση της πάλης.

Επομένως, με το πρώτο πράγμα που ερχόμαστε αντιμέτωποι είναι η ικανότητα και η πείρα των ΚΟΒ, των κομματικών ομάδων, το πώς θα αντεπεξέλθουν σε αυτό το σύνθετο καθήκον.

Βασική προϋπόθεση σε αυτό είναι η σταθερότητα. Σταθερότητα σημαίνει όλοι οι εργαζόμενοι ενός χώρου να αναγνωρίζουν τα πρώτα συνδικαλιστικά μας στελέχη, ως αυτούς που σταθερά αποκαλύπτουν τις αιτίες, γνωρίζουν τις εξελίξεις. Πολλές φορές εκφράζεται ο θαυμασμός για αυτή μας τη στάση και μας δίνεται η ευκαιρία να αναδείξουμε το ρόλο των κομμουνιστών στο κίνημα και ποιοι είναι οι σκοποί μας. Αρα το κύρος των ταξικών δυνάμεων και των κομμουνιστών μέσα σε ένα χώρο δουλειάς δεν χτίζεται από τη μια μέρα στην άλλη και μπροστά από κινητοποιήσεις.

Αυτό μας δίνει ένα καλύτερο ακροατήριο, έναν περίγυρο που μας προσεγγίζει και επηρεάζει και πλατύτερα τους εργαζόμενους. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι όταν έρθει η ώρα αυτός ο κόσμος θα κινητοποιηθεί, ότι θα παίξει έναν πρωτοπόρο ρόλο. Εκεί μπαίνει πάλι το ζήτημα της ικανότητας και της εμπειρίας μας. Ενας κύκλος κινητοποιήσεων σε ένα χώρο δεν ξεκινά αρχικά για τα μέτρα της κυβέρνησης αλλά για την έκφρασή τους μέσα στο χώρο δουλειάς, με τη μορφή συγκεκριμένων προβλημάτων, φαινομενικά ασύνδετων με τη γενικότερη κατάσταση. Αυτή συνήθως είναι η βάση των όποιων αγώνων ξεσπούν σε ένα χώρο δουλειάς. Δεν μας φοβίζει αυτό και το πρώτο είναι το μέτωπο με την εργοδοσία, όμως το ζήτημα είναι η ικανότητα να αναδεικνύουμε ότι ο κάθε εργοδότης δεν δρα από μόνος του αλλά με βάση το κέρδος και τις νομοτέλειες του καπιταλισμού. Για παράδειγμα, στα καταστήματα «Μαρινόπουλος», σε μια πορεία των κινητοποιήσεων έμπαιναν τα εξής ζητήματα: Ο Μαρινόπουλος είναι κακός διαχειριστής άρα πρέπει να πάμε σε έναν καλό. Επρεπε να εξηγήσουμε γιατί ο όμιλος σε άλλους κλάδους ευημερεί. Τι επιδιώκει ο νέος εργοδότης. Επρεπε να εξηγήσουμε πώς λειτουργεί ο καπιταλισμός (κέρδος, υπεραξία, αναρχία στην παραγωγή, συγκέντρωση - συγκεντροποίηση κ.τ.λ.). Με βάση τα παραπάνω ποιος είναι και ο ρόλος του εργοδοτικού συνδικαλισμού και τι επιδιώκει.

Ολα αυτά είναι ζητήματα που άνοιγαν πλατιά στις κουβέντες και στις συσκέψεις του κλαδικού σωματείου. Χρειάστηκε να πάμε και με αρθρογραφία της ΚΟΜΕΠ για το εμπόριο. Αυτή ήταν μια δουλειά που, άσχετα με την αδυναμία ή την ικανότητα να απαντάμε εύστοχα και απλά, έπαιξε ρόλο στις πολλές ταλαντεύσεις που σε κάθε καμπή εμφανίζονταν, να κάνουμε ένα πρώτο βήμα και να στηθεί ένα νέο σωματείο, στο να έρθει πολύ πιο κοντά στο Κόμμα και την πολιτική του κάποιος κόσμος, να παλεύουμε με καλύτερους όρους το ζήτημα της οικοδόμησης.

Κλείνοντας να πω πως δεν υπάρχει κάποια συνταγή στην οργάνωση της δουλειάς μας και ότι δεν μπορούμε να περιμένουμε τα ίδια αποτελέσματα σε όλους τους χώρους, χωρίς πισωγυρίσματα που συνήθως έχουν και αντικειμενικά χαρακτηριστικά. Σαν πολύτιμο συμπέρασμα είναι ότι αν η δουλειά μας δεν έχει τα αποτελέσματα που περιμέναμε δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δεν πιάνει τόπο, κυρίως αν δουλεύουμε με βάση τους παραπάνω παράγοντες, να διαμορφώνουμε ακούραστα τις παραπάνω προϋποθέσεις.


Βαγγέλης Φρυδάς
Μέλος ΕΠ ΑΜΘ

Τα καθήκοντα που επιβάλλει στους κομμουνιστές η άσκηση της εργατικής - λαϊκής αντιπολίτευσης στο πλαίσιο των Δήμων

Το βασικό περιεχόμενο του Συνεδρίου είναι η ολόπλευρη ισχυροποίηση του Κόμματος. Αυτό το κύριο καθήκον αφορά και τους εκλεγμένους κομμουνιστές στους δήμους, σε κομμάτι δηλαδή του αστικού κράτους.

Μ' αυτό το κριτήριο πρέπει να εξετάζεται η δράση μας, αυτή πρέπει να είναι η έγνοια μας. Η πείρα που συγκεντρώνεται από την ευθύνη που έχουμε στο Δήμο Πατρέων επιβεβαιώνει την ορθότητα των θέσεών μας.

Κατ' αρχάς, να δούμε τον κύριο παράγοντα που συνέβαλε ώστε να έχουμε αυτήν την εξέλιξη σε έναν από τους μεγαλύτερους Δήμους της χώρας.

Ο κύριος παράγοντας αφορούσε τις δυσκολίες της αστικής τάξης να ομονοήσει. Αυτό εκφράστηκε με τον κατακερματισμό της σε 10 συνδυασμούς, οι οποίοι πήραν μέρος στις δημοτικές εκλογές, εκ των οποίων εξέλεξαν δημοτικούς συμβούλους οι εννέα. Βεβαίως, αυτός ο κύριος παράγοντας, από μόνος του, δεν θα μπορούσε να δώσει αυτό το αποτέλεσμα, χωρίς τη σταθερή δουλειά του ΚΚΕ, η οποία ενίσχυε την πίστη στη λαϊκή οικογένεια, ότι μπορεί να μας εμπιστευτεί γιατί γνωρίζει τη δράση μας. Το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών δεν σημαίνει ότι έχουν αλλάξει οι αρνητικοί συσχετισμοί δύναμης, όπως αποτυπώνονται συνολικά, ή ότι το ΚΚΕ στην Πάτρα τα έκανε καλύτερα από ό,τι σε άλλους δήμους.

Σωστά αναφέρουμε ότι οι Δήμοι, οι Περιφέρειες είναι τμήμα του αστικού κράτους. Η εκλογή των κομμουνιστών σε αυτούς φαίνεται σαν αντίφαση και χρειάζεται προσοχή. Το γεγονός ότι γίνεται προσπάθεια για να παίρνει ανάσες η λαϊκή οικογένεια, εμπεριέχει τον κίνδυνο να ερμηνεύεται σαν δυνατότητα ότι το σύστημα με «αριστερή» πολιτική μπορεί να δώσει λύσεις.

Για να μη δημιουργούνται αυταπάτες στα λαϊκά στρώματα για «λύσεις εντός των τειχών», απαιτείται ταυτόχρονα να κρατιούνται στην πρώτη γραμμή της συνολικής μας δράσης οι σύγχρονες ανάγκες της εργατικής τάξης, να διαμορφώνονται αντίστοιχα αιτήματα, να αποδεικνύουμε, αξιοποιώντας την ίδια τη διοίκηση του Δήμου, το αντιδραστικό - αντιλαϊκό χαρακτήρα του αστικού κράτους. Ενα παράδειγμα για τα όρια που έχει η «διαχείριση» στους Δήμους, είναι η ακύρωση απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου που αφορούσε αυξημένη δημοτική φορολογία σε μεγάλες επιχειρήσεις. Ακυρώθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας, που αξιοποίησε βασιλικό διάταγμα του 1958!!

Καμία παρέμβαση, καμία ελάφρυνση δημοτικών τελών, κανένα έργο στις γειτονιές δεν μπορεί να αντιστρέψει τη συνολική κατάσταση που βιώνει σήμερα ο λαός μας. Τη φτώχεια, την ανεργία, την εξαθλίωση που γεννά το καπιταλιστικό σύστημα.

Παραμένει η ευθύνη για τους κομμουνιστές να δουλεύουν ακάματα, να εκμεταλλεύονται προς όφελος του λαού κάθε χαραμάδα που αφήνει το σημερινό αντιλαϊκό πλαίσιο, ώστε να δίνουν ανάσες στη λαϊκή οικογένεια. Ταυτόχρονα, να είναι καθαρό ότι και αυτό έχει όρια. Οι σχεδιασμοί της άρχουσας τάξης για την τοπική και περιφερειακή διοίκηση δεν έχουν ολοκληρωθεί. Μπροστά είναι νέες αντιλαϊκές ρυθμίσεις που ετοιμάζονται με τον «Καλλικράτη νο 2».

Αποτέλεσμα της άσκησης της γραμμής της εργατικής - λαϊκής αντιπολίτευσης είναι τα σοβαρά έργα όπως η δημιουργία του Νότιου Πάρκου, των παιδικών κατασκηνώσεων στην Πλαζ που είναι ανάσα πράσινου και αναψυχής για τις λαϊκές οικογένειες. Οι περιοχές αυτές ήταν στο σχεδιασμό από επιχειρηματικούς ομίλους, το κεφάλαιο για «αξιοποίηση», όπως είναι συνολικά η δημόσια περιουσία και η περιουσία των Δήμων με το 3ο μνημόνιο. Χώροι οι οποίοι είχαν ανοίξει την όρεξη του κεφαλαίου έχουν σήμερα αποδοθεί στον πατραϊκό λαό για την κάλυψη των αναγκών του στον πολιτισμό, στον αθλητισμό, στην αναψυχή. Δεν ήταν αποτέλεσμα μιας απλής απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου, προϋπέθετε την κινητοποίηση του λαού της Πάτρας, το γκρέμισμα από τους εκλεγμένους κομμουνιστές περιφραγμάτων μαζί με τους εργαζόμενους στο Δήμο και τα σωματεία τους κ.λπ., πρωτοβουλίες εκτός του πνεύματος της αστικής νομιμότητας και αστικής διαχείρισης. Αποδεικνύεται, για άλλη μια φορά, ως καθοριστικός ο λαϊκός παράγοντας.

Κρίσιμο ζήτημα είναι η σχέση μιας κομμουνιστικής Δημοτικής Αρχής με το κίνημα. Η μεγάλη πορεία αγώνα Πάτρα - Αθήνα για την ανεργία, που διοργανώθηκε με ευθύνη του Δήμου, αποτελεί παράδειγμα που μπορεί να γενικευτεί σαν τρόπος δουλειάς. Αυτό αφορά, κυρίως, τη δυνατότητα που έδωσε αυτή η κινητοποίηση στο ίδιο το κίνημα να δουλέψει με τους ανέργους και τις οικογένειές τους. Η ίδια η πρωτοβουλία και το περιεχόμενό της, που αποτυπωνόταν στο κεντρικό σύνθημα «Δουλειά για όλους - Δουλειά με Δικαιώματα», έφερε στο προσκήνιο τα ζητήματα της ανάπτυξης προς όφελος της εργατικής τάξης. Οχι τυχαία, είναι από τις ελάχιστες δραστηριότητες του Δήμου απέναντι στην οποία ενιαιοποιήθηκε ο αντίπαλος και το βασικό δίπολο ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ . Η αστική τάξη αξιοποίησε όλα τα μέσα για να υπερασπιστεί τη στρατηγική της, την επιχειρηματική δράση, την καπιταλιστική ανάπτυξη, που σύμφωνα με αυτήν, είναι η μοναδική λύση για το πρόβλημα της ανεργίας. Σε αυτήν τη δουλειά πρωτοστάτησαν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, που εγκαλούσαν τη Δημοτική Αρχή, λέγοντας πως «δεν είναι δουλειά του Δήμου να οργανώνει κινητοποιήσεις, αλλά να διεκδικεί ευρωπαϊκά προγράμματα που μπορούν να εξασφαλίσουν θέσεις». Αυτήν τη συμμαχία και θέση την κράτησαν ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ και στις κινητοποιήσεις για την παραχώρηση του παραλιακού μετώπου, όπως και στην κινητοποίηση που διοργάνωσε ο Δήμος μαζί με τους μαζικούς φορείς της πόλης για τα οξυμένα προβλήματα της υποχρηματοδότησής, που αφορούν υποδομές για την κάλυψη των λαϊκών αναγκών.

Συμπερασματικά, το βασικό καθήκον των κομμουνιστών όταν εκλεγούν σε θέσεις στην Τοπική Διοίκηση, είναι να τις αξιοποιούν με γνώμονα το λαϊκό συμφέρον για να δώσουν ανάσες στη λαϊκή οικογένεια. Η δράση τους πρέπει να αναδεικνύει στο λαό τα αδιέξοδα της αστικής πολιτικής, να αποκαλύπτει τα όρια της αστικής διαχείρισης, να έχει συμβολή στην ενίσχυση του εργατικού - λαϊκού κινήματος, στην ανάδειξη της πρότασης διεξόδου του ΚΚΕ. Με λίγα λόγια, να συγκρούονται οι εκλεγμένοι κομμουνιστές με τους αστικούς μηχανισμούς, με το ίδιο το πλαίσιο λειτουργίας της Τοπικής Διοίκησης. Ενας τέτοιος τρόπος δουλειάς υπηρετεί το κύριο καθήκον της ολόπλευρης ισχυροποίησης του Κόμματος.


Κατερίνα Γεροπαναγιώτη
Μέλος της ΕΠ Δυτικής Ελλάδας



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ