Η διοίκηση της ΤτΕ συνιστά την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, των ελλειμμάτων κλπ. με τη συμπίεση της αγοραστικής δύναμης μισθών και συντάξεων, την κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων κλπ.
Προτροπές στην κυβέρνηση να εμβαθύνει στην αντιλαϊκή πολιτική της δίνει η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) με την ενδιάμεση έκθεση για τη «νομισματική πολιτική» που δημοσιοποιήθηκε χτες. Με αφετηρία και όχημα την «αυξημένη αβεβαιότητα» στη διεθνή οικονομία, αλλά και την όξυνση ορισμένων οικονομικών προβλημάτων στην Ελλάδα (αναζωπύρωση του πληθωρισμού, επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου, ελλειμμάτων κλπ.), η ΤτΕ «συνιστά» την επιτάχυνση των διαδικασιών για την προώθηση και διεύρυνση των λεγόμενων διαρθρωτικών αλλαγών. Στα πλαίσια αυτά, η διοίκηση της ΤτΕ προτείνει την πλήρη κατεδάφιση των εργασιακών σχέσεων και των κοινωνικοασφαλιστικών κατακτήσεων των εργαζομένων, την καθήλωση των πραγματικών αποδοχών μισθωτών και συνταξιούχων κλπ.
Σύμφωνα με την «ενδιάμεση έκθεση για τη νομισματική πολιτική» που υποβλήθηκε στη Βουλή και από τον διοικητή της ΤτΕ Ν. Γκαργκάνα:
Ομολογώντας δημόσια πως λόγω ΟΝΕ, η Ελλάδα δεν έχει πια δικαιώματα άσκησης εθνικής νομισματικής πολιτικής για την αντιμετώπιση διαφόρων προβλημάτων της οικονομίας - «δεν υπάρχει πλέον δυνατότητα άσκησης νομισματικής πολιτικής» αναφέρεται στην έκθεση - η ΤτΕ συνιστά σκλήρυνση της πολιτικής λιτότητας. «Υπό τις συνθήκες αυτές - αναφέρεται - η συμπεριφορά των κοινωνικών εταίρων κατά τις μισθολογικές διαπραγματεύσεις, η τιμολογιακή πολιτική των επιχειρήσεων, καθώς και η πολιτική των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία». Ετσι καλεί τους κοινωνικούς εταίρους (εργαζόμενους και επιχειρηματίες) στον ιδιωτικό τομέα, σε κλάδους «που δεν έχουν συναφθεί συμφωνίες για το 2003, καθώς και στο επίπεδο της επιχείρησης» να... αναλάβουν το δικό τους «μερίδιο ευθύνης» για τη συγκράτηση των τιμών (!). Για τους δημόσιους υπάλληλους αναφέρουν ότι «οι αυξήσεις των αποδοχών τους, ενώ δεν επηρεάζουν άμεσα το κόστος παραγωγής, οδηγούν σε αύξηση του ελλείμματος του Δημοσίου».
Χαρακτηριστικές για τις προθέσεις της κυβέρνησης και του μεγάλου κεφαλαίου είναι οι επισημάνσεις της ΤτΕ για τις λεγόμενες διαρθρωτικές αλλαγές:
Η εξαμηνιαία έκθεση της ΤτΕ περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο για «τη μεταβολή της αξίας των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών σε κατοικίες και μετοχές». Από τα σχετικά στοιχεία προκύπτει ότι η μέση ετήσια αύξηση στις τιμές των κατοικιών, για την 5ετία 1997-2001, έφτασε σε 14,6% στην περιοχή της Αθήνας και σε 8,7% στην επαρχία, ενώ μεσοσταθμικά οι ανατιμήσεις στο σύνολο της χώρας διαμορφώθηκαν σε 10,3% ετησίως. «Μπουμ» στις τιμές των ακινήτων καταγράφεται το 2001 (ετήσια αύξηση 17,6% στην Αθήνα και 11,4% στις επαρχιακές πόλεις). Σύμφωνα με την ΤτΕ οι ανατιμήσεις αυτές οφείλονται μεταξύ άλλων «στη διεύρυνση των ήδη υψηλών περιθωρίων κέρδους των κατασκευαστικών εταιριών που δραστηριοποιούνται στην αγορά κατοικίας ή και των εταιριών παροχής κτηματομεσιτικών υπηρεσιών». Κατά τα φαινόμενα, η επισήμανση της ΤτΕ συνιστά μια προειδοποίηση για το ενδεχόμενο απότομης υποχώρησης, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες...
Αναξιόπιστα και «μαγειρεμένα» θεωρούν τα εργαζόμενα νοικοκυριά και οι συνταξιούχοι τα επίσημα στοιχεία, που ανακοινώνονται για την εξέλιξη του πληθωρισμού. Αυτό προκύπτει και από τις μετρήσεις της «Ευρωπαϊκής Επιτροπής», που καταγράφουν το «τι πιστεύουν» οι ίδιοι καταναλωτές για την αύξηση του κόστους των διαφόρων εμπορευμάτων και υπηρεσιών.
Οπως μας πληροφορεί η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας:
Η ΤτΕ, προσπαθώντας να εξηγήσει το «φαινόμενο», κάνει λόγο για ...«λάθος εντύπωση». Οπως υποστηρίζει η απόκλιση ανάμεσα στις εντυπώσεις και τις επίσημες μετρήσεις, συνδέεται με τις ψηλότερες ανατιμήσεις που παρατηρούνται στις τιμές ορισμένων μόνο προϊόντων με μεγάλη κατανάλωση, αλλά με μικρή συμμετοχή στο σύνολο της δαπάνης των νοικοκυριών!. Σε κάθε περίπτωση, γίνεται φανερό ότι ο επίσημος τιμάριθμος βρίσκεται μακριά από την καθημερινή πραγματικότητα, που ζουν οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι.
Ο Κ. Καραμανλής και ο Ν. Χριστοδουλάκης προσπάθησαν χτες, από το βήμα της Βουλής, να αποδείξουν ποιος υπηρετεί καλύτερα τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου
Νέο σίριαλ στο δικομματικό έργο εντυπώσεων και όχι ουσίας γύρω από την οικονομία παίχτηκε χτες στη Βουλή ανάμεσα στον πρόεδρο της ΝΔ Κ. Καραμανλή και τον υπουργό Οικονομίας Ν. Χριστοδουλάκη, όπου δεν έλειπαν και οι αναφορές στον τέως και στην αποζημίωση, που θα του δώσει το ελληνικό Δημόσιο.
Αφορμή αποτέλεσε Επερώτηση της ΝΔ για τα πλασματικά στοιχεία των προϋπολογισμών και της οικονομίας γενικότερα, όπου ο Κ. Καραμανλής έκανε λόγο για «πολιτική απάτη», παραχάραξη και εξαπάτηση του ελληνικού λαού. Μίλησε για ψεύτικη εικόνα της οικονομίας, αναφέρθηκε στη «διαφθορά», τις «μίζες» και τις προμήθειες και απαγόρευση διερεύνησης υπαρκτών σκανδάλων. Καταφέρθηκε κατά του Κ. Σημίτη, λέγοντας ότι ψεύδεται, διαπράττει «μέγιστο πολιτικό ολίσθημα» και «εν γνώσει του ζημιώνει τη χώρα».
Παρά τις φραστικές κορόνες, όμως, δεν μπόρεσε να κρύψει την επί της ουσίας συμπόρευσή του με την ακολουθούμενη πολιτική, αφού αυτό που ζήτησε ήταν «άνοιγμα των αγορών», «άρση των κρατικών μονοπωλίων» και «πραγματικές αποκρατικοποιήσεις» πολιτικές που έτσι και αλλιώς εφαρμόζει και η κυβέρνηση Σημίτη.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών Ν. Χριστοδουλάκης έπλεξε το εγκώμιο του Κ. Σημίτη για την επιτυχία του να εξασφαλίσει μεγάλα ποσά από το Γ΄ ΚΠΣ και είπε ότι η ΝΔ όλα αυτά τα χρόνια το μόνο που κάνει είναι να υπονομεύει διεθνώς τη θέση της χώρας. Ανέφερε ότι η ΝΔ δεν έχει προτάσεις και αρκείται σε «αντιπολίτευση λογιστών», ενώ επιτέθηκε για μια ακόμα φορά στο Ελεγκτικό Συνέδριο, που ανακάλυψε κρυφό έλλειμμα της τάξης του 1,5 δισ. δρχ. λέγοντας ότι είναι ανυπόστατοι και λανθασμένοι χαρακτηρισμοί «νεοφώτιστων», που υπαγορεύονται από «συνδικαλιστικές πρακτικές ορισμένων».
Δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην υπόθεση του τέως, που τον αποκαλούσε «αναιδή άνακτα», κατηγορώντας τη ΝΔ ότι όλο αυτό τον καιρό στήριζε τα νομικά του επιχειρήματα στη διεκδίκηση της περιουσίας. Απαντώντας εκ μέρους της ΝΔ ο Γ. Αλογοσκούφης είπε ότι αυτό που έγινε με την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ήταν να καταδικαστεί η Ελλάδα για παραβίαση ατομικών δικαιωμάτων του τέως.
Σε συγκέντρωση έξω από την Α΄ και Β΄ ΔΟΥ του νομού Ιωαννίνων και κατάληψη του κτιρίου από τις 7 π.μ. έως τις 10 π.μ., την Τρίτη 3 Δεκέμβρη 2002, καλεί η Ομοσπονδία των ΕΒΕ του νομού Ιωαννίνων τους εμπόρους και επαγγελματοβιοτέχνες του νομού, στα πλαίσια των κινητοποιήσεων, που έχει προκηρύξει η ΓΣΕΒΕΕ σε πανελλαδικό επίπεδο για την ίδια μέρα.