Η δραστηριότητα αυτή εκτείνεται κυρίως σε τρία επίπεδα: α)τον αγροτουρισμό (ήπιες μορφές τουρισμού στο αγρόκτημα), β) την παραγωγή και εμπορία προϊόντων χειροτεχνίας - οικοτεχνίας και γ) τη μεταποίηση προϊόντων γεωργικής προέλευσης.
Η πολιτική προώθησης του αγροτουρισμού από την ΕΕ σχετίζεται άμεσα με τις επιπτώσεις από το ξεκλήρισμα της μικρομεσαίας αγροτιάς. Η ανάγκη να προληφθούν οι αντιδράσεις των αγροτών σ' αυτήν την πολιτική, αλλά και η μαζική μετακίνησή τους προς τα αστικά κέντρα, η ανάγκη να μετριαστούν οι αρνητικές συνέπειες και κυρίως στις γυναίκες, που η ανεργία τους αυξάνει αλματωδώς από αυτήν την αντιλαϊκή - αντιαγροτική πολιτική και να αμβλυνθούν οι αντικειμενικές αντιθέσεις που αυτή γεννάει, αποτελούν, θα λέγαμε, την κύρια αιτία προώθησης του γυναικείου αγροτουρισμού.
Η γυναικεία αγροτουριστική δραστηριότητα, συνεταιριστική ή μη, παρουσιάζεται σαν «εναλλακτική πηγή ανάπτυξης» και δηλώνεται πλέον ξεκάθαρα ο συμπληρωματικός της χαρακτήρας, στα πλαίσια της επαγγελματικής δραστηριότητας των αγροτών και των αγροτισσών στην ελληνική ύπαιθρο.
Οι γυναίκες είναι, για άλλη μια φορά, τα πρώτα θύματα της πολιτικής των χιλιάδων απασχολήσιμων της ελληνικής υπαίθρου. Χωρίς σίγουρη εργασία, χωρίς σταθερό εισόδημα, επιβαρυνόμενες οι ίδιες τα οικογενειακά βάρη από την απουσία της κοινωνικής πολιτικής και των υπηρεσιών πρόνοιας και για όλους αυτούς τους λόγους, ταυτόχρονα, επιδιώκεται να γίνουν οι κύριοι αποδέκτες του αγροτουρισμού στην Ελλάδα. Χαρακτηριστικά, η έρευνα του υπ. Γεωργίας αναφέρει τα εξής: «Το πλεονέκτημα των ρόλων αυτών (σ.σ. της αγροτουριστικής απασχόλησης) είναι ότι συμβιβάζονται με τις νέες εργασιακές συνθήκες της part - time εργασίας, της αυτοαπασχόλησης, αλλά και με τις οικογενειακές και εργασιακές ευθύνες της αγρότισσας στην οικογενειακή εκμετάλλευση...». Είναι φανερό, λοιπόν, ότι ο αγροτουρισμός δεν έρχεται να λύσει το πρόβλημα της ανεργίας των γυναικών στις αγροτικές περιοχές, όπως προπαγανδίζεται, αλλά να δημιουργήσει μισοαπασχολούμενες, μισοάνεργες γυναίκες, που θα έχουν, στην καλύτερη περίπτωση, ένα πενιχρό συμπληρωματικό εισόδημα, ανίκανο να επαρκέσει για την επιβίωση των ίδιων και των οικογενειών τους.
Οι ίδιες οι γυναίκες που ασχολούνται με τον αγροτουρισμό, στο ερωτηματολόγιο που τους τέθηκε, απάντησαν σε ποσοστό 54,8% ότι συμμετείχαν στο πρόγραμμα για εξασφάλιση συμπληρωματικού εισοδήματος στην οικογένειά τους. Αντίθετα, η «καταξίωση στον κοινωνικό περίγυρο» και η «ικανοποίηση μέσω της ομαδικής εργασίας» δεν μπορούν ν' αποτελέσουν βασικό κίνητρο συμμετοχής στους συνεταιρισμούς και συγκεντρώνουν πολύ μικρά ποσοστά στο ερωτηματολόγιο.
Ομως, η απάντηση που δίνουν οι ίδιες οι γυναίκες, σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν είτε οι συνεταιρισμοί, είτε οι ατομικές επιχειρήσεις, αποδεικνύουν με τον πιο ανάγλυφο τρόπο τις πραγματικές προθέσεις της κυβερνητικής πολιτικής για το ρόλο του αγροτουρισμού στην Ελλάδα. Οι αγροτουριστικοί συνεταιρισμού αδυνατούν να διαθέσουν τα προϊόντα τους, δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισμό των μεγάλων τουριστικών μονάδων και τελικά φυτοζωούν, μπροστά στην αδυσώπητη μανία του μεγάλου κεφαλαίου για περισσότερα κέρδη. Επομένως, πέρα από τις μεγαλόστομες διακηρύξεις της κυβέρνησης για στήριξη του αγροτουρισμού και ιδιαίτερα των γυναικείων συνεταιρισμών, η πραγματικότητα δείχνει πως γι' αυτήν η στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου είναι μονόδρομος. Οι ίδιες οι γυναίκες, απαντώντας στο ερωτηματολόγιο, επικεντρώνουν τα προβλήματα του συνεταιρισμού ή της ατομικής τους επιχείρησης στην «εμπορία των προϊόντων» και στα «οικονομικά».
Εξάλλου, τα προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης των αγροτισσών, προκειμένου ν' ανταποκριθούν στο νέο ρόλο τους και να γίνουν, όπως λέγεται «αποτελεσματικές», δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα της απασχόλησης. Σύμφωνα με την έρευνα, μόνο για το 11,7% των γυναικών η εκπαίδευση οδήγησε σε επαγγελματική απασχόληση. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει για άλλη μια φορά πόσο απατηλό είναι το επιχείρημα της άρχουσας τάξης και της κυβέρνησης ότι αιτία της ανεργίας είναι η έλλειψη κατάρτισης.
Η προσπάθεια που γίνεται τα τελευταία χρόνια απ' την κυβέρνηση για την ενίσχυση του αγροτουρισμού και το όψιμο ενδιαφέρον για τις γυναίκες αγρότισσες σχετίζεται με τα συνολικότερα σχέδια της ΕΕ για το μέλλον της ελληνικής αγροτικής οικονομίας.