ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 19 Απρίλη 2014 - Κυριακή 20 Απρίλη 2014
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Με ταξικό κριτήριο ΚΚΕ παντού στην κάλπη!

Κριτήριο ψήφου για το λαό στις επικείμενες εκλογές, πρέπει να είναι: Ποιο αποτέλεσμα και ποιοι συσχετισμοί θα τον βοηθήσουν από καλύτερες θέσεις να αντιμετωπίσει την επίθεση που θα μεγαλώσει σε βάρος του, ανεξάρτητα από το αν και πόσο γρήγορα θα σταθεροποιηθεί η καπιταλιστική ανάκαμψη, πόση θα είναι και πόσο θα διαρκέσει.

Ισχυροποίηση του ΚΚΕ σημαίνει περισσότερες δυνάμεις και καλύτεροι όροι για την ανασύνταξη του εργατικού - λαϊκού κινήματος, το δυνάμωμα της λαϊκής συμμαχίας. Αυτές είναι οι βασικές προϋποθέσεις για να αναδειχτεί μια ισχυρή εργατική - λαϊκή αντιπολίτευση, απέναντι στους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, την ΕΕ και τα κόμματα που με την πολιτική τους υπηρετούν το κεφάλαιο.

Μόνο έτσι ο λαός μπορεί να βάλει εμπόδια στην αντιλαϊκή επίθεση που συνεχίζεται, να αντιδράσει στην παρατεταμένη υποβάθμιση των εργατικών - λαϊκών αναγκών. Κυρίως, όμως, να ανοίξει το δρόμο για ριζικές αλλαγές προς όφελός του, που προϋποθέτουν αλλαγή τάξης στην εξουσία, κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, αποδέσμευση από την ΕΕ, μονομερή διαγραφή του χρέους και οργάνωση της οικονομίας με σκοπό την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.

Το ΚΚΕ καλεί το λαό να ψηφίσει με ταξικό κριτήριο. Να κρίνει, δηλαδή, ποιας τάξης τα συμφέροντα υπηρετεί με την πολιτική του κάθε κόμμα. Αυτό το κριτήριο δεν μπορεί παρά να είναι ενιαίο στις εθνικές, στις ευρωπαϊκές, στις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές.

Η πολιτική κάθε κόμματος δεν είναι άλλη στο κοινοβούλιο, άλλη στην περιφέρεια και άλλη στο δήμο, όσο κι αν τα κόμματα της διαχείρισης προσπαθούν να κοροϊδέψουν το λαό για το αντίθετο. Δεν μπορεί, δηλαδή, ένα κόμμα να ψηφίζει ή να στηρίζει αντιλαϊκά μέτρα στη Βουλή και οι εκλεγμένοι του σε ένα δήμο, ακόμα και με το μανδύα του «ανεξάρτητου», να εφαρμόζουν φιλολαϊκή πολιτική. Δεν μπορεί ένα κόμμα που στηρίζει την ΕΕ να υπόσχεται ότι στο δήμο ή στην περιφέρεια θα εφαρμόσει πολιτική που «σκοντάφτει» στις δεσμεύσεις από τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ.

Ψήφο στα κόμματα των εργοδοτών;

Η πολιτική κάθε κόμματος, από τη Βουλή μέχρι τη γραμμή που υπηρετούν οι εκπρόσωποί του στα συνδικάτα, εξαρτάται από το πώς τοποθετείται στρατηγικά στο ζήτημα της ανάπτυξης. Ολα τα κόμματα, εκτός από το ΚΚΕ, με παραλλαγές στην πολιτική τους, υπηρετούν την έξοδο από την κρίση προς όφελος των μονοπωλίων, υπερασπίζονται την ΕΕ και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης.

Από εδώ προκύπτει η ανάγκη αυτά τα κόμματα να καταψηφιστούν στις εκλογές και ταυτόχρονα να ενισχυθούν τα ψηφοδέλτια που στηρίζει το ΚΚΕ στις τοπικές και ευρωπαϊκές εκλογές.

Να μην ψηφίσουν οι εργάτες, οι άνεργοι, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι φτωχοί αγρότες, οι γυναίκες και οι νέοι των λαϊκών στρωμάτων τα ίδια κόμματα που θα ψηφίσουν αυτοί που ευθύνονται για τα δεινά τους: Οι βιομήχανοι, οι εφοπλιστές, οι μεγαλέμποροι, οι αγροτοκαπιταλιστές, ανεξάρτητα από τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς και τις ιδιαίτερες κομματικές τους προτιμήσεις.

Αυτό τους καλούν να κάνουν τα άλλα κόμματα, προβάλλοντας κριτήρια ψήφου που συγκαλύπτουν ή αλλοιώνουν το χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στα συμφέροντα των μονοπωλίων, από τη μια, των εργαζομένων και του λαού, από την άλλη. Αυτό υπηρετεί, για παράδειγμα, το ψευτοδίλημμα που βάζει ο ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στις εκλογές, καλώντας το λαό να διαλέξει ανάμεσα σ' αυτόν και την Μέρκελ.

Δεν είναι όμως μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι εργοδότες παρεμβαίνουν απευθείας για να επηρεάσουν το κριτήριο ψήφου, παίρνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα συμφέροντα που έχει ο καθένας και το πώς τοποθετείται το κάθε κόμμα απέναντι σ' αυτά.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Δ. Δασκαλόπουλος. Σε συνέντευξή του στον Τύπο, τον περασμένο Φλεβάρη, είχε πει: «Σήμερα βλέπουμε καθαρά ότι οι μνημονιακές πολιτικές δε βγάζουν πουθενά (...) Αν η χώρα μας είχε να αντιπαραθέσει ένα εναλλακτικό πρόγραμμα εθνικής ανάπτυξης (...) που να φτάνει στους ίδιους στόχους από άλλους δρόμους, οικονομικά ηπιότερους και κοινωνικά πιο δίκαιους, πιστεύω ότι θα μπορούσε να εισακουστεί από τους εταίρους μας. Αυτό επείγει να κάνουμε σήμερα».

Είναι φανερό ότι ο εκπρόσωπος των βιομηχάνων, τάσσεται υπέρ των κομμάτων εκείνων που ζητάνε επαναδιαπραγμάτευση της πολιτικής εντός της ΕΕ, προκειμένου να αλλάξει το μείγμα διαχείρισης, χωρίς να μεταβάλλονται οι στρατηγικοί στόχοι για το κεφάλαιο. Την ίδια πολιτική προβάλλει σήμερα η πλειοψηφία των αστικών κομμάτων, που τα προηγούμενα χρόνια νομοθέτησαν βάρβαρα μέτρα σε βάρος του λαού. Την ίδια όμως πολιτική υπερασπίζεται και ο ΣΥΡΙΖΑ. Την παρουσιάζει μάλιστα σαν «ριζοσπαστική» και φιλολαϊκή!

Αυτό είναι που κάνει τον πρόεδρο του ΣΕΒ, όταν ρωτιέται για το αν θα συνεργαζόταν με μια κυβέρνηση με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, να απαντάει ότι ανεξάρτητα από τη «ρητορική» και τα «ιδεογράμματα» του κάθε κόμματος, «έχει και η σύγχρονη οικονομική πραγματικότητα ορισμένα, ας πούμε, "δόγματα". Ενα από αυτά λέει ότι (...) η προοπτική μιας νέας ανάπτυξης μπορεί να προέλθει σήμερα μόνο από τις δυνάμεις της παραγωγικής οικονομίας. Ποια κυβέρνηση μπορεί να το αγνοήσει αυτό και να επιτύχει;».

Οι εργατοπατέρες έχουν προτιμήσεις...

Εκτός από τους εργοδότες, στη διαμόρφωση κριτηρίου ψήφου προσπαθούν να παρέμβουν και οι εργατοπατέρες, οι εκπρόσωποι του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού, στην Ελλάδα και στην ΕΕ. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το εξής:

Στις 13/2/2014, έγινε στην Αθήνα η Ευρωπαϊκή Συνδικαλιστική Συνάντηση Κορυφής, με αφορμή την ανάληψη της Προεδρίας της ΕΕ από την Ελλάδα. Στη συνάντηση συμμετείχε η ηγεσία της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ΣΕΣ), η συνδικαλιστική πλειοψηφία της ΓΣΕΕ και αντιπρόσωποι από Συνομοσπονδίες Εργαζομένων άλλων κρατών - μελών της ΕΕ, κύρια από τις λεγόμενες «χώρες του Νότου». Από τη συνάντηση προέκυψε μια Διακήρυξη, με τον τίτλο «Αλλάζοντας πορεία για την Ευρώπη».

Στη Διακήρυξη, οι εκπρόσωποι της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας καλούν «τους Ευρωπαίους πολίτες και τους εργαζόμενους να συμμετάσχουν ενεργά στις ευρωεκλογές (...) να καταψηφίσουν τους υπεύθυνους χάραξης των τρεχουσών πολιτικών λιτότητας (...) Για να επιτευχθεί ο στόχος της αλλαγής πορείας, θα πρέπει να εκλέξουμε ευρωβουλευτές (...) οι οποίοι θα είναι έτοιμοι να αναλάβουν τη δέσμευση να υπερασπιστούν τα συμφέροντα των Ευρωπαίων πολιτών και όχι των αγορών και να θέσουν την αλλαγή πορείας σε τροχιά κοινωνικής προόδου».

Η Διακήρυξη ΓΣΕΕ - ΣΕΒ (ή ΣΕΣ) ταυτίζεται με την προεκλογική διακήρυξη των πολιτικών εκείνων δυνάμεων που θέλουν να αλλάξει το μείγμα διαχείρισης στην ΕΕ και σε κάθε χώρα καλύπτουν μια μεγάλη γκάμα κομμάτων. Οι θέσεις τους έχουν αναφορά σε ανταγωνιζόμενες μερίδες της αστικής τάξης και πάνω εκεί θέλει να προσδέσει τους εργαζόμενους ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός.

Συμμέτοχος σ' αυτήν την προσπάθεια είναι και ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι δυνάμεις του στη ΓΣΕΕ κατέθεσαν κείμενο για τις εργασίες της Συνάντησης, σύμφωνα με το οποίο: «(...) Η άμεση διακοπή των πολιτικών λιτότητας είναι επιτακτική ανάγκη και η ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική θα πρέπει να δίνει προτεραιότητα στην οικονομική και βιώσιμη ανάπτυξη, με κοινωνικό πρόσημο και επίκεντρο τον κόσμο της μισθωτής εργασίας (...)

Συμπερασματικά: Το νεοφιλελεύθερο σχέδιο οικονομικής ολοκλήρωσης της Ευρώπης έχει καταστεί αδιέξοδο για τους εργαζόμενους και τους λαούς της Ευρώπης (...) Μια άλλη Ευρώπη, ριζικά διαφορετική στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική της οικοδόμηση θα πρέπει να είναι στόχος των συνδικάτων».


Π.

Αντιλαϊκά σενάρια...

Οι επικείμενες εκλογές θα αποτελέσουν «κανάλι» για την επιτάχυνση των διεργασιών αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού συστήματος. Η αναμόρφωση αυτή είναι από χέρι αντιλαϊκή, όποια μορφή κι αν πάρει, όποιος πόλος κι αν προκριθεί να πρωταγωνιστήσει στο σχηματισμό της επόμενης συγκυβέρνησης. Ο λαός δεν έχει κανένα συμφέρον να τοποθετηθεί με την ψήφο του υπέρ της μιας ή της άλλης «λύσης» που επιδιώκει η αστική τάξη, προκειμένου να εξασφαλίσει κυβερνητική και πολιτική σταθερότητα.

Αν θαμπώσει το ταξικό κριτήριο της ψήφου, κερδισμένοι θα βγουν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, η μεγαλοεργοδοσία. Αυτοί είναι που θέλουν κυβερνήσεις συνεργασίας, οι οποίες από τη μια θα νομοθετούν μέτρα για την κερδοφορία τους και από την άλλη θα εξασφαλίζουν τη σύμπραξη ή έστω την ανοχή του λαού.

Ολα τα κόμματα - εκτός από το ΚΚΕ - δηλώνουν διαθέσιμα να συμπράξουν μετεκλογικά σε κυβερνήσεις συνεργασίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ καλλιεργεί αυταπάτες ότι μια κυβέρνηση με κορμό τον ίδιο μπορεί να ασκήσει φιλολαϊκή διαχείριση στο έδαφος του καπιταλισμού.

«Στόχος μας είναι να είμαστε όσο το δυνατόν πιο κοντά από πλευράς ποσοστών στα δύο κόμματα εξουσίας. Μόνο έτσι θα μπορούμε να επιβάλουμε συνεργασίες», είπε σε πρόσφατη συνέντευξη ο Σταύρος Θεοδωράκης, επικεφαλής του κόμματος «Το Ποτάμι», δηλώνοντας διαθέσιμος να παίξει μπαλαντέρ σε όποια μεριά του δίπολου τον τάξουν μετεκλογικά τα συμφέροντα της αστικής τάξης.

Από κοντά, ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ δήλωσε την περασμένη Κυριακή: «Μας ενδιαφέρει η πολιτική σταθερότητα. Πιστεύουμε ότι είναι αναγκαία προϋπόθεση τόσο για την επιτυχή έξοδο από την κρίση όσο και για τη μετέπειτα πορεία της ανασυγκρότησης (...) Δεν επιλέγουμε εμείς τους κομματικούς συσχετισμούς. Εμείς επιλέγουμε τις πολιτικές με τις οποίες συμπράττουμε. Και ζητάμε να μας κάνετε (...) τόσο ισχυρούς που να μπορούμε να συμμετάσχουμε σε κυβέρνηση με διακριτή ατζέντα και να επιβάλουμε πράγματα».

Οι «μυρωδιές» που βγαίνουν από το μαγειρείο του αστικού συστήματος πρέπει να υποψιάσουν το λαό. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι παλιά και θα επιχειρήσουν να τα σερβίρουν σαν νέα. Στο χέρι του λαού είναι να μη χάσει άλλο χρόνο. Να δυναμώσει το ΚΚΕ παντού, το μόνο κόμμα που θα καταθέσει κάθε ψήφο στην ισχυροποίηση του κινήματος, στο στέριωμα και στο δυνάμωμα της Λαϊκής Συμμαχίας.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ