ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 28 Ιούλη 2002
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ - ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ
Ζήτημα πρώτης γραμμής η προστασία της ζωής των εργαζομένων

Η μεγάλη αύξηση των εργατικών θανατηφόρων ατυχημάτων κατά το 2001 που έφτασαν στα 188 - αριθμό ρεκόρ για τα τελευταία 25 χρόνια - οι πάνω από 3.000 εργάτες που από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα η εργοδοσία θυσίασε τις ζωές τους στο βωμό του κέρδους, περιγράφουν μια πραγματικότητα που καταδεικνύει ότι οι χώροι δουλιάς έχουν μετατραπεί σε σύγχρονα κολαστήρια, σε καθημερινές παγίδες θανάτου για τους εργαζόμενους. Ετσι, αναδεικνύεται η ανάγκη η εργατική τάξη, οι ταξικές συνδικαλιστικές δυνάμεις να κάνουν ζήτημα πρώτης γραμμής του αγώνα την προστασία της ζωής των εργαζομένων. Για το σκοπό αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό τι σημαίνει επαγγελματικός κίνδυνος, ποιες είναι οι αιτίες του και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί.

Προσδιορισμός του Επαγγελματικού Κινδύνου

Σε μια συγκυρία σαν τη σημερινή, ο εργαζόμενος βρίσκεται αντιμέτωπος και συχνά αισθάνεται να συνθλίβεται ανάμεσα στις συμπληγάδες της ανεργίας, από τη μία, και της απειλής της ανεργίας και των επαγγελματικών κινδύνων για την υγεία, την ασφάλεια και την ίδια τη σωματική του ακεραιότητα, από την άλλη, με σοβαρές επιπτώσεις και προεκτάσεις κοινωνικές, οικονομικές και ασφαλιστικές.

Η ύπαρξη του Επαγγελματικού Κινδύνου προσδιορίζεται από:

α) Το συγκεκριμένο περιεχόμενο - αντικείμενο της εργασίας.

β) Τις συνθήκες εργασίας που επικρατούν στη συγκεκριμένη κάθε φορά περίπτωση και

γ) τα εφαρμοζόμενα μέτρα Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας (ΥΑΕ), σύμφωνα και με τις προβλέψεις της σχετικής νομοθεσίας.

Οι βασικές συνέπειες - επιπτώσεις για τους εργαζόμενους που είναι εκτεθειμένοι στους κινδύνους αυτούς είναι:

1. Τα εργατικά «ατυχήματα».

2. Οι επαγγελματικές ασθένειες.

3. Η πρόωρη φθορά της υγείας των εργαζομένων από την απασχόλησή τους σε ιδιαίτερα φθοροποιές δραστηριότητες (π.χ. νυχτερινή εργασία, υπόγειες και υποθαλάσσιες εργασίες, οδηγοί κ.ά.).



Του
Χρήστου ΧΑΤΖΗ*


Η κατάσταση διεθνώς και στη χώρα μας

Σύμφωνα με τα νεότερα στοιχεία που έδωσε φέτος η Παγκόσμια Οργάνωση Εργασίας του ΟΗΕ, κάθε χρόνο τουλάχιστον 2.000.000 άνθρωποι αποβιώνουν από δυστυχήματα ή ασθένειες κατά τη διάρκεια της εργασίας τους. Ακόμη πιο θλιβερά είναι τα στοιχεία που αφορούν την εργασία μικρών παιδιών, καθώς ετησίως πληρώνουν φόρο αίματος 12.000 παιδάκια σε διάφορες γωνιές της υφηλίου εξαιτίας των επικίνδυνων συνθηκών εργασίας.

Επιπλέον, κάπου 270.000.000 άνθρωποι τραυματίζονται κατά τη διάρκεια εργατικών ατυχημάτων, ενώ άλλοι 160.000.000 εργαζόμενοι προσβάλλονται από ασθένεια που σχετίζεται με την εργασία τους.

Ακόμα θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η υπερκόπωση και το στρες επιβαρύνουν το 30-50% των εργαζομένων στις βιομηχανικά ανεπτυγμένες χώρες, τα οποία είναι δυνατόν να προκαλέσουν διαταραχές του ύπνου, νευροψυχικές διαταραχές, όπως η κατάθλιψη, όπως επίσης και να συμβάλουν στην αύξηση του κινδύνου καρδιαγγειακών παθήσεων και κυρίως της υπέρτασης. Το οικονομικό κόστος αυτών των απωλειών, που σίγουρα δεν είναι και το σημαντικότερο, αφού η ανθρώπινη ζωή δε μετριέται με χρήμα, μπορούν να αγγίζουν και ποσοστά της τάξης του 10% και 15% του ΑΕΠ.

Στη χώρα μας το συνολικό (άμεσο και έμμεσο) συνεκτιμώμενο κόστος μόνο από τα εργατικά ατυχήματα για τους ασφαλισμένους του ΙΚΑ ξεπερνά τα 55 δισεκατομμύρια δραχμές ανά έτος. Ενώ από την άλλη οι μεν επαγγελματικές ασθένειες παραμένουν μη διαγνώσιμες, τα δε θύματα τους άγνωστα, αφού σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές έχουν καθηλωθεί από το 1985 σε μηδενικά επίπεδα. Και όλα αυτά την ίδια στιγμή που κάθε χρόνο στην Ελλάδα, 11.000 περίπου εργαζόμενοι, από τους ασφαλισμένους μόνο του ΙΚΑ, οδηγούνται σε καθεστώς πρόωρης συνταξιοδότησης για λόγους υγείας γενικά, με το χαρακτηρισμό «κοινή νόσος».

Αλλωστε για τις επαγγελματικές ασθένειες δεν υπάρχει γενική ασφαλιστική νομοθεσία. Ετσι, πλην του ΙΚΑ, δυνατότητα χαρακτηρισμού μιας νόσου ως επαγγελματικής δεν υφίσταται εξ ορισμού στο σύνολο των υπολοίπων 300 περίπου ασφαλιστικών φορέων της χώρας.

Τα τελευταία δέκα χρόνια έχουμε την παραγωγή ενός πλούσιου στα χαρτιά νομοθετικού πλαισίου για τα θέματα ΥΑΕ και της πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου. Στην πράξη δυστυχώς όλα εξαντλούνται σε μια απλή παράθεση των θεσμών που η ίδια η νομοθεσία θεσπίζει, διαμορφώνοντας και εδώ μια εικονική πραγματικότητα ανάμεσα σε νομοθεσία και καθημερινή πρακτική στους περισσότερους χώρους εργασίας. Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε:

- Σε σύνολο, περίπου, 42 χιλιάδων κλινών στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα δεν υπάρχει ούτε ένα κρεβάτι, ούτε μια μονάδα που να ασχολείται με τη συστηματική διερεύνηση, διάγνωση και αντιμετώπιση των επαγγελματικών ασθενειών, παρά τα αντίθετα προβλεπόμενα.

- Παρά την καθιέρωση της ιατρικής της εργασίας σήμερα οι γιατροί Εργασίας δεν ξεπερνούν τους σαράντα, ενώ οι άμεσες ανάγκες απαιτούν πάνω από 2.000 σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα.

- Παρά την αντίθετη πρόβλεψη του ιδρυτικού νόμου 1578/85 του ΕΣΥ, ούτε σε ένα Κέντρο Υγείας δεν έχει προκηρυχτεί θέση γιατρού Εργασίας.

Η αιτία αυτής της κατάστασης εντοπίζεται στη δράση των δυνάμεων του κεφαλαίου που επιδιώκουν ακόμα μεγαλύτερη συμπίεση της αξίας της εργατικής δύναμης και τη μεγιστοποίηση του εργοδοτικού κέρδους στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, θωρακισμένοι με τις κατευθύνσεις της «Λευκής Βίβλου» της ΕΕ.

Οποιαδήποτε συστηματική προσέγγιση και ανάδειξη των ζητημάτων αυτών μας φέρνει στην καρδιά του τρόπου οργάνωσης της εργασίας και της παραγωγής. Μας οδηγεί στην πρόληψη που δεν είναι άλλη από τον περιορισμό, τουλάχιστον, του κινδύνου στην πηγή του και την αποτελεσματική προστασία της υγείας και της σωματικής ακεραιότητας των εργαζομένων. Αυτή η συζήτηση θέτει καίρια ερωτήματα, όπως: ποιος τελικά αποφασίζει και τι, ποιος παράγει, για ποιον παράγει και τι παράγει, ποιος πληρώνει για όλα αυτά: γιατί είναι αδιαμφισβήτητο ότι η λήψη αποτελεσματικών μέτρων για την προστασία και πρόληψη των επαγγελματικών κινδύνων για τους εργαζόμενους στοιχίζει.

Να, γιατί συσκοτίζεται η πραγματικότητα. Να, γιατί δεν υπάρχουν υποδομές και δε γίνεται καταγραφή. Γιατί ενδεχομένως όλα αυτά θα αποκάλυπταν ένα κόστος για την κοινωνία, αλλά και την ίδια την οικονομία και την παραγωγικότητα, πολύ μεγαλύτερο από το κόστος λήψης των απαραίτητων μέτρων βελτίωσης των συνθηκών εργασίας και αποτελεσματικής προστασίας της υγείας των εργαζομένων. Θα δημιουργούσαν τους όρους άσκησης μιας ουσιαστικής πολιτικής στα ζητήματα αυτά, θα οριοθετούσαν προτεραιότητες, που βέβαια στο κέντρο τους θα είχαν τον άνθρωπο και όχι το κέρδος και την ασυδοσία.

Πριν λίγα χρόνια, σιγά - σιγά, όμως όλο και πιο φανερά και σήμερα πλέον χωρίς προσχήματα οι εργοδότες, με κύριο εκφραστή τους τον ΣΕΒ, θέλουν να εκμεταλλευτούν τη σημερινή ευνοϊκή για αυτούς συγκυρία και να καταργήσουν κάθε κατάκτηση των εργαζομένων και στη σφαίρα των δικαιωμάτων και των θεσμών ακόμα. Οπως είναι αυτοί που αφορούν στο ασφαλιστικό καθεστώς που ρυθμίζει την αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου. Ετσι ενώ με το Β.Δ. 1864/51 - πρώτη παγκόσμια πρωτοτυπία - απαλλάσσονται της αστικής ευθύνης για τα εργατικά ατυχήματα ή τις επαγγελματικές ασθένειες (μόνο σε περίπτωση αποδεδειγμένου δόλου ο εργαζόμενος μπορεί να ζητήσει αποζημίωση για ηθική βλάβη)σε αντιστάθμισμα καθιερώθηκε ο θεσμός των ΒΑΕ.


Πρέπει να πληρώσει το κεφάλαιο

Ο θεσμός των Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων αποτέλεσε μια κατάκτηση του συνδικαλιστικού κινήματος στη μεταπολεμική περίοδο και είναι για τη χώρα μας ελάχιστη ασφαλιστική συμβολή στον περιορισμό των συνεπειών του επαγγελματικού κινδύνου όσον αφορά στην πρόωρη φθορά της υγείας των εργαζομένων σε μια σειρά κλάδους, χώρους και ειδικότητες.

Ο θεσμός αυτός προβλέπει σήμερα ειδική μεταχείριση για πάνω από 80 κατηγορίες επαγγελμάτων και περίπου 70 ειδικότητες εργαζομένων. Συγκεκριμένα προέβλεπε μειωμένο κατά πέντε έτη όριο ηλικίας για πλήρη συνταξιοδότηση για όλους τους εργαζομένους που υπάγονται σε αυτόν, καθώς και μια σειρά άλλες ευνοϊκές διατάξεις, όπως η χορήγηση ανθυγιεινού επιδόματος, η πρόβλεψη μειωμένου αριθμού ημερών εργασίας ως προϋπόθεση συνταξιοδότησης κ.ά.

Η συνολική διαπραγμάτευση των σχέσεων κεφαλαίου και εργασίας που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη έφερε, όπως ήταν φυσικό, και το θεσμό των ΒΑΕ στο στόχαστρο αυτών των επιδιώξεων. Με την επίθεση σε αυτόν το θεσμό επιδιώκεται: Πρώτον, να περιοριστεί το καθεστώς της πρόωρης συνταξιοδότησης των εργαζομένων σε αυτά τα επαγγέλματα και δεύτερον να συρρικνωθεί το καθεστώς των οικονομικών απολαβών τους.

Με άλλα λόγια, να μειωθεί ακόμα περισσότερο η αξία της εργατικής τους δύναμης που για τον κεφαλαιοκράτη μεταφράζεται σε επιπλέον κέρδη.

Ασφαλιστική κάλυψη του επαγγελματικού κινδύνου - Πραγματικότητα και προοπτικές

Κυρίαρχη τάση αποτελεί η απαίτηση της πλήρους κατάργησης ακόμα και αυτής της εξευτελιστικής εργοδοτικής «εισφοράς επαγγελματικού κινδύνου» ίσης με το 1% επί των αποδοχών των ασφαλισμένων, που πληρώνουν οι βιομηχανίες της περιοχής πρωτευούσης μόνο και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν.Δ. 4104/60 για τους ασφαλισμένους του ΙΚΑ. Το επιχείρημα που επικαλούνται είναι το λιγότερο αστείο. Ισχυρίζονται ότι υπάρχει πλούσια νομοθεσία για την ΥΑΕ την οποία σαν εργοδότες πρέπει να τηρούν (άσχετα αν φροντίζουν να μην την τηρούν. Ακόμα και αν ελεγχθούν γιατί δεν την τηρούν να συμφέρει να πληρώσουν τα όποια πρόστιμα παρά να λαμβάνουν τα μέτρα συμμόρφωσης). Βέβαια, με την ίδια λογική αφού υπάρχει κώδικας οδικής κυκλοφορίας γιατί να πληρώνουμε ασφάλιστρα για το αυτοκίνητο;

Εντέλει στον τομέα αυτό αποτελούμε μια ακόμα παγκόσμια πρωτοτυπία, αφού σε όλες τις βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες και ανεξάρτητα από το χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος, κάθε εργοδότης είναι υποχρεωμένος να ασφαλίζει τον εργαζόμενο για επαγγελματικό κίνδυνο, ειδικά.

Πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου

Βασικό αίτημα που θα πρέπει να γίνει υπόθεση αγώνα για την εργατική τάξη ως πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση του επαγγελματικού κινδύνου είναι η συγκρότηση και λειτουργία ασφαλιστικού κλάδου πρόληψης και αντιμετώπισης του επαγγελματικού κινδύνου και των συνεπειών του.

Σε αυτόν τον κλάδο να εντάσσονται υποχρεωτικά όλοι οι εργαζόμενοι που παρέχουν εξαρτημένη εργασία οποιασδήποτε μορφής σε κάθε τομέα της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας και των υπηρεσιών δημοσίου και ιδιωτικού χαρακτήρα. Κάθε εργοδότης θα καταβάλλει υποχρεωτικά εισφορά επαγγελματικού κινδύνου για κάθε εργαζόμενο. Το ύψος αυτής της εισφοράς θα καθορίζεται με βάση:

1) Το βαθμό επικινδυνότητας του κλάδου στον οποίο ανήκει η επιχείρηση.

2) Τους δείκτες επικινδυνότητας της συγκεκριμένης επιχείρησης:

  • Αριθμό ατυχημάτων ανά έτος
  • Επαγγελματικές ασθένειες ανά έτος
  • Αποτελέσματα μετρήσεων βλαπτικών παραγόντων
  • Τα στοιχεία της γραπτής εκτίμησης των επαγγελματικών κινδύνων που οι εργοδότες υποχρεούνται να εκπονούν
  • Το βαθμό τήρησης της σχετικής με την ΥΑΕ νομοθεσίας
  • Τους γενικούς και ειδικούς δείκτες νοσηρότητας και απουσιασμού των εργαζομένων για λόγους υγείας κατά επιχείρηση και κλάδο.

Το ασφάλιστρο αυτό θα αναπροσαρμόζεται κάθε χρόνο με βάση τα παραπάνω δεδομένα. Με τον τρόπο αυτό ο εργοδότης θα είναι αναγκασμένος να παίρνει μέτρα βελτίωσης των συνθηκών εργασίας και τήρησης της νομοθεσίας που αφορά στην ΥΑΕ, αφού αν δεν το κάνει, οι δαπάνες για την ασφαλιστική κάλυψη θα του στοιχίζουν, αν όχι περισσότερα, τουλάχιστον το ίδιο.

Καταλήγοντας θα πρέπει να υπογραμμίσουμε τούτο: Για την αντιμετώπιση τόσο σοβαρών προβλημάτων είναι αναγκαίος και ο απαραίτητος συσχετισμός δύναμης. Τα οξυμένα και ζωτικά προβλήματα των εργαζομένων και οι πραγματικές τους ανάγκες αποτελούν πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη νέων συσχετισμών δυνάμεων, για να μείνουμε τάξη και όχι υπο-τάξη, στο προσκήνιο της ζωής και όχι αμέτοχοι στο περιθώριο.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ