ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 5 Μάρτη 2017
Σελ. /40
Αντιστοίχιση της ιδεολογικής-πολιτικής μας δουλειάς με τη δράση

Το Κόμμα μας, σε όλη την ιστορία του, πορεύθηκε αταλάντευτα με τη θέση ότι διανύουμε την εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο Σοσιαλισμό. Ομως, καθοριστικό για το σήμερα είναι ότι αποκαταστήσαμε μια άλλη αλήθεια: ότι η εποχή μας καθορίζει τον χαρακτήρα της επανάστασης και όχι ο συσχετισμός δυνάμεων.

Τώρα, η ταξική πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού, για την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας, το Σοσιαλισμό διεξάγεται μέσα από ένα Κομμουνιστικό Κόμμα με ξεκάθαρη Στρατηγική και τακτική. Το χρωστάμε στους συντρόφους μας που έδωσαν τη νικηφόρα μάχη ενάντια στους οπορτουνιστές στο 13ο Συνέδριο, σ' εκείνους που άντεξαν και επανατοποθέτησαν όλα τα συστατικά στοιχεία της ταξικής πάλης στην πολιτικής μας δράση.

Ανοίξαμε συζητήσεις μέσα κι έξω από το Κόμμα (θεωρία των σταδίων, το Σοσιαλισμό που γνωρίσαμε, τη μη συμμετοχή μας σε αστικές κυβερνήσεις, το ρόλο του οπορτουνισμού και του ρεφορμισμού ως φορείς της αστικής ιδεολογίας στην εργατική τάξη, την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, τη στάση που πρέπει να κρατήσει η εργατική τάξη στον πόλεμο κα.). Τα αραχνιασμένα αμπαζούρ (ηλεκτρονικός φραξιονισμός, Εργατικός Αγώνας, Νέα Σπορά κα.) ηττηθήκαν κατά κράτος ως προς το στόχο τους να ενσωματώσουν το ΚΚΕ στο σύστημα -έγιναν μέρος του ντεκόρ στα μουχλιασμένα αστικά σαλόνια, παρέα με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τη ΛΑΕ και άλλες δυνάμεις του «νέου ΕΑΜ»(!). Με το Πρόγραμμά μας έχουμε έρθει σε θέση ισχύος στην αντιπαράθεση με τον οπορτουνισμό, τον ρεφορμισμό και την αστική τάξη. Το ζήτημα είναι, αυτή η ισχύς να αντιστοιχηθεί με την δράση μας.

Για να γίνει αυτό, οι Τομεακές Οργανώσεις χρειάζεται να αξιοποιήσουν τον τρόπο δουλειάς των παραπάνω Οργάνων, να βοηθήσουν τις ΚΟΒ να εξειδικεύσουν την παρέμβασή τους στους χώρους ευθύνης τους, αξιοποιώντας το ιδεολογικό-πολιτικό οπλοστάσιό μας. Κάποιες προϋποθέσεις:

  • Το προηγούμενο διάστημα μετρήσαμε θετικά βήματα αφομοίωσης. Θα πρέπει να συνεχιστούν, ώστε το Πρόγραμμά μας να γίνει κτήμα των Κομματικών και Κνίτικων μελών, των συνοδοιπόρων μας.
  • Ιεράρχηση των χώρων παρέμβασης με βάση τα κριτήρια για την οικοδόμηση του Κόμματος. Χρειάζεται συνδυαστική δουλειά κι επεξεργασία για κάθε χώρο, ακόμα και για κάθε λαϊκή γειτονιά. Θα πρέπει να ξεπεράσουμε (σε ένα βαθμό το έχουμε καταφέρει) τον περιορισμό της δράσης μας σε μια εξόρμηση με μια Κομματική ανακοίνωση, την επανάπαυση στην εμβέλεια που έχει το Κόμμα, πέρα από εκείνη που φτάνουν οι δυνάμεις μας. Ο σχεδιασμός των εδαφικών ΚΟΒ δεν μπορεί να προσεγγίζει την κομματική οικοδόμηση σαν μια γενική στόχευση στην οποία παίζει απλά επικουρικό ρόλο.
  • Οπου πάμε σχεδιασμένα και προετοιμασμένα αποδείχτηκε ότι μετράμε βήματα, κι ας είναι βασανιστικά. Πχ. στα super markets στο χώρο ευθύνης μας, δεν αρκούσε να παρεμβαίνεις με τη γενική γραμμή αντιπαράθεσης. Εργοδοσία και εργοδοτικός συνδικαλισμός έχουν κοινή στόχευση: την προσαρμογή των αναγκών των εργαζομένων στο πλαίσιο των απαιτήσεων του κεφαλαίου. Διαφορετικά όμως είναι τα ιδεολογήματα που χρησιμοποιούν στο «Σκλαβενίτης», διαφορετικά στο «Μαρινόπουλος». Οι εδαφικές ΚΟΒ της Καλλιθέας βοηθήθηκαν από τη γενικευμένη εμπειρία που ήρθε μέσα από τον «Ριζοσπάστη», την ΚΟΜΕΠ και τον κοινό σχεδιασμό με τις κλαδικές. Οι σύντροφοι απέκτησαν περισσότερη σιγουριά, δημιουργήθηκαν βάσεις για να αναπτυχθούν δεσμοί με τους εργαζόμενους. Παράλληλα, οι συσκέψεις των ΚΟΒ με εργαζόμενους σε παραγωγική ηλικία βοήθησε αμφότερους. Πίσω έχουμε μείνει στη δουλειά μας με τους ανέργους. Χρειάζεται καλύτερη επεξεργασία των ιδιαιτεροτήτων που έχει αυτή η ομάδα, αξιοποίηση εκείνων που συμμετέχουν στα προγράμματα του ΟΑΕΔ (οκτάμηνα, voucher κα.). Σίγουρα έχουμε δρόμο ακόμα μέχρι να καταφέρουμε να διαπεράσει αυτός ο τρόπος δουλειάς όλες τις Κομματικές δυνάμεις, μαζί και των συνοδοιπόρων μας.
  • Με δεδομένο την κατάσταση που επικρατεί στο εργατικό-λαϊκό κίνημα, μετρήσαμε κάποια βήματα, αλλά πίσω από τις δυνατότητές μας. Οι Λαϊκές Επιτροπές μπορεί να μας αφήνουν ικανοποιημένους στο επίπεδο της ταξικής αλληλεγγύης όχι όμως στο βαθμό συσπείρωσης και έκφρασης της Κοινωνικής Συμμαχίας. Χρειάζεται να βαθύνει η συζήτηση για τη στρατηγική σημασία που έχει, για το πώς θα αναπτύξουμε αντικαπιταλιστικούς-αντιμονοπωλιακούς δεσμούς μεταξύ των τμημάτων της.
  • Να οξύνουμε την ιδεολογική διαπάλη. Τόσο με τον οπορτουνισμό και το ρεφορμισμό όσο και με την αστική ιδεολογία, το φασισμό, την Εκκλησία κα. Η αστική τάξη, μετά την πρώτη της ιστορική ήττα το 1917 και ειδικά μετά τον 2ο ΠΠ με τη διεύρυνση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, δεν είναι ίδια. Εβγαλε συμπεράσματα, τα επεξεργάστηκε, έγινε πιο ευέλικτη απέναντι στην εργατική τάξη. Γνωρίζει ότι η προσωρινή νίκη της αντεπανάστασης είναι προσωρινή, προετοιμάζεται κι αυτή για την κρίσιμη σύγκρουση, κατασταλτικά, ιδεολογικά, πολιτικά. Η κυριαρχία της εκφράζεται και με τον ιδεαλισμό που τσακίζει κόκκαλα, από τα σχολεία μέχρι το επιστημονικό προσωπικό κάθε δομής, όμως η αντίθεση κεφάλαιο-εργασία είναι ο βρόχος της. Επομένως η ιδεολογική θωράκιση είναι καθοριστική και για την αντοχή μας και για την απόσπαση δυνάμεων από τον αντίπαλο. Οι ΚΟΒ, όπως κουβεντιάζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός χώρου, το ίδιο πρέπει να κάνουν και με τον τρόπο που παρεμβαίνει η αστική τάξη μέσα από μεγάλης κλίμακας δομές (πχ. ίδρυμα Νιάρχος, ίδρυμα Αγγελικούση κα.), να ασχοληθούν εκτενέστερα, να μελετήσουν, εκτός από τις οικονομικές, και τις ιδεολογικές πτυχές παρέμβασης στην εργατική τάξη.
  • Η μάχη δεν μπορεί να κερδηθεί χωρίς τα όπλα μας: το «Ριζοσπάστη», την ΚΟΜΕΠ, το Μ-Λ βιβλίο. Υπάρχουν αντικειμενικοί παράγοντες που δυσκολεύουν την αποκατάσταση της σχέσης ενός μεγάλου μέρους του Κομματικού δυναμικού με τα παραπάνω, αλλά υπάρχουν αρκετοί υποκειμενικοί όροι που δεν τους έχουμε εξαντλήσει, (διαχείριση του χρόνου, των οικονομικών μας κα.). Η συζήτηση έχει ανοίξει και θα συνεχισθεί δίνοντας βάρος στις νεότερες ηλικίες που πρέπει να αποκαταστήσουν τη σχέση τους με το διάβασμα. Ειδικά για την ΚΝΕ, οι Κομματικές Οργανώσεις έχουν καθήκον να την αγκαλιάσουν ακόμα περισσότερο, να στηρίξουν τους νέους κομμουνιστές στην ιδεολογική-πολιτική μάχη που δίνουν απέναντι στις δυνάμεις του οπορτουνισμού και της κυρίαρχης ιδεολογίας. Η πείρα δείχνει ότι έτσι ριζώνουν καλύτερα τα κομμουνιστικά χαρακτηριστικά στη νέα γενιά Κομματικών μελών. Νομίζω ότι στις προϋποθέσεις στρατολογίας (Θ.68, σ.84), θα έπρεπε να συμπεριληφθεί το διάβασμα του «Ριζοσπάστη».

Με τις Θέσεις του 20ου Συνεδρίου, το Πρόγραμμά μας και τις επεξεργασίες που έχουμε κάνει και θα κάνουμε, τα πατήματά μας έχουν γίνει σίγουρα, μπορούμε να γίνουμε ικανοί και για άλματα.


Αλέξης Ματής
Μέλος του Γραφείου της Τ.Ε. Νότιου Τομέα

Για το φοιτητικό - σπουδαστικό κίνημα

Στην παράγραφο 49 των Θέσεων «Η πάλη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος» δίνεται η ουσία της αναγκαιότητας πιο πολύ από ποτέ να ισχυροποιηθεί ο αγώνας σε όλα τα επίπεδα διεκδικήσεων ούτως ώστε να μη βρίσκεται διαρκώς σε άμυνα.

Θεωρώ ότι οι Θέσεις αναλύουν σε μεγάλο βαθμό το κομμάτι της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος και των συμμάχων στρωμάτων του.

Συγκεκριμένα, όταν μιλάμε για το νεολαιίστικο κίνημα κατά τη γνώμη μου πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη και τις συνολικότερες εξελίξεις που επιδρούν σήμερα στη συνείδηση του κόσμου αλλά και μια σειρά ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που επιδρούν ιδιαίτερα στη νεολαία, την απαξίωση των συλλογικών διαδικασιών.

Με βάση το παραπάνω αλλά και μια σειρά αντικειμενικών εξελίξεων που θα έρθουν το επόμενο διάστημα δημιουργούνται προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αγώνων. Εμείς θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι ώστε να δώσουμε τη ριζοσπαστική κατεύθυνση που χρειάζεται το φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα ώστε ο αγώνας του να φέρνει αποτελέσματα.

Εχουμε και θετική και αρνητική πείρα που πρέπει να αξιοποιήσουμε ώστε να πούμε ότι το επόμενο διάστημα θα βρεθούμε στο ύψος των απαιτήσεων της καθοδήγησης του φοιτητικού και σπουδαστικού κινήματος.

Δεν έχουμε κατακτήσει ακόμα το να δουλεύουμε με διαφορετικές γνώμες, να ανοίγουμε δηλαδή την πρότασή μας πλατιά σε μάζες νεολαίας για τη θέση μας για την ανασύνταξη του κινήματος. Τα τρία συστατικά στοιχεία της δουλειάς μας που πιστεύω ότι πρέπει να αναπτύξουμε το επόμενο διάστημα ώστε να μετρήσουμε βήματα είναι:

Να οξύνουμε το βαθμό της ιδεολογικοπολιτικής διαπάλης, αντιπαράθεσης όχι μόνο με τις άλλες δυνάμεις αλλά συνολικά με την κυρίαρχη αντίληψη που υπάρχει στα μυαλά ενός κόσμου, τη λογική της μοιρολατρίας, της ανάθεσης, του συμβιβασμού. Καθετί που κάνουμε να αφήνει αποκρυσταλλώματα στη συνείδηση των φοιτητών και σπουδαστών σήμερα, αν σκεφτούμε ότι αυτά τα παιδιά θα είναι η νέα βάρδια της εργατικής τάξης.

Ταυτόχρονα με αυτήν τη δουλειά πρέπει να αναδεικνύουμε τις σύγχρονες ανάγκες στη μόρφωση, στην επαγγελματική Εκπαίδευση και στη δουλειά με δικαιώματα που σήμερα καταπατούνται (σε κάθε χώρο ξεχωριστά), αλλά και τα εμπόδια που μπαίνουν σήμερα για να καλυφθούν αυτές μας οι ανάγκες. Η δουλειά δηλαδή της εξειδίκευσης ανά χώρο να συνδέεται με το αντιμονοπωλιακό - αντικαπιταλιστικό περιεχόμενο που πρέπει να πάρει αυτός ο αγώνας. Εχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε στη σύνδεση του περιεχομένου με τις μορφές που θέλουμε να αξιοποιήσουμε κάθε φορά. Πώς δηλαδή ένας κόσμος που δεν έχει καμία σχέση με τις θέσεις του Κόμματός μας με διάφορους τρόπους θα έρχεται σε επαφή μαζί τους. Χαρακτηριστικές είναι, ως μορφή που μας έχει βοηθήσει πάνω στη σύνδεση των σπουδαστών με το εργασιακό τους μέλλον, οι πετυχημένες ημερίδες που πραγματοποιήθηκαν την περασμένη χρονιά σε μια σειρά συλλόγους με εκλεγμένα μέλη σωματείων. Οι φοιτητές και σπουδαστές είχαν την ευκαιρία να μάθουν, σε αντίθεση με αυτά που μαθαίνονται στα αμφιθέατρα, ποιο είναι το εργασιακό καθεστώς σήμερα, που στην τελική πρέπει να στρέψει σήμερα τα βέλη της η νεολαία για να διεκδικήσει αυτά που της αξίζουν.

Ανάπτυξη αγώνων και αντιστάσεων με σκοπό να πολλαπλασιάζονται οι μορφές συλλογικότητας και οργάνωσης, να ανεβεί το επίπεδο λειτουργίας των συλλόγων, συνολικά στο να γίνονται βήματα για την ανασύνταξη του φοιτητικού κινήματος, στην αλλαγή συσχετισμών, στην άνοδο συσπείρωσης γύρω από το ΜΑΣ. Εχουμε μετρήσει πολλά βήματα στη δημιουργία δομών, που βοηθάνε σε ένα βαθμό σε αυτήν την κατεύθυνση. Αυτές οι δομές θα παίξουν το ρόλο των κυττάρων της ανασύνταξης και συσπείρωσης, θα αυξάνουν το βαθμό οργάνωσης και αντίστασης μέσα σε κάθε έτος, κάθε τμήμα, κάθε εργαστήριο. Μιλώντας με τους όρους στο τι ρόλο θέλουμε να παίζει το ΜΑΣ στην κοινωνική συμμαχία είναι επιτακτική ανάγκη να προχωρήσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα και ο βαθμός συσπείρωσης αλλά κυρίως η διάρκεια που θα έχουν αυτές οι δομές. Δε θα είναι ένα όργανο - φάντασμα δηλαδή που θα δημιουργείται κάθε αρχή της χρονιάς και δε θα παίζει κανένα ρόλο στις μαζικές διαδικασίες. Αντίθετα, θα είναι ένα όργανο που θα συνεδριάζει σταθερά, πάνω σε ζητήματα του έτους, θα έχει και δικό της πλαίσιο πάλης και πρόγραμμα δράσης, θα εξειδικεύει τα πλαίσια των Γενικών Συνελεύσεων, θα συνεισφέρει με τη μεταφορά πείρας σε ΓΣ. Ιδιαίτερα ως Κόμμα πρέπει να βοηθήσουμε στην καλύτερη κατανόηση και ανάδειξη του ΜΑΣ ως αυτού που είναι. Ως πόλου αντικαπιταλιστικής - αντιμονοπωλιακής συσπείρωσης συλλόγων, δομών και επιτροπών αγώνα.

Σύμφωνα με τη θέση 61, «βασική προϋπόθεση είναι η ισχυροποίηση της ΚΝΕ και του ΚΚΕ μέσα στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, η ενίσχυση της ιδεολογικής - πολιτικής και οργανωτικής δουλειάς της ΚΝΕ, η συνεργασία, ο σχεδιασμός και ο συντονισμός με τις αντίστοιχες Κομματικές Οργανώσεις». Στόχος μας θα πρέπει να είναι το πώς θα διαμορφώνονται νεολαίοι που σήμερα θα λένε όχι στην ακόμα μεγαλύτερη είσοδο επιχειρήσεων στις σχολές, στο πετσόκομμα της γνώσης. Σε αυτό που θα πρέπει να γίνει καθοριστικό βήμα όμως είναι να διαμορφώνουμε νεολαίους που δε θα μένουν μόνο σε αυτό αλλά θα αποκτούν συνολικό κριτήριο για τη στάση τους απέναντι στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης.


Σταύρος Καράμπαλης
Μέλος του ΣΠ Δυτικής Ελλάδας της ΚΝΕ

Για τη σχέση Κόμματος - κινήματος

Από το σύνολο των Θέσεων γίνεται αισθητή η εξέλιξη και ωρίμανση στη σκέψη του Κόμματος. Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο και πιστεύω πως χρειάζεται να γίνει συγκροτημένη και μη βιαστική κουβέντα, να μην αφήσουμε περιθώριο στην τυπική συμφωνία και τελικά να μην εκφράζεται στην πράξη.

Θέλω να αναφερθώ κυρίως στη σχέση Κόμματος - κινήματος, κατά κάποιο τρόπο με αφορμή τις Οργανώσεις και τους χώρους των ΑΕΙ, παίρνοντας υπόψη ότι στη συνολική κατανόηση του ζητήματος επιδρά ακόμα και στις δικές μας δυνάμεις η αρνητική κατάσταση του φοιτητικού κινήματος, όπως για παράδειγμα οι γενικές συνελεύσεις με απαρτία τα μπλοκ των παρατάξεων, οι επιτροπές αγώνα που ενώ στήθηκαν με πολύ κόπο, δύσκολα συμμετέχει ένας νέος άνθρωπος κ.λπ.

Πρώτα θέλω να σημειώσω την αντίφαση που γράφουν οι Θέσεις, ότι δηλαδή ενώ είμαστε επαναστατικό κόμμα, με επαναστατική στρατηγική και τακτική, δρούμε σε μη επαναστατικές συνθήκες, που δεν ευνοούν την επαναστατική ανατροπή. Σε συνθήκες δηλαδή που ο συσχετισμός δύναμης είναι αρνητικός, δεν ανατρέπεται. Νομίζω πως πρέπει να αποτελέσει κομμάτι της κουβέντας, από την άποψη του αν υπάρχει ανάγκη πάλης και δράσης στο σήμερα και πώς την αντιλαμβανόμαστε, ή εάν αναμένουμε κατά κάποιο τρόπο την επαναστατική κατάσταση, αφού δεν μπορούμε να την καθορίσουμε κιόλας.

Επιπλέον, έχει ουσιαστική σημασία το πού μας οδηγεί στην πράξη ο αρνητικός συσχετισμός δύναμης: (α) στο να βάζουμε μόνοι μας όρια στην αποτελεσματικότητα, στο όνομα του ότι σήμερα δεν πείθουμε; `Η για παράδειγμα εύκολα να αποδίδουμε τις δικές μας αδυναμίες σε αντικειμενική κατάσταση; (β) στο να υποτιμάμε τα αντικειμενικά όρια που μπαίνουν στο πόσοι μπορούν να πειστούν εντέλει σήμερα, που πολλές φορές καταλήγει στην απλή συνθηματολογία ως ικανή για να πείσουμε ή στην απογοήτευση και την υποχώρηση. Στο δεύτερο μπορεί να συμβάλει το γεγονός ότι στην καθημερινότητα μερικές φορές, κάτω από το άγχος, αποτελεί κριτήριο μέτρησης της δουλειάς μας κατά κύριο λόγο το ποσοτικό. Ακόμα, πώς ανοίγουμε το ζήτημα στον κόσμο που μας λέει «δεν πείθει το Κόμμα έτσι, χρειάζεται κάτι πιο άμεσο», αλλά και τι πίεση ασκεί αυτή η λογική της αναζήτησης τρόπου για εύκολη και γρήγορη συσπείρωση κόσμου στις δυνάμεις μας.

Αυτό που μας απασχολεί είναι να είμαστε συνεπείς ως προς το στρατηγικό μας στόχο, το σοσιαλισμό - κομμουνισμό, λαμβάνοντας όμως υπόψιν τον παράγοντα μη επαναστατικές συνθήκες, συσχετισμός δύναμης, όχι για να διαμορφώσει το Κόμμα διαφορετική στρατηγική, αλλά για να τον αλλάξουμε μέχρι ένα σημείο, για να επιδράσουμε στη συνείδηση. Δηλαδή με ποιο τρόπο δουλεύουμε ώστε να κατακτάμε και στην πράξη τον καθοδηγητικό ρόλο μας στην κίνηση των λαϊκών μαζών. Αρα κατά βάση πώς θέτουμε το ζήτημα της εργατικής εξουσίας με βάση το επίπεδο συνείδησης; Η δική μας προσπάθεια έχει στόχο να κερδίζουμε σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή γραμμή πάλης ώστε την κρίσιμη στιγμή κάποιους να τους κερδίσουμε και όσο το δυνατόν περισσότερους από τους υπόλοιπους να τους ουδετεροποιήσουμε. Ξέρουμε ότι ο συσχετισμός δεν είναι στατικός, αλλάζει και σε αυτές τις συνθήκες μέχρι ένα σημείο και είμαστε εξοπλισμένοι με συγκεκριμένα κριτήρια για να τον εκτιμάμε σε κάθε φάση.

Εχουμε στο νου μας ότι το αυθόρμητο, που σήμερα είναι ακόμα κι αυτό δύσκολο να κινητοποιήσει, δηλαδή το να παλέψει κάποιος για την καλυτέρευση των όρων της ζωής του, δεν οδηγεί στην επαναστατική πολιτική πάλη από μόνο του. Ο τρόπος με τον οποίο εμείς θέτουμε τα οικονομικά αιτήματα πολιτικοποιεί την πάλη. Δηλαδή αξιοποιούμε αιτήματα που φωτίζουν τα όρια του καπιταλισμού, το ότι δεν μπορεί να τα ικανοποιήσει. Για παράδειγμα, το αίτημα για αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης στο ύψος των αναγκών μας/καμία επιχειρηματική λειτουργία στις σχολές, δεν προδίδει ότι δεν μας καλύπτουν τα ψίχουλα ή το πτυχίο μοναδική προϋπόθεση για πλήρη και σταθερή εργασία με δικαιώματα δεν εκθέτει το καπιταλιστικό σύστημα ή η αξιοποίηση της επιστημονικής έρευνας προς όφελος του λαού δεν δείχνει το δρόμο για άλλη εξουσία; Βέβαια, όλα αυτά χρειάζονται επεξεργασία, δούλεμα, παραδείγματα, επιχειρηματολογία, συστηματική δουλειά. Για παράδειγμα, πώς συνολικά αξιοποιούμε παραδείγματα σχολών που οι επιχειρήσεις είναι ήδη μέσα και παράλληλα άθελά μας να μην ενισχύουμε το ότι «τουλάχιστον εκεί έχουν κάτι παραπάνω, ακόμα και με ιδιώτες», αλλά να ξεμπροστιάζουμε αυτή τη λύση, να συγκρουόμαστε με τη λογική του μικρότερου κακού και παράλληλα μέσα από τη δική μας πρόταση να αντιπαρατιθόμαστε με τις άλλες δυνάμεις. Ακόμα, είναι ζήτημα στους χώρους μας να λύσουμε το ότι ο κομμουνιστής δεν φοράει άλλη μάσκα όταν απευθύνεται για μία κινητοποίηση και άλλη όταν απευθύνεται για μία εκδήλωση του Κόμματος.

Στοίχημα σε όλη αυτή τη δουλειά είναι ο κομμουνιστής, με σταθερότητα στη θεωρία, να διαμορφώνει αιτήματα που συσπειρώνουν κόσμο, τον ριζοσπαστικοποιούν και παράλληλα δεν τον αφήνουν αβοήθητο στις πιέσεις και στα αντίπαλα ιδεολογήματα. Σε αυτή την κατεύθυνση άλλους τους κερδίζουμε και άλλους τους χάνουμε, δεν είναι ευθύγραμμη πορεία επειδή εμείς θα γινόμαστε καλύτεροι.

Αλλο ζήτημα είναι η θολούρα γύρω από τα συνδικαλιστικά όργανα, τα όργανα των φοιτητικών συλλόγων, όπως γιατί συμμετέχουμε, τι περιμένει ένας οπαδός ή ευρύτερα κόσμος εάν βγούμε 1η δύναμη ή πάρουμε την αυτοδυναμία σε ένα σύλλογο, αλλά και τι καλλιεργούμε εμείς άθελά μας γύρω από αυτό. Γιατί για παράδειγμα κι εκεί που είμαστε αυτοδύναμοι υπάρχει η παρέμβαση της αστικής ιδεολογίας, επηρεάζει η συνολικότερη υποχώρηση του εργατικού - λαϊκού και του φοιτητικού κινήματος, υπάρχει επεξεργασμένη επίδραση του αστικού πανεπιστημίου (διοίκησης, καθηγητών, επιχειρήσεων που αλωνίζουν), αντιμετωπίζουμε ρεφορμιστικά, οπορτουνιστικά ιδεολογήματα με ή χωρίς οργανωμένη παρέμβαση του αντιπάλου και βέβαια δεν σημαίνει η αυτοδυναμία υιοθέτηση από τους φοιτητές του Προγράμματος του Κόμματος. Αυτά που λέμε όμως παλεύουμε να γίνουν κτήμα μαζών και από αυτή την άποψη παρεμβαίνουμε στα όργανα του κινήματος.

Τέλος, θέλω να πω μία σκέψη όσον αφορά στη γνώση σε αντίθεση με την πληροφορία. Πιστεύω πως έως ένα βαθμό, εκτός από τη μελέτη του «Ριζοσπάστη», ενισχύεται από το πώς καθοδηγούμε ή καθοδηγούμαστε. Για παράδειγμα, όταν προκύψει ένα ζήτημα είναι πιο εύκολο να παραπέμψουμε τον σύντροφο στο πόρταλ, υποτιμώντας την ουσιαστική συζήτηση, δίνοντας κατά κάποιο τρόπο πρώτα από τη μεριά μας πληροφορίες/ενημέρωση και παραλείπουμε έως ένα βαθμό το πώς διαμορφώνουμε ουσιαστικά συντρόφους με έγνοια για μελέτη και κριτική αφομοίωση.


Μυρτώ Κανάκη
Μέλος του ΠΣ ΑΕΙ Αττικής της ΚΝΕ

Το ζήτημα της αφομοίωσης του Προγράμματος στο σχεδιασμό και τη δράση της ΚΟΒ

Ολα τα προηγούμενα χρόνια μάς απασχόλησε το ζήτημα της αφομοίωσης μιας σειράς πλευρών του Προγράμματος του Κόμματος. Κατ' αρχάς, χρειάζεται συζήτηση γύρω από την ίδια την έννοια της αφομοίωσης. Τα μαθήματα, οι διαλέξεις κ.ά., είναι απαραίτητα, χωρίς να λείπουν και από αυτήν τη δουλειά ελλείψεις, αδυναμίες ή και προχειρότητα πολλές φορές στην υλοποίηση.

Ομως, η αφομοίωση του Προγράμματος δεν μπορεί παρά να εκφράζεται και στην πράξη, στην καθημερινή δουλειά των Οργανώσεων και των καθοδηγητικών οργάνων.

Από το Πρόγραμμα, σαν κύριο καθήκον σήμερα μπαίνει η προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα, έτσι ώστε να καταφέρει σε επαναστατικές συνθήκες, να δώσει νικηφόρα τη μάχη της επαναστατικής διαδικασίας.

Η ερώτηση, επομένως, στην οποία χρειάζεται να απαντήσουμε είναι κατά πόσον προσανατολίζουμε τη δουλειά μας σε αυτήν την κατεύθυνση. Δεν μπορούμε να μιλήσουμε για αφομοίωση του Προγράμματος του Κόμματος, αν οι ΚΟΒ δεν έχουν προσανατολισμό και συγκεκριμένο σχέδιο που να πατάει στο χώρο ευθύνης τους, με στόχους την οικοδόμηση στέρεων πολιτικών δεσμών με έναν ολοένα και πιο διευρυμένο περίγυρο, όσο το δυνατό με τα κοινωνικοταξικά χαρακτηριστικά που περιγράφουμε και ταυτόχρονα πρωτοπόρα και πολύμορφη δράση που να κατευθύνεται στην ένταξη και συμμετοχή νέων δυνάμεων στους μαζικούς φορείς του κινήματος.

Τα χαρακτηριστικά αυτά στη δουλειά και στις συνεδριάσεις των ΚΟΒ εκφράζονται, σε αρκετές περιπτώσεις, ή αποστεωμένα από το περιεχόμενό τους ή σαν αποσπασματικοί στόχοι μπροστά σε επιμέρους σταθμούς της δράσης. Αποτέλεσμα τέτοιων αδυναμιών είναι αρκετές κομματικές δυνάμεις - κατά κύριο λόγο εδαφικών Οργανώσεων - να αντιλαμβάνονται ότι το κύριο περιεχόμενο της δράσης μας είναι να συζητάμε με έναν κόσμο που μας προσεγγίζει για τις γενικές θέσεις του Κόμματος και να προσπαθούμε να τους πείσουμε ότι είναι σωστές.

Η δουλειά αυτή είναι προφανώς αναγκαία, αλλά θα μένει στενή και περιορισμένη, δύσκολα τροφοδοτούμενη με καινούργιο κόσμο, όσο τα παραπάνω χαρακτηριστικά παραμένουν σε δεύτερη μοίρα. Προκύπτει επομένως το ερώτημα: Τι μέτρα θα πάρουμε για να βελτιώσουμε τέτοιες πλευρές της δράσης μας.

Κατά τη γνώμη μου, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα δεν είναι εύκολη.

Σχηματικά και με τον κίνδυνο να κρυφτεί η αλληλοσυσχέτιση των διάφορων παραγόντων, χρειάζεται να πάρουμε υπόψη μας, ανάμεσα σε άλλα και τα εξής:

-- Τις αντικειμενικές δυσκολίες που έχουν οξυνθεί την περίοδο της οικονομικής κρίσης (όπως περιγράφονται στις Θέσεις και σε διάφορα ντοκουμέντα του Κόμματος). Δεν μπορεί παρά ο σχεδιασμός μας να παίρνει υπόψη του αυτές τις δυσκολίες, όχι για να υποτάσσεται σε αυτές, αλλά για να τις αντιμετωπίζει όσο αυτό είναι δυνατό. Π.χ.: Η αύξηση και διατήρηση σε υψηλά ποσοστά της ανεργίας έχει εντείνει σε μεγάλο βαθμό το φόβο μπροστά στην απεργία, τη συνδικαλιστική δράση, την ίδια την εγγραφή στο σωματείο. Αυτό δεν μπορούμε να το προσπερνάμε είτε λέγοντας ένα σύνθημα, είτε από την άλλη λέγοντας «δεν πειράζει, τα πράγματα είναι δύσκολα, αφού συμφωνείς ότι το ΚΚΕ τα λέει καλά, αυτό φτάνει».

Χρειάζεται ιδιαίτερη επεξεργασία, με βάση τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, για να μπορούμε να κάνουμε βήματα στην κατεύθυνση που θέλουμε. Δεν είναι σωστό, να χρησιμοποιούμε τα αντικειμενικά εμπόδια σαν άλλοθι για περιορισμένα αποτελέσματα της δράσης μας, αλλά ούτε από την άλλη να θεωρούμε ότι περνάνε τα πάντα από το χέρι μας.

-- Η συνολική δραστηριότητα του Κόμματος και η επίδρασή της στη συνείδηση των εργαζόμενων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Η δραστηριότητα κάθε ΚΟΒ είναι αναπόσπαστο κομμάτι της συνολικής παρέμβασης του Κόμματος. Συμβάλλει και ταυτόχρονα επηρεάζεται από το σύνολο της δράσης του Κόμματος. Η εύστοχη προπαγάνδα, οι στοχευμένες κεντρικές πρωτοβουλίες, τα συνθήματα κ.ά., βοηθούν την κάθε ΚΟΒ να ανοίξει πιο εύκολα την παρέμβασή της, να αναπτύξει επιμέρους πρωτοβουλίες πάνω σε πιο ευνοϊκό έδαφος, να πολλαπλασιάσει τα αποτελέσματα της δράσης της. Επίσης, ο έγκαιρος προσανατολισμός της δράσης μιας Οργάνωσης με βάση τις κεντρικές κατευθύνσεις, προσφέρει την αναγκαία εξειδίκευση άρα και μεγαλύτερη διείσδυση σε εργατικές - λαϊκές μάζες.

-- Η πορεία ανασύνταξης του εργατικού κινήματος και η έκφρασή της στη λειτουργία των σωματείων και των άλλων μαζικών φορέων του κινήματος. Διαφορετικός θα πρέπει να είναι ο σχεδιασμός αν σε μια γειτονιά υπάρχουν συγκεντρωμένοι εργασιακοί χώροι με οργανωμένη παρέμβαση από τα σωματεία ή αν υπάρχει σύλλογος γυναικών και διαφορετικός αν οι μαζικοί φορείς δεν υπάρχουν σε μια γειτονιά. Διαφορετική θα πρέπει να είναι η δουλειά για μια εγγραφή σε ένα σωματείο με τυπική λειτουργία και διαφορετική για ένα σωματείο με πολύμορφη δραστηριότητα.

-- Η προετοιμασία των ΚΟΒ. Περιγράφεται στις Θέσεις η αναγκαιότητα της μελέτης των χαρακτηριστικών του κάθε χώρου ευθύνης. Είναι ευθύνη των καθοδηγητικών οργάνων, με βάση τη γνώση του χώρου που καθοδηγούν να καταλήγουν και ανάλογο σχέδιο, το οποίο να φτάνει ολοκληρωμένο στις ΚΟΒ, να δίνεται βάρος στο ουσιαστικό περιεχόμενο του κάθε σχεδίου, να γίνονται βήματα στα ενιαία χαρακτηριστικά της δράσης μας. Π.χ.: το κύριο ζήτημα στη συζήτηση μιας ΚΟΒ που βλέπει το σχεδιασμό της Λαϊκής Επιτροπής, δεν πρέπει να είναι το πού θα μαζευτεί και πότε, αλλά πώς τα βήματα του σχεδιασμού συμβάλλουν στο να αποκτάει η Λαϊκή Επιτροπή τα χαρακτηριστικά που θέλουμε. Η προετοιμασία αυτή προφανώς είναι άρρηκτα δεμένη με τη συστηματική ιδεολογική δουλειά, την ουσιαστική πολιτική ενημέρωση, την αξιοποίηση του κομματικού Τύπου κ.ά.

-- Οι Κομματικές δυνάμεις, η σύνθεση και οι δυνατότητές τους. Είναι σαφές ότι όταν μπαίνει ένα σχέδιο, χρειάζεται να βασίζεται στο ποιος θα το υλοποιήσει. Και εδώ υπάρχει κίνδυνος να κάνουμε λάθος εκτίμηση και από τις δυο πλευρές: ή να υποτιμήσουμε τις δυνατότητες μιας ΚΟΒ και να περιορίζουμε το σχεδιασμό μας ή να βάζουμε σχέδιο που θεωρητικά να είναι σωστό, αλλά να μην υπάρχουν δυνατότητες να εφαρμοστεί στο σύνολό του. Με βάση τέτοιου είδους λάθος εκτιμήσεις είναι δυνατό να βγάζουμε και λάθος συμπεράσματα για τη δράση μας.

Προφανώς και μπορούμε και είναι ανάγκη να παίρνουμε άμεσα και πρακτικά μέτρα για να βελτιώσουμε πλευρές της δουλειάς μας. Για να έχουμε όμως σταθερά βήματα στη λειτουργία των Οργανώσεων, χρειάζεται να συνυπολογίσουμε μια σειρά παράγοντες που επηρεάζουν τη δουλειά μας, να μελετάμε και να υλοποιούμε ένα συνολικό σχεδιασμό με ενδιάμεσους στόχους που όμως να κατευθύνεται από τα κύρια καθήκοντα του Κόμματος.


Ευθυμία Κουκούλα
ΚΟΒ Ροτόντας - ΤΕ Κεντροανατολικής Θεσσαλονίκης



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ