Τότε άρχισε να εκλείπει η σχετική άμβλυνση των αστικών αντιθέσεων (κυρίως Φιλελευθέρων και Βασιλικών), που ήταν κυρίαρχη από το 1928 οπότε έγινε κυβέρνηση το Κόμμα των Φιλελευθέρων (Ελ. Βενιζέλος). Τη διαδέχτηκε - και μάλιστα απότομα - η όξυνση που χαρακτήριζε τις σχέσεις των δύο παρατάξεων προηγουμένως και που ορισμένες φορές οδήγησε σε αιματηρές συγκρούσεις, με το λαό εγκλωβισμένο στη μέγγενη των δύο κομμάτων. Είχαν μεγαλώσει οι δυσκολίες του αστικού πολιτικού συστήματος να διαχειριστεί την κρίση. Μπροστά του ορθώνονταν προβλήματα που αδυνατούσε να ξεπεράσει με τη μέχρι τότε μορφή της λειτουργίας του. Ενδεικτικά των δυσκολιών ήταν και τα παρακάτω γεγονότα.
Από την άλλη ο Βενιζέλος, ενώ το 1928 έφτασε μέχρι πραξικοπήματος για να καταργήσει την απλή αναλογική και για να επαναφέρει το πλειοψηφικό εκλογικό σύστημα, γιατί η αναλογική θα οδηγούσε στην ακυβερνησία και την αναρχία, όπως υποστήριζε, τώρα επανέφερε την αναλογική, λέγοντας ότι θα διευκόλυνε τη συνεργασία των κομμάτων μετεκλογικά και θα επέφερε άμβλυνση της πολιτικής οξύτητας:
«Την αντιπαθώ την αναλογικήν. Αλλά με την αναλογικήν δύναμαι να διαβεβαιώσω τον ελληνικόν λαόν, ότι ουδένα κίνδυνον διατρέχει»1.
Ενώ συζητούνταν στη Βουλή το εκλογικό νομοσχέδιο, ο Βενιζέλος επιτέθηκε στο Λαϊκό Κόμμα του Παναγή Τσαλδάρη, προειδοποιώντας τον να μη χρησιμοποιήσει την αναλογική για να ανακινήσει πολιτειακό ζήτημα. Το θέμα του βασιλιά επανερχόταν στη διαπάλη εν μέσω αβασίλευτης αστικής δημοκρατίας.
Τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αλ. Ζαΐμης, ζήτησε το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης. Το Λαϊκό Κόμμα αντέδρασε. Στις 26 Μάη ορκίστηκε νέα κυβέρνηση υπό τον Αλ. Παπαναστασίου, χωρίς τη συμμετοχή του Κονδύλη που είχε ζητήσει ο Βενιζέλος. Την κυβέρνηση Παπαναστασίου ψήφισαν μικρότερα αστικά κόμματα και οι Φιλελεύθεροι, που όμως η ηγεσία τους δήλωσε ότι διατηρεί και το δικαίωμα να αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση. Η μη ανεπιφύλακτη ψήφος εμπιστοσύνης από το Κόμμα των Φιλελευθέρων οδήγησε την κυβέρνηση Παπαναστασίου σε παραίτηση. Ο Βενιζέλος ήθελε να σχηματίσει κυβέρνηση ο στρατηγός Κονδύλης, αν και πίστευε ότι προετοίμαζε στρατιωτική δικτατορία. Αντέδρασε ο στρατηγός Πλαστήρας, που επίσης φιλοδοξούσε να προχωρήσει σε στρατιωτικό πραξικόπημα. Ετσι, ανασχηματίστηκε η πρώην κυβέρνηση Βενιζέλου και ανέλαβε ξανά την εξουσία, αφού είχε πλειοψηφία στη Βουλή.
Οι εκλογές ορίστηκαν για τις 25 Σεπτέμβρη. Στο μεταξύ, οξυνόταν η σύγκρουση Λαϊκών - Φιλελευθέρων για το πολιτειακό. Ο Τσαλδάρης δήλωσε ότι αν σχημάτιζε κυβέρνηση «δεν επρόκειτο επ' ουδενί λόγω να επιδιώξη πραξικοπηματικήν μεταβολήν του πολιτεύματος»2, ενώ ο Βενιζέλος δήλωνε ότι «ανεγνώριζεν ως νόμιμον και δικαιολογημένην την παρέμβασιν των στρατιωτικών προς υποστήριξιν του πολιτεύματος μόνον μετεκλογικώς»3.
Στις 15 Σεπτέμβρη ο Βενιζέλος υποστήριξε ότι τυχόν διάσπαση των δημοκρατικών ψήφων θα οδηγούσε σε εμφύλιο. Ασκούσε έτσι εκβιασμό στους ψηφοφόρους των μικρών αστικών κομμάτων, με στόχο να ψηφίσουν το κόμμα του. Δήλωνε ακόμα ότι «δεν θα παραδώσει την αρχήν αν δεν δοθούν επαρκείς εγγυήσεις διά το πολίτευμα και ο Τσαλδάρης, αν έχη το θάρρος, ας οπλίσει τον λαόν κατά του στρατεύματος»4.
Ο συσχετισμός που προέκυψε από τις εκλογές οδήγησε τελικά στη συγκρότηση κυβέρνησης των Τσαλδάρη - Κονδύλη - Μεταξά - Χατζηκυριάκου.
Στις 11 Νοέμβρη 1932 η κυβέρνηση Τσαλδάρη παρουσίασε στη Βουλή τις προγραμματικές δηλώσεις της. Οι δηλώσεις ήταν γενικόλογες: Ενίσχυση της εθνικής παραγωγής, καταπολέμηση της ανεργίας και άλλα. Τα μόνα συγκεκριμένα μέτρα που ανακοίνωσε ήταν η συγχώνευση της Τράπεζας της Ελλάδας και της Εθνικής, η ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων, των ταχυδρομείων και των τηλέγραφων και η αποζημίωση όσων είχαν καταθέσεις σε χρυσό και σε ξένο συνάλλαγμα και ζημιώθηκαν από τη δραχμοποίησή τους.
Στη συνέχεια μίλησε ο Βενιζέλος, αναλύοντας τους λόγους που δεν έγινε δυνατή η συγκρότηση οικουμενικής κυβέρνησης, αν και αυτή «ήτο επιβεβλημένη διά λόγους εθνικούς»5, και πρότεινε στον Τσαλδάρη να δεχτεί οικουμενική. Ο Τσαλδάρης δεν αποδέχτηκε και το Κόμμα των Φιλελευθέρων του έδωσε ψήφο ανοχής.
Στις 3 Δεκέμβρη 1932 δημοσιεύτηκε στο «Νέο Ριζοσπάστη» η απόφαση της 5ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ. Ηταν η δεύτερη Ολομέλεια που συνήλθε έχοντας η ΚΕ γραμματέα τον Νίκο Ζαχαριάδη. Η 4η είχε πραγματοποιηθεί το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Δεκέμβρη 1931. Στην απόφασή της η 4η Ολομέλεια υπογράμμιζε για την ιδεολογική πάλη του ΚΚΕ:
«...ενάντια στην τροτσκιστική θεωρία κατά την οποία η Ελλάς είναι αποικία, ενάντια στη θεωρία για την "οργανική" ανάπτυξη του μεταπολεμικού ελληνικού καπιταλισμού, ενάντια στη θεωρία ότι η κρίση στην Ελλάδα δεν είνε αποτέλεσμα των αντιθέσεων του ελληνικού καπιταλισμού, αλλά μόνο η αντανάκλαση της διεθνούς κρίσης, ενάντια στην άρνηση ιμπεριαλιστικών τάσεων του ελληνικού καπιταλισμού...»7.
Η 5η Ολομέλεια κινήθηκε με βάση τη στρατηγική της 3ης (1930) και της 4ης. Κατέληγε:
«Μα οσοδήποτε τραγική κι αν είνε η θέση της, η εξουσία της κυρίαρχης τάξης δεν θα πέσει αυτόματα. Μόνο η επαναστατική πάλη του προλεταριάτου και των άλλων εργαζομένων μαζών με επικεφαλής το ΚΚΕ θα ανακόψει την επίθεση του κεφαλαίου, (...) θα γκρεμίσει τη διχτατορία των εκμεταλλευτών και διά μέσου του ελληνικού Κόκκινου Οχτώβρη θα στήσει ψηλά τη σημαία της Σοβιετικής - Σοσιαλιστικής Ελλάδας»8.
Παραπομπές
1. Γρηγορίου Δαφνή, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων, 1923 - 1940, τ. Β', σελ. 134, εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ, Αθήνα, 1997.
2. ό.π., σελ. 147.
3. ό.π., σελ. 147.
4. ό.π., σελ. 151.
5. ό.π., σελ. 164.
6. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Α' τόμος 1918 - 1949, σελ. 239, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1995.
7. Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τόμος 3ος, σελ. 321 - 322, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1975, σελ. 321- 322.
8. ό.π., σελ. 470.