ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 1 Μάρτη 2001
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΙΡΩΝΗΣ
Απαιτείται ενιαίος αγώνας

Την ανάγκη να υπάρξει ενιαίος αγώνας, επισήμανε ο Γιάννης Τσιρώνης,μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της «Πράσινης Πολιτικής», αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «δεν είναι δυνατόν να προσπαθεί η κάθε συντεχνία να διεμβολίσει το κράτος και να προσπαθεί να πάρει κάτι παραπάνω αυτή από τους άλλους. Αυτό οδηγεί όλους, τελεσίδικα στην εξαθλίωση».

Ο Γ. Τσιρώνης σημείωσε αρχίζοντας την τοποθέτησή του: «Χαιρετίζουμε και εμείς με τη σειρά μας την πρωτοβουλία του ΚΚΕ και θεωρούμε ότι είναι υπόθεση όλων μας να συνεισφέρουμε σε μια τέτοια μεθοδική αντιπαράθεση, στην επίθεση της κυβέρνησης και του κράτους σε ζητήματα ασφαλιστικά.

Πολύ απλά μπορούμε να πούμε ότι αυτή τη στιγμή τα περισσότερα ταμεία δεν επιστρέφουν στους εργαζόμενους ούτε το 50% των όσων έχουν καταβάλει οι ίδιοι.

Ενώ η πιο φτηνιάρα ασφαλιστική εταιρία του ιδιωτικού τομέα επιστρέφει σχεδόν το 80-90% των όσων εισπράττει από τους ασφαλισμένους της. Μόνο αυτό το νούμερο, το γεγονός δηλαδή ότι ούτε το 50% - πολλά ταμεία λειτουργούν με το 30% - δείχνει πάρα πολύ απλά ότι τα χρήματα των εργαζομένων πήγαν αλλού.

Πέρα λοιπόν από ανούσιες πολιτικολογίες, μία βασική αρχή αδιαπραγμάτευτη, την οποία δεν μπορούμε να τη συζητάμε, είναι ότι πρέπει τα δημόσια Ταμεία να γυρίζουν στον εργαζόμενο πάνω από το 100% των όσων εισπράττουν από τους εργαζόμενους.

Λέω πάνω από το 100%, διότι πρώτα απ' όλα υπάρχει ο ανατοκισμός, ο οποίος υπερκαλύπτει με συνθήκες υγιούς διαχείρισης τα διαχειριστικά έξοδα ενός Ταμείου και επιπλέον υποτίθεται ότι είναι υποχρέωση του κράτους να συνεισφέρει και αυτό στον κουμπαρά».

Γιατί επιτίθενται στην κοινωνική ασφάλιση

Συνεχίζοντας αναφέρθηκε στους λόγους στους οποίους απέδωσε την επίθεση που δέχεται η κοινωνική ασφάλιση: «Πολύ απλά πρέπει να ξεπερνάει πολύ το 100% η επιστροφή στους εργαζόμενους της δημόσιας ασφάλισης. Ας αναρωτηθούμε λοιπόν γιατί δε συμβαίνει αυτό. Γιατί δηλαδή ουσιαστικά δέχεται αυτή τη στιγμή τέτοια ακραία επίθεση παγκόσμια η κοινωνική ασφάλιση.

Εμείς θεωρούμε τους λόγους τρεις. Ο πρώτος είναι τα δεινά της παγκοσμιοποίησης, το γεγονός δηλαδή ότι υπάρχουν χώρες στον κόσμο με συνθήκες δουλείας εργασιακές στις οποίες το κεφάλαιο ευέλικτα μετακομίζει και δημιουργεί όρους επαφής για τις χώρες που έχουν υγιή ασφαλιστικά προϊόντα. Που σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι σε αυτές τις χώρες μένουν περισσότερο άνεργοι ή τα προϊόντα τους είναι λιγότερο ανταγωνιστικά.

Ενα λοιπόν είναι η παγκοσμιοποίηση. Το δεύτερο είναι δυστυχώς η κατάρρευση του υπαρκτού Σοσιαλισμού, των χωρών αυτών, η κατάρρευση του αντίπαλου δέους, που οδήγησε τις κυβερνήσεις των δυτικών χωρών, που πριν είχαν αυτό το πολιτικό πρόβλημα να παίζουν αυτό που λέμε χωρίς αντίπαλο.

Αυτή η κατάρρευση οδήγησε και το εργατικό κίνημα - ας το δεχτούμε κι αυτό - σε μια ύφεση, γιατί με την απουσία του οράματος είναι λογικό ότι ένας αγώνας κοινωνικός, που αφορά το σήμερα, χάνει πολύ μεγάλο μέρος της δύναμής του.

Αυτές οι ατομικές επιλογές πολλών ανθρώπων, αυτή η λογική του να γλιτώσω εγώ, αυτός ο συντεχνιασμός που επικράτησε τα τελευταία χρόνια, δεν είναι άσχετος με το γεγονός ότι χάθηκε το ενιαίο όραμα για πάρα πολλούς ανθρώπους μετά από την κατάρρευση του σοσιαλισμού.

Με βάση αυτά τα δεδομένα νομίζουμε ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική χρησιμοποίησε έντεχνα αυτή τη χείριστη διαχείριση από μεριάς του κράτους, των αποθεματικών των Ταμείων και προβάλλει το δικό της μοντέλο, το οποίο δικό της μοντέλο δεν είναι τίποτα άλλο παρά ιδιωτικοποίηση».

Ιδιωτική πρωτοβουλία δε χωράει εδώ

«Εμείς, ως "Πράσινοι" - υπογράμμισε - δεν είμαστε κάθετα αντίθετοι σε κάθε μορφή ιδιωτικής πρωτοβουλίας, αλλά ειδικά στην κοινωνική ασφάλιση αυτό είναι αδύνατο να γίνει, δεν μπορεί να γίνει για τους παρακάτω λόγους.

Πρώτα απ' όλα δεν είναι δυνατόν η κοινωνική ασφάλιση να υφίσταται επιχειρηματικούς κινδύνους. Δεύτερον, δεν μπορεί να μετατρέψουμε τον πολίτη σε καταναλωτή. Δεν είναι δηλαδή το ασφαλιστικό προϊόν κάτι που ο άλλος πάει και το αγοράζει όπως αγοράζει ένα αυτοκίνητο. Είναι συνταγματικό δικαίωμα και δεν μπορεί να μπαίνει στη λογική της κατανάλωσης.

Τρίτον, δεν μπορούμε να χωρίζουμε τους ανθρώπους σε ασφαλίσιμους και μη. Ενα παιδί που γεννιέται σήμερα με προβλήματα υγείας - εκ γενετής - δεν μπορεί να ασφαλιστεί σε κανένα ιδιωτικό οργανισμό πουθενά στον κόσμο.

Υπάρχουν και επαγγέλματα, όπως δύτες ας πούμε, που δεν μπορούν να ασφαλιστούν όπως ασφαλίζονται οι άλλοι εργαζόμενοι. Αρα είναι αδύνατον από κάθε ιδιωτική ασφαλιστική εταιρία σήμερα στον κόσμο να ασφαλιστούν αυτές οι κατηγορίες ανθρώπων.

Τέταρτον, ο ανταγωνισμός αυξάνει το αναλογιστικό κόστος. Οποιος ξέρει από ασφαλιστική αγορά ξέρει τι σημαίνει αναλογιστικό κόστος. Δεν μπορεί σε πολύ μικρά νούμερα να λειτουργήσει με υγεία αυτό το σύστημα.

Πέμπτον, προϋποθέτει κέρδη. Είναι αδιανόητο μια ιδιωτική ασφαλιστική εταιρία να γυρίσει στον εργαζόμενο - που πρέπει να γίνεται - πάνω από το 100% των όσων έχει δώσει.

Εκτον, προϋποθέτει τακτική καταβολή ασφαλίστρων, που σημαίνει ότι λίγα χρόνια αν μείνεις άνεργος δεν μπορείς να επιστρέψεις μέσα στον ιδιωτικό χώρο στον οποίο ξεκίνησες αν ακυρωθεί η ασφάλεια. Πρέπει να είσαι πάλι ασφαλίσιμος, πρέπει να είσαι πάλι νέος κλπ. κλπ.

Αυτό το βλέπουμε στην Αμερική κατ' επανάληψη, που άνθρωποι που είναι για λίγο καιρό άνεργοι κυριολεκτικά εξαθλιώνονται ασφαλιστικά. Αρα λοιπόν το ασφαλιστικό προϊόν δεν μπορεί να είναι ιδιωτικό και όποιος λέει το αντίθετο απλά ψεύδεται».

Χρειάζεται ενιαίος αγώνας

Καταλήγοντας ο ομιλητής υπογράμμισε: «Διά ταύτα εμείς πιστεύουμε ότι ο αγώνας μας πρέπει να είναι κατ' αρχάς ενιαίος. Δεν είναι δυνατόν να προσπαθεί η κάθε συντεχνία να διεμβολίσει το κράτος και να προσπαθεί να πάρει κάτι παραπάνω αυτή από τους άλλους. Αυτό οδηγεί όλους τελεσίδικα στην εξαθλίωση.

Δεύτερον, ο αγώνας πρέπει να είναι διεθνιστικός. Πρέπει να είναι διεθνιστικός, γιατί ξαναλέω αυτή τη στιγμή, αν δε λύσουμε το πρόβλημα, που έχουν χώρες που εργάζονται οι άνθρωποι 7 ώρες την ημέρα χωρίς ασφάλιση, χωρίς πρόνοια, χωρίς τίποτα, είναι μοιραίο τα προϊόντα τους να εισρεύσουν στην αγορά, όπως γίνεται με την Κίνα, που εργάζονται κρατούμενοι, σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης και είναι προφανές ότι δεν μπορούμε μετά να διεκδικούμε εμείς ανταγωνιστικά προϊόντα στην παγκόσμια αγορά, η οποία λειτουργεί με αυτόν τον τρόπο.

Αρα πρέπει να συμπαραστεκόμαστε και σε αυτούς τους ανθρώπους, όπως και σε όλους εδώ. Δεν μπορεί το ασφαλιστικό προϊόν στην Ελλάδα να είναι διαθέσιμο μόνο για τους Ελληνες πολίτες, πρέπει να είναι διαθέσιμο για κάθε κάτοικο της Ελλάδας.

Είναι αδιανόητο να συζητάμε αυτή τη στιγμή ότι άνθρωποι οι οποίοι εργάζονται στην Ελλάδα ή ζουν στην Ελλάδα για οποιονδήποτε λόγο, δε δικαιούνται μια περίθαλψη. Η κοινωνική περίθαλψη πρέπει να είναι ισότιμη για όλους. Δε νοείται ασφάλιση, δεν είναι ασφάλιση, αν διαχωρίζονται οι άνθρωποι σε πλούσιους και φτωχούς όταν πάνε στο γιατρό.

Μια μικρή διαφορά μας είναι το θέμα του Χρηματιστηρίου. Το Χρηματιστήριο αυξάνεται και διογκώνεται μακροπρόθεσμα πέρα από ανεβοκατεβάσματα, διότι ουσιαστικά εκεί πέρα εισρέουν τα χρήματα των εργαζομένων. Υπάρχουν αυτή τη στιγμή μηχανισμοί ασφαλιστικοί, όχι βέβαια να παίζει το Ταμείο τα χρήματα στο Χρηματιστήριο, προς θεού, δε λέμε τέτοιο πράγμα.

Υπάρχουν αυτή τη στιγμή μηχανισμοί υγιείς, απόλυτα εγγυημένοι, οικονομικοί, που μπορούν να εγγυηθούν μέρος αυτών των υπερκερδών του Χρηματιστηρίου να πάει πίσω στα Ταμεία.

Τέλος, θεωρούμε ότι τα Ταμεία πρέπει να απογαλακτιστούν από το κράτος. Δεν είναι δυνατόν να επιλέγονται με κομματικά κριτήρια οι διαχειριστές. Οι διαχειριστές των Ταμείων πρέπει να είναι άνθρωποι των εργαζομένων, οι οποίοι θα λογοδοτούν σε αυτούς με βάση την ικανότητά τους να επιστρέφουν σε αυτούς τον κόπο τους και την εργασία τους.

Αρα μιλάμε για μια αποκέντρωση, για αποκεντρωμένο σύστημα Ταμείων. Παρ' όλο που το ασφαλιστικό πρέπει να είναι ενιαίο στην Ελλάδα, μπορεί να αποκεντρωθεί και μπορεί να αυτοδιαχειρίζεται στις περιοχές που ο κάθε εργαζόμενος δουλεύει».


ΤΑΣΟΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
«Πρώτιστα πολιτικό το πρόβλημα της Κοινωνικής Ασφάλισης»

Ως πολύ θετικό γεγονός χαρακτήρισε τη δημοσιοποίηση των θέσεων του ΚΚΕ, ο Τάσος Φωτόπουλοςεκ μέρους της «Κομμουνιστικής Ανανέωσης», μια και, όπως ανέφερε, «είναι μια βοήθεια και μια πρόκληση για όλους μας. Είναι θέσεις, βγαλμένες από την πολύχρονη πείρα του εργατικού κινήματος, είναι θέσεις που βασίζονται στον άνθρωπο και τεκμηριώνονται στις ανάγκες του».

Αρχίζοντας την παρέμβασή του, ο Τ. Φωτόπουλος υπογράμμισε: «Το πρόβλημα της Κοινωνικής Ασφάλισης είναι πρώτιστα πολιτικό, δεν περιορίζεται και δεν είναι αρμοδιότητα μόνο των Συνδικάτων. Κυρίως αφορά όλες τις πολιτικές δυνάμεις και ιδιαίτερα τις αριστερές.

Είναι, λοιπόν, πολύ θετικό ότι το ΚΚΕ καταθέτει τις θέσεις του γι' αυτό το ζήτημα, είναι μια βοήθεια και μια πρόκληση, μπορούμε να πούμε, για όλους μας. Είναι θέσεις, όπως διαπιστώνουμε, βγαλμένες από την πολύχρονη πείρα του Εργατικού Κινήματος, είναι θέσεις που βασίζονται στον άνθρωπο και τεκμηριώνονται στις ανάγκες του».

Συνεχίζοντας, έκανε μια μικρή αναδρομή στο παρελθόν, σημειώνοντας: «Δεν είναι βέβαια δυνατόν να γίνει οποιαδήποτε αναφορά και, πολύ περισσότερο, οποιαδήποτε σκέψη για αλλαγή του ασφαλιστικού συστήματος, χωρίς να αναφερθούμε στο παρελθόν. Ετσι, από τις αρχές της δεκαετίας του '90 στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες, παρακολουθούμε την κατεδάφιση του υπάρχοντος κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος.


Η αύξηση του καπιταλιστικού κέρδους έχει ανάγκη, τόσο τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, όσο και τις αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα που τις συνοδεύει. Η κ. Διαμαντοπούλου, εξάλλου, παραδέχεται ότι όλοι είναι υποχρεωμένοι να κάνουν αυτή τη μεταρρύθμιση, για το Ασφαλιστικό εννοεί, όχι μόνο εξαιτίας του δημογραφικού, αλλά κυρίως γιατί πρέπει να αντιμετωπίσουμε την αλλαγή του μοντέλου εργασίας.

Η νεοφιλελεύθερη, λοιπόν, αντίληψη μετατοπίζει τις ευθύνες από τους Οργανισμούς και τους θεσμούς στο άτομο. Ενώ αρχικά είχε ως ιδεολογική βάση τη φιλανθρωπία και τα καλά αισθήματα, σήμερα έχει την επιστημονική "προφάνεια" και το μονόδρομο».

Αναφερόμενος στα χαρακτηριστικά της Κοινωνικής Ασφάλισης στη χώρα μας, τόνισε: «Τα χαρακτηριστικά της Κοινωνικής Ασφάλισης στη χώρα μας, όπως έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια, έχουν βγει μέσα από σκληρούς αγώνες της εργατικής τάξης και αυτά προσαρμόζονται βίαια ή πιο ήπια, ώστε να είναι αντίστοιχα των εργασιακών σχέσεων.

Υπάρχουν πολλά Ταμεία και Οργανισμοί Ασφάλισης, ειδικές ρυθμίσεις και διαφορετικά συστήματα υπολογισμού των συντάξεων, των ορίων ηλικίας, της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, τους δημοσίους υπαλλήλους, τους στρατιωτικούς, τα Σώματα Ασφαλείας, καθώς και για τους υπαλλήλους των Δήμων. Επίσης για τους εργαζόμενους στις Τράπεζες, στις κρατικές επιχειρήσεις, στους ελεύθερους επαγγελματίες, επαγγελματοβιοτέχνες, αγρότες και ναυτικούς. Η ασφάλιση, βέβαια, είναι υποχρεωτική και βασίζεται στην ατομική συνεισφορά.

Σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μπορούμε πολύ περιληπτικά να αναφέρουμε ότι η Ελλάδα δαπανά το μικρότερο ποσοστό δαπανών για Κοινωνική Ασφάλιση. Και το επίπεδο των εισφορών των ασφαλισμένων είναι το υψηλότερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο της Κοινότητας».

Για τη διαχείριση των οικονομικών των Ταμείων, ανέφερε: «Λίγα λόγια για τη διαχείριση των οικονομικών των ασφαλιστικών ταμείων. Η διαχείριση των οικονομικών πόρων είναι αρκετά σοβαρή υπόθεση, γιατί πρόκειται για την εκμετάλλευση ενός πολύ μεγάλου ποσού και μιας τεράστιας ακίνητης περιουσίας, που αποτελούν μέρος της αμοιβής της εργατικής δύναμης.

Οι κινητές και ακίνητες αυτές αξίες δημιουργήθηκαν με πρόσχημα να καλύπτουν τις συντάξεις, την υγεία και τα εφ' άπαξ των εργαζόμενων. Πώς φτάσαμε, όμως, στο σημείο οι αρμόδιοι διαχειριστές να δηλώνουν αδυναμία κάλυψης των παραπάνω υποχρεώσεων και να ζητούν άλλους τρόπους εκμετάλλευσης;

Γνωρίζοντας τον ταξικό χαρακτήρα του κράτους, είναι εύκολο να αντιληφθούμε προς όφελος ποιων εγένετο και γίνεται η διαχείριση όλης αυτής της περιουσίας, που σήμερα φτάνει τα 3 τρισεκατομμύρια, καθώς και ποιοι τρόποι χρησιμοποιήθηκαν γι' αυτό, ανάλογα με την ανάπτυξη και τις ανάγκες του συστήματος.

Ετσι, τη δεκαετία του '50 και του '60, τα Ταμεία υποχρεώθηκαν με νόμους να καταθέτουν τις εισπράξεις τους στις Τράπεζες και από τους λογαριασμούς αυτούς χρηματοδοτούνταν το εμπορικό και βιομηχανικό κεφάλαιο με τη μορφή χαμηλότοκων δανείων.

Τις δεκαετίες του '70 και '80, οι διαρθρωτικές χρήσεις του κεφαλαίου οδήγησαν μέρος των διαθεσίμων και αποθεματικών στην τόνωση της κεφαλαιαγοράς με χαμηλές αποδόσεις. Τη δεκαετία του '90, το ειδικό βάρος του χρηματιστηριακού κεφαλαίου μεγαλώνει, τα δημόσια ελλείμματα αυξάνουν, ο νεοφιλελευθερισμός κυριαρχεί και από την άλλη οι υποχρεώσεις των Ταμείων.

Το κράτος έχει ήδη - με νόμους που έχει πάρει το '90 και το '94 - αναπροσαρμόσει τα επιτόκια των καταθέσεων των αποθεματικών των Ταμείων, επιτρέπει επενδύσεις σε τίτλους του Δημοσίου μέσω της Τραπέζης Ελλάδος, επιτρέπει τη διάθεση ποσού 20% των καταθέσεων για επενδύσεις στο Χρηματιστήριο και δίνει τη δυνατότητα συγκρότησης Εταιρίας Διαχείρισης Αμοιβαίου Κεφαλαίου».

Τι να κάνουμε...

Αναρωτώμενος «τι να κάνουμε;», ο Τ. Φωτόπουλος συμπλήρωσε: «Σήμερα η κυβέρνηση καλεί σε διάλογο τις εργοδοτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις, με την προϋπόθεση ότι έχει γίνει κοινή συνείδηση, ότι υπάρχει κοινωνικό έλλειμμα και η Κοινωνική Ασφάλιση θα αποτελεί ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της κοινωνίας.

Αφού προχώρησε στη θεσμική επικύρωση των αλλαγών που είχαν συντελεστεί στις εργασιακές σχέσεις, τώρα πρόσφατα, προχωρά τώρα και στις αλλαγές για το κεφάλαιο, ανατροπές του ασφαλιστικού συστήματος.

Οι προτάσεις των Διεθνών Οργανισμών, ΟΟΣΑ και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, περιλαμβάνουν δραστικό περιορισμό των δαπανών υγείας και περίθαλψης και συμμετοχή των ασφαλισμένων και των συνταξιούχων στη χρηματοδότηση των υπηρεσιών Κοινωνικής Ασφάλισης.

Το κοινωνικό τοπίο, από την άλλη, μέσα στο οποίο κι εμείς καλούμαστε να καταθέσουμε τις θέσεις μας, αλλά και τη δράση μας, είναι ρευστό. Η ηγεσία της ΓΣΕΕ στην πλειοψηφία της έχει προσχωρήσει στην κυβερνητική λογική, με αποτέλεσμα να είναι αναντίστοιχη με τα συμφέροντα και τις ανάγκες των εργαζομένων.

Από την άλλη, η πλειοψηφία των εργαζομένων, έχοντας χάσει την εμπιστοσύνη της στην ηγεσία, παραπαίει μεταξύ της αδράνειας των ατομικών λύσεων και της ανάπτυξης αγώνων και μέσα σ' αυτό το τοπίο καλούμαστε κι εμείς έτσι να πάρουμε Θέση».

Ακολούθως ανέφερε τις προτάσεις της «Κομμουνιστικής Ανανέωσης», όπως σημείωσε: «Ολα αυτά βέβαια, το κεφάλαιο και η διαχειριστική εξουσία, με τη βοήθεια των Μέσων Ενημέρωσης, τα εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η Κομμουνιστική Ανανέωση θεωρεί ότι το δικαίωμα για δωρεάν υγειονομική περίθαλψη, όπως και για μια σύνταξη που να συντελεί σε αξιοπρεπή διαβίωση, είναι ευθύνη και υποχρέωση της ίδιας της πολιτείας και όχι κάτι που αγοράζεται ή πουλιέται.

Θεωρούμε απαραίτητο να θεσμοθετηθεί μία και μοναδική σύνταξη στο 80% του τελευταίου μισθού, για την οποία θα καταβάλλουν εισφορές μονάχα το κράτος και ο εργοδότης. Να ασφαλίζονται όλοι και όλες, ξένοι και ντόπιοι. Για το διάστημα δε της ανεργίας, οι εισφορές να καταβάλλονται από το κράτος.

Να καταργηθούν όλοι οι αντιασφαλιστικοί νόμοι του '90-'93, αλλά και του μικρού ασφαλιστικού πακέτου που πέρασε το '98. Να μειωθεί ο χρόνος ηλικίας στα 55 για όλους και για τις γυναίκες στα 50 σε βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα, χωρίς καμιά άλλη προϋπόθεση.

Να διατηρηθούν τα δικαιώματα και οι κατακτήσεις για όσους εργαζόμενους υπάρχουν καλύτερες ρυθμίσεις και αμοιβές. Να απαγορευτεί βέβαια η ιδιωτική ασφάλιση και η επένδυση των όποιων αποθεματικών στο Χρηματιστήριο».

«Η Κομμουνιστική Ανανέωση - κατέληξε - με όσες δυνάμεις διαθέτει, στηρίζει, βέβαια, τους αγώνες που θα αναπτυχθούν. Είναι πρόθυμη να συμμετέχει σε κάθε δράση, που θα αναπτυχθεί με περιεχόμενο την αμφισβήτηση αυτής της πολιτικής και με στόχο την αποτελεσματική αντιμετώπιση του κρίσιμου αυτού προβλήματος».



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ