Eurokinissi |
«Η Ελλάδα υποστηρίζει την ενότητα, την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία της Συρίας και ένα συμπεριληπτικό μέλλον που θα διασφαλίζει όλες τις θρησκευτικές μειονότητες», ψελλίζουν σε ανακοίνωση του Μαξίμου, διεκδικώντας Οσκαρ υποκρισίας, χωρίς να λένε κουβέντα για την επέλαση των Ισραηλινών προς τη Δαμασκό και ενώ χρόνια τώρα κάνουν τουμπεκί για τη δράση των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων στα βόρεια της χώρας. Με θράσος, εξάλλου, βαφτίζουν την επέλαση των τζιχαντιστών «επιστροφή στη δημοκρατική ομαλότητα», που «θα πρέπει να σημάνει το τέλος των προσφυγικών ροών» κ.λπ. Σε αυτό το φόντο, πληροφορίες αναφέρουν ότι στο ΚΥΣΕΑ αποφασίστηκε να παγώσουν μέχρι νεωτέρας («μέχρι να επαναξιολογηθούν οι εξελίξεις στη Συρία» όπως λένε) οι επιδόσεις αποφάσεων ασύλου σε Σύρους που βρίσκονται σε ελληνικές προσφυγικές δομές. Υπολογίζεται ότι θα επηρεαστούν περίπου 9.000 Σύροι αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα.
Προηγουμένως ο υπουργός Εξωτερικών, Γ. Γεραπετρίτης, μιλώντας στο κρατικό ραδιόφωνο είπε ότι θα πρέπει στην κυβέρνηση «να είμαστε έτοιμοι να διαχειριστούμε τις καταστάσεις, να έχουμε έναν ενεργό, ουσιαστικό ρόλο» στο πλαίσιο της υλοποίησης επικίνδυνων ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών στο Συριακό, ενώ πρόσθεσε ότι διαμορφώνεται «μία de facto κυβέρνηση η οποία αποτελείται από ομάδες ισλαμιστών, οι οποίες έχουν αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος της κυριαρχίας του κράτους».
Στα Ελληνοτουρκικά, υπερασπίστηκε τον «διάλογο» με την Τουρκία, ενώ κάνοντας μια αποτίμηση αυτών των 16 μηνών «οργανωμένης δράσης, από τον Σεπτέμβριο του 2023, όταν και ξεκίνησε με την απόφαση των δύο ηγετών», είπε ότι «έχουν γίνει πολλά», π.χ. «έχουν υπάρξει πολύ σημαντικές συμφωνίες σε επίπεδο Θετικής Ατζέντας, δηλαδή σε επίπεδο οικονομίας, Εμπορίου, Τουρισμού» και έβαλε ζητούμενο «να προχωρήσουμε στο μεγάλο βήμα, το οποίο είναι να συζητήσουμε περισσότερο για τα υποκείμενα ζητήματα που παράγουν, στην πραγματικότητα, τις διαρκείς εντάσεις και κρίσεις (...) την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας».
Αργότερα το απόγευμα ο Κυρ. Μητσοτάκης, μιλώντας σε συνέδριο για την εξωτερική πολιτική, εμφάνισε εαυτόν και τη ΝΔ ως διαχρονικούς εγγυητές της ευρωατλαντικής πορείας της χώρας. Υπεραμύνθηκε της εμπλοκής στα αμερικανοΝΑΤΟικά σχέδια στην Ουκρανία, ενώ έδωσε δίκιο στον Τραμπ για τις απαιτήσεις του να κάνουν περισσότερες στρατιωτικές δαπάνες τα ευρωπαϊκά κράτη. Επέμεινε, εξάλλου, ότι η Ελλάδα είναι «αξιόπιστος σύμμαχος» των Αμερικανών, φέρνοντας για παράδειγμα την Αλεξανδρούπολη και τη χρήση της «προς όφελος του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ». Για τα Ελληνοτουρκικά ισχυρίστηκε ότι «η προσπάθεια επαναπροσέγγισης οδήγησε σε απτά αποτελέσματα», εστιάζοντας στο ότι δεν έχουμε παραβιάσεις στον εναέριο χώρο του Αιγαίου, την ώρα που εκτοξεύτηκαν, σε σύγκριση με τα δύο προηγούμενα χρόνια, οι παραβιάσεις στα χωρικά ύδατα. Χαρακτήρισε πάντως την Τουρκία «ισχυρή χώρα» και «περιφερειακή δύναμη», μη αποκλείοντας το ενδεχόμενο να βγει ενισχυμένη από την κρίση στη Μέση Ανατολή. «Εχουμε ρόλο και λόγο για το τι γίνεται στη Συρία», έσπευσε ωστόσο να τονίσει, στην προσπάθεια να μη μείνουν εκτός «πίτας» οι εγχώριοι επιχειρηματικοί όμιλοι. Γι' αυτό άλλωστε μεταβαίνει τη Δευτέρα στον Λίβανο.
Μιλώντας στο ίδιο συνέδριο ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκης παρουσίασε ως «μοναδική επιτυχία» τη «στρατηγική του Ελσίνκι» για την είσοδο της Κύπρου στην ΕΕ, ενώ το κείμενο της σχετικής συμφωνίας με την Τουρκία έκανε λόγο για «εκκρεμείς συνοριακές διαφορές και άλλα συναφή ζητήματα» με την Ελλάδα. Για τα Ελληνοτουρκικά συμφώνησε με την κυβέρνηση στην προσπάθεια «διαλόγου» και απλά την έψεξε για το ότι «καλλιέργησε υψηλές προσδοκίες χωρίς να υπάρχει ανάλογο περιβάλλον». Γενικότερα στην όξυνση των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών ζήτησε η ΕΕ «συμπληρωματικά προς το ΝΑΤΟ να αποκτήσει τις δικές της δομές ασφάλειας» και με «ευρωστρατό». Διαβεβαίωσε δε ντόπια και ξένα συμφέροντα ότι το κόμμα του έχει αξιόπιστο κυβερνητικό πρόγραμμα.
Ο πρώην πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας, δίνοντας ξανά εξετάσεις σε ιμπεριαλιστικά κέντρα και κεφάλαιο, χαιρέτισε ως «ιστορικές στιγμές» την ένταξη της χώρας στην ΕΟΚ, την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και τη ΝΑΤΟικής κοπής Συμφωνία των Πρεσπών, για την οποία επέμεινε ότι «δίνει τη δυνατότητα να παίξουμε σημαντικό ρόλο στα Βαλκάνια, εκεί όπου παίζουν ρόλο Ρωσία, Τουρκία». Στο ίδιο πνεύμα ζήτησε, «αναγνωρίζοντας ότι είμαστε κομμάτι της Δύσης, μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, να αναπτύξουμε πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική» ώστε να διασφαλίσουμε «σημαντικά οφέλη για τη χώρα», την ντόπια αστική τάξη. Για τα Ελληνοτουρκικά, βάζοντας πλάτη στην κυβέρνηση υιοθέτησε το αφήγημά της για Διεθνές Δίκαιο και Χάγη, ενώ στήριξε τις συμφωνίες της για τις θαλάσσιες ζώνες με Ιταλία και Αίγυπτο, με στόχο μια «έντιμη συμφωνία» με την Τουρκία, με τη «μέγιστη δυνατή συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων». Επιβεβαιώνοντας, εξάλλου, τις μοχλεύσεις στη σοσιαλδημοκρατία για την εμφάνιση εναλλακτικής στην αστική διαχείριση, τόνισε την «ανάγκη να διατυπωθεί μια εναλλακτική προοδευτική πρόταση στην κυρίαρχη ατζέντα», αφού χαρακτήρισε «κακό για το πολιτικό σύστημα» το ότι «δεν υπάρχει αντιπολίτευση», εξ ου και ζήτησε «να υπάρχει μια στοιχειώδης συνεννόηση μεταξύ των κατακερματισμένων δυνάμεων για προγραμματική σύγκλιση στα σημαντικά ζητήματα», για «μετεκλογικές ή και προεκλογικές συνεργασίες».
Ο υπουργός Αμυνας Ν. Δένδιας αναγνώρισε ότι η Τουρκία «σιγά - σιγά διευρύνει την γκάμα των διεκδικήσεων σε βάρος» της Ελλάδας, ενώ δείχνοντας το κουβάρι των ανταγωνισμών και των λυκοφιλιών του κεφαλαίου είπε πως αν είχε παραμείνει η κυβέρνηση Μόρσι στην Αίγυπτο θα είχε προχωρήσει τις διαπραγματεύσεις με την Τουρκία για τις θαλάσσιες ζώνες, στα πρότυπα του τουρκολιβυκού μνημονίου, οδηγώντας στον αποκλεισμό της ντόπιας αστικής τάξης από την Ανατολική Μεσόγειο. Επιβεβαιώνοντας τα παζάρια του κεφαλαίου, είπε ότι η συμφωνία της Αθήνας με την Αίγυπτο για ΑΟΖ «δεν είναι μια τέτοια συμφωνία» όπου η ελληνική πλευρά μπορούσε «να πάρει το 100% αυτού που διεκδικούσε», αλλά «συμβιβασμός επί των αμοιβαίων απαιτήσεων».
Ο Δ. Αβραμόπουλος είπε ότι με τις εξελίξεις στη Συρία και ευρύτερα, «αρέσει δεν αρέσει, η Τουρκία έχει ισχυροποιήσει τη θέση της», ενώ για τις σχέσεις Τουρκίας - Ισραήλ επεσήμανε το γεγονός ότι το μήνυμα που παίρνουν από τις ΗΠΑ είναι «να τα βρουν».
Ο Αγγ. Συρίγος, βουλευτής της ΝΔ, προέβλεψε ότι στη Συρία θα έχουμε μια «μάλλον χαοτική κατάσταση, με κάποιους τζιχαντιστές να έχουν το πάνω χέρι», «κάτι ανάλογο με Λιβύη, Ιράκ, πασπαλισμένο με λίγο από Αφγανιστάν, καθώς μιλούμε για Ταλιμπάν». Τόνισε ότι «το μεγάλο πρόβλημα της Κύπρου θα είναι το Προσφυγικό και η προσπάθεια εφαρμογής της "Γαλάζιας Πατρίδας"» από την Αγκυρα, κατ' αναλογία με το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Για το άμεσο μέλλον στο Κυπριακό δεν είδε κάποια δραματική αλλαγή, χωρίς να αποκλείει και τη διχοτόμηση αργότερα, λέγοντας μάλιστα ότι «δεν είναι κακό» και φέρνοντας διάφορα παραδείγματα από την υφήλιο όπου «το πλούσιο τμήμα μίας χώρας θέλει να φύγει από το φτωχό τμήμα της χώρας», επιβεβαιώνοντας ότι στον κόσμο του κεφαλαίου, και τα λεγόμενα «εθνικά θέματα» μετρώνται με όρους συμφέροντος.
Η ΝΑΤΟική αστική τάξη έχει αποφασίσει να χρησιμοποιεί μεσαιωνικές μεθόδους, ανερυθρίαστα, λες και προωθεί vintage μόδα για να πλασάρει καινούρια μοντελάκια πολέμου, όπως διά αντιπροσώπων, φυλών, θρησκευτικών σεχτών και πάει λέγοντας. Στην πραγματικότητα κερδίζει χρόνο και συντηρεί τη βία επαναφέροντας γενοκτονίες, εξανδραποδισμούς, θεαματικές εκτελέσεις, μέχρι να προετοιμάσει το οπλοστάσιό της και να κερδίσει τον επιδιωκόμενο για τα κέρδη της τρίτο παγκόσμιο πόλεμο. Εδώ θέλει τεράστια προσοχή η προπαγάνδα, το λεξιλόγιο και η σημασία στη λεπτομέρεια, μαζί με την αναζήτηση πληροφοριών, πίσω και πέρα από τις γραμμές του προφανούς. Αυτές τις μέρες παίζει πολύ για παράδειγμα το ποίημα του Καβάφη για τη Συρία («Ας φρόντιζαν», 1930) κι όλοι στέκονται στον στίχο «βλάπτουν κι οι τρεις τους τη Συρία το ίδιο». Βάζουν όποιον θέλουν στους... τρεις, κι έτσι η ανάλυση και βολεύει και κοιμίζει. Κι όμως, λίγο πιο πάνω αυτός που θέλει να υπηρετήσει την πατρίδα του τη Συρία, λέει «κι έχω φιλίες με αρχηγούς των μισθοφόρων». Κι εδώ σύντροφοι θέλει ξεφλούδισμα ο στίχος, πριν γίνει αποδεκτή η έννοια του μισθοφόρου ως πατριωτική και σοφή λύση, όπως έγινε και το εμπόριο δούλων, που πήρε στον 21ο αιώνα τη μορφή της αγοραπωλησίας φθηνών εργατικών χεριών.