ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 14 Ιούλη 2002
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Η παραγωγικότητα της εργασίας είναι ουδέτερο μέγεθος;

Η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας έχει σαν αποτέλεσμα να αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης. Παραγωγικότητα και εντατικότητα της εργασίας. Σκόπιμες παραποιήσεις

Στη μοναδική, ίσως, συνέντευξη σε κρατικό κανάλι, που παραχώρησε ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας - νυν αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - Λ. Παπαδήμος, επανέλαβε και πάλι αυτό, που μόνιμα επισημαίνει, μέσω των εκθέσεων της Τράπεζας, τα τελευταία χρόνια: Οτι όλη η προσπάθεια και όλες οι πολιτικές πρέπει να κατατείνουν σε ένα στόχο. Στην αύξηση της παραγωγικότητας. Η λέξη - κλειδί, η οποία, κατά τον Λ. Παπαδήμο, θα επιτρέψει στην ελληνική οικονομία να διατηρήσει ή και να αυξήσει τα μερίδιά της στο διεθνή στίβο, όπου ο ανταγωνισμός είναι σκληρός. Πάντα σύμφωνα με τη λογική αυτή, μόνον η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας αποτελεί την ασπίδα προστασίας και των επιχειρήσεων που παράγουν για την εσωτερική αγορά - έναντι του συναγωνισμού, που υφίστανται από τους ξένους καπιταλιστές - είναι, δηλαδή, ο απαραίτητος όρος για τη διατήρηση της απασχόλησης, αλλά και η βάση για μία ...λελογισμένη αύξηση των μισθών. Εξ ου και το πάγιο αίτημα των οργανώσεων του κεφαλαίου για σύνδεση του μισθού με την παραγωγικότητα της εργασίας. Με λίγα, δηλαδή, λόγια, η προτροπή προς τους εργαζόμενους είναι: «`Η αυξάνεται η παραγωγικότητα, ή χανόμαστε», ή, για την ακρίβεια, χάνεστε (οι εργαζόμενοι. Γιατί οι καπιταλιστές, και να κλείσουν τις επιχειρήσεις τους, σίγουρα δεν πρόκειται να χαθούν...).

Φυσικά, ο κ. Παπαδήμος και όσοι αποδέχονται τη λογική του εκφράζουν ταξικές θέσεις. Εκφράζουν τα συμφέροντα της τάξης των κεφαλαιοκρατών, η οποία, όντως, ενδιαφέρεται να αυξάνεται και να αυξάνεται συνεχώς η παραγωγικότητα της εργασίας, μια και με τον τρόπο αυτό μειώνεται η τιμή της εργατικής δύναμης, ο μισθός εργασίας. Η τιμή της εργατικής δύναμης, με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, γίνεται πιο φθηνή για τους κεφαλαιοκράτες, κάτι που έχει σαν λογική συνέπεια να αυξάνει ο βαθμός εκμετάλλευσής της.

Παραγωγικότητα και εντατικότητα της εργασίας

Το πώς η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας αυξάνει το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, θα φανεί με παράδειγμα που θα παρατεθεί στη συνέχεια. Πριν από αυτό, θα πρέπει να ξεκαθαριστεί η ακόλουθη - εσκεμμένη ή μη - σύγχυση: Είναι άλλο πράγμα η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και άλλο πράγμα η αύξηση της εντατικότητας της εργασίας. Στην πρώτη περίπτωση, όταν, δηλαδή, αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας, έχουμε αύξηση μεν του προϊόντος της εργασίας (αντί για 10.000 φύλλα εφημερίδας την ώρα, ένα τυπογραφείο αυξάνει την παραγωγή στις 20.000 φύλλα), χωρίς, όμως, να έχουμε αύξηση της νέας αξίας, που δημιουργούν οι τυπογράφοι στη διάρκεια μιας ώρας. Η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας αφήνει ανεπηρέαστη τη μάζα της νέας αξίας, που δημιουργείται από την κατανάλωση της ζωντανής εργασίας. Αν στο παράδειγμά μας οι τυπογράφοι σε μια ώρα δημιουργούσαν Α ποσότητα νέας αξίας, όταν με τα τεχνικά μέσα που διέθεταν παρήγαγαν 10.000 φύλλα, Α ποσότητα νέας αξίας παράγουν και τώρα, που, χάρη στις νέες μεθόδους παραγωγής, εκτυπώνονται 20.000 φύλλα την ώρα. Απλώς, η νέα αξία που δημιουργείται από τη ζωντανή εργασία, στην πρώτη περίπτωση, κατανέμεται σε 10.000 φύλλα και, στη δεύτερη, η ίδια μάζα αξίας σε 20.000 φύλλα. Αυτό, δηλαδή, που πετυχαίνει η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας, είναι να κάνει πιο φθηνό το προϊόν της εργασίας, επειδή σ' αυτό προστίθεται λιγότερη ζωντανή εργασία, άρα λιγότερη αξία. Στην περίπτωσή μας, η νέα αξία που προστίθεται σε κάθε φύλλο εφημερίδας, μετά την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας, μειώθηκε κατά 50%.

Εντελώς διαφορετική είναι η περίπτωση της ανόδου της εντατικότητας της εργασίας. Στην περίπτωση αυτή, έχουμε και άνοδο του όγκου του παραγόμενου προϊόντος, αλλά και αύξηση της νέας αξίας που προσθέτει στο προϊόν αυτό η ζωντανή εργασία. Ανοδο της εντατικότητας της εργασίας, έχουμε στην περίπτωση, κατά την οποία, με δοσμένη την τεχνική βάση της παραγωγής, η εργατική δύναμη, αντί να καταναλωθεί μέσα σε οχτώ εργάσιμες ώρες, καταναλώνεται σε έξι. Είναι η κλασική μορφή ανόδου της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, όταν ο κεφαλαιοκράτης, μέσω του επιστάτη - γορίλα, εξαναγκάζει τους εργάτες να επιταχύνουν το ρυθμό εργασίας, έτσι ώστε, αντί για 20 κινήσεις το λεπτό, να τις αυξήσουν σε 25 κινήσεις το λεπτό.

Η διάκριση των εννοιών «παραγωγικότητα της εργασίας» και «εντατικότητα της εργασίας» κρίνεται αναγκαία, γιατί πολλές φορές, σχεδόν πάντα, όταν οι φορείς του κεφαλαίου και οι εκπρόσωποί τους ζητούν να αυξηθεί η παραγωγικότητα της εργασίας, εννοούν να αυξηθεί η εντατικότητα της εργασίας. Σκόπιμα μπερδεύουν τις δύο αυτές έννοιες και τις ονομάζουν και τις δύο με τον όρο «παραγωγικότητα», επειδή ο όρος «εντατικότητα» δεν έχει τη νομιμοποίηση που έχει ο πρώτος.

Παραγωγικότητα της εργασίας και εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης

Αν δεχτούμε, για λόγους μεθοδολογίας, ότι τα εμπορεύματα πωλούνται στην αξία τους, άρα και το εμπόρευμα «εργατική δύναμη» πωλείται στην αξία του, δύο τρόποι υπάρχουν για την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργασίας:

α) Η παράταση της εργάσιμης ημέρας. Αν, π.χ., ο εργοδότης παρατείνει την εργάσιμη ημέρα από 8 σε 10 ώρες, χωρίς να αυξηθεί παράλληλα και ο μισθός εργασίας, αυξάνεται η υπερεργασία που καρπώνεται δωρεάν κατά δύο ώρες. Με τον τρόπο αυτό, αυξάνεται η απόλυτη υπεραξία.

β) Με την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας, η οποία οδηγεί σε αύξηση της σχετικής υπεραξίας. Στην περίπτωση αυτή, ο χρόνος εργασίας μένει σταθερός, αλλά ανακατανέμεται ο αναγκαίος χρόνος εργασίας (στη διάρκεια του οποίου παράγεται ένα ισοδύναμο της αξίας της εργατικής δύναμης) και η υπερεργασία, στη διάρκεια της οποίας ο εργάτης παράγει νέα αξία (υπεραξία) για λογαριασμό του κεφαλαιοκράτη. Ανακατανομή, με την έννοια ότι μειώνεται ο αναγκαίος χρόνος εργασίας και αυξάνεται η υπερεργασία.

Πώς γίνεται αυτό, θα γίνει αντιληπτό με το ακόλουθο παράδειγμα:

Εστω ότι ένα μικρό εργοστάσιο κατασκευής υποδημάτων, που απασχολεί 20 εργαζόμενους, παράγει στη διάρκεια 8 εργάσιμων ωρών 50 ζευγάρια παπούτσια. Υποθέτουμε, επίσης, ότι ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης είναι 100% (4 ώρες ο εργάτης παράγει για τον εαυτό του και 4 ώρες για τον επιχειρηματία) και ότι η αξία (τιμή) για κάθε ζευγάρι παπούτσια είναι 20.000 δρχ. Υποθέτουμε, επίσης, ότι η αξία των μέσων παραγωγής που προστίθεται στο προϊόν (μηχανές, δέρμα, βερνίκια, κτίρια) είναι 10.000 δρχ. για κάθε ζευγάρι παπούτσια, ενώ ο μισθός εργασίας είναι 12.500 δρχ. για κάθε εργάτη.

Αρα, στη διάρκεια των 8 ωρών παραγωγής, έχουμε:

Αξία Μέσων Παραγωγής 10.000 χ 50 ζευγάρια = 500.000 δρχ.

Μισθοί (αξία εργατικής δύναμης) 12.500 χ 20 εργάτες = 250.000 δρχ.

Αρα, το συνολικό κεφάλαιο (σταθερό και μεταβλητό), που προκαταβάλλει ο επιχειρηματίας, για τις ανάγκες της παραγωγής μιας ημέρας, είναι 750.000 δρχ. Οταν, όμως, πωλήσει το ημερήσιο προϊόν, θα εισπράξει 1.000.000 δρχ. (50 ζευγάρια χ 20.000). Αποσπά, δηλαδή, μια υπεραξία 250.000 δρχ. και, κατά συνέπεια, το ποσοστό υπεραξίας (υπεραξία προς μεταβλητό κεφάλαιο) είναι ίσο με 100%. Αυτό απλά επαληθεύει την αρχική υπόθεση ότι από τις 8 ώρες, τις 4 πρώτες ο εργάτης προσθέτει στο προϊόν αξία ίση με αυτήν της εργατικής του δύναμης και τις υπόλοιπες 4 ώρες δημιουργεί την υπεραξία, που καταλήγει στην τσέπη του κεφαλαιοκράτη.

Ο τελευταίος όμως, επειδή είναι άνθρωπος της προόδου, αποφασίζει να εισάγει στην επιχείρησή του νέα τεχνολογία, με αποτέλεσμα να διπλασιάσει την παραγωγή του. Αντί για 50 ζευγάρια παπούτσια, παράγει τώρα 100 ζευγάρια. Ας δούμε, τώρα, τι συνέπεια έχει ο διπλασιασμός αυτός της παραγωγικής δύναμης της εργασίας.

Η αξία των Μέσων Παραγωγής διπλασιάζεται, καθώς ανέρχεται πλέον σε 1.000.000 δρχ. (100 ζευγάρια χ 10.000).

Η αξία της Εργατικής Δύναμης (μισθός) μένει σταθερή στις 250.000 δρχ. (20 εργάτες χ 12.500).

Η αξία του συνολικού προϊόντος ανέρχεται πλέον στα 2.000.000 δρχ. (100 ζευγάρια χ 20.000 δρχ).

Από αυτά προκύπτει ότι η μάζα της υπεραξίας αυξήθηκε στις 750.000 δρχ., καθώς και ότι το ποσοστό της υπεραξίας από 100% αυξήθηκε στο 300% (υπεραξία 750.000 δρχ. προς αξία εργατικής δύναμης 250.000 δρχ). Αυτό απλά σημαίνει ότι έχει αλλάξει δραματικά και η σχέση της αναγκαίας εργασίας προς την υπερεργασία. Από 4/4 έγινε πλέον 2/6. Η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας είχε σαν αποτέλεσμα, η αξία της εργατικής δύναμης να αναπαράγεται πλέον σε 2 ώρες αντί για 4 ώρες που απαιτούνταν πριν. Αντίστοιχα, η υπερεργασία αυξήθηκε από 4 σε 6 ώρες. Με τον τρόπο αυτό, μειώνεται η αξία (τιμή) της εργατικής δύναμης και αυξάνεται ο βαθμός εκμετάλλευσης.

Αρα, κάτι ξέρει ο κ. Παπαδήμος και οι συν αυτώ, που με τέτοια επιμονή ζητούν να αυξηθεί η παραγωγικότητα της εργασίας.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ