ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 2 Φλεβάρη 2003
Σελ. /32
Ιστορίες πετρελαίων και πολέμου

Παπαγεωργίου Βασίλης

Στις 18 Απρίλη του 1995, η γνωστή αμερικανική εφημερίδα «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ», στο πρωτοσέλιδο άρθρο της, έγραφε: «Πραγματικά, οι εταιρίες που θα κερδίσουν τα δικαιώματα να εκμεταλλευτούν ιρακινά κοιτάσματα μπορεί να γίνουν οι ισχυρότερες πολυεθνικές του επόμενου αιώνα... Ολα τα κοιτάσματα για τα οποία γίνεται λόγος είναι γνωστό πως είναι τεράστια. Το καθένα τους είναι ικανό να παράγει 300.000 βαρέλια την ημέρα και πιθανόν ακόμη και 500.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως».

Τεράστια κοιτάσματα

Το παραπάνω απόσπασμα μπορεί να εξηγεί έναν από τους πραγματικούς λόγους για την επιδρομή εναντίον του Ιράκ, όπως και τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις που έχουν εκδηλωθεί κυρίως μεταξύ των ΗΠΑ και του γαλλογερμανικού άξονα.

Τα πετρελαϊκά κοιτάσματα του Ιράκ, λοιπόν, υπολογίζονται σε 112 δισεκατομμύρια βαρέλια και ισοδυναμούν με το 11% των παγκόσμια γνωστών αποθεμάτων. Πρόκειται, επιπλέον, για το φθηνότερο πετρέλαιο, αφού το κόστος εξόρυξής του είναι κάτω από 1 δολάριο το βαρέλι.

Αυτό σημαίνει ότι όποιος ελέγχει το ιρακινό πετρέλαιο μπορεί να αντλεί τεράστια υπερκέρδη, ακόμη και με χαμηλές τιμές πώλησης. Μπορεί, όμως, και να επιφέρει αποφασιστικό χτύπημα στο καρτέλ του ΟΠΕΚ, που καθορίζει σχεδόν αποκλειστικά τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου. Από την άποψη αυτή, αποκτούν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι ανακατατάξεις και οι συσχετισμοί στον αραβικό κόσμο. Ετσι, αποκτούν στέρεο έδαφος οι εκτιμήσεις ότι αυτός ο πόλεμος δε θα σταματήσει μόνο στο Ιράκ, αλλά θα συνεχιστεί σε άλλα μέτωπα της περιοχής και πριν απ' όλα εναντίον του Ιράν.

Συμφωνίες στο παρασκήνιο

Από την άποψη αυτή, έχει σημασία να δούμε πώς εξελίχθηκε τα τελευταία χρόνια ο φανερός και κρυφός πόλεμος για τον έλεγχο και την εκμετάλλευση των ιρακινών πετρελαίων. Στον πόλεμο αυτό, παίρνουν μέρος κυρίως οι αμερικανικές, οι γαλλικές και οι ρωσικές πετρελαϊκές εταιρίες και, φυσικά, οι αντίστοιχες κυβερνήσεις. Για να δώσουμε μόνο μια πλευρά αυτού του πολέμου, σημειώνουμε ότι τα επτά τελευταία χρόνια υπογράφηκαν μεταξύ της ιρακινής κυβέρνησης και διαφόρων πετρελαϊκών εταιριών πάνω από 30 συμφωνίες, που αφορούν στην εκμετάλλευση των τεράστιων αποθεμάτων. Οι μεγαλύτερες από αυτές τις συμφωνίες υπογράφηκαν με τις γαλλικές εταιρίες ΤΟΤΑL και «Elf», αλλά και της μεγαλύτερης ρωσικής εταιρίας «Loukoil». Μάλιστα, το Γενάρη του 2002, η «Loukoil» ανακοίνωσε ότι υπογράφτηκε συμφωνία μεταξύ των κυβερνήσεων Ιράκ και Ρωσίας, ύψους 40 δισ. δολαρίων, με την οποία διευθετείται και το χρέος του Ιράκ προς την πρώην Σοβιετική Ενωση. Με τη συμφωνία, οι ρωσικές πετρελαϊκές εταιρίες αποκτούν τον έλεγχο των απροσμέτρητων κοιτασμάτων στο δυτικό Ιράκ, στην περιοχή Κούρνα. Απ' την άλλη, η Διεθνής Επιτροπή Ενέργειας υπολογίζει ότι το ύψος των συμφωνιών με τις γαλλικές εταιρίες TOTAL και «Elf» ξεπερνά τα 4 δισ. δολάρια.

Τι ξέρουν οι Αμερικανοί...

Σε έκθεση του Κογκρέσου των ΗΠΑ, με ημερομηνία 26 Σεπτέμβρη 2002, αναφέρεται ότι, σύμφωνα με τις πληροφορίες των αμερικανικών αρχών, οι μεγαλύτερες συμφωνίες που έχουν υπογραφεί είναι οι εξής: 1) Για το κοίτασμα Αλ Αχτάμπ με την εθνική επιχείρηση πετρελαίου της Κίνας. 2) Για το κοίτασμα Νασιρίγια με την «Agip» (Ιταλία) και τη «Repsol» (Ισπανία). 3) Για το μεγάλο κοίτασμα Κούρνα με τη «Lukoil» (Ρωσία). 4) Για το κοίτασμα Μαχνούν με την «Total - Fina» (Γαλλία). 5) Για το κοίτασμα Ναρ Ουμάρ με την «Total - Fina» (Γαλλία). 6) Για το κοίτασμα Τούμπα με την ONGC (Ινδία) και την «Sonatrach» (Αλγερία). 7) Για το κοίτασμα Ρατάουι με τη SHELL (ολλανδικών και βρετανικών συμφερόντων). 8) Για το κοίτασμα Μπλοκ 8 με την ONGC (Ινδία).

Ομως, όλες αυτές οι συμφωνίες παραμένουν ανενεργείς λόγω του εμπάργκο. Η ενεργοποίησή τους θα γίνει αυτόματα μετά την άρση των κυρώσεων από τον ΟΗΕ. Το θέμα είναι, όμως, ποιος θα βρίσκεται στην εξουσία του Ιράκ εκείνη τη στιγμή. Στην περίπτωση ανατροπής του Σαντάμ Χουσεΐν (με, ή χωρίς πόλεμο) και εγκαθίδρυσης μιας αμιγώς φιλοαμερικανικής κυβέρνησης στη Βαγδάτη, τότε είναι πολύ πιθανό να ακυρωθούν όλες οι προηγούμενες συμφωνίες. Φυσικά, τότε θα επωφεληθούν οι αμερικάνικες εταιρίες, που θα αποκτήσουν μονοπωλιακή πρόσβαση στα κοιτάσματα. Ετσι εξηγούνται πολλά.

Απροκάλυπτοι εκβιασμοί

Στις 16 Σεπτέμβρη, ο πρώην αρχηγός της CIA, Τζέιμς Γούλσεϊ, δήλωσε ότι η αμερικανική κυβέρνηση «πρέπει να τονίσει σε χώρες, όπως η Γαλλία και η Ρωσία, ότι εάν βοηθήσουν στην επιχείρηση εναντίον του Ιράκ η αμερικανική κυβέρνηση θα κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για να τους εξασφαλίσει στενή συνεργασία με τη νέα ιρακινή ηγεσία. Ενώ, σε αντίθετη περίπτωση, θα είναι δύσκολο έως αδύνατο να πειστεί η νέα ιρακινή κυβέρνηση να συνεργαστεί μαζί τους». Καθαρά και σταράτα λόγια...

Παράλληλα με τις πολεμικές προετοιμασίες, οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Βρετανίας προετοιμάζουν και την «κυβέρνηση» που θα εγκαταστήσουν στο Ιράκ μετά την εισβολή τους. Κορμός αυτής της «κυβέρνησης» θα είναι το Εθνικό Κογκρέσο του Ιράκ, μια οργάνωση των εξόριστων αντιπάλων του Σαντάμ. Ο Φαϊζάλ Καραγκολί, στέλεχος του Εθνικού Κογκρέσου του Ιράκ, δήλωσε πριν από ένα μήνα στο Λονδίνο: «Σίγουρα, θα αναθεωρήσουμε όλες αυτές τις συμφωνίες. Η πολιτική πετρελαίου θα αποφασιστεί εξ αρχής από μια κυβέρνηση που θα εκλεγεί από τον ιρακινό λαό». Πιο αποκαλυπτικός ο Αχμέτ Χαλαμπί, ηγετικό στέλεχος του Εθνικού Κογκρέσου του Ιράκ, ο οποίος πρότεινε να δημιουργηθεί από τη νέα «κυβέρνηση» μια αμερικανοϊρακινή κοινοπραξία για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. «Ετσι κι αλλιώς, οι αμερικανικές εταιρίες θα έχουν τον πρώτο λόγο για το ιρακινό πετρέλαιο», δήλωσε «υπερήφανα» ο κ. Χαλαμπί.

Αντιθέσεις. Μέχρι πού;

Οπως είναι φανερό, ο έλεγχος του ιρακινού πετρελαίου δίνει ηγεμονική θέση σ' αυτόν που τον έχει. Δεν είναι μόνον η εκμετάλλευση των τεράστιων αποθεμάτων, είναι και η καθυπόταξη του ΟΠΕΚ και η διαμόρφωση των τιμών κατά το δοκούν. Στην υπόθεση αυτή, κρίνεται αποφασιστικά η προσπάθεια των μεγάλων ευρωπαϊκών κρατών, και κυρίως της Γαλλίας και της Γερμανίας, να χειραφετηθούν ενεργειακά από τις ΗΠΑ. Ισως, μάλιστα, να είναι και η τελευταία τους ευκαιρία. Ετσι μπορεί να εξηγηθούν και οι δηλώσεις των κ.κ. Σρέντερ και Σιράκ κατά της επιδρομής την περασμένη βδομάδα, όπως και οι επιφυλάξεις της ρωσικής κυβέρνησης. Οι αντιθέσεις αυτές γίνονται οξύτερες στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, που πλήττει ταυτοχρόνως τα τρία μεγάλα καπιταλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ενωση και Ιαπωνία).

Το θέμα είναι μέχρι ποιο σημείο μπορούν να φτάσουν αυτές οι αντιθέσεις. Πόσο θα αντέξουν στο ρόλο του «ειρηνοποιού» οι ηγέτες της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ρωσίας, αν τους προσφερθεί από τις ΗΠΑ μια καλή συμφωνία για το μοίρασμα της λείας των ιρακινών πετρελαίων;


Δάνης ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ