Ανοιχτό πεδίο ανταγωνισμών, μεταξύ αστικών κυβερνήσεων και ανάμεσα σε πολυεθνικές της ενέργειας
Το έναυσμα δόθηκε με το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του Α. Σαμαρά, όπου ανάμεσα στα άλλα αναφέρθηκε στην ΕΕ και είπε ότι «χρειαζόμαστε στηρίγματα, ώστε να αναδείξουμε τον ορυκτό μας πλούτο, τους πλουτοπαραγωγικούς μας πόρους, την ΑΟΖ μας».
Ακολούθησαν δημοσιεύματα στον Τύπο, ότι η κυβέρνηση προσανατολίζεται όχι στην ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, αλλά στο να καταθέσει στον ΟΗΕ συντεταγμένες για τα εξωτερικά όριά της. Επίσης, υπήρξαν και πληροφορίες για τμηματική ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, πράγμα που άτυπα έχει ήδη γίνει με τη δημοσίευση των χαρτών της ελληνικής ΑΟΖ του Ιονίου Πελάγους και της περιοχής νότια της Κρήτης.
Η υφαλοκρηπίδα - ΑΟΖ είναι το κυριαρχικό δικαίωμα που αφορά στο θαλάσσιο χώρο, ο οποίος εκτείνεται πέρα από τη στενή λωρίδα των 6 ή 12 ν. μιλίων των εθνικών χωρικών υδάτων που περιβάλλει τις ακτές, δηλαδή στα λεγόμενα διεθνή ύδατα, όπου δεν ασκείται εθνική κυριαρχία, όπως στα χωρικά ύδατα, αλλά το δικαίωμα της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων ανήκει αποκλειστικά σε κάποιο κράτος.
Με την κατάθεση στον ΟΗΕ χαρτών του θαλάσσιου χώρου με τα εξωτερικά όρια της ελληνικής ΑΟΖ, ουσιαστικά θα δίνεται το περίγραμμα της περιοχής που η Ελλάδα διεκδικεί να έχει δικαίωμα αποκλειστικής εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων.
Ωστόσο, αυτό από μόνο του δε συνεπάγεται και κατοχύρωση αυτού του δικαιώματος. Κάτι ανάλογο ισχύει και με τη (μονομερή) ανακήρυξη της ελληνικής ΑΟΖ, που στην ουσία σημαίνει διακήρυξη δικαιώματος. Για να γίνει, όμως, η άσκηση αυτού του δικαιώματος, χρειάζεται, εφόσον υπάρχουν χώρες που το αμφισβητούν (π.χ. η Τουρκία), να υπάρξει διμερής διαπραγμάτευση για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας - ΑΟΖ ή προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο.
Η κατάθεση στον ΟΗΕ χαρτών με τα όρια της ελληνικής ΑΟΖ, που προφανώς θα είναι στη βάση της μέσης απόστασης από τις απέναντι ακτές των άλλων παράκτιων χωρών, δεν αποτελεί μια κίνηση εν κενώ. Συγκεκριμένα:
Υπό αυτό το πρίσμα, η κατάθεση από την ελληνική πλευρά στον ΟΗΕ χαρτών με τα όρια της ελληνικής ΑΟΖ, όπου προφανώς θα περιλαμβάνει και θαλάσσιες περιοχές, οι οποίες εμπεριέχονται και στους επίσημους τουρκικούς χάρτες, θα έρθει να επιβεβαιώσει τη διαφορά που υπάρχει μεταξύ των δύο χωρών και ενδεχομένως να αποτελέσει τη βάση για κάποιου είδους διαπραγμάτευση ή παραπομπή.
Σε κάθε περίπτωση, η κατάθεση από την Ελλάδα στον ΟΗΕ χαρτών με τα όρια της ελληνικής ΑΟΖ, αναμένεται να σηματοδοτήσει την επιτάχυνση των διαδικασιών για διευθέτηση των ορίων των θαλασσίων ζωνών στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, που έχει μπει για τα καλά στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των πολυεθνικών κολοσσών της Ενέργειας, οξύνοντας τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Στη Μεσόγειο δεν υπάρχει τμήμα του θαλάσσιου χώρου που -δυνητικά- δεν ανήκει ως ΑΟΖ σε κάποια παράκτια χώρα.
Τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας και ό,τι απορρέει από αυτά, όπως οι ενεργειακοί πόροι, μπαίνουν σαν υποθήκη και ενέχυρο στην ιμπεριαλιστική σκακιέρα, για λογαριασμό της ντόπιας αστικής τάξης, στην αναζήτηση μιας καλύτερης θέσης στη μοιρασιά της λείας. Ενδεικτικό του πόσο περιπλέκεται η κατάσταση, είναι τα πολλά μέτωπα που έχουν ανοίξει στα ζητήματα που σχετίζονται με την ΑΟΖ. Ορισμένα από αυτά είναι:
Αξίζει να αναφερθεί πως η ΑΟΖ του Καστελόριζου, σε πλήρη ανάπτυξη με βάση την αρχή της μέσης απόστασης που καθιερώνει το Δίκαιο της Θάλασσας, καλύπτει ένα θαλάσσιο χώρο έκτασης περίπου όσο η Πελοπόννησος και είναι ο «κρίκος» που ενώνει την ελληνική με την κυπριακή, καθώς και με την αιγυπτιακή ΑΟΖ. Μάλιστα, πρόκειται για μια περιοχή που εικάζεται ότι διαθέτει σημαντικά ενεργειακά αποθέματα.
Ανάλογη, δηλαδή ευνοϊκή για τις τουρκικές θέσεις, είναι και η στάση της Λιβύης. Κατά το πρόσφατο ταξίδι του υπουργού Εξωτερικών Δ. Αβραμόπουλου στην Τρίπολη, ο Λίβυος υπουργός Διεθνούς Συνεργασίας Μουχαμέντ Αμπντελαζίζ, δήλωσε μετά τη συνάντησή τους στις 20 Δεκέμβρη, αναφερόμενος στο θέμα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών, ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχει οριστική απόφαση και πως είναι θέμα που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα και τη Λιβύη και «πρέπει να προχωρήσουμε σε ένα πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένων των χωρών που έχουν θαλάσσια σύνορα με την Ελλάδα και τη Λιβύη».
Βάζει έτσι στη διαπραγμάτευση με την Ελλάδα τόσο την Αίγυπτο όσο και την Τουρκία, η οποία, εφόσον το σύμπλεγμα του Καστελόριζου έχει ΑΟΖ, δεν έχει θαλάσσια σύνορα με την Αίγυπτο και τη Λιβύη.
Η συγκυβέρνηση συνδέει με κάθε ευκαιρία τον ενεργό της ρόλο στους πολεμικούς σχεδιασμούς με την έξοδο της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας από την κρίση, επιδεικνύοντας τη γεωστρατηγική θέση της χώρας. Με άξονα το ιμπεριαλιστικό σχέδιο περί «νέας Μέσης Ανατολής», επιχειρεί να δέσει το λαό στο «δόγμα ασφάλειας» του κράτους του Ισραήλ και να καταστήσει τη χώρα προπύργιο των ευρωενωσιακών συμφερόντων και των επιδιώξεών τους για διείσδυση στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Αλλά και αντίστροφα, να καταστήσει την Ελλάδα πύλη εισόδου για ενέργεια, προϊόντα και κεφάλαια προς την ΕΕ από τρίτες χώρες. Το θέμα δεν είναι συγκυριακό, όσο κι αν η ένταση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών σχετίζεται με τη βαθιά και συγχρονισμένη καπιταλιστική κρίση.
Ολα τα παραπάνω δείχνουν ότι η αστική τάξη και τα κόμματά της, δε διστάζουν να εκθέτουν σε κινδύνους τη χώρα και το λαό μπαίνοντας βαθιά στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και στους πολεμικούς σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστικών επιτελείων.
Τουρκικές πράξεις νομής της ελληνικής ΑΟΖ σε Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο
Είναι η γνωστή γραμμή από βορά προς νότο του 25ου Μεσημβρινού, που έχει τεθεί ως όριο των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο (υφαλοκρηπίδα, FIR, έρευνα και διάσωση, επιχειρησιακός έλεγχος κ.λπ.).
Τυχόν υιοθέτηση αυτής της λύσης θα σήμαινε ότι τα ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου θα περιβάλλονται από τουρκική υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ. Δηλαδή, ανάμεσα στα ελληνικά νησιά θα υπάρχουν τουρκικές πλατφόρμες άντλησης πετρελαίου και τεχνητά νησιά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ασφάλειά τους και την άμυνα της χώρας, σε συνδυασμό και με τις άλλες τουρκικές διεκδικήσεις (χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, αποστρατιωτικοποίηση νησιών).
Η ΑΟΖ ναι μεν δεν αποτελεί περιοχή εθνικής κυριαρχίας, όπως είναι τα χωρικά ύδατα και ο εναέριος χώρος, ωστόσο αποτελεί περιοχή όπου η ενδιαφερόμενη χώρα μπορεί να επικαλεστεί «ύψιστα συμφέροντά» της, όπως η προστασία μιας πλατφόρμας άντλησης και να επιβάλει ντε φάκτο και μόνιμη στρατιωτική παρουσία στην περιοχή, ανατρέποντας έτσι τις ισορροπίες ισχύος.
Βήμα κλιμάκωσης των τουρκικών διεκδικήσεων αποτελούν οι χάρτες που δημοσιεύθηκαν στην τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως με θαλάσσια «οικόπεδα» προς έρευνα για υδρογονάνθρακες που περιλαμβάνουν την ελληνική υφαλοκρηπίδα - ΑΟΖ.
Ειδικότερα, στις 27/4/2012 δημοσιεύθηκαν οι αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου της 16/3/2012 για τη χορήγηση στην τουρκική Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου (ΤΡΑΟ) αδειών για έρευνες υδρογονανθράκων, που αφορούν θαλάσσιες περιοχές στα ανοιχτά των Αδάνων, της Αττάλειας, της Αντιόχειας και της Μούγλας και περιλαμβάνουν κομμάτια ελληνικής υφαλοκρηπίδας νοτίως της Ρόδου, της Καρπάθου και του Καστελόριζου, καθώς και κομμάτια της κυπριακής ΑΟΖ.
Ανάλογη πράξη του 1973 ήταν η απαρχή των τουρκικών διεκδικήσεων στο Αιγαίο και των κρίσεων των ετών 1974, 1976, 1987, 1996, καθώς και η βάση της τουρκικής προκλητικότητας σε αέρα και θάλασσα.
Ουσιαστικά πρόκειται για πράξεις νομής εκ μέρους της Τουρκίας της ελληνικής ΑΟΖ, δηλαδή των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στο διεθνή θαλάσσιο χώρο. Οι παραπάνω τουρκικές ενέργειες αποτελούν τις μοναδικές καταγεγραμμένες πράξεις διακήρυξης δικαιώματος έρευνας και εκμετάλλευσης στο θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου και της Αν. Μεσογείου πέραν των χωρικών υδάτων.
Σε αντίθεση με τις τουρκικές ενέργειες, από την ελληνική πλευρά όλα αυτά τα χρόνια, από το 1973 και μετά, δεν έχει γίνει καμία αντίστοιχη πράξη διακήρυξης ελληνικού δικαιώματος εκμετάλλευσης των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο, πέρα από τα χωρικά ύδατα των 6 ν. μιλίων.
Επίσης, η Ελλάδα, παρότι από το 1994 έχει προσχωρήσει στη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας, δεν έχει κλείσει τους κόλπους με ευθείες γραμμές βάσης, δεν έχει εφαρμόσει την ζώνη των 12 ν. μιλίων χωρικών υδάτων, δεν έχει ορίσει Συνορεύουσα Ζώνη, δεν έχει ανακηρύξει Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, δεν έχει κατοχυρώσει το αποκλειστικό δικαίωμα έρευνας και διάσωσης, ενώ το FIR τελεί υπό καθημερινή αμφισβήτηση από δεκάδες πτήσεις τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών. Η περιοχή αυτή συμπίπτει και με την περιοχή επιχειρησιακού ελέγχου που και αυτή είναι αντικείμενο αμφισβήτησης από την Τουρκία στο πλαίσιο του ΝΑΤΟικού καταμερισμού.
Θυμίζουμε πως όταν το 1973 εκδηλώθηκε η πρώτη τουρκική πράξη με τη δημοσίευση των σχετικών χαρτών για το Αιγαίο, οι δύο χώρες οδηγήθηκαν στα πρόθυρα του πολέμου (1974, 1976), οπότε και υπογράφηκε το «Πρωτόκολλο της Βέρνης», το 1977, μεταξύ Καραμανλή και Ντεμιρέλ, που προβλέπει αμοιβαία αποχή Ελλάδας και Τουρκίας από έρευνες στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου πέρα από τα 6 μίλια των χωρικών τους υδάτων.
Συνέπεια αυτού η Ελλάδα δεν μπορεί να αξιοποιήσει τους φυσικούς πόρους πέραν των 6 ν. μιλίων ακόμα και μέσα στο Σαρωνικό κόλπο. Ακολούθησε η κρίση του 1987 με τη συμφωνία του Νταβός και η κρίση των Ιμίων το 1996 με τη συμφωνία της Μαδρίτης το 1997. Και οι δύο αυτές συμφωνίες είναι επαναβεβαίωση της Βέρνης.
Για την καλύτερη κατανόηση του πλέγματος των δικαιωμάτων που απορρέουν από το Διεθνές Δίκαιο στο θαλάσσιο χώρο αξίζει να επισημάνουμε τα παρακάτω:
Ως υφαλοκρηπίδα - ΑΟΖ ορίζεται το αποκλειστικό δικαίωμα του παράκτιου κράτους στην εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του θαλάσσιου χώρου και αφορά στο υπέδαφος (π.χ. πετρέλαιο, φυσικό αέριο), το βυθό (π.χ. σφουγγάρια και μεταλλεύματα), τα υπερκείμενα ύδατα (π.χ. αλιεία), την επιφάνεια (παραγωγή ενέργειας από τα κύματα) και τον αέρα πάνω από τη θάλασσα (π.χ. πλωτές ανεμογεννήτριες).
Σε περίπτωση επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ν. μίλια, λόγω της διασποράς αλλά και του φυσικού σχηματισμού των ελληνικών νησιών (διάταξη τείχους απέναντι από τα τουρκικά παράλια), θα έκλεινε το μεγαλύτερο μέρος του Αιγαίου ως ελληνική επικράτεια και αυτόματα θα συρρικνώνονταν η προς διανομή εναπομένουσα υφαλοκρηπίδα (ΑΟΖ) των διεθνών υδάτων.
Σε κάθε περίπτωση, ανεξαρτήτως εύρους χωρικών υδάτων, ο θαλάσσιος χώρος σχεδόν όλου του Αιγαίου, με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας, αποτελεί ελληνική υφαλοκρηπίδα - ΑΟΖ με εξαίρεση το τμήμα της θάλασσας που βρίσκεται νοτιοανατολικά της Λήμνου, στην προέκταση των Στενών (περιοχή Ιμβρου και Τενέδου), από ένα πολύ μικρό τμήμα βορειοανατολικά και νοτιοανατολικά της Χίου και ακόμα ένα άλλο τμήμα μεταξύ Ρόδου και Καστελόριζου.
Η Τουρκία, πάντως, τόσο στη Μαύρη Θάλασσα όσο και στις νότιες ακτές της στη Μεσόγειο, έχει ορίσει χωρικά ύδατα πλάτους 12 ν. μιλίων, παρότι δεν έχει προσχωρήσει στη Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982. Ανεξάρτητα από το αν μια χώρα έχει προσχωρήσει, η εν λόγω συνθήκη αποτελεί διεθνές έθιμο (Εθιμικό Δίκαιο) και κατά συνέπεια δεσμεύονται όλες οι χώρας. Υπάρχει και σχετικό δεδικασμένο, καθώς, σύμφωνα με τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, για την «υπόθεση της υφαλοκρηπίδας της Βόρειας Θάλασσας» το 1969, ο ορισμός της υφαλοκρηπίδας, με βάση την τότε ισχύουσα Συνθήκη του 1958 για την υφαλοκρηπίδα, αποτελεί διεθνές έθιμο και δεσμεύει όλα τα κράτη του κόσμου, ανεξάρτητα από το αν έχουν προσχωρήσει σε αυτήν τη συνθήκη ή όχι.
Το δικαίωμα στην ΑΟΖ ορίζεται συγκεκριμένα με βάση την ισχύουσα Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 στο Μοντέγκο Μπέι, που καθιερώνει τις θαλάσσιες ζώνες και συγκεκριμένα την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), πλάτους μέχρι 200 ν. μιλίων από τις ακτές και τις ευθείες γραμμές - βάσεις που κλείνουν τους κόλπους ανοίγματος μέχρι 24 ν. μιλίων.
Στην υφαλοκρηπίδα - ΑΟΖ, η ναυσιπλοΐα και η αεροπλοΐα είναι ελεύθερες και ισχύει η ελευθερία των θαλασσών, εκτός από τη Συνορεύουσα Ζώνη πλάτους έως 12 ν. μιλίων πέρα από το όριο των εθνικών χωρικών υδάτων και του εθνικού εναέριου χώρου (συνολικά φθάνει στα 24 ν. μίλια η ζώνη χωρικών υδάτων και η συνορεύουσα ζώνη). Στη Συνορεύουσα Ζώνη, με βάση το Δίκαιο της Θάλασσας, το παράκτιο κράτος μπορεί να ασκεί έλεγχο για την πρόληψη παραβάσεων των τελωνειακών, φορολογικών, μεταναστευτικών και υγειονομικών κανονισμών του, όπως επίσης έλεγχο και προστασία της υποβρύχιας πολιτιστικής κληρονομιάς (αρχαιολογικά και ιστορικά αντικείμενα) για την πάταξη της αρχαιοκαπηλίας.
Επισημαίνεται ότι η ΑΟΖ των μεσογειακών χωρών σχεδόν συμπίπτει γεωγραφικά με τη ζώνη ελέγχου των πτήσεων, το γνωστό FIR (εδώ η χώρα ευθύνης έχει ένα ρόλο τροχονόμου των αεροσκαφών), καθώς και τα δύο - ΑΟΖ και FIR - οριοθετούνται στη βάση της μέσης απόστασης από τις ακτές της απέναντι χώρας. Βέβαια, πρόκειται για τελείως διαφορετικά πράγματα, γιατί στην ΑΟΖ ασκούνται κυριαρχικά δικαιώματα αποκλειστικής οικονομικής εκμετάλλευσης, ενώ στο FIR ασκείται η αποκλειστική αρμοδιότητα ελέγχου των πτήσεων, ο οποία έχει δοθεί στη χώρα από το διεθνή οργανισμό αεροπλοΐας, τον ICAO.
Επίσης, επί της ίδιας γεωγραφικής περιοχής των διεθνών υδάτων, ασκείται και το δικαίωμα έρευνας και διάσωσης. Η περιοχή αυτή συμπίπτει και με την περιοχή επιχειρησιακού ελέγχου που και αυτή είναι αντικείμενο αμφισβήτησης από την Τουρκία στο πλαίσιο του ΝΑΤΟικού καταμερισμού. Για όλες τις θαλάσσιες ζώνες υπάρχει τουρκική αμφισβήτηση όσον αφορά στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο.