Η κυβέρνηση, κινούμενη στον αστερισμό της λογικής "πουλάω το χαλί για να πληρώσω την υπηρέτρια", εκποιεί τώρα και κρατικές τράπεζες, εν γνώσει της ότι αυτή η πολιτική - που εξυπηρετεί τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου - υπονομεύει το δημόσιο συμφέρον
Η κυβέρνηση Σημίτη επιδιώκει να καθιερώσει το έτος 1998 σαν έτος ιδιωτικοποιήσεων κερδοφόρων επιχειρήσεων του δημοσίου.Οχι οποιωνδήποτε επιχειρήσεων, αλλά μόνο εκείνων που είναι κερδοφόρες και για τις οποίες ενδιαφέρονται Ελληνες και ξένοι μεγαλοεπιχειρηματίες ή πολυεθνικές. Τα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια, με την πολιτική "αποκρατικοποιήσεων" ή ιδιωτικοποιήσεων των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, κινούνται στο γνωστό "φαύλο κύκλο" και αποτελούν την άλλη όψη του νομίσματος που βιώσαμε από τα μέσα της δεκαετίας του '70 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του '80 με την πολιτική κρατικοποιήσεων ή "κοινωνικοποιήσεων", που εφαρμόστηκε και από τις κυβερνήσεις της ΝΔ και από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ.
Ολα αυτά δεν είναι πρωτόγνωρα. Με ελάχιστες μικροπαραλλαγές είναι γεγονότα που εντάσσονται στο γνωστό κύκλο των ιδιωτικοποιήσεων και των κρατικοποιήσεων. Στα πλαίσια αυτού του "φαύλου" κύκλου, το κράτος λειτουργεί και στη μία και στην άλλη περίπτωση σαν "συλλογικός καπιταλιστής". Ενεργώντας πάντα με γνώμονα τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου, το κράτος - "συλλογικός καπιταλιστής", ακολουθεί την εξής τακτική:
Μεταξύ των κερδοφόρων επιχειρήσεων που πουλά σήμερα το κράτος, δηλαδή η κυβέρνηση, είναι και οι τράπεζες, που κάθε χρόνο εμφανίζουν προκλητικά ποσοστά αύξησης των κερδών, πολύ πολλαπλάσια του πληθωρισμού. Η κυβέρνηση του "νέου" ΠΑΣΟΚ έδωσε και συνεχίζει να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην πώληση των τραπεζών που ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από το κράτος, εν γνώσει της ότι οι τράπεζες αποτελούν "αιμοδότη" και "νευραλγικό" σύστημα της οικονομίας. Ακολουθώντας την εύκολη λύση και προσπαθώντας να κλείσει προσωρινά τις "μαύρες τρύπες" των κρατικών ελλειμμάτων, προτίμησε να "σφάζει τη χήνα που γεννά χρυσά αυγά" - να πουλά δηλαδή τις κρατικές τράπεζες που αποδίδουν κάθε χρόνο μεγάλα κέρδη - εν γνώσει της ότι έτσι υπονομεύει τα συμφέροντα της εθνικής οικονομίας και των εργαζομένων για να ικανοποιήσει τις "επιθυμίες" των εκπροσώπων του μεγάλου κεφαλαίου που αξιώνουν μείωση της παρουσίας του κράτους και στις τράπεζες. Ετσι, μέχρι τώρα, μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 1998, η κυβέρνηση έκανε συγκεκριμένα βήματα για τη μείωση της παρουσίας του κράτους στις τράπεζες και ταυτόχρονα για την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα, με την εκποίηση μεγάλων πακέτων ή και πλειοψηφικών πακέτων μετοχών τραπεζών που είναι υπό δημόσιο έλεγχο. Μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 1998, είχαμε αξιόλογες αλλαγές στο σκηνικό του τραπεζικού τομέα, καθώς στο διάστημα αυτό είχαμε:
Επίσης, πριν λήξει το πρώτο εξάμηνο, η κυβέρνηση ξεκαθάρισε την πρόθεσή της να εκποιήσει σε ιδιώτες, την Τράπεζα Κρήτης, την Ιονική και την Κεντρικής Ελλάδος. Και με την όλη στάση της μέχρι τώρα, δείχνει ότι είναι αποφασισμένη να έχει παραδώσει μέχρι το τέλος του 1998 στον έλεγχο των ιδιωτών και την Κρήτης, και την Ιονική και την Κεντρικής Ελλάδος, ενώ κανείς δεν μπορεί να προδικάσει την τύχη της Εμπορικής Τράπεζας.
Το σημερινό αφιέρωμα του "Ρ" - που καταγράφει τις μέχρι τώρα αλλαγές, καθώς και αυτές που προωθούνται από την κυβέρνηση στο σημερινό χάρτη του τραπεζικού συστήματος - φιλοδοξεί να αναδείξει τα τεράστια προβλήματα που θα προκληθούν με τις ιδιωτικοποιήσεις τραπεζών σε όλους τους τομείς της εθνικής οικονομίας και ειδικότερα στα πλατιά λαϊκά στρώματα σε σχέση με τα βραχυχρόνια οφέλη, κυρίως ταμειακού χαρακτήρα, που προσδοκά η κυβέρνηση με τις εκποιήσεις κρατικών τραπεζών.
Από πέρσι μέχρι φέτος, μόνο από τις φανερές αλλαγές, οι ιδιωτικές τράπεζες αύξησαν - σε βάρος των κρατικών τραπεζών - κατά 5 περίπου ποσοστιαίες μονάδες τα μερίδια στο ενεργητικό, στις καταθέσεις και στις χορηγήσεις
Με το πέρασμα της Κρήτης στον όμιλο Λάτση, της Μακεδονίας - Θράκης στον όμιλο της ιδιωτικής τράπεζας Πειραιώς, η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για την επιβολή αλλαγών στον τραπεζικό χάρτη, που οδηγούν σε ανατροπή και του συσχετισμού των κρατικών και ιδιωτικών τραπεζών. Επίσης, με την εμμονή της στην πώληση της Ιονικής, στον Λάτση, τον Κωστόπουλο ή κάποιον άλλο ιδιώτη, και της Κεντρικής Ελλάδας, είναι φανερό, ότι η κυβέρνηση επιχειρεί την πλήρη άλωση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το μεγάλο ιδιωτικό, ξένο και ντόπιο, κεφάλαιο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εθνική οικονομία και τον εργαζόμενο ελληνικό λαό.
Από τους πίνακες με τις μεταβολές στα ποσά και στα μερίδια του ενεργητικού, των καταθέσεων και των χορηγήσεων στις κρατικές και ιδιωτικές τράπεζες (όχι όλες, αλλά μόνο το συγκεκριμένα δείγμα 17 τραπεζών που επιλέξαμε) - που επεξεργάστηκε ο "Ρ" και παραθέτουμε στον παρακάτω πίνακα - φαίνεται μέρος μόνο των προωθούμενων αλλαγών. Ανάμεσα στις αλλαγές που είναι εμφανείς διά γυμνού οφθαλμού, είναι και αυτές που οδηγούν στη μείωση του αριθμού των τραπεζών στην Ελλάδα. Μείωση που γίνεται είτε με τις συγχωνεύσεις μεταξύ κρατικών τραπεζών (π.χ. η Εθνική Στεγαστική απορροφήθηκε από την Εθνική Κτηματική και στη συνέχεια η νέα Εθνική Κτηματική συγχωνεύτηκε με την Εθνική Τράπεζα) είτε με τις εξαγορές κρατικών ή ιδιωτικών τραπεζών από μεγαλύτερες ιδιωτικές (η Πειραιώς αγόρασε φέτος την κρατική Μακεδονίας - Θράκης, η Eurobank του Λάτση αγόρασε την ιδιωτική Αθηνών και την κρατική Κρήτης).
Κυρίαρχο στοιχείο εδώ, είναι η μείωση της παρουσίας του κράτους στις τράπεζες, με τις εξαγορές κρατικών επιχειρήσεων από ιδιωτικές, αλλά και ιδιωτικών από ιδιωτικές, χωρίς να έχουμε και το αντίστροφο (δηλαδή εξαγορές ιδιωτικών τραπεζών από κρατικές). Με βάση τις εξαγορές και συγχωνεύσεις που έγιναν στην τελευταία διετία (1996 - 1997), μειώθηκε κατά 6 (από 17 σε 11) ο αριθμός των κρατικών και ιδιωτικών τραπεζών του πίνακα.
Συγκεκριμένα, μέχρι στιγμής έσβησαν ή θα σβήσουν από τον τραπεζικό χάρτη 4 κρατικές τράπεζες και 2 ιδιωτικές.Από τις 4 κρατικές τράπεζες που έσβησαν ή θα σβήσουν, οι 2 (η Εθνική Στεγαστική και Εθνική Κτηματική) απορροφήθηκαν ή θα απορροφηθούν από την κρατική Εθνική Τράπεζα και οι άλλες 2 (η Μακεδονίας - Θράκης και η Κρήτης) πέρασαν στον έλεγχο του ιδιωτικού τομέα, καθώς εξαγοράστηκαν από την ιδιωτική τράπεζα Πειραιώς και την επίσης ιδιωτική τράπεζα Eurobank του Λάτση. Επίσης, μειώθηκε κατά 2 ο αριθμός των ιδιωτικών τραπεζών (Interbank και Αθηνών) που και οι δύο εξαγοράστηκαν από την Eurobank του Λάτση.
Με το πέρασμα, μέχρι στιγμής, δύο κρατικών τραπεζών, στον έλεγχο του ιδιωτικού τομέα, καθώς και τον τραπεζικό ανταγωνισμό, έχουμε σημαντική αύξηση(κατά 5 περίπου ποσοστιαίες μονάδες) των μεριδίων (ενεργητικού, καταθέσεων και χορηγήσεων) των ιδιωτικών τραπεζών, σε βάρος των κρατικών. Οι μεταβολές αυτές προκύπτουν, αν συνυπολογίσουμε για το 1997 στις ιδιωτικές τράπεζες τα μερίδια καταθέσεων - χορηγήσεων - ενεργητικού, των τραπεζών Μακεδονίας - Θράκης και της Κρήτης που το 1996 ήταν κρατικές.
Μια δεύτερη, αθέατη πλευρά ενίσχυσης του ιδιωτικού κεφαλαίου στις ελληνικές τράπεζες, είναι αυτή, που έχει να κάνει με την πώληση μεγάλων πακέτων μετοχών κρατικών τραπεζών σε ιδιώτες (όπως της Γενικής, της Εθνικής, της Εμπορικής κλπ.). Η πλευρά αυτή δεν είναι εμφανής για τον απλό λόγο ότι - αν και το κράτος έχει λιγότερο από το 50% του μετοχικού κεφαλαίου της Εθνικής, της Εμπορικής και της Γενικής - η εκάστοτε κυβέρνηση διορίζει διοικήσεις της επιλογής της, επειδή τα ασφαλιστικά ταμεία και άλλοι φορείς του δημοσίου, κατέχουν ακόμη μεγάλα πακέτα μετοχών.
Με βάση τις μέχρι τώρα, ορατές αλλαγές των βασικών οικονομικών μεγεθών των τραπεζών, έχουμε τις εξής μεταβολές.
Οι ανακατατάξεις στον τραπεζικό τομέα θα ενταθούν στο αμέσως επόμενο διάστημα και οι συνέπειες του "λιγότερου κράτους" και στις τράπεζες - με την πώληση είτε πλειοψηφικών πακέτων είτε μεγάλων πακέτων μετοχών σε ιδιώτες - έχουν ήδη αρχίσει να γίνονται αισθητές και στα πλατιά λαϊκά στρώματα, που εισπράττουν για τις καταθέσεις τους επιτόκια στο ύψος περίπου του πληθωρισμού και πληρώνουν για τα τραπεζικά δάνεια επιτόκια υπερδιπλάσια, υπερτριπλάσια ή και υπερπενταπλάσια του πληθωρισμού.
Το μέγεθος των προβλημάτων, που θα προκληθούν από την πολιτική του λιγότερου κράτους και στις τράπεζες - που με τόση συνέπεια προωθεί η κυβέρνηση των "εκσυγχρονιστών" του "νέου" ΠΑΣΟΚ με την πολιτική μερικής ή ολικής ιδιωτικοποίησης κρατικών τραπεζών - εξαρτάται από τις διαπιστώσεις, αλλά και απαντήσεις που δίνει κανείς στα παρακάτω, κρίσιμα ερωτήματα:
Αποτελεί κοινό μυστικό, ότι όσο μεγαλύτερος ήταν ο έλεγχος του κράτους στο τραπεζικό σύστημα (το κράτος κατέχει την πλειοψηφία των μετοχών των μεγάλων τραπεζών), τόσο περισσότερο η εκάστοτε κυβέρνηση μπορούσε να επηρεάσει - θετικά ή αρνητικά - τους όρους χρηματοδότησης της οικονομίας ή της συγκέντρωσης των λαϊκών αποταμιεύσεων. Με την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος και τώρα με τη μερική ή ολική ιδιωτικοποίηση των κρατικών τραπεζών, περιορίζονται δραστικά - αν δεν καταργούνται - τα περιθώρια άσκησης νομισματοπιστωτικής πολιτικής με εθνικά, κοινωνικά και αναπτυξιακά κριτήρια. Η δυνατότητα που είχε μέχρι τώρα η εκάστοτε κυβέρνηση, να εξασφαλίζει ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (με το διοικητικό ορισμό των επιτοκίων) ή φτηνό χρήμα για την κάλυψη των δημόσιων ελλειμμάτων (υποχρέωνε τις κρατικές τράπεζες να αγοράζουν κρατικούς τίτλους με χαμηλά επιτόκια), τώρα, στην ουσία, εξαφανίζονται.
Η απάντηση, είναι πως με την κυριαρχία των ιδιωτών, στο τραπεζικό σύστημα, θα ενταθεί και η εκμετάλλευση, τόσο των μικροαποταμιευτών όσο και των δανειοληπτών με μικρά και μεσαία εισοδήματα. Του λόγου το αληθές, επιβεβαιώνουν: Πρώτον, ότι η απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος, δεν ωφέλησε τους μικροκαταθέτες και τους δανειολήπτες με μικρομεσαία εισοδήματα, αλλά τους έβλαψε ανεπανόρθωτα. Φτάνει μια ματιά, στα επιτόκια ή στις τιμές συναλλάγματος, πριν και μετά την απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος. Οποιος κάνει αυτού του είδους τις συγκρίσεις, θα διαπιστώσει έκπληκτος, ότι οι διαφορές στα επιτόκια ή τις τιμές συναλλάγματος των κρατικών και ιδιωτικών τραπεζών, είναι ανύπαρκτες. Θα διαπιστώσει ακόμα, ότι μεγάλωσε σημαντικά η "ψαλίδα" ανάμεσα στα βασικά επιτόκια χορηγήσεων και τον πληθωρισμό, ενώ έκλεισε περισσότερο η "ψαλίδα" ανάμεσα στα επιτόκια καταθέσεων και τον πληθωρισμό. Δεύτερον, αν μέχρι τώρα, το δημόσιο μπορούσε, σχετικά εύκολα, να καλύψει τις δανειακές του ανάγκες και μάλιστα με χαμηλά επιτόκια (αρκούσε μια εντολή της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών στους διοριζόμενους, από την εκάστοτε κυβέρνηση, διοικητές των κρατικών τραπεζών για να διαθέσουν οι κρατικές τράπεζες το σχετικό ποσό για την αγορά κρατικών τίτλων - με το επιτόκιο που θα τους όριζε η κυβέρνηση), τώρα, κρατικές και ιδιωτικές τράπεζες, εκβιάζουν - με το μανδύα του "βασικού διαπραγματευτή" - και αποσπούν όλο και υψηλότερα επιτόκια στους κρατικούς τίτλους, εξασφαλίζοντας έτσι μεγαλύτερα κέρδη με τη διόγκωση των τόκων του δημοσίου.
Το επιχείρημα που πρόβαλε την περασμένη Δευτέρα ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Γ. Παπαντωνίου - ο οποίος σχολιάζοντας την προσφορά των 93 δισ. δραχμών του ομίλου Λάτση υποστήριξε ότι αυτή η εξέλιξη αποτελεί "δικαίωση της πολιτικής μας" - είναι τουλάχιστον αστείο. Και είναι αστείο, γιατί ο ίδιος, πριν από δύο μήνες, δήλωνε, δημόσια, έτοιμος να πουλήσει την Τράπεζα Κρήτης, λιγότερο και από 30 δισ. δραχμές - που είχαν προσφερθεί στον τελευταίο, άγονο, διαγωνισμό - προκειμένου να εκπληρωθεί με επιτυχία η κυβερνητική πολιτική ιδιωτικοποιήσεων.
Στο τελευταίο δεκαήμερο - που βρισκόταν σε εξέλιξη το μεγάλο "παζάρι" κυβέρνησης και υποψηφίων μνηστήρων για την πώληση της Ιονικής Τράπεζας και παραμονές ή μετά το άνοιγμα των προσφορών για την πώληση της Τράπεζας Κρήτης - έγιναν πολλές δηλώσεις, για τις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα. Παραθέτουμε στη συνέχεια, τις δηλώσεις που έκαναν ορισμένοι τραπεζίτες (κρατικών και ιδιωτικών τραπεζών), τόσο γιατί αποκαλύπτουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το μεγάλο πλιάτσικο που γίνεται στον τραπεζικό τομέα, όσο και για ιστορικούς λόγους.
Σχολιάζοντας την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει - πάση θυσία - στην ιδιωτικοποίηση του 51% των μετοχών της Ιονικής και τι συνεπάγεται η υλοποίησης αυτής της απόφασης, είπαν (με δηλώσεις στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης):
Μετά το άνοιγμα των προσφορών για την πώληση της Τράπεζας Κρήτης, που όλα δείχνουν ότι θα καταλήξει στον όμιλο Λάτση:
Ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του...
Τα κείμενα έγραψε ο Λάμπρος ΤΟΚΑΣ
Μέσα στα τελευταία 4 χρόνια, ο όμιλος Λάτση, έκανε δυναμικό άνοιγμα και στον τραπεζικό τομέα. Η αρχή έγινε το 1994, όταν εξαγοράζοντας την Ευρωεπενδυτική Τράπεζα, ξεκινήσει από μηδενική βάση τις τραπεζικές δραστηριότητές του στην Ελλάδα. Οι προθέσεις της οικογένειας Λάτση, να "παίξει" και στον τραπεζικό τομέα, με τη δική του τράπεζα, άρχισαν να γίνονται ακόμη πιο σαφείς από το 1996 και μετά.
Συγκεκριμένα:
Με τέτοιους όρους, δεν αποκλείεται τελικά να δούμε τον Λάτση να εξαγοράζει και την Ιονική, αρπάζοντας στην ουσία την "μπουκιά" από το στόμα του Κωστόπουλου της Τράπεζας Πίστεως, που θέλει πάση θυσία να γίνει το αφεντικό της Ιονικής.