Συνέντευξη με το μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υποψήφιο ευρωβουλευτή του Κόμματος
-- Οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι πρέπει να σκεφτούν τον πραγματικό τους αντίπαλο, ο οποίος βρίσκεται πάνω απ' τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ και δε χρειάζεται να κατέβει στις εκλογές ως υποψήφιος. Πρόκειται για την άρχουσα τάξη, τους μονοπωλιακούς ομίλους που κρατούν στα χέρια τους τα κλειδιά της οικονομίας και αποφασίζουν για τις επενδύσεις, για τους μισθούς, για το κλείσιμο επιχειρήσεων. Τον πραγματικό αντίπαλο στηρίζει η ιμπεριαλιστική συμμαχία της ΕΕ με τις αντιδραστικές κατευθύνσεις της απ' τη Συνθήκη του Μάαστριχτ ως τη Στρατηγική «Ευρώπη 2020», που οδηγούν στην κατεδάφιση των δικαιωμάτων του λαού για να θωρακίσουν τα κέρδη και την ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων.
Οποιος κι αν έρθει πρώτος στις εκλογές, η άρχουσα τάξη βρίσκεται απέναντί μας έτοιμη να επιβάλει και να συνεχίσει την αντιλαϊκή πολιτική της. Ηδη έχουν προδιαγράψει νέα χτυπήματα στο Ασφαλιστικό, στις εργασιακές σχέσεις, στους εργαζόμενους του Δημοσίου, την αύξηση των έμμεσων φόρων. Θυμηθείτε επίσης πόσες κυβερνήσεις άλλαξαν τα τελευταία χρόνια. Εφυγε ο Καραμανλής, ο Παπανδρέου, ο Παπαδήμος. Τι άλλαξε προς το καλύτερο για το λαό;
-- Ωστόσο, θεωρείτε ανέφικτο να αλλάξει η οικονομική πολιτική στην Ελλάδα και στην ΕΕ αν ενισχυθούν δυνάμεις που αμφισβητούν την πολιτική της Μέρκελ; Για παράδειγμα ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει το δίλημμα «λιτότητα ή ανάπτυξη».
-- Δεν υπάρχει κανένας δρόμος καπιταλιστικής ανάπτυξης χωρίς θυσίες και λιτότητα για το λαό. Η αύξηση των κερδών των ομίλων απαιτεί αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης, φθηνότερη εργατική δύναμη. Σ' αυτή την κατεύθυνση συγκλίνουν οι αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις που προωθεί η Μέρκελ μαζί με τους σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία, ο Ομπάμα στις ΗΠΑ, ο Κάμερον στη Βρετανία, όπου 5 οικογένειες μεγαλομετόχων εμφανίζονται πλουσιότερες από 12 εκατομμύρια Βρετανούς.
Οι αντιλαϊκές κατευθύνσεις της ΕΕ δεν αποτελούν ευκαιριακή επιλογή της Μέρκελ, αλλά στρατηγικές συμφωνίες που δεσμεύουν όλα τα κράτη - μέλη, είτε υπάρχει τρόικα είτε δεν υπάρχει. Ο Ολάντ στη Γαλλία και ο Ρέντσι στην Ιταλία, που εκπροσωπούν τη λεγόμενη κεντροαριστερά, προωθούν επίσης αποφασιστικά τη μείωση των κρατικών δαπανών κοινωνικής πολιτικής, την αύξηση των έμμεσων φόρων, την κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων.
-- Πιστεύετε ότι δεν μπορεί να υπάρξει κάποια βελτίωση και διαφοροποίηση από τη σημερινή κυβερνητική πολιτική;
-- Κάθε πολιτική δύναμη που υποκλίνεται στο στόχο της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων και δεσμεύεται ότι θα παραμείνει στην ΕΕ, το μόνο που μπορεί να διαπραγματευτεί είναι τους όρους σφαγής των δικαιωμάτων και του εισοδήματος του λαού.
Γι' αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται μόνο για ψίχουλα στις ομάδες ακραίας φτώχειας και για τον κατώτατο μισθό. Δεν δεσμεύεται όμως για το μισθωτό που καλείται σήμερα να συντηρήσει την οικογένειά του με 850 ευρώ, ούτε καν για επαναφορά του 13ου μισθού. Δεν δεσμεύεται ότι θα ανακτηθούν οι τεράστιες απώλειες του λαού την περίοδο της κρίσης, αφού δεν μπορεί να το πετύχει χωρίς σύγκρουση με τον πραγματικό αντίπαλο. Ο κατώτατος μισθός που εγγυάται αξιοποιήθηκε σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη ως άλλοθι για τη συμπίεση των μισθών προς τα κάτω. Μιλά για παραγωγική ανασυγκρότηση, αλλά δεν λέει κουβέντα για τις δεσμεύσεις της ΕΕ που καθηλώνουν την εγχώρια παραγωγή, όπως οι ποσοστώσεις και οι περιορισμοί στο κρέας, στο γάλα, στη ζάχαρη, στη ναυπηγική βιομηχανία.
Σε κάθε περίπτωση, το ζητούμενο δεν είναι να επιβιώσουμε μέσα σε ένα μόνιμο καθεστώς ανασφάλειας, μιζέριας και φτώχειας, αλλά να ικανοποιηθούν οι ανάγκες μας, με βάση τις τεράστιες δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα. Μόνο το ΚΚΕ μπαίνει μπροστά για να οργανωθεί η λαϊκή αντεπίθεση σ' αυτή την κατεύθυνση.
«Ερχόμαστε να οικοδομήσουμε το νέο αναπτυξιακό πρότυπο», είπε ο Σ. Ρομπόλης, υποδεικνύοντας τις Περιφέρειες σαν μοχλούς για την εκκίνηση της ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
«Εάν ένας επενδυτής πάει σε μια περιφέρεια της χώρας και πει: "Θέλω να κάνω μια επένδυση. Μπορείτε να με πληροφορήσετε σε ποιο κλάδο θα κάνω την επένδυση;". Το ερώτημα αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί γιατί η περιφερειακή διοίκηση είναι σε κατάσταση υπνώτουσα. Επομένως είναι κεντρικό θέμα αυτό και απορώ πραγματικά γιατί τώρα που γίνεται η συζήτηση για τις περιφερειακές εκλογές, εγώ νομίζω ότι το διακύβευμα και το μείζον είναι πώς θα αλλάξουμε το χαρακτήρα των περιφερειών και από γραφειοκρατικούς μηχανισμούς (...) σε αναπτυξιακούς και παραγωγικούς μοχλούς, που θα παρακολουθούν οικονομικά και κοινωνικά την περιφέρειά τους, θα έχουν μια βάση δεδομένων και θα πουν σε οποιονδήποτε ενδιαφέρεται να κάνει μια επένδυση, ότι μπορείς να κάνεις αυτή και αυτή την επένδυση και καμία άλλη». Πεντακάθαρος: Ανάπτυξη ίσον επενδύσεις - προφανώς - των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, στους οποίους θα πρέπει να παραχωρηθούν διευκολύνσεις και μάλιστα οι Περιφέρειες θα πρέπει να πρωτοστατήσουν σε αυτό. Υποθέτουμε ότι αυτό θα πρέπει να κάνουν και οι περιφερειάρχες του ΣΥΡΙΖΑ. Η συγκυβέρνηση δεν έχει διαφορετικό στόχο.
Επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει θέμα δημοσίου, δημόσιων αγαθών, δημόσιου ή κρατικού ελέγχου έχει αξία να δούμε πώς το εννοεί ο κ. Ρομπόλης: «Τα προβλήματα είναι σοβαρά. Και στα σοβαρά προβλήματα η αγορά μπαίνει στην άκρη και περιμένει τις δημόσιες πολιτικές. Επομένως πρέπει να μπούνε οι δημόσιες πολιτικές, να ορθολογικοποιήσουνε τα ελλείμματα που έχουν δημιουργήσει όλη αυτή την κατάσταση είτε της διαχείρισης του χρέους είτε της προηγούμενης περιόδου των 30 ετών, για να έρθουν μετά ιδιώτες επενδυτές να κάνουν τις επενδύσεις. Αλλά θέλουν κι αυτοί μια πληροφόρηση. Δεν μπορούν να επενδύουν τα χρήματά τους και μετά από ένα ή δυο χρόνια να κλείνουν οι επιχειρήσεις τους».
Αυτή λοιπόν τη «δημόσια παρέμβαση» εννοούν: Μπαίνει το αστικό κράτος, καθαρίζει, μεταφέρει προφανώς τα βάρη στους εργαζόμενους και μετά έρχεται το κεφάλαιο και επενδύει. Πολλή πείρα υπάρχει από τέτοιου είδους παρεμβάσεις του κράτους και διεθνώς και στην Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά τους τομείς τους οποίους το κράτος πρέπει να φροντίσει ιδιαιτέρως, ο Σ. Ρομπόλης είπε, κλείνοντας το μάτι στους ενδιαφερόμενους: «Ο ηγετικοί κλάδοι της ελληνικής οικονομίας στη νέα εποχή κατά σειρά είναι: Υδρογονάνθρακες - Ενέργεια. Τράπεζες. Τρόφιμα - ποτά. Τουρισμός με την προϋπόθεση ότι θα οργανώσουμε ένα δακτύλιο επιχειρήσεων γύρω από τον τουρισμό που θα παράγει προϊόντα και υπηρεσίες για τα 15 ή 20 εκατ. τουρίστες (...) Είναι δυνατόν μια χώρα να έχει μια πρόσθετη ζήτηση και να μην το αξιοποιεί αυτό αναπτυξιακά; Εχει έλλειμμα τότε επενδύσεων, κερδοφορίας, εισοδήματος... Οι άλλες μεσογειακές χώρες τα έχουν κάνει αυτά απ' τον προηγούμενο αιώνα. Μέταλλο - Δομικά υλικά. Και τέλος ο κλάδος της φαρμακοβιομηχανίας. Η οικοδομή και οι άλλοι κλάδοι θα είναι συμπληρωματικοί. Δεν θα τους πετάξουμε. Μας ενδιαφέρει όμως οι κλάδοι που θα επιλέξουμε να κινητοποιούν και προς τα πίσω και προς τα μπρος, τις διακλαδικές διασυνδέσεις, με στόχο να αυξηθεί ο παραγόμενος πλούτος. Αυτή τη στιγμή παράγουμε ΑΕΠ 180 δισ. ευρώ. Αυτή η χώρα για να ζει αξιοπρεπώς ο πληθυσμός χρειάζεται ένα ΑΕΠ 310 - 320 δισ. ευρώ».
Βλέπουμε καθαρά ότι κριτήριο για τις προτεραιότητες της ανάπτυξης δεν είναι οι σύγχρονες εργατικές - λαϊκές ανάγκες αλλά το ποιοι κλάδοι είναι πιο κερδοφόροι. Αυτό πρακτικά σημαίνει όχι μόνο ότι οι εργαζόμενοι δεν θα απολαμβάνουν τον πλούτο που παράγουν, ότι στο όνομα των κανόνων του κέρδους θα ξεζουμίζονται, αλλά ότι θα αναπαράγεται και η ανισομετρία. Δηλαδή θα συνεχίζουν κλάδοι να κλείνουν και να μαραζώνουν, ανεξάρτητα αν αυτοί χρειάζονται ή όχι, θα συνεχίζει η ανεργία και τα λουκέτα να μεταφέρονται από κλάδο σε κλάδο. Αυτήν την ανάπτυξη στηρίζουν.