ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 16 Οχτώβρη 2013
Σελ. /24
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΓΙΑ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΕΣ ΠΗΓΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Νέες μειώσεις στην τιμή της Ενέργειας για τους βιομηχάνους

Το ΚΚΕ καταψήφισε επί της αρχής το ν/σ και κατέθεσε τροπολογία για την κατάργηση των φόρων κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης

Εξασφαλίζουν φτηνή ενέργεια στους βιομηχάνους και αφήνουν στην παγωνιά το λαό

Eurokinissi

Εξασφαλίζουν φτηνή ενέργεια στους βιομηχάνους και αφήνουν στην παγωνιά το λαό
Η διασφάλιση των κερδών των μονοπωλίων και η διαχείριση του ανταγωνισμού στην άναρχη μεταξύ τους διαπάλη για την κατάκτηση μεριδίων της αγοράς είναι το μόνο μέλημα που έχουν οι διατάξεις του κυβερνητικού νομοσχεδίου για τις «Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας» που από χτες συζητείται στην Ολομέλεια της Βουλής.

Καταψηφίζοντας επί της αρχής η εισηγήτρια του ΚΚΕ Δ. Μανωλάκου τόνισε ότι πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που ουσιαστικά δημιουργήθηκε για να βρεθεί φόρμουλα μείωσης της τιμής στην Ενέργεια προς τη βιομηχανία, που είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση στους βιομηχάνους, και υπογράμμισε:

«Δεν ισχύει το ίδιο για τις ανάγκες της λαϊκής οικογένειας που ξεπαγιάζει από την άγρια πολιτική σας και το ακριβό πετρέλαιο. Γι' αυτό το ΚΚΕ κατέθεσε τροπολογία, που είναι σχετική με το αντικείμενο του νομοσχεδίου, για την άμεση κατάργηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης αλλά και του ΦΠΑ που επιβαρύνει τόσο το πετρέλαιο θέρμανσης όσο και το φυσικό αέριο για οικιακή χρήση. Την τροπολογία αυτή ζητάμε από τους συναδέλφους να την ψηφίσουν για να μην ξεπαγιάσει ο κόσμος γιατί κανένα ουσιαστικό αντίκρυσμα δεν έχει η κυβερνητική ανακοίνωση που διατηρεί ακέραιη τη φοροληστεία, αφού δεν έχει αντίκρυσμα ούτε η προκαταβολή για το 25% της επιδότησης, ούτε η διεύρυνση των εισοδηματικών κριτηρίων και βέβαια δε συμπεριλαμβάνει τη φτώχεια που κρύβεται στα διαμερίσματα των πολυκατοικιών».

Οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου, τόνισε, ωφελούν τους μονοπωλιακούς ομίλους και όχι τα λαϊκά συμφέροντα και καταψηφίζουμε επί της αρχής αφού για εμάς ο σχεδιασμός και η διαχείριση αυτού του ενεργειακού τομέα θα πρέπει να γίνεται από έναν αποκλειστικά ενιαίο κρατικό φορέα Ενέργειας όπου οι πρώτες ύλες, τα μέσα παραγωγής, τα δίκτυα μεταφοράς και διανομής του ενεργειακού τομέα θα αποτελούν κρατική κοινωνική ιδιοκτησία και μέσα σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο του συνολικού ενεργειακού σχεδιασμού, με γνώμονα τη λαϊκή ευημερία, μπορούν να συμβάλλουν αποτελεσματικά και οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Απαράδεκτη κυβερνητική τροπολογία για τους υπαλλήλους των ΑΕΙ

Ταυτόχρονα η Δ. Μανωλάκου κατήγγειλε την κυβέρνηση που έφερε στο νομοσχέδιο μια σειρά από άσχετες τροπολογίες που είναι ολόκληρα νομοσχέδια, όπως αυτή που τροποποιεί τον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα, αφού η μη απογραφή υπαλλήλου θα θεωρείται παράπτωμα και θα τον θέτει αυτόματα σε αργία. Η συγκεκριμένη τροπολογία «φωτογραφίζει» στην παρούσα συγκυρία τους διοικητικούς υπαλλήλους των ΑΕΙ και η Δ. Μανωλάκου τη χαρακτήρισε απαράδεκτη και ζήτησε την απόσυρσή της.

Η ψήφιση του νομοσχεδίου και των τροπολογιών (ανάμεσά τους και της κυβερνητικής τροπολογίας για τη διακοπή της κρατικής χρηματοδότησης σε κόμματα που στελέχη τους εμπλέκονται σε κακουργηματικές πράξεις) θα ολοκληρωθεί αύριο Πέμπτη.

ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΦΟΠΛΙΣΤΕΣ
«Πρωταθλητές» ανταγωνιστικότητας χάρη στη διαχρονική κρατική στήριξη

Παραπέρα προκλητικές παροχές και «διευκολύνσεις» σχεδιάζει η κυβέρνηση

Η διαχρονική και προκλητική για τα λαϊκά στρώματα ενίσχυση του ντόπιου εφοπλιστικού κεφαλαίου από το σύνολο των ελληνικών κυβερνήσεων, αλλά και η ακόρεστη δίψα του για ακόμα περισσότερες «διευκολύνσεις», ώστε να καταστεί περισσότερο «ανταγωνιστικό» στο διεθνή στίβο των θαλάσσιων μεταφορών, επιβεβαιώνονται από τα αποτελέσματα της έκθεσης της διεθνούς συμβουλευτικής εταιρείας The Boston Consulting Group (BCG), με θέμα: «Η εκτίμηση του αντίκτυπου της Ναυτιλίας στην Ελληνική Οικονομία και Κοινωνία».

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, το μέσο λειτουργικό κόστος του ελληνόκτητου στόλου είναι 23% «ανταγωνιστικότερο» από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Το στοιχείο αυτό είναι αποτέλεσμα και των υψηλότατων φοροαπαλλαγών, ανάμεσα σε άλλες παροχές, που απολαμβάνουν οι Ελληνες εφοπλιστές και του θεσμικού πλαισίου που τους εξασφαλίζει την ολοένα μεγαλύτερη εκμετάλλευση των ναυτεργατών, κάτι που φυσικά δεν εντοπίζεται στην έκθεση. Ακριβώς αυτές οι ενισχύσεις είναι που προσφέρουν τη δυνατότητα στους εφοπλιστές να επενδύουν και σε άλλους τομείς της οικονομίας από τη δεκαετία του 1960 ήδη, όπως η ίδρυση ναυπηγείων και διυλιστηρίων, αερομεταφορέων και μεγάλων επενδύσεων σε ξενοδοχειακά συγκροτήματα, όπως ενδεικτικά ανέφερε ο επικεφαλής της BCG στην Ελλάδα, Β. Αντωνιάδης.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, η ναυτιλία έχει σήμερα 200.000 θέσεις εργασίας, νούμερο που αποτελεί το 4,5% της συνολικής απασχόλησης στην Ελλάδα, συνεισφέροντας το 7% του ΑΕΠ. Τη συνεισφορά των εφοπλιστών στην ελληνική οικονομία εκθείασε ο υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου Μ. Βαρβιτσιώτης, κατά την παρουσίαση της έκθεσης, λέγοντας ότι η ελληνική ναυτιλία είναι «διαχρονικό θύμα λαϊκισμού» και πρόσθεσε ότι οι εφοπλιστές δέχτηκαν το διπλασιασμό της φορολόγησής τους, προκειμένου «να βοηθήσουν τη χώρα» στην οικονομική κρίση.

Προς... ανταπόδοση των θυσιών τους, η ελληνική κυβέρνηση σκοπεύει το επόμενο διάστημα να υιοθετήσει αιτήματα των εφοπλιστών που θα οδηγήσουν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους, όπως η απλοποίηση των διαδικασιών έναρξης ναυτιλιακών επιχειρήσεων, απευθείας έλεγχο της ναυτικής εκπαίδευσης μέσω της λειτουργίας ιδιωτικών ακαδημιών, «σταθερό και ανταγωνιστικό» θεσμικό πλαίσιο κ.ά.

ΕΚΘΕΣΗ ΙΟΒΕ
Τώρα «θυσίες» για την ανάπτυξη

Τη συνέχιση των αντεργατικών ανατροπών και των «διαρθρωτικών αλλαγών» απαιτούν οι βιομήχανοι, μέσα από τα όσα επισημαίνονται στην τριμηνιαία έκθεση του ΙΟΒΕ, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η ανάπτυξη προϋποθέτει ρήξεις με τις παθογένειες του παρελθόντος».

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, το οποίο απηχεί τις απόψεις του ΣΕΒ, «θα είναι απογοητευτικό και επικίνδυνο να μην αποτελέσει η κρίση την πραγματική ευκαιρία για να διορθωθούν οι βαθιές δομικές παθογένειες που διαχρονικά οδήγησαν σε χαμηλή ανταγωνιστικότητα και ελλείμματα».

Σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους και το λαό, η έκθεση τους καλεί να συμβιβαστούν με τη διαρκή φτώχεια επισημαίνοντας: «Η ελληνική κοινωνία και οικονομία θα πρέπει να αποδεχτούν την προσαρμογή τους σε δύο βασικούς κανόνες και να υπολογίζουν ότι θα κινούνται κάτω από τους αντίστοιχους περιορισμούς: Οτι η αύξηση της κατανάλωσης συνολικά θα ακολουθεί την αύξηση της παραγωγικότητας και ότι ο δημόσιος τομέας δεν θα μπορεί να δαπανά χρήματα που δεν έχει».

Προσπαθούν, δηλαδή, να πλασάρουν ως αιτίες της καπιταλιστικής κρίσης τη χαμηλή παραγωγικότητα και τις... μεγάλες κρατικές κοινωνικές δαπάνες. Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι ότι τα μεν χρέη προκλήθηκαν από την πολύμορφη κρατική στήριξη του κεφαλαίου, ενώ η συνεχής άνοδος της παραγωγικότητας, στην Ελλάδα και σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, δε συνοδεύεται από άνοδο της λαϊκής ευημερίας.

Κάνοντας η έκθεση ένα συνολικό απολογισμό των αποτελεσμάτων της διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης, θεωρεί ότι «η ελληνική οικονομία βρίσκεται πολύ κοντά σε σημείο σταθεροποίησης», καθώς τα αποκαλούμενα και «δίδυμα ελλείμματα» (δημοσιονομικό και ισοζύγιο πληρωμών) βρίσκονται σε σημείο εξισορρόπησης. Από την άλλη, με κριτήριο τις απαιτήσεις του κεφαλαίου και με ζητούμενο «μια στροφή προς εξωστρεφή και νέα επιχειρηματικότητα και επενδύσεις που θα την στηρίζουν, ως συνθήκη για ένα συστηματικά υγιές εξωτερικό ισοζύγιο», σημειώνει ότι «ο στόχος δεν έχει επιτευχθεί».

Ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού θεωρούν «ένα σταδιακά αυξανόμενο επενδυτικό κύμα» και σημειώνουν ότι γι' αυτό δεν επαρκεί «η πολύ σημαντική μείωση του κόστους εργασίας», αλλά απαιτείται μία «μεταρρυθμιστική δυναμική», η οποία σήμερα εκδηλώθηκε μόνο με «επιμέρους και αποσπασματικές προσπάθειες».

Και καταλήγουν λέγοντας ότι αν μέχρι σήμερα αυτό δεν έγινε, γιατί η προσπάθεια είχε επικεντρωθεί «στην αντιμετώπιση του κινδύνου μιας ανεξέλεγκτης ελληνικής χρεοκοπίας», τώρα, που «έχει προσεγγιστεί το σημείο σταθεροποίησης και ο κίνδυνος έχει απομακρυνθεί» δεν υπάρχουν δικαιολογίες για τη μη προώθηση «των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».

Στοιχεία και προβλέψεις για το ΑΕΠ

Κατά 6,4% μειώθηκε το ΑΕΠ της χώρας το 2012, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Η υποχώρηση του ΑΕΠ οφείλεται στη μείωση της καταναλωτικής δαπάνης κατά 8,2% και ειδικά των νοικοκυριών κατά 9,1%, στην υποχώρηση των ακαθάριστων επενδύσεων κεφαλαίου κατά 17,6% και ειδικά των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά 19,2%, στην υποχώρηση των εξαγωγών εμπορευμάτων και υπηρεσιών κατά 2,4% και των αντίστοιχων εισαγωγών κατά 13,8%. Οι αμοιβές από εξαρτημένη εργασία εμφανίζουν ονομαστική μείωση 12,7%.

Για το 2013 το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι το ΑΕΠ θα υποχωρήσει κατά 4,1 - 4,2%, ενώ η ανεργία θα ανέβει στο 27,5%. Από την πλευρά του το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών εκτιμά ότι το ΑΕΠ φέτος θα υποχωρήσει κατά 3,5%.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ