ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 27 Ιούλη 2003
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
H ακρίβεια «σπάει κόκαλα» και συνθλίβει τα λαϊκά εισοδήματα

Με τα γαλαζοπράσινα προγράμματα λιτότητας από το 1992 (που υπερψηφίστηκε η Συνθήκη του Μάαστριχτ και μέχρι την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ) συγκλίναμε με την Ευρώπη μόνο στις τιμές, ενώ αποκλίναμε στους μισθούς. Και τώρα, οι κυβερνώντες παίζουν με τη νοημοσύνη των εργαζομένων, υποστηρίζοντας πως θα «τσακίσουν» την ακρίβεια, χωρίς όμως να θίξουν στο ελάχιστο την ασυδοσία των κερδοσκόπων

ICON

«Εχουμε συγκλίνει πλήρως στις τιμές, αλλά αποκλίνουμε στους μισθούς». Αυτό, ουσιαστικά, συμβαίνει με τη διαβόητη σύγκλιση της Ελλάδας με την ΕΕ, την οποία η κυβέρνηση και το μεγάλο κεφάλαιο έχουν αναγάγει σε εθνικό θέμα. Το συμπέρασμα για την υπερβάλλουσα σύγκλιση στις τιμές των προϊόντων και της κάθε είδους υπηρεσίας με την ταυτόχρονη απόκλιση των μισθών, τόσο σε απόλυτα μεγέθη όσο και σε αγοραστική δύναμη, δεν είναι αυθαίρετο, αλλά προκύπτει από το πλήθος ερευνών, επίσημων και μη φορέων. Είναι προφανές, λοιπόν, ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για ακρίβεια, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη την αγοραστική δύναμη του Ελληνα εργαζόμενου (που μέρα με τη μέρα περιορίζεται), αλλά και τα αποτελέσματα του διαβόητου ανταγωνισμού.

Η ευκαιρία για την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων δίνεται αυτήν την περίοδο από την «εκστρατεία» της κυβέρνησης κατά της ακρίβειας και της κερδοσκοπίας. Μια εκστρατεία, που δε στοχεύει πουθενά αλλού, παρά στην εξαπάτηση του ελληνικού λαού, αλλά και στο χτύπημα των αγροτών και των μικροεπαγγελματιών.

Σύμφωνα, λοιπόν, με επίσημα στοιχεία της Eurostat, οι Ελληνες εργαζόμενοι έχουν το χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα στην ΕΕ. Συγκεκριμένα, με βάση το 100, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση, περιοριζόμενη μόλις στο 67,8 του μέσου κοινοτικού όρου. Στην προηγούμενη θέση βρίσκεται η Πορτογαλία με 68,3, η Ισπανία με 84,7, η Σουηδία με 101,9, η Γαλλία με 102,5 η Ιρλανδία με 124,7, το Λουξεμβούργο με 188,5 κ.ο.κ. Την ίδια στιγμή, ο μέσος μεικτός μισθός του Ελληνα δημοσίου υπαλλήλου ανέρχεται στα 1.200 ευρώ μηνιαίως, όταν ο μέσος κοινοτικός όρος είναι στα 2.100 ευρώ. Ο κατώτερος μεικτός μισθός του Ελληνα εργαζόμενου είναι μόλις στα 605 ευρώ το μήνα, ενώ στις υπόλοιπες χώρες κυμαίνεται από τα 1.000 έως τα 1.370 ευρώ.

Την ίδια στιγμή, πανευρωπαϊκή έρευνα του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Μιλάνου, στοιχεία της οποίας δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Ρεπούμπλικα», αποδεικνύει ότι η Ελλάδα από την ημέρα εφαρμογής του ευρώ, παρουσιάζει πολύ μεγάλες αυξήσεις σε όλους τους τομείς των προϊόντων και των υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, στον τομέα των τροφίμων και των ποτών, η χώρα μας κατέχει την πρώτη θέση των αυξήσεων με 9,9% και, μάλιστα, με τεράστια διαφορά από τη δεύτερη Ισπανία με 3,6%. Πολύ υψηλή θέση (δεύτερη ) με 4,8 % κατέχει επίσης (πρώτη η Ιρλανδία με 7,8%) και στον τομέα της Υγείας, ενώ την ίδια θέση με 2,6% (πάλι πρώτη η Ιρλανδία με 4,5%) κατέχει και στον τομέα της ψυχαγωγίας και του πολιτισμού. Την πέμπτη θέση στις ανατιμήσεις με 1,8% κατέχει στα είδη οικιακής χρήσης, την έκτη θέση με 3,4% στο νερό, στο αέριο και την ενέργεια, την έβδομη με 4,5% στην Παιδεία, την ίδια επίσης με 0,6% στις μεταφορές και την όγδοη με 3,2% στα εστιατόρια και τα ξενοδοχεία. Σ' αυτά, έρχονται να προστεθούν τα πρόσφατα στοιχεία της Εθνικής Τράπεζας ότι, κατά την τελευταία 7ετία, (1995 - 2002) οι τιμές των ακινήτων έχουν αυξηθεί κατά 63%!

Οι τραγικές αυτές διαπιστώσεις για το εισόδημα και το επίπεδο ζωής του Ελληνα εργαζόμενου δεν οφείλονται σε τυχαίους και παροδικούς παράγοντες όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση, αλλά είναι μια συνειδητή επιλογή στο πλαίσιο της απελευθέρωσης των αγορών και της επίτευξης του λεγόμενου ανταγωνισμού, ο οποίος είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του μεγάλου κεφαλαίου Ας φέρουμε ένα παράδειγμα: Ο ανταγωνισμός των τραπεζών για το ποια θα κερδίσει το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς, και συνεπώς τα περισσότερα κέρδη, τις οδήγησε στην άκρατη χορήγηση στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων με ληστρικούς όρους για τους δανειολήπτες. Ετσι και οι τιμές των ακινήτων εκτοξεύτηκαν, με αποτέλεσμα η αγορά κατοικίας για τον εργαζόμενο να είναι απαγορευτική, αλλά και ο ελληνικός λαός να είναι υπερχρεωμένος έναντι των τραπεζιτών, που βλέπουν τα κέρδη τους να πολλαπλασιάζονται.

Η πάταξη της ...ακρίβειας

Τις δύο τελευταίες βδομάδες, η κυβέρνηση αγωνιά να δώσει την εντύπωση ότι ασχολείται με το φλέγον ζήτημα της ακρίβειας. Με επικοινωνιακά τρικ, που αναπαράγονται από τα ΜΜΕ, διαχέεται η εντύπωση ότι πράγματι θα υπάρξουν αποτελέσματα κατά της ακρίβειας και της αισχροκέρδειας. Ωστόσο, ακόμα και να θέλει η κυβέρνηση, δεν μπορεί να έχει την παραμικρή συμβολή στην πάταξη της ακρίβειας, αφού με τη θεσμοθέτηση νόμων και διατάξεων για την απελευθέρωση των αγορών αποποιήθηκε όλων των μέσων και εργαλείων πολιτικής (έλεγχοι τιμών και κερδών, ιδιωτικοποίηση ΔΕΚΟ κλπ.), που θα βοηθούσαν σε μια τέτοια κατεύθυνση.

Στην κυβέρνηση - ένθερμο υπέρμαχο της απελευθερωμένης αγοράς (η οποία αυτορρυθμίζεται!), δε μένει τίποτα άλλο, από το να παρακολουθεί αμήχανη την ακρίβεια να φουντώνει. Αλλωστε, το επιβεβαιώνει και η ίδια, διά του αρμόδιου υφυπουργού Εμπορίου, Κ. Κουλούρη. Προσφάτως, κατά τη διάρκεια ενημέρωσης δημοσιογράφων και στις επίμονες ερωτήσεις για το πώς θα ελεγχθεί η ακρίβεια, αφού η διαμόρφωση των τιμών είναι ελεύθερη, ο Κ. Κουλούρης απάντησε: «Δεν μπορούμε, π.χ., να του πούμε να μην πουλάει τον καφέ 5 ευρώ, αλλά θα κοιτάξουμε να βρούμε στο μαγαζί του μία τρίχα και θα του ασκήσουμε δίωξη για υγειονομική παράβαση»! Τέτοιου μεγέθους δυνατότητες διαθέτει η κυβέρνηση για την πάταξη της ακρίβειας. Ομως, αν στον καταστηματάρχη βρεθεί η τρίχα και δεχτεί να μειώσει την τιμή του καφέ, τότε δε θα υπάρξει συναλλαγή σε βάρος της υγείας του καταναλωτή;

Οι κυβερνητικές φανφάρες περί λήψης αστυνομικών και άλλου είδους μέτρων, προκάλεσαν την αντίδραση των βιομηχάνων και των μεγαλεμπόρων. Υπεραμυνόμενοι των συμφερόντων τους και του «κεκτημένου δικαιώματός τους» να αισχροκερδούν ασύστολα, οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου (ΣΕΒ κλπ.) έσπευσαν να υπενθυμίσουν στην κυβέρνηση ότι η αγορά είναι ελεύθερη και δεν επιδέχεται χειραγώγησης. Οι ίδιοι ισχυρίζονται ότι είναι οι μοναδικοί που συγκρατούν τις τιμές των προϊόντων τους, καταγγέλλοντας την κυβέρνηση ότι αυξάνει τα τιμολόγια των ΔΕΚΟ, αλλά και τους αγρότες που ...κερδοσκοπούν.

Πρέπει να αποδεχτούμε ότι όντως οι πρώην ΔΕΚΟ επιβάλλουν ετησίως τσουχτερές αυξήσεις στα τιμολόγια. Ποια, όμως, ΔΕΚΟ ελέγχεται από το Δημόσιο, αφού όλες έχουν ξεπουληθεί και ελέγχονται από τους ιδιώτες;

Επίσης, πρέπει να αποδεχτούμε ότι και τα οπωροκηπευτικά είναι ακριβά. Ποιος, όμως, δε γνωρίζει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των αγροτών ξεπουλάει για ένα κομμάτι ψωμί την παραγωγή τους στο μεγαλεμπόρους; Ποιος δε γνωρίζει τις εναρμονισμένες πρακτικές των μεγαλεμπόρων, που αγοράζουν κοψοχρονιά και πουλάνε πανάκριβα; Ποιος δεν ξέρει για τις αθρόες εισαγωγές οπωροκηπευτικών, αλλά και των κρεάτων;

Ολα αυτά η κυβέρνηση τα γνωρίζει πολύ καλά. Στόχος της δεν είναι η πάταξη της ακρίβειας, αλλά το χτύπημα των αγροτών της χώρας. Γι' αυτό, με νομοσχέδιο που προωθεί, θα τους υποχρεώνει να έχουν ταμειακή μηχανή και στο χωράφι, για να μη φοροδιαφεύγουν! Μάλιστα, τη βδομάδα που μας πέρασε, η κυβέρνηση συζήτησε με τους χονδρεμπόρους του Ρέντη, την πρόσβασή τους στη λιανική πώληση! Αρχικά, για μία μέρα, η οποία θα βαπτιστεί μέρα του καταναλωτή. Είναι σίγουρο ότι οι χονδρέμποροι θα πουλάνε φθηνότερα τη μέρα εκείνη και από τις λαϊκές και από τα συνοικιακά μανάβικα, διότι θα έχουν τεράστιο περιθώριο, αφού δε θα μεσολαβεί το κέρδος του λιανοπωλητή. Είναι σίγουρο ότι αυτό θα ανοίξει το δρόμο για την είσοδο στη λιανική πώληση των χονδρεμπόρων, που θα εξαφανίσουν τα συνοικιακά μανάβικα, αλλά και τις λαϊκές αγορές, αφού θα έχουν το περιθώριο να πουλάνε φθηνότερα, οδηγώντας έτσι και αυτόν τον τομέα στα χέρια των μονοπωλίων...


Σταμάτης ΖΗΣΙΜΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ