ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 22 Γενάρη 2009
Σελ. /40
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ «ΕΓΓΥΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ»
Στήριγμα του χρηματοπιστωτικού συστήματος

Την αντίθεσή του εξέφρασε το ΚΚΕ. Τόνισε ότι πρέπει να στηριχτούν οι λαϊκές καταθέσεις και των ασφαλιστικών ταμείων και όχι αυτές της πλουτοκρατίας και των επιχειρηματικών ομίλων

Πραγματικό στόχο την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και όχι των λαϊκών καταθέσεων έχει το σχετικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης «για την εγγύηση των καταθέσεων», που από χτες συζητείται στην Ολομέλεια της Βουλής και αποτέλεσε αφορμή για μια ακόμα ανούσια, και μακριά από την ουσία, δικομματική αντιπαράθεση.

Καταψηφίζοντας το νομοσχέδιο ο εισηγητής του ΚΚΕ Ν. Καραθανασόπουλος, αφού υπογράμμισε ότι θέμα δεν είναι να διασφαλιστούν γενικώς οι καταθέσεις, αλλά οι λαϊκές καταθέσεις, τόνισε ότι το νομοσχέδιο είναι σαφές ως προς τη στόχευσή του, αφού αναφέρει στην εισηγητική έκθεση ότι αυτό που χρειάζεται είναι να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο αποτελεί την καρδιά του κεφαλαιοκρατικού τρόπου ανάπτυξης. Ο εργαζόμενος, είπε, δεν πρέπει να έχει καμία εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, στον εκμεταλλευτικό του χαρακτήρα και τον κερδοσκοπικό του ρόλο. «Αυτό θέλετε να αποκαταστήσετε με τη διασφάλιση των καταθέσεων, γιατί φοβάστε μαζική φυγή των καταθέσεων από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και την κατάρρευσή του» τόνισε χαρακτηριστικά ο Ν. Καραθανασόπουλος. Αυτό που ενδιαφέρει την κυβέρνηση, συνέχισε, είναι ο ρόλος των τραπεζών και όχι η διασφάλιση των καταθέσεων, αφού οι πόροι του σχετικού ταμείου που υποτίθεται ότι εγγυάται τις καταθέσεις είναι πάρα πολύ μικροί για να μπορέσουν να καλύψουν τις απώλειες. Οσο δε για τις εισφορές των τραπεζών στο ταμείο, αυτές θα τις αξιοποιήσουν οι ίδιες οι τράπεζες αφού το 80% των ποσών που δίνουν το κρατάνε οι ίδιες για να το χρησιμοποιήσουν. Με βάση τα παραπάνω, είπε, προκύπτει ότι δεν υπάρχει καμία επιβάρυνση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά αντίθετα υπάρχει διασφάλισή του.

Εμείς, συνέχισε ο Ν. Καραθανασόπουλος, ζητάμε να διασφαλιστεί το σύνολο των λαϊκών καταθέσεων και όχι γενικά όλων των καταθέσεων και τόνισε: «Δε μας ενδιαφέρουν οι καταθέσεις της πλουτοκρατίας και των επιχειρηματικών ομίλων, αλλά το σύνολο των καταθέσεων της λαϊκής οικονομίας και των ασφαλιστικών ταμείων και ζητάμε το κόστος να το πληρώσουν οι τράπεζες από τα ίδια τους τα κέρδη».

Στο νομοσχέδιο υπάρχουν και διατάξεις που υποτίθεται ότι προστατεύουν τους ανέργους, αλλά το μόνο που κάνουν, όπως είπε ο εισηγητής του ΚΚΕ, είναι να αξιοποιούν πόρους της εργατικής τάξης, χρήματα του ΟΑΕΔ, για να δώσουν, στο όνομα της «ενεργητικής μορφής απασχόλησης», νέα κίνητρα στους εργοδότες και το Δημόσιο και να επιταχύνουν τις ευέλικτες μορφές απασχόλησης τόσο στον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα. Αποτελεί δε πρόκληση, είπε ο Ν. Καραθανασόπουλος, το έκτακτο επίδομα των 1.000 ευρώ σε κάθε άνεργο και τόνισε: «Εμείς δε θέλουμε έκτακτα επιδόματα. Το ταξικό εργατικό κίνημα δε διεκδικεί έκτακτο επίδομα. Δεν είναι στην επιδοματική λογική που δε θίγει τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας, όπως κάνουν τα άλλα κόμματα του ευρωμονόδρομου. Εμείς θέλουμε να αυξηθεί το επίδομα ανεργίας στο 80% των 1.400 ευρώ που παλεύει το ταξικό εργατικό κίνημα, για όσο διάστημα κάποιος είναι άνεργος και ταυτόχρονα να έχει πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη». Η επιδοματική πολιτική, είπε, που ακολουθούν όλες οι κυβερνήσεις, οδηγεί στην κατάτμηση του εργατικού κινήματος και τη δημιουργία κινήματος πολλών ταχυτήτων.

Σε παρέμβασή του, ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, ο Α. Κανταρτζής χαρακτήρισε υποκριτικό το ενδιαφέρον της κυβέρνησης για τις λαϊκές αποταμιεύσεις, υπογραμμίζοντας ότι τα λαϊκά εισοδήματα έχουν ουσιαστικά εξαφανιστεί από τις αλλεπάλληλες πολιτικές λιτότητας που ακολούθησαν όλες οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις, με αποτέλεσμα τα λαϊκά νοικοκυριά να καταφεύγουν πλέον στο δανεισμό. Αυτό που απαιτείται, είπε, είναι η στήριξη των μισθών και όχι οι αυξήσεις του ενός ευρώ την ημέρα όπως έγινε με τη συλλογική σύμβαση της ΓΣΕΕ που στήριξαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ.

Οσον αφορά τα υποτιθέμενα μέτρα στήριξης των ανέργων, τόνισε ότι η κυβέρνηση ακολουθεί τις πολιτικές των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, παίρνοντας τα χρήματα των εργαζομένων για να στηρίξει τους επιχειρηματίες. Το μόνο που γίνεται, είπε, είναι να έχουμε μια ανακύκλωση της ανεργίας και όπως έδειξε η εμπειρία των τελευταίων χρόνων με τέτοια μέτρα δεν υπήρξε καμία μείωση της ανεργίας. Η όξυνση των προβλημάτων, είπε ο Α. Κανταρτζής, ξεκινάει από τη «Λευκή Βίβλο» της ΕΕ που ακολούθησε τη συνθήκη του Μάαστριχτ που στήριξαν η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΝ.

Η χτεσινή συζήτηση έδωσε αφορμή για μια ακόμα ανούσια δικομματική αντιπαράθεση αφού ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Γ. Παπανδρέου σε παρέμβασή του κατηγόρησε την κυβέρνηση για «απουσία τομών στην οικονομική πολιτική» και μη εκπόνηση σχεδίου για την έξοδο από την οικονομική κρίση. Προέβαλε ως λύση για τα σημερινά προβλήματα μια νέα κυβέρνηση του κόμματός του και είπε ότι η σημερινή κυβέρνηση «σπατάλησε το αναπτυξιακό απόθεμα του ΠΑΣΟΚ». Εκανε λόγο για κρατικό προϋπολογισμό που είναι «εκτός τόπου και χρόνου» και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι ενδιαφέρεται μόνο για τους ισολογισμούς των τραπεζών και όχι για «την πραγματική οικονομία».

Απαντώντας ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ Π. Παναγιωτόπουλος έκανε λόγο για «απαράδεκτη εικόνα» του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, που προσφέρει με την «καταστροφολογία» και «κατασυκοφάντηση» της οικονομίας τη χειρότερη δυνατή υπηρεσία στη χώρα. Επανέλαβε και το πάγιο επιχείρημα της κυβέρνησης ότι τα χρέη και τα ελλείμματα κληρονομήθηκαν από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ. Ο δε υφυπουργός Οικονομίας Ν. Λέγκας είπε απαντώντας στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ ότι «όσοι στοιχηματίζουν σε βάρος της χώρας θα χάσουν και πάλι».

ΞΕΝΟΔΟΧΟΙ
«Αδικο» το τέλος παρεπιδημούντων

Αμεση ήταν η αντίδραση των ξενοδόχων στη δήλωση του υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης Κ. Μαρκόπουλου, μετά τη συνάντησή του με το προεδρείο της ΚΕΔΚΕ (Κεντρική Ενωση Δήμων και Κοινοτήτων) την περασμένη Τρίτη, ότι θα επιδιώξει συμφωνία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση πριν προωθήσει τη ρύθμιση για τη μείωση του τέλους παρεπιδημούντων που καταβάλλεται στους δήμους από τις τουριστικές επιχειρήσεις.

Ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας Γερ. Φωκάς έσπευσε χτες να «υπενθυμίσει» ότι η μείωση του τέλους (στο 0,5% από 2%) είναι πρωθυπουργική εξαγγελία. Χαρακτηρίζει επίσης τα τέλη «καταχρηστικά και άδικα», επειδή, καθώς δεν είναι ανταποδοτικά, δεν ελέγχονται οι ΟΤΑ για το αν τα ανταποδίδουν βελτιώνοντας τις υπηρεσίες τους που σχετίζονται με τον τουρισμό.

ΚΡΑΤΙΚΟ ΧΡΕΟΣ
Στο σφυρί ακόμη 5,5 δισ. ευρώ

Το τραπεζικό κεφάλαιο και άλλοι ρεντιέρηδες είναι αυτοί που λυμαίνονται και θησαυρίζουν από το κρατικό χρέος. Εκτός από το στήσιμο του παιχνιδιού (τιμολογήσεις, επιτόκια), έχουν τη δυνατότητα να κερδίσουν και από τη μεταπώληση των κρατικών ομολόγων σε τρίτους. Εδώ και πάνω από 10 χρόνια η λογική του ευρωμονόδρομου έχει υπαγορεύσει την ανάθεση του κρατικού δανεισμού στα χέρια των τραπεζιτών και αποκλείει την άμεση συμμετοχή άλλων ενδιαφερομένων.

Το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών ανακοίνωσε χτες ότι οι τόκοι των νεόκοπων 5ετών ομολόγων θα είναι αφορολόγητοι για τα φυσικά πρόσωπα, με την προϋπόθεση ότι θα διακρατηθούν μέχρι τη λήξη τους (2014) και να αγοραστούν (από τράπεζες) μέχρι τις 4 Φλεβάρη. Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί να περιορίσει τα παιχνίδια των τραπεζιτών στη δευτερογενή αγορά ομολόγων, στην οποία και καθορίζονται τα επιτόκια που βγαίνουν στις δημοπρασίες για την έκδοση νέων κρατικών ομολόγων.

Το 5ετές δάνειο

Ακόμη 5,5 δισ. ευρώ δανείστηκε χτες το ελληνικό δημόσιο με την έκδοση ενός ακόμη 5ετούς κρατικού ομολόγου. Οπως ήταν αναμενόμενο, οι όροι ήταν ιδιαίτερα επαχθείς. Το μέσο επιτόκιο που προέκυψε από τις προσφορές ντόπιων και ξένων τραπεζών έφτασε σε 5,5% ή 2,6 εκατοστιαίες μονάδες πάνω από το αντίστοιχο γερμανικό κρατικό χρεόγραφο. Το άνοιγμα της ψαλίδας αντανακλά και την όξυνση των αντιθέσεων και αντιφάσεων ανάμεσα και στα κράτη της ευρωζώνης. Επιπλέον οι τράπεζες που συμμετείχαν (Εθνική, Banka IMI, Barclays, CITI, HSBC) πήραν από το δημόσιο και προμήθεια 0,15%.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ