Με προσωπική επιστολή του προς το «Ριζοσπάστη», ο πρώην υπουργός Αμυνας της ΓΛΔ, Χ. Κέσλερ, ευχαριστεί το ΚΚΕ και το «Ρ» για τη δράση τους ενάντια στη φυλάκισή του
Με προσωπική επιστολή του προς το «Ριζοσπάστη», ο πρώην υπουργός Αμυνας της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας, Χάιντζ Κέσλερ, εκφράζει τις ευχαριστίες του για τη δράση του ΚΚΕ, αλλά και του «Ρ» για την υπόθεσή του. Ο Κέσλερ αναφέρεται στην άδικη φυλάκισή του από τις αρχές της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας για 7,5 χρόνια.
Συγκεκριμένα, ο Κέσλερ αναφέρει στην επιστολή του: «Η σύντροφός μου στη ζωή και τον αγώνα μου, Ρουθ, και εγώ, ο Χάιντζ Κέσλερ, σας ευχαριστούμε θερμά για την αντιφασιστική αλληλεγγύη που δείχνετε, αλλά και για την όλη δράση σας, όσον αφορά την υπόθεσή μας».
Το πρόσωπο του Χάιντζ Κέσλερ δεν επιλέχτηκε τυχαία, όπως διαπιστώνει κανείς από τη δράση του: «Αγωνίστηκα κατά του φασισμού ακόμα και πριν το 1945 μέσα από τις γραμμές της Ελεύθερης Γερμανικής Νεολαίας (FDJ). Από το 1951, ήμουν αξιωματικός στρατηγός του Εθνικού Λαϊκού Στρατού (NVA) της χώρας μου, της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (DDR). Από το 1985 υπήρξα υπουργός Εθνικής Αμυνας της ΓΛΔ και το 1992 καταδικάστηκα από τη δικαιοσύνη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΟΔΓ) σε 7,5 χρόνια φυλάκιση. Πέντε ολόκληρα χρόνια έμεινα έγκλειστος στις φυλακές της ΟΔΓ και 2 χρόνια και τέσσερις μήνες ήμουν προφυλακισμένος, μέχρι το Σεπτέμβρη του 1994. Αποφυλακίστηκα στις 18/10/1998, αφού είχα εκτίσει ολόκληρη την ποινή μου.»
Πρόκειται, ξεκάθαρα, για μια πολιτική ρεβανσισμού, η οποία δεν έχει τελειώσει, όπως λέει ο Κέσλερ. «Ο αγώνας κατά του κυνηγιού των μαγισσών σε βάρος των πολιτών της ΓΛΔ πρέπει να συνεχιστεί με αμείωτους ρυθμούς».
Σε άλλο σημείο τονίζει: «Οι πρωτοβουλίες αλληλεγγύης που παίρνετε, κρίνονται από εμάς ως πράξεις ύψιστης διεθνιστικής σημασίας και βοήθειας». Και κλείνει την επιστολή του με μια ευχή: «Πολλές επιτυχίες σε όλες τις δραστηριότητές σας, που είναι υπέρ του λαού σας».
ΜΟΣΧΑ (ανταπόκριση ΒΛ. ΜΑΣΙΝ).-
Την υποψηφιότητα του προέδρου της ΚΕ του ΚΚΡΟ Γκενάντι Ζιουγκάνοφ για το αξίωμα του προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας αποφάσισε να στηρίξει η Ενωση Κομμουνιστικών Κομμάτων - ΚΚΣΕ. Μέχρι στιγμής έχουν συγκεντρωθεί πάνω από 1.000.000 υπογραφές στήριξης της υποψηφιότητάς του. Από την άλλη μεριά, τα κεντρικά ΜΜΕ, κατά κανόνα, είτε αποσιωπούν τις θέσεις του Ζιουγκάνοφ πάνω σε βασικά ζητήματα, είτε τις διαστρεβλώνουν. Γι' αυτό και ο ηγέτης του ΚΚΡΟ έχει συχνές συναντήσεις με δημοσιογράφους που εργάζονται σε περιοχές της χώρας. Ενα από τα κύρια ζητήματα είναι η άποψή του για την κατάσταση στο Βόρειο Καύκασο. Σε συνέντευξη σε δημοσιογράφους από το Σαράτοβ και το Ταμπόβ ο Ζιουγκάνοφ δήλωσε σχετικά: «Η εξέγερση είναι εξέγερση. Ο πόλεμος είναι πόλεμος. Και στον πόλεμο πάντα χάνονται άνθρωποι. Είναι μια τραγωδία. Λυπάμαι πολύ που όλα αυτά συνεχίζονται στη ρωσική γη σχεδόν 10 χρόνια. Η Ρωσία βρίσκεται μπροστά στην επιλογή: ή θα νικήσουμε από κοινού τους συμμορίτες και τους τρομοκράτες, θα φροντίσουμε για τους πρόσφυγες, θα επαναφέρουμε την κανονική ζωή στις απελευθερωμένες περιοχές, ή όλη η χώρα, αφού μετατραπεί σε υποκείμενο που θα κατευθύνεται από τους συμμοριτικούς σχηματισμούς, θα σαπίζει και θα αποσυντίθεται. Δυστυχώς, στο Κρεμλίνο δεν υπήρξε ένας πρόεδρος, μια κυβέρνηση, ένα Συμβούλιο Ασφαλείας που θα μπορούσαν να διευθετήσουν με ελάχιστες απώλειες την τσετσενική κατάσταση. Αν και υπήρχαν όλες οι δυνατότητες για μια τέτοια εξέλιξη των γεγονότων».
Κατονομάζοντας τους Μπορίς Γιέλτσιν, Γκενάντι Μπούρμπουλις, Γεγκόρ Γκαϊντάρ, Πάβελ Γκρατσόφ ως κύριους υπεύθυνους για την τσετσενική κρίση, ο Ζιουγκάνοφ επέκρινε τις ενέργειες της σημερινής ρωσικής κυβέρνησης. «Ο στρατός βούλιαξε στην Τσετσενία. Η κυβέρνηση βάζει τις Ενοπλες Δυνάμεις σε πολύ δύσκολη θέση, μη εξασφαλίζοντας τα στρατεύματα με τους απαραίτητους πόρους. Πάλι η αδυναμία και η έλλειψη διορατικότητας των κυβερνώντων αντισταθμίζεται με τη γενναιότητα και τη μαχητικότητα του Ρώσου στρατιώτη. Η κυβέρνηση είναι στην εξουσία ήδη μισό χρόνο. Αν, όπως δηλώνουν, είχαν προετοιμαστεί εγκαίρως, γιατί δε φρόντισαν να προμηθεύσουν τις μάχιμες δυνάμεις με σύγχρονη τεχνική;», τόνισε ο Ζιουγκάνοφ. «Απλώς μια στρατιωτική νίκη δε θα φέρει την ειρήνη στην Τσετσενία..., δεν υπάρχει μια καθαρά στρατιωτική νίκη του προβλήματος. Χρειάζεται επίμονη δουλιά για την οργάνωση της ζωής στις απελευθερωμένες περιοχές», σημείωσε ο πρόεδρος του ΚΚΡΟ και πρόσθεσε, αναφερόμενος στη δυνατότητα διευθέτησης της κατάστασης, ότι πρέπει «να γίνει διάλογος με όλους όσοι αναγνωρίζουν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας και είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους για την ειρηνική επίλυση του προβλήματος της Τσετσενίας».
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά. Πρόσφατα στην Αυστρία έγιναν εκλογές, στις οποίες το συντηρητικό «Λαϊκό» κόμμα (ήρθε πρώτο με το 27% των ψήφων) και το ακροδεξιό κόμμα των «Ελευθέρων» του Χάιντερ (ήρθε δεύτερο κερδίζοντας περίπου το 27% των ψήφων). Οι ηγεσίες αυτών των δύο κομμάτων, που ελέγχουν την πλειοψηφία των εδρών του νέου Αυστριακού Κοινοβουλίου, βρίσκονται στην τελική ευθεία των διαβουλεύσεων για το σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού, με καγκελάριο τον πρόεδρο του Λαϊκού κόμματος και αντικαγκελάριο τον πρόεδρο των «Ελευθέρων» Γ. Χάιντερ.
Αν σταθεί κανείς στον τύπο και όχι στην ουσία των τελευταίων πολιτικών εξελίξεων στην Αυστρία, ίσως καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο τρόπος, με τον οποίο αντέδρασαν οι ηγεσίες των κομμάτων που κυβερνούν τις ΗΠΑ και τις 15 χώρες - μέλη της ΕΕ, είναι «σωστός». Και αφού είναι «σωστός» θα πρέπει να τύχει της υποστήριξης του δημοκρατικού λαού κάθε χώρας, που ανησυχεί- και πρέπει να ανησυχεί- από την αναρρίχηση φασιστικών κομμάτων στην κυβερνητική εξουσία οποιασδήποτε χώρας. Αυτή, όμως, είναι η φαινομενική εικόνα και η παράδοση διδάσκει πως τα φαινόμενα απατούν. Οι ηγέτες της ΕΕ, αξιοποιούν το αποτέλεσμα για αλλότριους σκοπούς και παρακάμπτουν (για ευνόητους λόγους) την αιτία.
Με το συγκεκριμένο τρόπο αντίδρασης, οι ηγεσίες των πολιτικών κομμάτων που κυβερνούν τις ΗΠΑ και τις χώρες - μέλη της ΕΕ, επιδιώκουν να πετύχουν «μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια», καθώς αποσκοπούν: Πρώτον, να αποποιηθούν τις ευθύνες τους για την άνοδο του φασισμού τόσο στην Αυστρία όσο και σε άλλες χώρες -μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης (Γερμανία, κλπ.) και να φανούν στα μάτια των λαών της γης ότι αγωνίζονται ενάντια στο φασισμό. Θέλουν δηλαδή να συγκαλύψουν τις ευθύνες που έχουν για την άνοδο του φασισμού, του ρατσισμού στις χώρες τους και το γεγονός ότι οι ίδιες οι πολιτικές τους ήταν αυτές που εκκόλαψαν το «αυγό του φιδιού». Δεύτερον, να καθιερώσουν σταδιακά σαν... «αναφαίρετο δικαίωμά τους» να παρεμβαίνουν σε οποιαδήποτε εθνικά κυρίαρχη και ανεξάρτητη χώρα της γης και να επιβάλλουν κυβερνήσεις της αρεσκείας τους ή να ανατρέπουν κυβερνήσεις που δε συμβιβάζονται ή και αντιστέκονται στη «νέα τάξη πραγμάτων», με πρόσχημα την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δημοκρατικών ελεύθερων κλπ.
Αν στο παρελθόν έκαναν αυτές τις παρεμβάσεις «στη ζούλα» (με στρατιωτικά πραξικοπήματα, που ανέτρεπαν τις νόμιμα εκλεγμένες κυβερνήσεις και επέβαλαν κυβερνήσεις «μαριονέτες», όπως έγινε στην Ελλάδα, τη Χιλή και μια σειρά άλλες χώρες του κόσμου) τώρα, θεωρούν αυτό το μοντέλο ξεπερασμένο. Το νέο μοντέλο που επέλεξαν, επιχειρεί να δώσει νομιμοφάνεια στις εγκληματικές τους πράξεις, εμφανίζοντας άλλοτε τις ΗΠΑ άλλοτε το ΝΑΤΟ και τώρα το Διευθυντήριο των Βρυξελλών σαν «θεματοφύλακα» της δημοκρατίας, που έχει...«υποχρέωση» να παρεμβαίνει απροκάλυπτα στα εσωτερικά κάθε κυρίαρχης και ανεξάρτητης χώρας - μέλους του ΟΗΕ.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, απέδειξαν, για μια ακόμη φορά, ότι στόχος τους είναι να επιβάλουν τη «νέα τάξη πραγμάτων» με το «έτσι θέλω», παραβιάζοντας κατάφωρα το δικαίωμα των λαών κάθε χώρας να εκλέγουν αυτούς που θα τους κυβερνούν. Στην ουσία, ο τρόπος αντίδρασης των ηγετών της ΕΕ στην περίπτωση της Αυστρίας, ελάχιστα διαφέρει από τον τρόπο που αντέδρασαν πέρσι οι ΑμερικανοΝΑΤΟικοί «εταίροι» με την τρίμηνο βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας. Οπως τότε, επιχείρησαν με τον βρώμικο πόλεμο να ανατρέψουν - στο όνομα προστασίας των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» - τη νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας, επειδή δεν τους άρεσε ο Μιλόσεβιτς και η πολιτική του στα Βαλκάνια, έτσι και τώρα απειλούν με διπλωματικές και άλλες κυρώσεις την Αυστρία, αν σχηματιστεί κυβέρνηση που δε θα είναι της επιλογής τους.
Ομως, είναι σίγουρο, πως η προειδοποίηση των ηγετών της ΕΕ και των ΗΠΑ στους Αυστριακούς ότι θα «τιμωρηθούν» αν επιτρέψουν τη συμμετοχή στη νέα κυβέρνηση του κόμματος των «Ελευθέρων», είναι μια πράξη που αντί να συμβάλλει στην προστασία των δημοκρατικών κατακτήσεων, στην ουσία την υπονομεύει και ενισχύει τις ηγεσίες φασιστικών κομμάτων και οργανώσεων τόσο της Αυστρίας όσο και άλλων χωρών της Γης. Μ' αυτόν τον τρόπο δίνει επιχειρήματα στα φασιστικά κόμματα και οργανώσεις κάθε χώρας να φαντάζουν πολύ πιο «πατριώτες» και δημοκράτες σε σχέση με τον πλανητάρχη και αρκετούς από τους ηγέτες των χωρών - μελών της ΕΕ!