ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 13 Μάη 2001
Σελ. /32
ΠΑΙΔΕΙΑ
«ΑΝΩΤΑΤΟΠΟΙΗΣΗ» ΤΩΝ ΤΕΙ
Νομοσχέδιο - «απάτη» στρατηγικής σημασίας

Ξεκίνησε την περασμένη Τετάρτη η συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής του νομοσχεδίου που έχει ξεσηκώσει ποικίλες αντιδράσεις σε πανεπιστήμια και ΤΕΙ, φοιτητές και σπουδαστές, που ουσιαστικά εγκαινιάζει ένα συνολικότερο σχεδιασμό της κυβέρνησης για την προώθηση της αντιδραστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης και στην ανώτατη βαθμίδα. Η πρώτη συνεδρίαση σημαδεύτηκε από τους ελιγμούς τακτικής του υπουργείου Παιδείας, που, προκειμένου να κρατήσει ισορροπίες μεταξύ ΑΕΙ και ΤΕΙ, προχώρησε σε επιμέρους τροποποιήσεις, που δε θίγουν όμως στο ελάχιστο τον πυρήνα του σχεδιασμού του. Πρόκειται για την απαλοιφή του όρου ότι «τα ΤΕΙ είναι μη πανεπιστημιακά ιδρύματα» και κάποιες άλλες θολές διατυπώσεις για δυνατότητα στα ΤΕΙ συνδιοργάνωσης μεταπτυχιακών μαζί με τα πανεπιστήμια, καθώς και τη δυνατότητα για τεχνολογική έρευνα. Από την άλλη παραμένει ίδια η κατάσταση της υποδομής των ΤΕΙ, του προσωπικού τους και των επαγγελματικών δικαιωμάτων των αποφοίτων τους. Διατηρείται ο αναχρονιστικός διαχωρισμός επιστήμης και τεχνολογίας.

Η ουσία της δήθεν αναβάθμισης

Το νομοσχέδιο αυτό, που έχει λανσαριστεί σαν το εγχείρημα αναβάθμισης της ανώτατης εκπαίδευσης, που δήθεν ανωτατοποιεί τα ΤΕΙ, είναι το πρώτο στάδιο της συνολικής υποβάθμισης των σπουδών, ειδικά των προπτυχιακών για την προσαρμογή της ανώτατης εκπαίδευσης στις σημερινές ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας, δηλαδή στα συμφέροντα του κεφαλαίου. Η μεταρρύθμιση αυτή έρχεται ως απόρροια των αναδιαρθρώσεων που προχωράνε με ραγδαίους ρυθμούς και αφορούν την παραγωγή, τις εργασιακές σχέσεις, τα κοινωνικά δικαιώματα.

Ετσι σε μια περίοδο που καταργείται το 8ωρο, γκρεμίζεται η μεγαλύτερη κατάκτηση των εργατών του 20ού αιώνα, αυτή της Κοινωνικής Ασφάλισης, η ανεργία και η ανασφάλεια αναπαράγεται σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα, το κεφάλαιο έχει ανάγκη από μια μεγάλη μάζα ελαστικού εργατικού δυναμικού, μισοειδικευμένου, φτηνού και εύκολα εκμεταλλεύσιμου. Ταυτόχρονα, επειδή η πρόοδος της επιστήμης και των εφαρμογών της έχει ανεβάσει θεαματικά την παραγωγικότητα της εργασίας, υπάρχει ανάγκη και για μια μικρότερη αριθμητικά ελίτ πραγματικά επιστημονικά καταρτισμένων στελεχών. Η προοπτική αυτή εξυπηρετείται απόλυτα από το εκπαιδευτικό μανιφέστο του πολυεθνικού κεφαλαίου της Ευρώπης, τη γνωστή «Διακήρυξη της Μπολόνια». Αυτό γίνεται με τη διάσπαση του ενιαίου των σπουδών σε μικρής διάρκειας προπτυχιακές σπουδές (κατά βάση τριών χρόνων ως τον πρώτο τίτλο), που θα αντιστοιχούν σε μια μέσου τύπου επαγγελματική εκπαίδευση, υποταγμένη στις άμεσες ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς και τη μετατόπιση σε ένα επόμενο επίπεδο της ουσιαστικής επιστημονικής γνώσης, σε μεταπτυχιακά και στο διδακτορικό (σε 2 και 3 χρόνια αντίστοιχα), με όμως υψηλά δίδακτρα και άρα για μια μικρή ελίτ. Ωστόσο, επειδή το κεφάλαιο της Ευρώπης καταλαβαίνει την ανάγκη να διατηρηθεί και ένας μικρός αριθμός ποιοτικών ιδρυμάτων, εξαιρεί από αυτό το μοντέλο κάποια γνωστά μεγάλα πανεπιστήμια και σχολές, κυρίως σε χώρες του σκληρού πυρήνα της ΕΕ, Γερμανία, Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία.

Εωλα τα κυβερνητικά επιχειρήματα

1. Η κεντρική αυτή λογική φυσικά επιχειρείται να «καμουφλαριστεί» από την κυβέρνηση με «νύχια και με δόντια». Η μόνιμη επιχειρηματολογία, που παρουσιάζεται από τα επιτελεία της για την αναγκαιότητα της μεταρρύθμισης, είναι αυτή της λεγόμενης απομόνωσης και «αλβανοποίησης». Λένε δηλαδή: «δεν μπορεί ένα βήμα που οι 14 άλλες χώρες της ΕΕ το έχουν ολοκληρώσει την προηγούμενη δεκαετία, στην Ελλάδα να θεωρείται αδύνατο να γίνει».

Στην πραγματικότητα τι σημαίνει αυτή η κινδυνολογία; Οτι η Ελλάδα πρέπει να εξισωθεί με τις άλλες χώρες της ΕΕ σε ό,τι αφορά τους τίτλους σπουδών. Μόνο που και στις άλλες χώρες κυριαρχούν οι δυνάμεις του μεγάλου κεφαλαίου και οι εξελίξεις είναι εξίσου αρνητικές για τους λαούς, τις σπουδές και τους αποφοίτους. Οι αναδιαρθρώσεις έχουν προχωρήσει πολύ πιο πριν από ό,τι στη χώρα μας και η προσαρμογή της ανώτατης εκπαίδευσης έχει δώσει τα πρώτα αποτελέσματα. Ετσι πρόκειται για εξίσωση στην ανεργία, εξίσωση στη μερική απασχόληση, εξίσωση στην κατάργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτή η εξίσωση προφανώς συμφέρει τους καπιταλιστές σε κάθε χώρα, είναι εξίσωση για διαμόρφωση καλύτερων συνθηκών εκμετάλλευσης των εργαζόμενων, είναι όμως βλαπτική για τα λαϊκά στρώματα. Δηλαδή, η βελτίωση του ανταγωνισμού της αστικής τάξης σε σχέση με τις αστικές τάξεις των άλλων χωρών σε τίποτε δε θα βελτιώσει τη θέση των εργαζομένων. Και για τα παιδιά των λαϊκών στρωμάτων η εφαρμογή αυτής της διαδικασίας, μέσα από την ανωτατωποίηση των ΤΕΙ, το προχώρημα των αποφάσεων της Μπολόνια θα σημάνει ρίξιμο του πήχη των σπουδών σε τρίχρονες σπουδές για τη μεγάλη μάζα των φοιτητών και ουσιαστικές επιστημονικά ολοκληρωμένες σπουδές μόνο για τους λίγους.

2. Αξιοποιώντας τις αντιθέσεις που έχουν δημιουργηθεί μεταξύ ΑΕΙ και ΤΕΙ το υπουργείο Παιδείας, που είναι ο βασικός υπεύθυνος για αυτή την κατάσταση, θέλει να εμφανίζεται ως ο εγγυητής της αναβάθμισης. Λέει ο υπουργός Παιδείας, για τις αντιδράσεις των πρυτάνεων, ειδικότερα των Πολυτεχνείων: «κακώς θεωρούν ότι θίγονται, γιατί δεν μπορεί κανείς να θεωρήσει ότι θίγεται από τη βελτίωση του διπλανού του (σ.σ. εννοεί των ΤΕΙ). Θίγεται κάποιος όταν πειράζεις το δικό του στάτους, τη δική του πραγματικότητα και του αφαιρείς κάτι. Αλλά όχι απλώς δεν αφαιρούμε τίποτα από τα πανεπιστήμια, αλλά αντίθετα τα ενισχύουμε...» (από συνέντευξη στο Ρ/Σ «Φλας» στις 10/5/01).

Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Η ονομαστική «ανωτατοποίηση» των ΤΕΙ, η χωρίς καμία αναβάθμιση ένταξή τους στην Ανώτατη Εκπαίδευση, ανοίγει και τυπικά τον κύκλο της εφαρμογής των αποφάσεων της Μπολόνια για την υποβάθμιση των προπτυχιακών σπουδών των ΑΕΙ, αφού τα πτυχία των ΤΕΙ συνιστούν «πρώτο ακαδημαϊκό τίτλο», αντίστοιχο του bachelor, με τον οποίο στην πορεία θα εξισωθούν και τα πτυχία των ΑΕΙ. Ταυτόχρονα, όμως, αρνητικές είναι οι εξελίξεις και για τα ίδια τα ΤΕΙ, αφού το νομοσχέδιο αφήνει ανοιχτό το ζήτημα της ακόμη μεγαλύτερης υποβάθμισης των σπουδών τους, με την αναμόρφωση των προγραμμάτων σπουδών, στην κατεύθυνση μιας ακόμη πιο ληξιπρόθεσμης, πρακτικίστικης και «ευέλικτης» γνώσης, κατόπιν εισαγωγής και των πιστωτικών μονάδων (που προβλέπονται επίσης από την Μπολόνια). Δηλαδή αν οι χαμηλής ποιότητας και κόστους σπουδές στα ΑΕΙ θα αναγκάζουν τους αποφοίτους τους σε διαρκή εναλλαγή καταρτίσεων και επαγγελμάτων, αυτό θα αφορά σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό τους αποφοίτους των ΤΕΙ. Οι επιπτώσεις της εφαρμογής των αποφάσεων της Μπολόνια, που προαναφέρθηκαν για τα ΑΕΙ, θα ισχύσουν στο πολλαπλάσιο για τα ΤΕΙ, γιατί ξεκινούν από πιο χαμηλά. Συνεπώς, η κατ' όνομα «ανωτατοποίηση» των ΤΕΙ σηματοδοτεί την προς τα κάτω ισοπέδωση τόσο των ΑΕΙ όσο και των ΤΕΙ. Ακριβώς γι'αυτό αντιδρά και αγωνίζεται η Πανεπιστημιακή Κοινότητα.

3. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι «όλοι συμφωνούν στην ένταξη των ΤΕΙ στην ανώτατη εκπαίδευση». Αυτό όμως κρύβει μια λαθροχειρία. Γιατί αυτό δε σημαίνει καθόλου ότι υπάρχει συμφωνία στη συγκεκριμένη απάτη που επιχειρεί και έχει στρατηγική σημασία. Τουλάχιστον το ΚΚΕ ξεκαθαρίζει ότι διαφωνεί με το συνολικό προγραμματισμό που υπηρετεί αυτή η ονομαστική και μόνο ανωτατοποίηση. Αυτή λοιπόν η ψευτοανωτατοποίηση των ΤΕΙ εντάσσεται στη γενικότερη ιεράρχηση και προγραμματισμό των κοινωνικών οικονομικών αναγκών που προτάσσει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, συνεπής υπηρέτης των συμφερόντων του κεφαλαίου.

Λύση ο συντονισμένος λαϊκός αγώνας

Τα υπαρκτά προβλήματα της ανώτατης εκπαίδευσης μπορούν να λυθούν για τα λαϊκά συμφέροντα μόνο στην κατεύθυνση μιας πραγματικά ενιαίας ανώτατης εκπαίδευσης, δημόσιας, δωρεάν και αναβαθμισμένης. Το ΚΚΕ, που έδωσε την ολοκληρωμένη πρότασή του γι' αυτή και απορρίπτει κατηγορηματικά το κυβερνητικό νομοσχέδιο, θεωρεί ότι για να δοθεί ουσιαστική λύση για την άρση του αναχρονιστικού διαχωρισμού ΑΕΙ - ΤΕΙ, πρέπει να υπάρξει ο καθορισμός των επιστημονικών αντικειμένων των τμημάτων σε συνδυασμό με τις κοινωνικές ανάγκες. Το κριτήριο της ένταξης των ΤΕΙ στα ΑΕΙ είναι ακριβώς αυτό. Ταυτόχρονα, για να γίνει και να έχει επιτυχία η ένταξη, πρέπει να υπάρξει αναβάθμιση του προγράμματος σπουδών, του επιστημονικού -διδακτικού προσωπικού, να εξασφαλιστούν οι υποδομές ώστε να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του ανώτατου χαρακτήρα τους.

Μια τέτοια ενιαία ανώτατη εκπαίδευση θα αναδεικνύει τον κοινωνικό χαρακτήρα της επιστήμης, που θα τη θέσει στην υπηρεσία των λαϊκών συμφερόντων και όχι των μονοπωλίων, κάτω από την κυριαρχία των οποίων βρίσκεται σήμερα. Γι' αυτό και η σημερινή πάλη ενάντια στο νομοσχέδιο δεν μπορεί παρά να συνδυάζεται με την πάλη με τα βάθρα της σημερινής πολιτικής, το χτύπημα της εξουσίας των μονοπωλίων και των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών. Ετσι θα ανοίξει ο δρόμος για να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις το μέτωπο των λαϊκών δυνάμεων να επιβάλει τη δική του λαϊκή εξουσία, στην οποία η επιστήμη θα μπαίνει στην υπηρεσία μιας λαϊκής οικονομίας που θα αποβλέπει στη λαϊκή ευημερία.


Δημήτρης ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ